Όσα ακυρώνουν την κριτική του εστιατορίου

Όσα ακυρώνουν την κριτική του εστιατορίου Facebook Twitter
Τώρα, ποια μέρα θα τύχει να σε επισκεφτεί ο μπλόγκερ/κριτικός/δημοσιογράφος είναι θέμα τύχης και ανάλογων εντυπώσεων.
4

Ήταν ένα από τα αγαπημένα μου εστιατόρια. Χαθήκαμε για λίγο καιρό, παρέα ωραία και αγαπημένη μαζεύτηκε, δώσαμε εκεί ραντεβού.

Όλη μέρα μια γλυκιά προσμονή ως τις γεύσεις του δείπνου. Καρδιοχτύπι, έφαγα μόνο ένα γιαουρτάκι όλη μέρα, να βιώσω όπως πρέπει, πεινασμένη, τη συγκίνηση, να μεταφέρω και σε σας εδώ στη LiFO κατόπιν την εμπειρία. Την οποία και σας μεταφέρω, αν και με ανάποδη στροφή και τροπή.


Μια σκιά της νοστιμιάς του το μαγαζί, μια πείνα να μας κολλά στα χείλη με κάθε πιάτο, ένα ανευχαρίστητο, να παραγγέλνουμε ξανά και ξανά, όλο το μενού δοκιμάσαμε -ανεπιτυχώς- μπας και μας κάτσει κάτι της προκοπής. Από αυτά τα ελληνικά παράδοξα, που μια ζωή σ' αυτή τη δουλειά δεν μπόρεσα ποτέ να εξηγήσω.

Ίδια αφεντικά, ίδιο μενού, ίδιο ντεκόρ, ίδιο χέρι στην κουζίνα, κι όμως, μια άλλη γεύση: ανάλατη, κουτσή, στραβή, ανόρεκτη, ατελής, σαν οργασμός που σε κυκλώνει αλλά τελικά αποφασίζει να το στρίψει στη γωνία. Το ίδιο πρωί, θα σας το είχα συστήσει ανεπιφύλακτα. Ώρες μετά, παίζει στα trash/delete.

Κι εδώ ο κριτικός/παρουσιαστής εστιατορίων σηκώνει τα χέρια και ουδεμία ευθύνη φέρει. Εγώ, πάλι, λέω να μην τα σηκώσω και να επιχειρήσω μια εξήγηση, καθώς με δύο εστιατόρια στο παρελθόν μου έχω βιώσει και την αντίπερα, την πίσω από τα φώτα όχθη.

Με τα χρόνια κατάλαβα αυτό το ανεξερεύνητο που λένε οι εναλλακτικοί: την αύρα, την ενέργεια. Που μπορεί να είναι και Φυσική, δεν είμαι αρμοδία να κρίνω. Το μαγαζί συλλαμβάνει την πιο αδιόρατη στραβομάρα και την προδίδει στο κοινό, σαν μεγεθυντικός καθρέφτης. Καθ' ότι το εστιατόριο είναι πρωτίστως μια ιστορία ανθρώπων: ιδιοκτητών, μαγείρων και σερβιτόρων.

Κάθε εστιατόριο έχει κάτι το μεταφυσικό. Κάτι το άλεκτο, το πέρα από σένα που είσαι το αφεντικό του, μια δική του άποψη και μια δική του ζωή, πέρα από τις λέξεις. Σαν κωφός ζωντανός οργανισμός, που κάτι θέλει να σου πει αλλά δεν μπορεί.

Εκείνη τη μικρή στιγμή της κάθε μέρας όπου όλα είναι έτοιμα στα πόστα τους και ξεκλειδώνεις το «ανοίξαμε και σας περιμένουμε», έχω δει το μαγαζί να αντιδρά. Όλα να είναι εντάξει, στην τελειότητα, αλλά ολόγυρα να νιώθεις σαν υγρασία στο δέρμα, μια ανεξήγητη σκοτεινιά.

Εκείνη τη μέρα, το φαγητό βγαίνει κακομούτσουνο, οι πελάτες θα γκρινιάζουν για τις πιο σουρεαλιστικές κουλαμάρες, θα πέσουν τα φώτα, θα χαλάσουν οι τουαλέτες, θα γίνει σεισμός, θα μπει η Εφορία και λίγο μετά το Υγειονομικό.

Άλλες μέρες πάλι, από μόνο του το μαγαζί γελά σαν ήλιος, τα φώτα σαν να φωτίζουν αλλιώς και πιο μαγικά, το ίδιο φαγητό σερβίρεται θεσπέσιο και στην ώρα του, η μουσική σαν να μαγεύεται από μόνη της, βλέπεις τους πελάτες να φλερτάρουν πάνω από ψητές σαρδέλες και την αστερόσκονη να λαμπυρίζει πάνω στα βρόμικα, άδεια πιάτα.


Με τα χρόνια κατάλαβα αυτό το ανεξερεύνητο που λένε οι εναλλακτικοί: την αύρα, την ενέργεια. Που μπορεί να είναι και Φυσική, δεν είμαι αρμοδία να κρίνω. Το μαγαζί συλλαμβάνει την πιο αδιόρατη στραβομάρα και την προδίδει στο κοινό, σαν μεγεθυντικός καθρέφτης. Καθ' ότι το εστιατόριο είναι πρωτίστως μια ιστορία ανθρώπων: ιδιοκτητών, μαγείρων και σερβιτόρων.

Όσα ακυρώνουν την κριτική του εστιατορίου Facebook Twitter
Για να μεταφέρεις σωστά μια άποψη, πρέπει να έχεις πάει πολλές φορές και για πολύ χρόνο σε ένα μαγαζί.

Ένα γκομενικό τηλέφωνο που δεν χτύπησε στην ώρα του, ένας φουσκωμένος λογαριασμός της ΔΕΗ, ένα καυγαδάκι, μια γρίπη, μια μούντζα που έφαγες στα φανάρια, μια δήλωση του Τσίπρα, μια τόση δα στενοχώρια, μια αναποδιά προσωπική κάποιου εκεί μέσα, και πάει το πάρτι για σήμερα. Τώρα, ποια μέρα θα τύχει να σε επισκεφτεί ο μπλόγκερ/κριτικός/δημοσιογράφος είναι θέμα τύχης και ανάλογων εντυπώσεων.

Για να μεταφέρεις σωστά μια άποψη, πρέπει να έχεις πάει πολλές φορές και για πολύ χρόνο σε ένα μαγαζί. Και τα δύο αποκλείονται στατιστικά, αν μετρήσεις τον αριθμό των ρεστοπαρουσιάσεων στα ελληνικά μίντια. Με ελάχιστες εξαιρέσεις που αφορούν το αγαπημένο στέκι του καθενός.

Αφετέρου, η κριτική κάνει ακόμη ένα μεγάλο λάθος. Στο εστιατόριο πρέπει να πας πεινασμένος, αλλιώς υπάρχουν και τα μπαρ, αλλά όχι μόνο γιατί πεινάς, αλλιώς υπάρχουν και τα φαστ/ορθάδικα/περίπτερα/ντελιβεράδικα/τυροπιτάδικα/το ψυγείο σου. Πεινασμένος για φαγητό αλλά και για χαρά, επικοινωνία, γέλιο, καλοπέραση εν γένει. Το εστιατόριο είναι μια συνολική εμπειρία και όχι μόνο μια ξερή κουζίνα.

Ο πελάτης που πάει κάπου για να βυθιστεί αυτιστικός σε ένα πιάτο, μου κάνει κάπως σαν το χειρούργο που συγκεντρώνεται πάνω σε ένα σώμα. Κι αυτό δεν είναι χαρά της ζωής.

Όσο μιλάμε για το φαγητό, θα έπρεπε να μιλάμε για το ντεκόρ, τη μουσική, τις ιστορίες ζωής πίσω από τον μάγειρα ή τον επιχειρηματία, τις τουαλέτες, τον κόσμο τριγύρω, αναλύοντας διεξοδικά την κάθε λεπτομέρεια που κεντά τον καμβά του «επεράσαμε όμορφα» ή «χάλια».

Το αν η μελιτζανοσαλάτα σερβίρεται με μαϊντανό ή με φέτα, εδώ δηλαδή που εστιάζει ο κάθε παρουσιαστής, είναι μια λεπτομέρεια, για την οποία εξάλλου θα με ενημερώσει το μενού.

Θα προτιμούσα να ακούσω για τι πράγμα μιλούσαν οι διπλανοί και τι φορούσαν στο απέναντι τραπέζι, με ποιο χιτάκι συνοδευόταν το τηγανητό μπαρμπούνι.


Και κάπως έτσι, για να επανέλθω στην αρχή, τρώγοντας ανοστίλες, αποφασίσαμε να βάλουμε στη μέση του τραπεζιού το ερώτημα «πες ποιο είναι το πιο αξέχαστο δείπνο της ζωής σου, χωρίς να το σκεφτείς!». Στις 12 απαντήσεις, δεν εντοπίστηκε ούτε ένα αστέρι Michelin, ούτε ένας επώνυμος σεφ, κανένα πανάκριβο εστιατόριο.

Ήταν μια στάση στη μέση του πουθενά στον Ταΰγετο, σε μια πανσιόν για έρωτες με την ώρα, όπου το αφεντικό τηγάνισε πατάτες και λουκάνικα από το σούπερ μάρκετ. Ήταν ένα σάντουιτς με κονσέρβα τόνο, μια μαύρη νύχτα, σε ένα σκονισμένο μπακάλικο της ερήμου, στο Μαρόκο. Ήταν η γραβιέρα με το παξιμάδι της κρητικιάς γιαγιάς σε έναν καφενέ στα Ανώγεια. Ήταν μια ομελέτα με Σβαν και άμμο σε μια παραλία στην Αμοργό. Ήταν ο ήχος του φλοίσβου και τα πουλάκια κάτω από ένα αρμυρίκι στη Σκύρο όπου «δεν θυμάμαι τι φάγαμε», ήταν μια μακαρονάδα μεθυσμένη μετά από καλοκαιριάτικο ξεσάλωμα στην Πάτμο, με ντοματίνια κλεμμένα από μποστάνι στη διαδρομή.


Ήταν, τελικά, ο διονυσιασμός. Που λείπει από κάθε κριτική.

Γεύση
4

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Quinn’s: Γιατί όλοι πίνουν Dry Martini «στου Ηλία» Μαρινάκη 

Γεύση / Quinn’s: Γιατί όλοι πίνουν Dry Martini στου Ηλία Μαρινάκη 

Στην πιάτσα των Ιλισίων, σε ένα μέρος όπου όλα είναι μελετημένα, ένας πολύπειρος και προσγειωμένος μπάρμαν μας καλεί να χαθούμε στον «Κήπο των επίγειων απολαύσεων», συζητώντας και πίνοντας κλασικά αλλά αναβαθμισμένα κοκτέιλ.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΜΠΑΚΑΛΙΚΑ, DELI

Γεύση / Ο μεγάλος οδηγός του Αθηναίου καλοφαγά: Τα 51 πιο νόστιμα σημεία της πόλης

Εξειδικευμένα παντοπωλεία, deli με αλλαντικά και τυριά από την Ελλάδα και τον κόσμο, χασάπικα για κρέατα άριστης ποιότητας, κάβες και φούρνοι με ψωμιά παραδοσιακά αλλά και νέας εποχής, σε μια λίστα που μπορεί να είναι ο παράδεισος του foodie.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Είναι η τούρτα αμυγδάλου του Μπόζα η πιο ωραία στην Αθήνα;

Γεύση / Είναι η τούρτα αμυγδάλου του Μπόζα η πιο ωραία τούρτα της Αθήνας;

Όσο και αν η τέχνη της ζαχαροπλαστικής έχει κάνει άλματα στη χώρα μας, δεν έχουμε πάψει ποτέ να αγαπάμε τα «παλιά γλυκά» που μας θυμίζουν παιδικά χρόνια, οικογενειακές συγκεντρώσεις, γενέθλια και γιορτές.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ωδή στην pure σεβεντίλα: Ένα σπίτι που μοιάζει με μικροοργανισμό.

Γεύση / Ένα σπίτι στο Παλαιό Φάληρο που αποθεώνει τα απίθανα '70s

Το σπίτι του Γιώργου Κελέφη, εκδότη του περιοδικού ΟΖΟΝ, στο Παλαιό Φάληρο ‒σχεδιασμένο από τους σπουδαίους αρχιτέκτονες Δημήτρη και Σουζάνα Αντωνακάκη‒ μοιάζει με χρονοκάψουλα που σε μεταφέρει στη δεκαετία του ’70.
ΤΖΟΥΛΗ ΑΓΟΡΑΚΗ
Τα κρασιά της Κεφαλονιάς: Ρομπόλα, Μαυροδάφνη και άλλες εξαιρετικές ποικιλίες

Το κρασί με απλά λόγια / Τα κρασιά της Κεφαλονιάς: Ρομπόλα, Μαυροδάφνη και άλλες εξαιρετικές ποικιλίες

Η Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET και ο Παναγιώτης Ορφανίδης ταξιδεύουν στους αμπελώνες της Κεφαλονιάς, με οδηγό τον οινοποιό Ευρυβιάδη Σκλάβο. Μαθαίνουμε για τις γνωστές, αλλά και τις πιο σπάνιες ποικιλίες του νησιού, καθώς και για τον ρόλο που παίζει το βουνό Αίνος στην αμπελουργία του.
THE LIFO TEAM
Στο ΚΙΝΩΝΩ στο Κουκάκι που περνάει την πιο νόστιμη φάση του

Γεύση / Στο ΚΙΝΩΝΩ στο Κουκάκι που περνάει την πιο νόστιμη φάση του

Ο Βαγγέλης από το «Σπιρτόκουτο» –δηλαδή ο Γιάννης Βουλγαράκης– άφησε τα Κύθηρα για την Αθήνα και ανανέωσε, με τις λιτές του γεύσεις, έναν χώρο όπου κάποτε αράζαμε για ποτά και τώρα πηγαίνουμε για φρέσκες παπαρδέλες και σφακιανόπιτα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Γιαννούδι, Μαραθέφτικο, Μαύρο: Οι άγνωστες δυνάμεις του κυπριακού αμπελώνα

Το κρασί με απλά λόγια / Γιαννούδι, Μαραθεύτικο, Μαύρο: Οι ερυθρές δυνάμεις του κυπριακού αμπελώνα

Σε τι ξεχωρίζουν οι γηγενείς κόκκινες ποικιλίες της Κύπρου; Η Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET και ο Παναγιώτης Ορφανίδης φιλοξενούν τον οινολόγο και οινοποιό Σοφοκλή Βλασίδη και συζητούν μαζί του για τα αυτόριζα αμπέλια του νησιού.
THE LIFO TEAM
Ronin: Ένα καταφύγιο ιαπωνικής κομψότητας και γεύσης στο Κολωνάκι/ Στο Ronin στο Κολωνάκι θα ανακαλύψεις το νόημα της ιαπωνικής απλότητας/ Ronin: Η ιαπωνική απλότητα που συγκινεί σε κάθε πιάτο

Γεύση / Ronin: Ιαπωνέζικη κουζίνα με ακρίβεια, λιγότερο fusion, περισσότερο zen

Το εστιατόριο Ronin φέρνει στο Κολωνάκι τη δύναμη της απλότητας της ιαπωνικής κουλτούρας και την αποθέωση της γευστικής λεπτομέρειας σε έναν απολαυστικό διάλογο μεταξύ παράδοσης και μοντέρνας δημιουργίας.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Καπάνι Μάρκετ: Ένα οινορεστοράν που παντρεύει Βορρά, Βαλκάνια και Ανατολή

Γεύση / Καπάνι Μάρκετ: Ένα οινορεστοράν που παντρεύει Βορρά, Βαλκάνια και Ανατολή

Ο σεφ Δημήτρης Μπαλάκας σιγομαγειρεύει σχεδόν τα πάντα στον ξυλόφουρνο, «ψήθηκε» με τις παραδοσιακές γεύσεις στον φούρνο του παππού και της γιαγιάς του, και μοιράστηκε μαζί μας τρεις αυθεντικές συνταγές από τη Φλώρινα.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Γκίκας Ξενάκης

Γκίκας Ξενάκης / «Έχω κάνει λάθη – δούλεψα πολύ με τον εαυτό μου για να τους σέβομαι όλους στην κουζίνα»

Μεγαλώνοντας στη Θήβα, αγάπησε το φρέσκο ψάρι, τα άγρια χόρτα και τις ταπεινές συνταγές. Αν και είχε αρχικά πολύ κακή εικόνα για τους μάγειρες, εξελίχθηκε σε σεφ για τον οποίο –όπως είπε ο Επίκουρος– μπορούσε να καταλάβει κανείς ένα πιάτο του με κλειστά τα μάτια. Ο «τιμονιέρης» της κουζίνας του Aleria, Γκίκας Ξενάκης, είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Πούλοι και κουκνούκοι, τα ζυμαρένια ειδώλια της Ανάστασης

Γεύση / Πούλοι και κουκνούκοι, τα ζυμαρένια ειδώλια της Ανάστασης

Ευφάνταστα τσουρέκια και καλιτσούνια της Λαμπρής, που βγαίνουν σε ποικίλα σχήματα και εκδοχές στα νησιά του Αιγαίου, θυμίζουν ζυμαρένια μικρογλυπτά και αναδίδουν την αρχοντική ευωδιά των ημερών.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ

σχόλια

3 σχόλια
Σιγα μη φταινε κ οι εξωγηινοι, απλα ειναι τα πραγματα. Οταν ειναι στις αρχες του ενα μαγαζι προσεχουν ιδιαιτερα τους πελατες τα φαγητα κλπ, για να χτισουν πελατεια. Οταν παει καποιος αφου εχουν χτισει πελατεια, πολλες φορες ριχνουν την ποιοτητα των υλικων και ασχολουνται περισσοτερο με το οικονομικο κομματι και τη διαφημιση και λιγοτερο με τα φαγητα. Αυτο που τους ενδιαφερει ειναι να ριξουν στο ελαχιστο δυνατο τα εξοδα και να αυξησουν τα εσοδα οσο περναει ο καιρος, για να ειναι βιωσιμη η επιχειρηση σε καιρο κρισης. Εμενα μου εχει συμβει πολλες φορες να παω σε ενα εστιατοριο στο ξεκινημα του να φαω και να ενθουσιαστω και να ξαναπαω μετα απο καιρο κ να ειναι λες κ πηγα σε αλλο εστιατοριο