Πηγαίνω προς τους παλιούς οικισμούςπου έχουν σβήσει από τον χάρτη και πλέον είναι εκτάσεις του ορυχείου στο Νότιο Πεδίο. Για να περάσω όμως χρειάζομαι την άδεια της ΔΕΗ. Στο φυλάκιο βρίσκεται ο Κώστας, ένα νέο παιδί που εργάζεται στη ΔΕΗ με οκτάμηνη σύμβαση. «Έχεις ησυχία εδώ», του λέω και η απάντησή του ήταν άμεση: «Μακάρι να μπορούσα να φύγω αύριο το πρωί». Περνώντας τελικά το φυλάκιο, έρχεται ένα τζιπ για να με παραλάβει και να με πάει στον Κλείτο και την Χαραυγή. «Μόνος σου δεν μπορείς να πας, θα χαθείς και θα σε ψάχνουν» μου λέει ο Κώστας στην είσοδο. Η περιήγηση ήταν εντυπωσιακή. Δύσβατοι δρόμοι γεμάτοι τέφρα, ταινιόδρομοι που λειτουργούσαν στο φουλ και νταλίκες που περνούσαν δίπλα μας με υπερβολική ταχύτητα. Κανείς από τους υπαλλήλους της ΔΕΗ δεν μασάει τα λόγια του. Τα χρόνια της κρίσης οι υπάλληλοι μειώθηκαν σημαντικά. Πλέον γίνονται προσλήψεις με οκτάμηνες συμβάσεις και μισθούς των 500 ευρώ. «Πώς να ζήσεις;» αναρωτιούνται οι περισσότεροι. Τα θανατηφόρα ατυχήματα είναι αρκετά, ενώ πολλές υποθέσεις αποσιωπώνται. Ρομά που εισβάλλουν κρυφά στους χώρους για να κλέψουν χαλκό ή σίδερα αγγίζουν καλώδια υψηλής τάσης, πεθαίνουν και οι υπόλοιποι απλώς μαζεύουν τα πτώματα και φεύγουν. Αναμφίβολα, οι συνθήκες για τους εργαζόμενους στη ΔΕΗ είναι δύσκολες. Δουλεύουν στον βαρύ χειμώνα σε θερμοκρασία -20 βαθμούς Κελσίου και στη ζεστή, ασφυκτική ατμόσφαιρα του καλοκαιριού. Πάντως, η ΔΕΗ έχει κάνει προσπάθειες να μειωθούν οι ρύποι, π.χ. με την κατασκευή της τελευταίας μονάδας ΑΗΣ V, που μειώνει κατά 95% τις ρυπογόνες ουσίες. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, υπάρχουν και αυτοί που διαφωνούν και εκφράζουν επιφυλάξεις για την επόμενη μέρα. Ο καθηγητής του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας και πρόεδρος της Οικολογικής Κίνησης Κοζάνης, Λάζαρος Τσικριτζής, υποστηρίζει: «Δυστυχώς, είμαστε ένας λαός που μεταθέτουμε τις ευθύνες στις επόμενες γενιές. Ο λιγνίτης είναι ένα βρόμικο και ρυπογόνο καύσιμο, με αποτέλεσμα να έχουν καταστραφεί οι φυσικοί πόροι. Η Βεγορίτιδα έχει χάσει το 90% των νερών της και πλέον λαμβάνονται πολλά κυβικά νερού από τον Αλιάκμονα. Επίσης, πολλοί λένε ότι είναι φθηνό καύσιμο, αλλά αν συνυπολογίσουμε το εξωτερικό κόστος, τελικά είναι ακριβό. Τα πλεονεκτήματα προ πολλού έχουν πάψει να ισχύουν και πρέπει να στραφούμε σε άλλες πηγές ενέργειας, όπως ο αέρας και ο ήλιος. Ζούμε εξήντα χρόνια αγκαλιά με τον λιγνίτη κι έχει έρθει η στιγμή να κάνουμε μια αποτίμηση χωρίς ακρότητες, εγκαταλείποντας τον μονόδρομο αυτό για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Πράγματι, για μεγάλη περίοδο ήταν μια σημαντική αναγκαιότητα ο λιγνίτης. Η Ελλάδα έβγαινε κατεστραμμένη από έναν Εμφύλιο και περνούσε στη φάση του εξηλεκτρισμού. Από κει και πέρα, κολλήσαμε σε αυτόν, χωρίς να υπολογίζουμε ότι ως χώρα έχουμε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε. Από τη δεκαετία του 1990 έχουν χτυπήσει τα καμπανάκια για τη ρύπανση του περιβάλλοντος, αλλά όλοι στην περιοχή έκλειναν τ' αυτιά τους. Υπάρχει η ορατή και η αόρατη ρύπανση.
Είναι όνειδος το ότι τόσα χρόνια δεν έχει γίνει μια επιδημιολογική μελέτη που να εξετάζει τη σημερινή κατάσταση σε σχέση με τις αιτίες που τη δημιούργησαν. Όσες ξεκίνησαν, για ανεξήγητους λόγους σταμάτησαν Για πολλά έτη ο λιγνίτης μάς έδινε φθηνό ρεύμα που στοίχισε ακριβά στις επόμενες γενιές. Έχουμε κάμψη της παραγωγής και το πιο σημαντικό είναι ότι ο λιγνίτης έχει μόνο τριάντα χρόνια ζωής. Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο για το τι θα γίνει τη μετά τον λιγνίτη εποχή. Μια ζωή με το "θα δούμε" και το "δεν βαριέσαι, βλέπουμε". Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κοζάνη. Υπήρχε μια συνεχής αλληλοτροφοδότηση πελατειακών σχέσεων. Ζητούσαν ανταποδοτικά έργα από τη ΔΕΗ και όταν ανακοινώνονταν νέες μονάδες, όλοι χειροκροτούσαν αρχικά, αλλά κλαίγανε μετά λόγω των επιπτώσεων. Υπήρχαν χωριά που ήθελαν να χαρακτηριστούν "πληττόμενα" για να πάρουν τις αποζημιώσεις οι κάτοικοι και αρκετοί να διοριστούν στην Επιχείρηση κι έτσι δεν μιλούσαν. Η υπόγεια υδροφορία έχει καταστραφεί. Ας αντιληφθούμε πλέον ότι δουλειά δεν είναι μόνο η ΔΕΗ και ανάπτυξη δεν είναι μόνο ο λιγνίτης».