Οι «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα

Οι «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα Facebook Twitter
Στόχος της παράστασης που είδαμε την περασμένη Παρασκευή στην Επίδαυρο ήταν κάτι σαν «επιστροφή στα βασικά»: οκτώ ηθοποιοί, ένα χαλί και ο λόγος του Ευριπίδη, σε μετάφραση Χειμωνά, στάθηκαν τα υλικά με τα οποία οικοδομήθηκε το εγχείρημα. Φωτο: Μαριλένα Σταφυλίδου
4

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν το αρχαίο δράμα άρχισε να αναβιώνει πιο συστηματικά στις ευρωπαϊκές σκηνές, στάθηκε πολύ δύσκολο για τους καλλιτέχνες και τους θεατές να αποδεχθούν τον Διόνυσο των «Βακχών».


Πώς μπορούσαν οι λόγιοι τζέντλεμεν-ηθοποιοί της Εδουαρδιανής Αγγλίας που ερμήνευαν τις τραγωδίες ενώπιον εκλεκτού καλλιεργημένου κοινού να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι ο θεός του κρασιού και της παραφοράς επικρατούσε στο τέλος του έργου εξοντώνοντας τον αντίπαλό του Πενθέα, εκπρόσωπο του νόμου και της τάξης; Σε μια κοινωνία όπου η πίστη στην πρόοδο και την τεχνολογία βρισκόταν στο αποκορύφωμά της, πώς να αντιμετωπίσει κανείς έναν ήρωα που διαδίδει την επιστροφή στον πρωτογονισμό;


«Ευγενής απλότητα και ήρεμο μεγαλείο»: η περίφημη φράση του Γ. Γ. Βίνκελμαν, ιδρυτή της αρχαιολογίας, είχε καθορίσει την μοντέρνα πρόσληψη κι ερμηνεία της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Με τη Γέννηση της Τραγωδίας, ο Νίτσε ανέτρεψε τα στεγανά αυτά που αντιμετώπιζαν την τέχνη των Ελλήνων ως επιτομή του μέτρου, της αρμονίας και της εγκράτειας · υποστήριξε πως στην καρδιά των έργων εκείνων βρισκόταν το διονυσιακό πάθος και ένας βασανισμένος πεσιμισμός. Παρόλο τον ζήλο του γερμανού φιλοσόφου, όμως, χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες προτού απελευθερωθούν οι σκοτεινές δυνάμεις του έργου επί σκηνής, στη σύγχρονη εποχή.
Τη δεκαετία του πενήντα, ο Ε.Ρ. Ντοντς φανέρωσε με τη σειρά του την επιρροή του παράλογου και του πρωτόγονου στη σκέψη των αρχαίων. «Όταν αντιστέκεται κανείς στον Διόνυσο» σημειώνει στην κριτική έκδοση των Βακχών _ κάνοντας τον Νίτσε και τον Φρόιντ να χαμογελούν _ «είναι σαν να αντιστέκεται στο αρχέγονο στοιχείο της ίδιας του της φύσης».


Από το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, «οι "Βάκχες" φάνταζαν στους ηθοποιούς, σκηνοθέτες και θεατές να χρειάζονται [...] ελάχιστη παρέμβαση: η κουλτούρα των ναρκωτικών, η ροκ μουσική, το σεξ και η βία, οι ποικίλες εκφάνσεις της μοντέρνας θρησκευτικής πρακτικής, ακόμη και η ποδοσφαιρική υστερία έβρισκαν στο έργο αυτό αναγνωρίσιμες αναλογίες» (Πατ Ίστερλινγκ, Οδηγός για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία).

Το κομμένο κεφάλι του Πενθέα καρφωμένο πάνω στον θύρσο της Αγαύης συνιστά ένα από τα πιο φοβερά θεάματα της παγκόσμιας δραματουργίας. Η παράσταση που είδαμε περιφρονεί τη σημασία όλων αυτών των δεδομένων, τα θεωρεί περιττά και ούτε καν προσπαθεί να καλύψει το θεατρικό και ψυχολογικό κενό που αφήνουν στον θεατή: για την ακρίβεια αδυνατεί ολοσχερώς να το καλύψει.


Η παράσταση Dionysus in '69 του Ρίτσαρντ Σέχνερ παρουσιάστηκε σε ένα γκαράζ της Νέας Υόρκης, το 1969. Έμοιαζε με ένα μεγάλης κλίμακας χάπενινγκ, όπου τα ημίγυμνα σώματα των ηθοποιών επιδίδονταν σε ομαδικές ερωτικές περιπτύξεις καλώντας τους θεατές, που στέκονταν δίπλα τους, να συμμετάσχουν στη χορευτική μέθη. Στόχος, η απόρριψη των θεατρικών και κοινωνικών συμβάσεων, η κατάργηση των ορίων μεταξύ σκηνής και ζωής.


Στην «Τελετή μετάληψης» (1973) ο Γουόλε Σογίνκα, νιγηριανός νομπελίστας συγγραφέας, εμπνευσμένος από την ιστορία και τον πολιτισμό της Αφρικής, μετατρέπει το έργο του Ευριπίδη σε μια ιστορία απελευθέρωσης των σκλάβων και ταυτόχρονα σε μια αναπαράσταση ενός μύθου γονιμότητας των Yoruba, ιθαγενών της Νιγηρίας. Tελειώνει με την Αγαύη και τον Χορό να πίνουν κρασί/αίμα που ξεχειλίζει από το κομμένο κεφάλι του Πενθέα.

Οι «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα Facebook Twitter
Καμία ενδυματολογική διαφοροποίηση (τα κοστούμια ήταν ίδια για όλους, ένα «κέλυφος» που λυνόταν αποκαλύπτοντας τα εσώρουχα-πυτζάμες), κανένα σκηνικό αντικείμενο και κανένας «ρόλος»: όλοι για έναν και ένας για όλους. Φωτο: Μαριλένα Σταφυλίδου

Αναγκασμένοι να τον ορίσουμε, θα λέγαμε πως στόχος της παράστασης που είδαμε την περασμένη Παρασκευή στην Επίδαυρο ήταν κάτι σαν «επιστροφή στα βασικά»: οκτώ ηθοποιοί, ένα χαλί και ο λόγος του Ευριπίδη, σε μετάφραση Χειμωνά, στάθηκαν τα υλικά με τα οποία οικοδομήθηκε το εγχείρημα. Καμία ενδυματολογική διαφοροποίηση (τα κοστούμια ήταν ίδια για όλους, ένα «κέλυφος» που λυνόταν αποκαλύπτοντας τα εσώρουχα-πυτζάμες), κανένα σκηνικό αντικείμενο και κανένας «ρόλος»: όλοι για έναν και ένας για όλους, καθώς ο Πενθέας «παίχθηκε» διαδοχικά από τρεις ή τέσσερις ηθοποιούς, η Αγαύη από δύο κ.ο.κ.


Προφανώς η τραγωδία είναι θέατρο λόγου, που ζητά από το κοινό να φανταστεί τα πιο ακραία γεγονότα του έργου (τον διαμελισμό του Πενθέα, την ωμοφαγία ζώων και ανθρώπων) μέσα από την τρομακτική ζωντάνια της αφήγησης. Εγείρονται, όμως, τα εξής ζητήματα: πρώτον, οι τεχνικές της αφήγησης πρέπει να χρησιμοποιούνται με τόση ακρίβεια και οξύτητα, ώστε ο θεατής να νιώθει στο πετσί του όσα του εξιστορούν. Στην παράσταση που παρακολουθήσαμε η αντιμετώπιση της εκφοράς του λόγου ήταν εντελώς απλοϊκή: καταφεύγοντας σε χειρονομίες που εικονογραφούν τον λόγο, κωμικό νάζι, κινησούλες και πηδηματάκια, οι ηθοποιοί, αδυνατώντας να «στείλουν» τη φωνή τους στο κοίλον, έμοιαζαν με ατυχείς φιλότιμους μαθητές που πασχίζουν αλλά εκμηδενίζονται από το μέγεθος του κειμένου – γίνονταν «μικροί», ελάχιστοι και «αφελείς». Τους κατάπινε το θέατρο, το έργο, η απουσία στιβαρής καθοδήγησης.


Δεύτερον: εκτός από την αφήγηση, που είναι μείζονος σημασίας, υπάρχουν και σημεία ή σύμβολα με τα οποία ο ποιητής υφαίνει τον δραματικό ιστό του και καλεί τον σκηνοθέτη να τα λάβει υπόψη του, εφόσον μέσα από αυτά υλοποιείται το συγγραφικό όραμα. Η σκηνή π.χ. όπου ο Διόνυσος ντύνει τον Πενθέα γυναίκα κατέχει θέση-κλειδί στο σημειολογικό και εννοιολογικό πλαίσιο ενός έργου που εκθέτει τη θεατρική σύμβαση ως σύμβαση, διερευνά τη δύναμη της μεταμφίεσης, του θηλυκού που κατοικεί μέσα στο αρσενικό και αντίστροφα, της εξωτερίκευσης ασυνείδητων επιθυμιών κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, το κομμένο κεφάλι του Πενθέα καρφωμένο πάνω στον θύρσο της Αγαύης συνιστά ένα από τα πιο φοβερά θεάματα της παγκόσμιας δραματουργίας. Η παράσταση που είδαμε περιφρονεί τη σημασία όλων αυτών των δεδομένων, τα θεωρεί περιττά και ούτε καν προσπαθεί να καλύψει το θεατρικό και ψυχολογικό κενό που αφήνουν στον θεατή: για την ακρίβεια αδυνατεί ολοσχερώς να το καλύψει. Όσο για το γεγονός ότι οι γυναίκες ερμηνεύουν ανδρικούς ρόλους, είναι όλοι τόσο ανήμποροι και ίδιοι ερμηνευτικά, ώστε δεν κάνει καμία διαφορά.

Οι «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα Facebook Twitter
Είναι γλυκύτατοι οι δύσμοιροι ηθοποιοί, έτσι όπως συσπειρώνονται στο τέλος για να απαγγείλουν με συνεκφώνηση την αγγελική ρήση: τι να το κάνει όμως ο θεατής, όταν δεν έχει καταφέρει να πιει ούτε μία σταγόνα από την ουσία του έργου και αναγκάζεται να αποχωρήσει ολόστεγνος. Φωτο: Μαριλένα Σταφυλίδου


Γεγονός που με φέρνει στην τρίτη επισήμανση: οι Βάκχες είναι διαποτισμένες από αυτό που ο Κοτ αποκαλεί «διεστραμμένο ερωτισμό». Η ηδονοβλεπτική διαστροφή του Πενθέα, η καταπίεση των ενστίκτων, η βακχεία που λύνει τα μέλη, η σαγήνη του θεού, η έξαψη των ακολούθων, ο σπαραγμός του ζωντανού σώματος, όλα αυτά δεν παρουσιάζονται επί σκηνής, σίγουρα όμως διαμορφώνουν τη θερμοκρασία του τοπίου. Η παράσταση που παρακολουθήσαμε αποδείχθηκε παντελώς ασέξουαλ (μια στιγμή πήγε κάποιος να δαγκώσει κάποιον άλλο, αλλά μετά ξεχάστηκαν): τα σώματα και οι φωνές παρέμειναν προσκολημμένες στην χώρα της ανύπαρκτης σεξουαλικότητας, εκεί όπου οι άνθρωποι έχουν απωλέσει τα όργανα και τις αισθήσεις τους. Φαντασιώνονται, όπως λένε, πως είναι «άλλοι» («Αν ήμουν ο Διόνυσος, θα σας έλεγα...», «Αν ήμουν ο Κάδμος, θα σας έλεγα...» κ.ο.κ.) αλλά ούτε καν την ενέργεια της φαντασίωσής τους δεν εκπέμπουν.

Ένα κείμενο χτισμένο αριστοτεχνικά πάνω στην ισορροπία των αντιθέσεων και της αντιστροφής ρόλων – ο γέρος ξαναγίνεται νέος, ο βασιλιάς ακόλουθος, ο διώκτης διωκόμενος, η μητέρα φονιάς του γιου της – χάνει εδώ, μέσα στην ομοιογένεια, την επιπολαιότητα και την ελαφρότητα της σκηνικής παρουσίασής του κάθε ελπίδα να αγγίξει το κοινό. Η μοναδική ιδέα που προτάσσει η παράσταση, αυτή του ατόμου που γίνεται ομάδα, που περνάει δηλαδή από το «εγώ» στο «εμείς», δεν στέκεται ικανή να αντικαταστήσει όλα όσα έμειναν απέξω – και ούτε αποδίδονται σε καμία περίπτωση οι πολύπλοκες συνέπειες μιας τέτοιας μετάβασης. Είναι γλυκύτατοι οι δύσμοιροι ηθοποιοί, έτσι όπως συσπειρώνονται στο τέλος για να απαγγείλουν με συνεκφώνηση την αγγελική ρήση: τι να το κάνει όμως ο θεατής, όταν δεν έχει καταφέρει να πιει ούτε μία σταγόνα από την ουσία του έργου και αναγκάζεται να αποχωρήσει ολόστεγνος.


Η σχέση βίας και σεξουαλικότητας, η αγριότητα του ασυνείδητου, η κατάρρευση της τάξης, η επέλαση του χάους, η παρουσία του θεού και η απουσία της ανάστασης, όλα ζητήματα πολύ σημαντικά που κατοικούν στον πυρήνα της ευριπίδειας τραγωδίας δεν αναδεικνύονται ποτέ – ούτε μέσω του λόγου, ούτε μέσω της κίνησης, ούτε μέσω των διαθέσεων των συμμετεχόντων. Εν τέλει, η παράσταση δεν παρουσιάζει το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα.

Ιnfo:

H παράσταση Βάκχες του Ευριπίδη ανέβηκε στις 14&15/7 στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου σε σκηνοθεσία Έκτορα Λυγίζου.

Έπαιξαν οι ηθοποιοί: Ανθή Ευστρατιάδου, Έκτορας Λυγίζος, Βασίλης Μαγουλιώτης, Άρης Μπαλής, Αργύρης Πανταζάρας, Ανέζα Παπαδοπούλου, Μαρία Πρωτόπαππα, Χρήστος Στέργιογλου.

Σκηνικά-κοστούμια: Κλ. Μπομπότη

Θέατρο
4

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Bαγγέλης Θεοδωρόπουλος: Διευθύνω το Φεστιβάλ Αθηνών ως σκηνοθέτης που αναλαμβάνει την ευθύνη

Θέατρο / Bαγγέλης Θεοδωρόπουλος: Διευθύνω το Φεστιβάλ Αθηνών ως σκηνοθέτης που αναλαμβάνει την ευθύνη

O διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, λίγο πριν από την έναρξη του πρώτου φεστιβάλ που φέρει πλήρως την υπογραφή του, μιλάει στη LiFO για το στοίχημα που αισιοδοξεί να κερδίσει
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ερωτευμένος με τον Κρέοντα

Θέατρο / Ο Rasche αγάπησε τον Κρέοντα περισσότερο από την Αντιγόνη

«Η εκφορά του λόγου παραδίδεται αμαχητί σε μια άκρατη δραματικότητα, σε ένα υπερπαίξιμο, σε μια βεβιασμένη εμφατικότητα, σε έναν στόμφο παλιακό που θα νόμιζε κανείς πως έχει εξαλειφθεί πλέον. Η σοβαροφάνεια σε όλο το (γοερό) μεγαλείο της». Έτσι ξεκίνησε φέτος η Επίδαυρος.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στο ζόφο του πολέμου

Θέατρο / Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στον ζόφο του πολέμου

Σε μια περίοδο που ο πόλεμος αποτελεί βασικό συστατικό της καθημερινότητάς μας, μια παράσταση εξετάζει όσα μεσολαβούν μεταξύ γεγονότος και πληροφορίας και πώς διαμορφώνουν την τελική καταγραφή και την ιστορική μνήμη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Θέατρο / Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Όταν η Πίπα Μπάκα ξεκίνησε να κάνει oτοστόπ από την Ιταλία για να φτάσει στην Ιερουσαλήμ δεν φαντάστηκε ότι αυτό το ταξίδι-μήνυμα ειρήνης θα κατέληγε στον βιασμό και τη δολοφονία της. Mια παράσταση που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών αναφέρεται στην ιστορία της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Γιάννος Περλέγκας ανεβάζει τον «Κατσούρμπο» του Χορτάτση

Θέατρο / Γιάννος Περλέγκας: «Ο Κατσούρμπος μας είναι μια απόπειρα να γίνουμε πιο αθώοι»

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί το έργο του Χορτάτση στο πλαίσιο του στο πλαίσιο του Κύκλου Ρίζες του Φεστιβάλ Αθηνών. Τον συναντήσαμε στις πρόβες όπου μας μίλησε για την αξία του Κρητικού συγγραφέα και του έργου του και την ανάγκη για περισσότερη λαϊκότητα στο θέατρο. Κάτι που φιλοδοξεί να μας δώσει με αυτό το ανέβασμα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασίλης Παπαβασιλείου

Απώλειες / Βασίλης Παπαβασιλείου (1949-2025): Ένας σπουδαίος διανοητής του ελληνικού θεάτρου

«Αυτό, λοιπόν, το οφείλω στο θέατρο: τη σωτηρία από την κακομοιριά μου»: Ο σκηνοθέτης, μεταφραστής, ηθοποιός και δάσκαλος Βασίλης Παπαβασιλείου πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θέατρο / Δημήτρης Γκοτσόπουλος: «Ήμουν ένα αγρίμι που είχε κατέβει από τα βουνά»

Ο ταλαντούχος ηθοποιός φέτος ερμηνεύει τον Νεοπτόλεμο στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή. Πώς κατάφερε από ένα αγροτικό περιβάλλον να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και γιατί πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι στην Πολύαιγο, διαβάζοντας «Βάκχες»;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Θέατρο / Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Ο κορυφαίος Έλληνας σκηνοθέτης διασκευάζει φέτος τις τραγωδίες του Οιδίποδα σε ένα ενιαίο έργο και μιλά στη LiFO, για το πώς η μοίρα είναι μια παρεξηγημένη έννοια, ενώ σχολιάζει το αφήγημα περί «καθαρότητας» της Επιδαύρου, καθώς και τις ακραίες αντιδράσεις που έχει δεχθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

σχόλια

2 σχόλια
Ήταν πράγματι απογοητευτική η παράσταση και μάλλον σε παρωδία παρέπεμπε, κυρίως με τις "λικνιστικές" κινήσεις των ηρώων. Καθόλου πάθος . Ατυχείς επιλογές των περισσότερων ηθοποιών . Ο κ. Στέργιογλου επέπλευσε της άνευρης σκηνοθεσίας. Ήταν δε λυπηρό ότι αν και τα χλιαρά χειροκροτήματα "εξανλήθηκαν" από την πρώτη υπόκλιση, ξαναβγήκαν οι ηθοποιοί 3 φορές, άσχημα εκτεθιμένοι στην σχετική αδιαφορία/ αμηχανία του κοινού.
Μάλλον άλλη παράσταση είδαμε, γιατι την Παρασκευη πού πήγα εγώ το κοινό ήταν φοβερά ζεστό και καταχειροκροτήθηκε η παράσταση με αποτέλεσμα οι ηθοποιοί να βγουν τέσσερις φορές για υπόκλιση. Αυτό λέει πολλά.
και γω αυτό έζησα την δεύτερη μέρα. δεν ήταν οτι καλύτερο έχω δει αλλά η παραπάνω κριτική μου φαίνεται πολυ σκληρή. ήταν λιγο αργό και ισως έπρεπε να έχεις και κάποιες έξτρα αισθητικές αναφορές (πχ camp) για να μην σε πεταξει εξω. Περιμενα και μια πιο φεμινιστικη αναγνωση που δεν την ειδα ποτε.Σίγουρα περιμένω περισσότερα απο αυτόν τον σκηνοθέτη.
Όταν ο σκηνοθέτης δεν μπορεί να παραστήσει το έργο, επειδή αδυνατεί , στρέφεται σε "πειραγμένες" εκδοχές. Έχουμε γκώσει από... του συγκεκριμένου σκηνοθέτη στο αρχαίο δράμα. Λυπάμαι, αλλά το αρχαίο δράμα δεν προσφέρεται πάντα για τέτοιου είδους πειραματισμούς. Άστο Έκτορα, δεν το χειςΟι Βάκχες δεν είναι ούτε ο Ρουβάς Διόνυσος, Θεός φυλάξοι, ούτε τέτοιου είδους πειραματισμοί, οι οποίοι ούτως ή άλλως δεν προσφέρονται σε καμία περίπτωση για το θέατρο της Επιδαύρου, που απαιτεί άλλα μεγέθη σε όλα τα επίπεδα. Όταν το καταλάβουν αυτό οι ιθύνοντες μπορεί να ξαναδούμε καμία στιβαρή παράσταση αρχαίας δραματουργίας.