Γιατί κλείνουν τα ιστορικά βιβλιοπωλεία της Αθήνας;

Γιατί κλείνουν τα ιστορικά βιβλιοπωλεία της Αθήνας; Facebook Twitter
1

Το κλείσιμο και του τελευταίου καταστήματος των βιβλιοπωλείων «Ελευθερουδάκης» αντιμετωπίστηκε ως ένα ακόμη επεισόδιο στη σειρά των απανωτών λουκέτων που μπήκαν σε ιστορικά βιβλιοπωλεία, γεμίζοντας θλίψη τους ανθρώπους των γραμμάτων. Τι φταίει, όμως, γι' αυτό; Είναι ένα ακόμη λογικό επακόλουθο της κρίσης ή μήπως υπάρχουν και κάποια βαθύτερα αίτια;

Τα βιβλιοπωλεία «Ελευθερουδάκης» μετρούσαν 21 καταστήματα πριν από την κρίση, όμως από το 2014, όταν κατατέθηκε η αίτηση υπαγωγής τους στο άρθρο 16 του πτωχευτικού κώδικα, η εταιρεία πάσχιζε να επιβιώσει. Η ιστορία της αλυσίδας του Ελευθερουδάκη ξεκίνησε το 1898, με το πρώτο κατάστημα του Κωνσταντίνου Ελευθερουδάκη στην πλατεία Συντάγματος. Έκτοτε, και για 115 χρόνια, η επιχείρηση παρέμεινε αποκλειστικά στα χέρια της οικογένειας, με τη σκυτάλη να έχει περάσει εδώ και καιρό στην τρίτη γενιά.

Είχε προηγηθεί, τον Μάιο του 2016, το «λουκέτο» του Παπασωτηρίου, μιας ακόμη ιστορικής αλυσίδας βιβλιοπωλείων που προ κρίσης διέθετε είκοσι έξι σημεία πώλησης. Η αφετηρία των αλυσίδας υπήρξε ένα μικρό κατάστημα επί της οδού Στουρνάρη το 1981, όμως το πιο γνωστό υποκατάστημα ήταν αυτό που έκλεισε τελευταίο στο νούμερο 37 της Πανεπιστημίου – δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ο εκδοτικός οίκος Braun, γνωστός για τα βιβλία αρχιτεκτονικής και διακόσμησης, το είχε συμπεριλάβει στη λίστα με τα 49 πιο καλαίσθητα βιβλιοπωλεία του κόσμου.

Την ώρα που οι αγαπημένες αλυσίδες βιβλιοπωλείων μάς αφήνουν, άλλες παίρνουν τη θέση τους, που αφενός φαίνονται καλύτερα εξοικειωμένες με τη νέα εποχή, αφετέρου στηρίζουν τον χώρο του βιβλίου με πολυποίκιλες δράσεις και, ακόμα πιο σημαντικό, διαθέτουν υπαλλήλους που γνωρίζουν το αντικείμενο.

Τα βιβλιοπωλεία Φλωράς, ένα brand name συνώνυμο των ξενόγλωσσων βιβλίων, έκλεισαν τον Σεπτέμβριο του 2015, μετά από 40 χρόνια λειτουργίας. Η τρίτη μεγαλύτερη αλυσίδα βιβλιοπωλείων της χώρας, με 12 καταστήματα, τα καλά χρόνια έκανε τζίρο πάνω από 8 εκατ. ευρώ ετησίως και απασχολούσε 70 άτομα μόνιμο προσωπικό και άλλα 150 έκτακτο.

Το θλιβερό σερί είχε ξεκινήσει με το κλείσιμο του ιστορικού βιβλιοπωλείου της Εστίας το 2013, που είχε πέσει σαν βόμβα στον χώρο του πολιτισμού. Η Εστία ξεκίνησε το 1885 από τον δημοσιογράφο και δάσκαλο Γεώργιο Κασδόνη, ο οποίος άνοιξε το βιβλιοπωλείο της Εστίας (προϋπήρχαν οι εκδόσεις) στην οδού Σταδίου 32, όπου και παρέμεινε για 100 περίπου χρόνια πριν μεταφερθεί στη Σόλωνος 60, δίπλα στη Νομική Σχολή, δημιουργώντας στην περιοχή μια ακμάζουσα πιάτσα με βιβλιοπωλεία. Στην ακμή του διέθετε 4.000 τίτλους από 1.500 συγγραφείς, ενώ ο ρόλος του στην καθιέρωση της δημοτικής είναι γνωστός.

Νωρίτερα είχε κλείσει και ο Κάουφμαν, συνώνυμο της γαλλικής κουλτούρας στην πόλη, με ιστορική έδρα από το 1920 το υπέροχο νεοκλασικό στην οδό Σταδίου. Το Μετρόπολις, που μολονότι έδινε έμφαση στη μουσική, διατηρούσε αξιόλογο βιβλιοπωλείο, μεταστεγάστηκε στο ιστορικό κτίριο του Παλλάδιον επί των οδών Πανεπιστημίου και Εμμανουήλ Μπενάκη το 2009 και έκλεισε λίγα χρόνια μετά. Ας μην ξεχνάμε και την περιπέτεια των Fnac στην Ελλάδα.

Υπολογίζεται ότι από την αρχή της κρίσης, το 2009, έχουν κλείσει πεντακόσιες περίπου μικρές και μεγάλες εταιρείες πώλησης βιβλίων. Μερικές από τις αιτίες που προβάλλονται από τους επαγγελματίες του κλάδου γι' αυτή την κατάσταση είναι οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες πώλησης βιβλίων, η κατάργηση της ενιαίας τιμής του βιβλίου, το συνεχώς συρρικνούμενο αναγνωστικό κοινό, η οικονομική κρίση αλλά και η υπερπαραγωγή τίτλων, η κακοδιαχείριση, τα ανοίγματα με υπερπληθώρα υποκαταστημάτων, η έλλειψη συνεργιών, το κόψιμο του ομφάλιου λώρου μέσω επιχορηγήσεων με τα υπουργεία Πολιτισμού και Παιδείας.


Η Αθηνά Σοκόλη, των ομώνυμων εκδόσεων, συγκέντρωσε πολλές από τις κριτικές που ακούγονται για τον κλάδο σε μια ανάρτησή της στο Facebook που μοιράστηκε ευρέως: «[...] Σοβαρά τώρα, τέτοιες επιχειρήσεις θέλετε; Που για χρόνια φεσώνουν τους προμηθευτές τους με υπέρογκα ποσά, για τα οποία οι τελευταίοι έχουν πληρώσει εφορία της τάξεως του 38%, έχουν αποδώσει ΦΠΑ, και όταν έρχεται η ώρα της είσπραξης με εξάμηνες επιταγές, μη τον είδατε τον Παναή. Που λειτουργούν με λογικές του, αν δεν μου κάνεις την προτεινόμενη έκπτωση, σε αφήνω εκτός ή σε καταχωνιάζω στα ενδότερα. Που για χρόνια λειτουργούσαν ως μειοδότες και προμηθευτές του υπουργείου Παιδείας για τις σχολικές βιβλιοθήκες, θεωρώντας ότι έπρεπε να προμηθεύουν τις σχολικές βιβλιοθήκες με βιβλία μαγειρικής, κηπουρικής και διακόσμησης, γιατί τους τίτλους αυτούς τους προμηθεύονταν οι ίδιοι κοψοχρονιά. Για επιχειρήσεις που άφηναν απλήρωτους για μήνες τους υπαλλήλους τους για να ανοίγουν παραρτήματα παντού. Για επιχειρήσεις που δεν ήταν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος. Για επιχειρηματίες που λειτουργούσαν στεγνά ως εμπορίσκοι και τυχοδιώκτες, ουδεμία έχοντας σχέση με το αντικείμενό τους. Αυτοί οι επιχειρηματίες καλά κάνουν και κλείνουν (αν κλείνουν τελικά, και δεν ξανανοίξουν με άλλο όνομα, λίγο πιο κάτω, αφού έχουν μπει στο άρθρο περί πτώχευσης, έχει παραγραφεί το μεγαλύτερο μέρος των οφειλών τους, και όλα λάδι...), μπας και καθαρίσει ο τόπος».


Το μέλλον ίσως να μην είναι και τόσο δυσοίωνο και να μη χρειάζεται να τα βάψουμε μαύρα. Καταρχάς, όπως έγραψε και ο Νίκος Σαραντάκος, η «απειλή» του ηλεκτρονικού βιβλίου δεν φαίνεται πια τόσο επίφοβη: «Στις ΗΠΑ οι πωλήσεις τηλεβιβλίων πιάσανε ταβάνι και μειώνονται, ενώ στην Ευρώπη είναι πολύ χαμηλές». Την ώρα που οι αγαπημένες αλυσίδες βιβλιοπωλείων μάς αφήνουν, άλλες παίρνουν τη θέση τους, που αφενός φαίνονται καλύτερα εξοικειωμένες με τη νέα εποχή, αφετέρου στηρίζουν τον χώρο του βιβλίου με πολυποίκιλες δράσεις και, ακόμα πιο σημαντικό, διαθέτουν υπαλλήλους που γνωρίζουν το αντικείμενο. Άλλωστε, οφείλουμε να είμαστε αισιόδοξοι τη στιγμή που η Unesco όρισε την Αθήνα Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου για το 2018...

1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Αθήνα που έρχεται: Τα νέα μεγάλα projects στην πόλη

Αθήνα / Η Αθήνα που έρχεται: Τα νέα μεγάλα projects στην πόλη

Ανακαινίσεις, επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, αναπλάσεις, επενδυτικές δραστηριότητες, ξενοδοχειακές αφίξεις, μουσεία και αξιοποιήσεις κτιρίων αναμένεται να δώσουν μια νέα πνοή στην πρωτεύουσα το επόμενο χρονικό διάστημα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια
Την τελευταία διετία παρατηρώ ότι το ενδιαφέρον των Ελλήνων για τα βιβλία, και δη τα λογοτεχνικά, αναζωπυρώνεται. Ίσως βασική αιτία είναι η οικονομική κρίση, που οδηγεί πολλούς στο να αναζητούν ουσιαστικές ενασχολήσεις στον ελεύθερο χρόνο τους εντός οικίας, αφού οι μετακινήσεις δεν είναι πλέον τόσο εύκολες. Πού να πάει κάποιος, όταν κοστίζει τόσο η βενζίνη; Αλλά και εκεί που θα πάει, δεν θα ξοδέψει χρήματα; Δεν θα φάει κάτι; Δεν θα πληρώσει για οποιαδήποτε πρόσβαση σε διασκέδαση; Η επαφή με τη λογοτεχνία λοιπόν έρχεται να γεμίσει τον ελεύθερο χρόνο, ειδικά από τότε που η ελληνική τηλεόραση άρχισε να πνέει τα λοίσθια στον τομέα της ποιότητας και της πρωτοτυπίας. Έπειτα σημαντική είναι και η συμβολή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Σελίδες για τα βιβλία, blogs για τα βιβλία, με κριτικές, φωτογραφίες, ανάρτηση προσωπικών σχολίων και εμπειριών ανάγνωσης. Ακόμη και το instagram μπήκε στον χορό με ειδικό "παράρτημα", καλούμενο bookstagram. Ακόμη και όσοι διατείνονταν ότι δεν αρέσκονταν στο να διαβάζουν βιβλία, ίσως αλλάζουν σταδιακά γνώμη. Η προβολή βιβλίων, οι συζητήσεις γι' αυτά, οι προσφορές που συχνά γίνονται από βιβλιοπωλεία, η δυνατότητα αγοράς μεταχειρισμένων σε χαμηλότατες τιμές, έχουν οδηγήσει αρκετούς να αναθεωρήσουν τη σχέση τους με τα βιβλία. Είτε από απλό ενδιαφέρον να δουν τι είναι τελικά η Λογοτεχνία, ίσως από πρόθεση να προσεγγίσουν διαδικτυακούς "φίλους" που φαίνονται ενδιαφέροντες, τελικά πολλοί εισχωρούν στον χώρο της Λογοτεχνίας. Και μάλιστα η πλειοψηφία παραμένει...Και θα τολμήσω στο τέλος να παραθέσω άλλη μία αιτία: την επαφή των μαθητών με τη Λογοτεχνία στα σχολεία. Ανάμεσα στην πληθώρα μαθημάτων, που συνδέονται με τις πανελλήνιες εξετάσεις και την γενικότερη χρησιμοθηρία του σχολείου- ειδικά του Λυκείου- υπάρχει ένα μάθημα, σε όλες τις τάξεις, που κάνει τους μαθητές να ξεκουράζονται και ειδικά να συμμετέχουν χωρίς να θεωρείται λανθασμένη η όποια απάντηση τολμήσουν να πουν φωναχτά μέσα στη σχολική αίθουσα. Ακόμη και ο χειρότερος Καθηγητής να διδάσκει Λογοτεχνία, πάντοτε το μάθημα αυτό έχει έναν αέρα ελευθερίας και δημιουργικότητας, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο ανάλογα των συνθηκών. (Σπανίως βέβαια αδιάφοροι καθηγητές διδάσκουν Λογοτεχνία. Την αποφεύγουν, ενώ αντιθέτως την επιδιώκουν οι δημιουργικοί, ευφάνταστοι εκπαιδευτικοί). Έτσι, οι άλλοτε μαθητές Λυκείου που αδημονούσαν να χτυπήσει το κουδούνι και να βγουν στο διάλειμμα, αυτοί που κοιτούσαν τους Καθηγητές τους με αδιαφορία, όταν τους ανέλυε στίχους του Ρίτσου ή πεζά του Βενέζη, ή όταν προσπαθούσε να τους κάνει να αγαπήσουν το δημοτικό τραγούδι, κι εκείνοι τον κοιτούσαν βαριεστημένα σκεφτόμενοι στίχους ροκ τραγουδιών..., μεγαλώνοντας, ανακαλύπτουν πως όλη εκείνη η μαγεία της Λογοτεχνίας υπάρχει μέσα τους και έρχεται τώρα στην επιφάνεια. Ειδικά οι τριαντάρηδες τού σήμερα έχω διαπιστώσει ότι ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία και φαίνεται ότι ακολουθούν και οι νεότεροι...Προσωπικά, θεωρώ λοιπόν ότι το βιβλίο στην Ελλάδα έχει μέλλον. Οι βιβλιόφιλοι περιμένουν νέες παρουσίες και δράσεις πραγματικά βιβλιόφιλων εκδοτών και βιβλιοπωλών, που θα στηρίξουν την φιλαναγνωσία. Μια κοινωνία σε κρίση- και μερικές φορές σε απόγνωση- ίσως βρίσκει καταφύγιο και ορμητήριο στη Λογοτεχνία...