Ο Ισαάκ Σκενατζής και η ιστορία των Εβραίων των Ιωαννίνων

Ισαάκ Σκενατζής, συνταξιούχος Facebook Twitter
Η Τζούνοβα όπου μεγάλωσα μέσα στο Κάστρο ήταν ένας ανθόκηπος. Νερό δεν είχαμε, είχαμε τις λεγόμενες τουλούμπες, και όχι μέσα στα σπίτια. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
0


ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΣΤΑ ΓΙΑΝΝΕΝΑ
το 1950, μέσα στο Κάστρο, από οικογένεια Εβραίων. Τα Ιωάννινα είχαν Σεφαρντίμ Εβραίους ‒ήταν οι Ισπανοεβραίοι που είχαν διωχτεί από την Ιβηρική Χερσόνησο‒ και Ασκεναζίμ. Η μάνα μου ήταν Σεφαρντίμ από τη Θεσσαλία, μιλούσε ισπανικά, ο πατέρας μου, Δαβίδ Σκενατζής, ήταν από δω, από τους Ασκεναζίμ. Ο πατέρας μου έμεινε 14 μήνες στο Άουσβιτς. Την πρώτη μέρα που έφτασαν τού σκότωσαν την οικογένεια, τη γυναίκα του και τα δυο του αγόρια, 25 και 15 χρονών. Αυτός γλίτωσε και επέστρεψε. Το 1946 άνοιξε κρεοπωλείο, έκανε νέα οικογένεια και απέκτησε δυο παιδιά, την αδελφή μου κι εμένα. Κάποια στιγμή προσπάθησα να κάνω τα χαρτιά μου για αποζημίωση, αλλά μου είπαν ότι ο πατέρας μου πέθανε πριν από το ’90, οπότε δεν δικαιούμουν τις 40.000.

Το 1965 πήγα στην Ιταλία, στο Μιλάνο, όπου σπούδασα σε μια τεχνική σχολή. Γύρισα το ’69, έμεινα στην Αθήνα για ένα χρονικό διάστημα και μετά πήγα στο στρατό, ανεπίλεκτος στην Καλαμάτα. Από κει πήγα στην Αθήνα, στο Χαϊδάρι, στη ΣΕΤΤΗΛ, όπου με κρατήσαν ως εκπαιδευτή. Στη συνέχεια δούλεψα στην Αθήνα, στους αδελφούς Βυθούλκα στην Αχαρνών, στην αρχή στην παραγωγή και στο service· μετά μου έδωσαν το service εντός Αθηνών και στη συνέχεια ένα φορτηγάκι, με το οποίο έκανα γύρα όλη την επαρχία. Πηγαίναμε στα σπίτια και κάναμε επισκευές σε τηλεοράσεις.

Στο Κάστρο γινόταν η αγορά, η κρεαταγορά, η λαχαναγορά, και στην Αβέρωφ, τον κεντρικό δρόμο, Σάββατο και γιορτές γινόταν η βόλτα που τότε λεγόταν «νυφοπάζαρο», από πάνω μέχρι κάτω στην παραλία ‒ από τη μια πλευρά ανέβαινες, από την άλλη κατέβαινες.

Έπειτα πήρα το service στα Γιάννενα και σιγά-σιγά ξεκίνησα και εμπορία ηλεκτρικών ειδών. Κράτησα το μαγαζί μέχρι το 2000, είκοσι πέντε χρόνια, και δεν ένιωσα ποτέ διάκριση, ζήσαμε αρμονικά και άκρως φιλικά, αγαπημένοι και μονοιασμένοι, δεν είχαμε ποτέ προβλήματα, με κανέναν. Η Τζούνοβα όπου μεγάλωσα μέσα στο Κάστρο ήταν ένας ανθόκηπος. Νερό δεν είχαμε, είχαμε τις λεγόμενες τουλούμπες, και όχι μέσα στα σπίτια. Υπήρχε μία κεντρική στη γειτονιά και όταν ερχόταν ο κηπουρός του δήμου για να ποτίσει μαζευόμασταν με τα γκιούμια στη σειρά για να πάρουμε νερό. Το ’62 έβαλαν την πρώτη βρύση και μετά παίρναμε νερό από το λάστιχο. 

Ισαάκ Σκενατζής, συνταξιούχος Facebook Twitter
Στη Γιωσέφ Ελιγιά ήταν η παλιά συναγωγή και στην οδό Εθνικής Αντιστάσεως η παλιά λαϊκή αγορά, οι παραδοσιακές παράγκες των παραγωγών. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Η αδελφή του πατέρα μου ήταν η μοναδική της εποχής εκείνης Ρόζα Εσκενάζυ, η τραγουδίστρια. Όταν η Ρόζα ήταν 18 χρονών, μπορεί και μικρότερη, είχε την επιθυμία να ανέβει στο πάλκο να τραγουδήσει αυτά που τραγούδησε. Εκείνη την εποχή όποια κοπέλα ανέβαινε στο πάλκο χαλούσε το όνομά της, έτσι η οικογένειά της αναγκάστηκε να την αποκληρώσει. Έφυγε η Ρόζα, πήγε στην Αμερική κι έκανε την καριέρα της. Πριν φύγει απ’ την Ελλάδα τραγουδούσε το «Χαρικλάκι», το «Μωρό μου» κ.λπ. Το 1969, που δούλευα στην Αθήνα, έκανα μια βόλτα στην Πλάκα παραμονές Αποκριάς και είδα σε ένα μαγαζί μια μεγάλη ταμπέλα που έγραφε «Τραγουδάει η μοναδική Ρόζα Εσκενάζυ» ‒ λέω, «εδώ είμαστε».

Η επιθυμία του πατέρα μου ήταν να τη βρει πριν κλείσει τα μάτια, μόνο να τη δει, μπήκα στο μαγαζί, παρακάλεσα τον καταστηματάρχη και μας την έφερε στο τραπέζι. Της είπα «κυρία μου, ο πατέρας μου θα ήθελε να σας δει μια τελευταία φορά, δεν έχουμε άλλη απαίτηση από σας». Εκείνη μου είπε «πρέπει να σας εξομολογηθώ ότι δεν είμαι η Ρόζα που νομίζετε». Ήταν μια δεύτερη Ρόζα, από την Κωνσταντινούπολη, που ήρθε στη Θεσσαλονίκη σε μικρή ηλικία, ξεκίνησε από το θέατρο, αλλά δεν της επέτρεψαν οι δικοί της να κάνει αυτήν τη δουλειά κι έτσι αναγκάστηκε να φύγει για την Αθήνα. Έκανε την καριέρα που έκανε η κοπέλα, αλλά το όνομά της ήταν Σάρα.

Στην ουσία πήρε τα τραγούδια της Ρόζας, πήρε και το όνομά της και έκανε καριέρα σαν ψεύτικη Ρόζα. Μας έκανε τραπέζι στο σπίτι της με την αδελφή μου και μας εξήγησε τι είχε συμβεί. Τη θεία μου δεν την βρήκα ποτέ, πέθανε στην Αμερική, δεν έκανε παιδιά και δεν υπήρχε κανείς να ζητήσει τα πνευματικά δικαιώματα. Οι μόνοι συγγενείς της ήμασταν η αδελφή μου κι εγώ. Η εταιρεία στην Ελλάδα, η Μίνως Μάτσας και Υιός, έδινε δικαιώματα μόνο στην «ψεύτικη» Ρόζα.

Στο Κάστρο γινόταν η αγορά, η κρεαταγορά, η λαχαναγορά, και στην Αβέρωφ, τον κεντρικό δρόμο, Σάββατο και γιορτές γινόταν η βόλτα που τότε λεγόταν «νυφοπάζαρο», από πάνω μέχρι κάτω στην παραλία ‒ από τη μια πλευρά ανέβαινες, από την άλλη κατέβαινες. Μετά σταματούσες σε κάποιο κατάστημα για ένα αναψυκτικό, ένα γλυκό στο Διεθνές ή στις μπουγάτσες. Στο τέρμα του δρόμου, στη διασταύρωση, βρισκόταν ο τροχονόμος μέσα στο βαρελάκι, και εκεί ήταν και τα παλαιοπωλεία, αυτά που κάποια στιγμή είχαν πάρει όλα φωτιά και τα ξανάφτιαξαν.

cover
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Στη Γιωσέφ Ελιγιά ήταν η παλιά συναγωγή και στην οδό Εθνικής Αντιστάσεως η παλιά λαϊκή αγορά, οι παραδοσιακές παράγκες των παραγωγών. Εδώ, από την κεντρική είσοδο του Κάστρου μέχρι και την παραλία, γινόταν και το εμπόριο ζώων. Από την Εθνικής Αντιστάσεως, πηγαίνοντας προς τη σκάλα, ήταν το παλιό λιμανάκι, όπου έρχονταν οι νησιώτες με τις ψαρόβαρκες και φέρναν τα ψάρια. Ήταν η ιχθυόσκαλα: εκεί υπήρχαν τα παραδοσιακά καροτσάκια με τα ψάρια και οι νησιώτες τα έπαιρναν και πήγαιναν από γειτονιά σε γειτονιά και τα πουλούσαν. Λίγο πιο πάνω ήταν τα βυρσοδεψεία, τα Ταμπάκικα, όπου βρίσκονταν τα Παλιά Σφαγεία. Από ό,τι ζώο σφαζόταν κρατούσαν ως αμοιβή το τομάρι και αυτό το δέρμα δυο-τρεις έμποροι στην Ανεξαρτησίας το έπαιρναν, το μετέφεραν στα βυρσοδεψεία, στα Ταμπάκικα, όπου γινόταν η επεξεργασία του.

Δεν υπήρχαν καφενεία εκεί, όλη η περιοχή ήταν με άμμο, αργότερα έριξαν πέτρες, πήγαιναν οι γυναίκες και έπλεναν τα ρούχα με τον κόπανο. Στην αγορά ήταν και το κρεοπωλείο του πατέρα μου και το κρεοπωλείο του Σακκά, μαζί με δύο παραδοσιακά εστιατόρια που σώζονται ακόμα. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν σφαγεία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, έφερναν εδώ τα ζώα, τα έσφαζαν και μετά τα έπαιρναν σε ψυγεία ‒ το τομάρι έμενε στα σφαγεία. Το αίμα που έτρεχε στη λίμνη έκανε τα ψάρια να μαζεύονται, ιδίως το μαρίτσι και το κυπρίνι. Γινόταν χαμός, δεν μπορούσες να πιάσεις θέση για ψάρεμα…  

​​​​​​Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέματα
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πόσο φιλική είναι η γειτονιά της Κυψέλης για τα άτομα με αναπηρία;

Ζούμε, ρε! / Πόσο φιλική είναι η γειτονιά της Κυψέλης για τα άτομα με αναπηρία;

Η Χρυσέλλα Λαγαρία και ο Θοδωρής Τσάτσος συζητούν με τη σκηνοθέτιδα και σεναριογράφο Νάνσυ Σπετσιώτη, κάτοικο της περιοχής, η οποία καταγράφει την προσβασιμότητα της Φωκίωνος Νέγρη και άλλων γειτονικών δρόμων για τα άτομα με αναπηρία.
THE LIFO TEAM
Σκληρές Αλήθειες

Άρης Δημοκίδης / 10 Σκληρές Αλήθειες που σοκάρουν μέχρι σήμερα

Αδυσώπητοι εγκληματίες και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες, δολοφόνοι που παρίσταναν τους αθώους, παράξενες εξαφανίσεις και σοκαριστικές αποκαλύψεις σε 10 ηχητικά ντοκιμαντέρ του Άρη Δημοκίδη που φωτίζουν ξανά πολύκροτες υποθέσεις.
THE LIFO TEAM
O παιδοκτόνος της Αιτωλοακαρνανίας: Η άγνωστη ιστορία του προτελευταίου θανατοποινίτη

Αληθινά εγκλήματα / O παιδοκτόνος της Αιτωλοακαρνανίας: Η άγνωστη ιστορία του προτελευταίου θανατοποινίτη

Ο Νίκος Τσέφλιος ερευνά και αφηγείται την ξεχασμένη ιστορία του προτελευταίου θανατοποινίτη στην Ελλάδα, που στήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα δύο μήνες πριν από τον Βασίλη Λυμπέρη, το 1972.
Υπάρχουν μυστικά για να πετύχεις στις Πανελλήνιες;

Ζωή στα καλύτερά της / Υπάρχουν μυστικά για να πετύχεις στις Πανελλήνιες;

Mια συζήτηση με την παιδοψυχολόγο Αλεξάνδρα Καππάτου για το πώς μπορούν οι έφηβοι να διαχειριστούν καλύτερα το άγχος τους και να αναπτύξουν στρατηγικές μελέτης την περίοδο των Πανελληνίων, στο πλαίσιο της σειράς podcast «Ζωή στα καλύτερά της», με την υποστήριξη των συμπληρωμάτων διατροφής EVIOL.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
«Το να λες “σε φτάνω στα όριά σου για το καλό σου” είναι κακοποιητικό»

Lifo Videos / «Το να λες “σε φτάνω στα όριά σου για το καλό σου” είναι κακοποιητικό»

Η ηθοποιός Ελεάνα Στραβοδήμου μιλά για την πορεία της από τη θεατρική ομάδα του πανεπιστημίου μέχρι την τηλεόραση, για τα όρια που χρειάστηκε να θέσει, τις κακοποιητικές συμπεριφορές που αντιμετώπισε και την ανάγκη για αυτοπροστασία που καλλιέργησε.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Ο Αναγνώστης Καβάφης (Μέρος Β’)

Ο Καβάφης ανάμεσά μας / Ο αναγνώστης Καβάφης (Μέρος Β’)

Πώς το αρχείο υποδεικνύει τα αναγνώσματα του ποιητή. Η προσωπική του βιβλιοθήκη, τα ενδιαφέροντά του, η ανάγνωση στην ποίηση του Καβάφη και η θέση του στην «Ιστορία της Ανάγνωσης». Μια συζήτηση με τον Γιάννη Παπαθεοδώρου, Αναπληρωτή Καθηγητή Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, στο πλαίσιο της σειράς podcasts «Ο Καβάφης ανάμεσά μας» που πραγματοποιείται σε συνεργασία με τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και το Αρχείο Καβάφη.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ο δαίμονας του τραυλισμού δεν φεύγει ποτέ – αλλά στη σκηνή σωπαίνει»

Lifo Videos / «Ο δαίμονας του τραυλισμού δεν φεύγει ποτέ – αλλά στη σκηνή σωπαίνει»

Ο ηθοποιός, σκηνοθέτης και θεατρικός συγγραφέας Στέφανος Κακαβούλης μιλά για το τραύλισμα που τον σημάδεψε από παιδί, το bullying και την απομόνωση που βίωσε, και για το πώς η υποκριτική τον απελευθέρωσε, βοηθώντας τον να το ξεπεράσει.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Υπόθεση Γερωνυμάκη: Ο δικηγόρος από την Κρήτη που κατηγορήθηκε για τη δολοφονία της γυναίκας του και της πεθεράς του

Αληθινά εγκλήματα / Υπόθεση Γερωνυμάκη: Ποιος σκότωσε τη γυναίκα και την πεθερά του δικηγόρου από την Κρήτη;

O Νίκος Τσέφλιος ερευνά και αφηγείται το θρίλερ της διπλής δολοφονίας της συζύγου και της πεθεράς γνωστού δικηγόρου, που συγκλόνισε και δίχασε την τοπική κοινωνία του Ηρακλείου το φθινόπωρο του 1996.
Η σκληρή αλήθεια για τον Στράτο Διονυσίου

Μικροπράγματα / Η σκληρή αλήθεια για τον Στράτο Διονυσίου

Ένα ηχητικό ντοκιμαντέρ του Άρη Δημοκίδη για την συναρπαστική, κινηματογραφική ζωή του αμφιλεγόμενου τραγουδιστή και την προσπάθειά του, μέσα από συνεχείς περιπέτειες, να παραμείνει στην κορυφή
ΑΡΗΣ ΔΗΜΟΚΙΔΗΣ
Μπορεί η Αθήνα να λύσει το κυκλοφοριακό;

Αθήνα / Μπορεί η Αθήνα να λύσει το κυκλοφοριακό;

Ποιοι είναι οι μύθοι και οι αλήθειες γύρω από το κυκλοφοριακό πρόβλημα της Αθήνας και πόσο σωτήριο μπορεί να είναι το όριο των 30 χιλιομέτρων; Η Ντίνα Καράτζιου συζητά με τον συγκοινωνιολόγο, καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Γιώργο Γιαννή για ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι Αθηναίοι.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Παίζουν video games τα τυφλά άτομα;

Ζούμε, ρε! / Παίζουν video games τα τυφλά άτομα;

Η Χρυσέλλα Λαγαρία και ο Θοδωρής Τσάτσος συνομιλούν με τον τυφλό gamer Μιχάλη Αλεξίου, ο οποίος μοιράζεται την εμπειρία του και ρίχνει φως στις προκλήσεις και τις προοπτικές που υπάρχουν για μια κοινότητα παικτών που μέχρι πρόσφατα έμενε στο περιθώριο.
THE LIFO TEAM
«Αν έχω αληθινούς φίλους; Ρώτα με ένα λεπτό πριν πεθάνω»

Lifo Videos / «Αν έχω αληθινούς φίλους; Ρώτα με ένα λεπτό πριν πεθάνω»

Ο Monozim, κατά κόσμον Ορέστης Μπαρσάκης, μιλά για τους δύο άξονες της δημιουργίας του –τη μουσική και το animation– και τη μοναχική πορεία που ακολουθεί, για τη δυσπιστία του απέναντι στις δισκογραφικές, καθώς και για τη δυσκολία βαθιάς σύνδεσης με τους ανθρώπους γύρω του.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Ο «δράκος της Θράκης»: Mια υπόθεση που έμεινε στο σκοτάδι

Αληθινά εγκλήματα / Ο «δράκος της Θράκης»: Mια υπόθεση που έμεινε για πάντα στο σκοτάδι

Ο Νίκος Τσέφλιος ερευνά και αφηγείται την ιστορία του ανθρώπου που για τουλάχιστον δύο χρόνια, στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και αρχές του ’90, σκόρπιζε τον τρόμο και τον θάνατο στη βόρεια Ελλάδα, κατά μήκος του οδικού άξονα Καβάλα–Έβρος. Του ψυχρού δολοφόνου που, παρά το ανθρωποκυνηγητό από όλες τις αστυνομικές υπηρεσίες, παρέμεινε ασύλληπτος.
«Αν δεν υπήρχε η Σελίν Ντιόν, κανείς δεν θα είχε καταλάβει την πάθησή μου»

Lifo Videos / «Αν δεν υπήρχε η Σελίν Ντιόν, κανείς δεν θα είχε καταλάβει την πάθησή μου»

Υιοθετήθηκε στα 5 της χρόνια, διαγνώστηκε με το σπάνιο σύνδρομο stiff person και κινείται με αναπηρικό αμαξίδιο. Η Αλεξάνδρα Σταματοπούλου, χρυσή παραολυμπιονίκης στο Παρίσι, μιλά για την έλλειψη αναγνώρισης και την απογοητευτική υποδοχή μετά το μετάλλιο: «Κανείς δεν ήταν εκεί να με χειροκροτήσει».
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ