ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

Τέμενος 2016: Ίσως η πιο σημαντική κινηματογραφική ανάμνηση του περασμένου θέρους

Τέμενος 2016: Ίσως η πιο σημαντική κινηματογραφική ανάμνηση του περασμένου θέρους Facebook Twitter
Στη βεράντα του ξενοδοχείου Ηραία (δεν έχει άλλο στα Λουτρά Ηραίας), στα τραπεζάκια του οποίου στεγάζονταν τα κεντρικά αρχηγεία της διοργάνωσης, ο ντροπαλός, ευγενής, θερμός Ρόμπερτ Μπίβερς έλυσε απορίες, στην παραδοσιακή, όπως μου είπαν, μάζωξη των φεστιβαλιστών, απαντώντας σε ερωτήσεις γύρω από τις προθέσεις του Μαρκόπουλος, τις επιδιώξεις και τους στόχους του, κάνοντας μνεία στον ευλογημένο τόπο, στην Αρκαδία και την επιρροή που είχε στο έργο του.
0

Το είχα πάντα στο μυαλό μου, αλλά δεν το μεθόδευσα ποτέ. Το Τέμενος, η εκδήλωση με προβολές από το έργο του Γκρέγκορι Μαρκόπουλος, γίνεται κάθε 4 χρόνια, κάθε δίσεκτο έτος δηλαδή, και συνειδητοποιούσα απλά ότι, δυστυχώς, και πάλι είχα χάσει την ευκαιρία, λίγες ημέρες μετά το τέλος. Αυτή τη φορά ο φίλος, κριτικός και Κρητικός Νίκος Τσαγκαράκης, που συνεχίζει ακάθεκτος το διδακτορικό του στο ελληνικό πειραματικό σινεμά, ήταν το ξυπνητήρι μου. Με τα απανωτά memo του, δεν θα μου ξέφευγε φέτος. Τελευταίο σαββατοκύριακο του Ιουνίου, εξοπλισμένος με το σκονισμένο sleeping bag των εφηβικών διακοπών, για τη βραδινή υγρασία του δάσους, ξεκίνησα για τα Λουτρά Ηραίας- κατά σύμπτωση, τόπο καταγωγής του Κώστα Γαβρά. Τα καταλύματα λιγοστά, τα δωμάτια ταπεινά, η πρόθεση γενναία, και η διάθεση ακμαία.


Ανάμεσα στις καθημερινές προβολές των ταινιών της τρέχουσας επικαιρότητας και τα διαμάντια του παγκόσμιου σινεμά που αποκαλύπτονται, όλο και σπανιότερα, στα μεγάλα φεστιβάλ του εξωτερικού, την αστική συνήθεια της Αθήνας και την συνηθισμένη διαφυγή στα νησιά των καλοκαιριών μας, την αποτίμηση των Ελλήνων σκηνοθετών και την θέση τους στον διεθνή αφηγηματικό κινηματογράφο, ορθώνεται ο Γκρέγκορι Μαρκόπουλος, ψηλά στην πατρογονική Λυσσαρέα, μιας Αρκαδίας που δεν έχασε ποτέ πραγματικά αλλά βρήκε μια για πάντα μετά τον θάνατό του- μοναχική και μοναδική περίπτωση αυτού που γενικά ονομάζουμε avant-garde cinema, σε ένα τριήμερο που έμοιαζε κάτι ανάμεσα σε κοντινές διακοπές, εκπαιδευτική διαδρομή και επίσκεψη σε υπαίθρια, pop-up εκκλησία.

Οι κλεφτές μου ματιές στο έργο του Μπράκατζ, του Γουόρχολ ή των Μέκας, δεν συγκρίνονται με αυτήν την ολοκληρωμένη εμπειρία, ακόμη κι αν το αδιαπέραστο στιλ της αφήγησης του Μαρκόπουλος δεν επιτρέπει κοφτές κρίσεις, το κομφόρ της γρήγορης αφομοίωσης και το μαξιλαράκι του οικείου σινεμά.

Τα βιογραφικά στοιχεία του είναι λίγο-πολύ γνωστά. Κανείς ωστόσο δε μπορεί να έχει άποψη του έργου του αν δεν αποκτήσει την επιτόπια εμπειρία που βιώνεται κάθε 4 χρόνια, σε ένα ξέφωτο, διακριτικά ξεχορταριασμένο και ευτυχώς «ξεφιδιασμένο» για το τριήμερο, μισή ώρα ποδαρόδρομο από το χωριό. Το έργο του δεν απαντάται στο internet, προβάλλεται αυστηρά σε φιλμ και αποκλειστικά στη Λυσσαρέα, μπροστά σε προσκυνητές- επισκέπτες κυριολεκτικά από όλον τον κόσμο, φοιτητές κινηματογραφικών σχολών, λίγους, πολύ λίγους φιλομαθείς περίοικους, τον αθηναϊκό αγέλαστο κόσμο της πρωτοπορίας, που λέει χαριτολογώντας ο Τζούμας, με μεσήλικες που κοιτάζουν βλοσυρά κι ελαφρώς επιτιμητικά, αλλά και αυθεντικούς σινεφίλ, που μάλιστα συζητούσαν πίσω μου για την πρεμιέρα του Athens Open Air, που θα προλάβαιναν στο τσακ αμέσως μετά το τριήμερο, ως σύγχρονοι σινε-περιηγητές. Κάθε φορά που διάβαζα για το Τέμενος (η εκδήλωση με προβολές από το ολοκληρωμένο έργο του Μαρκόπουλος, που ονομάζεται Ενιαίος), είχε μόλις τελειώσει και έπρεπε να περιμένω άλλα 4 χρόνια για το επόμενο δίσεκτο έτος, που, παρεμπιπτόντως, δεν έχει καμιά συμβολική σηματοδότηση, πέρα από την δυσκολία εξεύρεσης πόρων, που επιβάλλει την αραιή συχνότητα, αν και δεν είναι τυχαίος ο συσχετισμός της γεωγραφικής τοποθέτησης με την ουτοπική Αρκαδία που ύμνησαν οι παστοραλιστές της χρυσής εποχής- το ορεινό κρησφύγετο των άγριων ευγενών και της άπιαστης αρμονίας.

Τέμενος 2016: Ίσως η πιο σημαντική κινηματογραφική ανάμνηση του περασμένου θέρους Facebook Twitter
Τα βιογραφικά στοιχεία του είναι λίγο-πολύ γνωστά. Κανείς ωστόσο δε μπορεί να έχει άποψη του έργου του αν δεν αποκτήσει την επιτόπια εμπειρία που βιώνεται κάθε 4 χρόνια, σε ένα ξέφωτο, διακριτικά ξεχορταριασμένο και ευτυχώς «ξεφιδιασμένο» για το τριήμερο, μισή ώρα ποδαρόδρομο από το χωριό.

Ο τρόπος που έχει μονταριστεί ο Ενιαίος, από τον ίδιο τον Μαρκόπουλο, ο οποίος δεν έζησε για το δει να προβάλλεται σύμφωνα με τις επιθυμίες του, και τον συνεργάτη και σύντροφο, Robert Beavers, χαρακτηρίζεται αμετάκλητα από την αποκλειστική χρήση, συνήθως μονών, σπανίως μερικών (διάρκειας το πολύ πέντε δευτερολέπτων) καρέ με κινηματογραφημένο περιεχόμενο και την παρεμβολή λευκών και μαύρων καρέ, που διακόπτουν την συνεχή ροή των εικόνων. Παλιότερα φιλμ του Μαρκόπουλος, τιτλοφορημένα και συνεχούς ροής, αν και πάντα πειραματικά, επαναπροσδιορίστηκαν από την τεχνική αυτή, η θεωρία της οποίας παρουσιάζεται αναλυτικά από τον ίδιο τον δημιουργό στο βιβλίο του «Βουστροφηδόν» (Εκδόσεις Άγρα). Πίσω από τη διανοητική αυτή, μονταζιακή κατασκευή, επιδιώκεται η συμμετοχή του θεατή, μια ασυνήθιστη διάδραση που θα του επιτρέψει να σκεφτεί αυτό που μόλις είδε, ή θα του προκαλέσει μια visceral αντίδραση, υποσυνείδητα, με την μικρή ή μεγάλη απόσταση του χρόνου. Σε μένα έπιασε το τρικ: τα λαμπερά ή μελανά διαλείμματα κυμαινόμενης διάρκειας, ποτέ τυχαία τοποθετημένα (αν και αδύνατον, ή μάλλον μάταιο από κάποιον που δεν είναι γνώστης και αναλυτής αυτού του magnum opus, να εντοπίσει πάντα την πρόθεση πίσω από τη συγκεκριμένη θέση τους), βάθυναν, επέτειναν, ζάλισαν, υπέβαλαν, ως και κοίμισαν, ποτέ ωστόσο δεν γλίστρησαν στην αδιαφορία. Στα πορτρέτα καλλιτεχνών, ή ανθρώπων που απλώς ενδιέφεραν τον Μαρκόπουλο, όπως η χήρα του Καντίνσκι, η τεχνική αυτή λειτούργησε ιδιαιτέρως πολυδιάστατα: για παράδειγμα, ο Γιάννης Τσαρούχης, χαλαρά καθισμένος σε μια καρέκλα, και μόνο σε αυτήν την πόζα, στοιχήθηκε με τα έργα του. Χωρίς να ακούμε την χαρακτηριστική του φωνή, που από ένα σημείο κι έπειτα, και ο ίδιος πρότεινε ως εξεζητημένο όχημα της επικοινωνιακής τακτικής του, βλέπαμε λεπτομέρειες, χέρια, λαιμό, ρούχα, σε μια εναλλακτική πρόταση αυτοπροσωπογραφίας, που δεν ατενίζει τον νοητό καθρέφτη του καλλιτέχνη, αλλά ερευνά τον χαρακτήρα, συλλαμβάνοντας την στιγμή. Ο τρόπος έκφρασης του αναθεωρημένου έργου του Μαρκόπουλος είναι καλειδοσκοπικός, παραισθητικός, με τις λευκές παρεμβολές να προκαλούν ένα στροβοσκοπικό παροξυσμό και να μετατρέπουν τις εικόνες σε στοιχειωτικό σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες.

 
Πήγα όσο έπρεπε απροετοίμαστος, ταπεινός κι απαίδευτος στο σύμπαν του πειραματικού κινηματογράφου. Οι κλεφτές μου ματιές στο έργο του Μπράκατζ, του Γουόρχολ ή των Μέκας, δεν συγκρίνονται με αυτήν την ολοκληρωμένη εμπειρία, ακόμη κι αν το αδιαπέραστο στιλ της αφήγησης του Μαρκόπουλος δεν επιτρέπει κοφτές κρίσεις, το κομφόρ της γρήγορης αφομοίωσης και το μαξιλαράκι του οικείου σινεμά. Έφυγα με την αίσθηση μιας ένεσης, την επήρεια της οποίας δεν μπορώ να υπολογίσω ακόμη. Ανάμεσα στις νυχτερινές προβολές στο αυτοσχέδιο τέμενος, πρόλαβα να κάνω μπάνιο στον Αλφειό ποταμό, να τρυπώσω στο απότομο φαράγγι της Νέδας για να τσαλαβουτήσω στους ολόδροσους καταρράκτες της, και κυρίως να εκπληρώσω ένα απωθημένο ετών, ν' ανέβω στον, σκεπασμένο πλέον λόγω συντήρησης που δεν λέει να τελειώσει, ναό του Επικούρειου Απόλλωνα, που είχα κινηματογραφικά θαυμάσει κάποτε στη Ρόδο, στο φεστιβάλ της Λουκίας Ρικάκη, στο 8λεπτο ντοκιμαντέρ του Ζαν Ντανιέλ Πολέ, Bassai (1964), με τη στιβαρή αφήγηση του Αλεξάντρ Αστρύκ. Δέος και τιμή. Φύση και Τέχνη. Ιστορία και πολιτισμός. Θρησκεία και μυθοπλασία, τόσο κοντά. Όπως είχε γράψει κι ο Όσκαρ Ουάϊλντ στο The Critic as an Artist, «ναι, ονειρεύομαι, γιατί ονειροπόλος είναι αυτός που βρίσκει το δρόμο του στο φως του φεγγαριού και η μόνη τιμωρία του είναι ότι βλέπει την αυγή πριν τους υπόλοιπους».

Τέμενος 2016: Ίσως η πιο σημαντική κινηματογραφική ανάμνηση του περασμένου θέρους Facebook Twitter
Ο P. Adams Sitney, ιστορικός κινηματογράφου, συνιδρυτής του Anthology Film Archives, αυτόπτης μάρτυρας του αβάν γκαρντ κινήματος, «εφευρέτης» του όρου structural film και συγγραφέας του εμβληματικού Visionary Film το 1974, ήταν παρών στις προβολές και τις συζητήσεις, κρατώντας σημειώσεις και μιλώντας απνευστί με τους καλεσμένους, περισσότερο σε μορφή χαλαρής διάλεξης (καθηγητής γαρ), παρά σε ελεύθερο διάλογο. Ανάμεσα στις νόστιμες παραδοξολογίες που μου είπε με χαμογελαστό στόμφο, κρατώ τα εξής: «Ηθοποιοί σαν τη Σούζαν Σαράντον και τον Τζορτζ Κλούνι είναι εγκληματικά ανόητοι, που νομίζουν πως με τις φιλανθρωπίες βοηθούν κάποιον άλλον πέρα από τη φήμη τους». Η Μέριλ Στριπ είναι σαν κι αυτούς, πιθηκίζει όλους τους ρόλους της, είναι άθλια, με μοναδική εξαίρεση το Ο Διάβολος Φοράει Πράντα, όπου αντέγραψε μια καταρτισμένη, κακιά κριτικό τέχνης, την Ανέτ Μάϊκελσον κι όχι αυτήν που νομίζετε». «Πηγαίνω πάντα στο σινεμά, και μάλιστα κάθομαι μπροστά, για να κρατώ επαφή με το μέσο, αλλά βρίσκω όλες τις ταινίες φριχτές». «Η μόνη που μου άρεσε από τις πρόσφατες είναι το Barbershop…». «…Και παλιότερα ο Ηλίθιος και ο Πανηλίθιος». Με χαιρέτισε για να κηρύξει στο διπλανό τραπέζι, λέγοντας μου πως είναι φανερό πως διαφωνούμε ριζικά. Δεν είχα προλάβει να σταυρώσω κουβέντα…
Οθόνες
0

ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Pulp Fiction / Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Τη στιγμή που οι δύο υποψήφιοι Πρόεδροι, ο Μπάιντεν χιουμοριστικά και ο Τραμπ απειλητικά, επικαλούνται την προτίμησή της για να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι των προεδρικών εκλογών, η Τέιλορ Σουίφτ ξεφουρνίζει ένα ακόμα μουσικό ημερολόγιο με επικάλυψη μελαγχολικής εκδίκησης έναντι των πρώην της και την ίδια synthpop μονοτονία που επιμένει να σπάει ρεκόρ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ghostwatch»: H ταινία τρόμου που προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό

Οθόνες / «Ghostwatch»: Γιατί αυτή η ταινία τρόμου προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό το 1992;

H κυκλοφορία του «Late Night with the Devil» στους κινηματογράφους ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μια πρωτοποριακή και πέρα για πέρα ανατριχιαστική δημιουργία του BBC, που προκάλεσε πανικό και ακραίες αντιδράσεις στη Βρετανία το 1992, οδηγώντας έναν νεαρό τηλεθεατή στην αυτοκτονία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ