Ο Γιάννης Ευσταθιάδης αφηγείται τη ζωή του στη LIFO Facebook Twitter
Το όνειρο της εφηβείας μου ήταν να γίνω δημοσιογράφος. Δεν μπόρεσα να το πραγματοποιήσω παρά μόνο μερικώς, καθώς τα τελευταία χρόνια αρθρογράφησα συστηματικά στον Τύπο. Αλλά, ξέρεις, οι αρθρογράφοι θεωρούνται «άκαπνοι» δημοσιογράφοι. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Ο Γιάννης Ευσταθιάδης αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

0

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1946, χρονιά έναρξης του Εμφυλίου, εξού και ο διαρκής εμφύλιος σπαραγμός μέσα μου. Γεννήθηκα όχι απλώς στο κέντρο, αλλά στο κέντρο του κέντρου, στην οδό Κολοκοτρώνη 34. Δεν ήταν τόσο το όνομα (Κολοκοτρώνης) ή ο δρόμος που σημάδεψαν τη ζωή μου, όσο το άγαλμά του, γιατί εκεί, κάθε Κυριακή, με πήγαινε ο πατέρας μου μ' ένα πράσινο ποδηλατάκι για βόλτα. Έτσι ενισχύθηκαν τα αισθήματά μου προς τα αγάλματα (αργότερα και με την ποιητική συμβολή του Σεφέρη). Αργότερα, έζησα σε πολλά μέρη του κέντρου (Ζωοδόχου Πηγής και, κυρίως, Πλάκα). Όλα αυτά, έως την εφηβεία μου. Από τα 14 και μετά ζω σε προάστια.

Το κέντρο μού λείπει. Κάθε φορά που κατεβαίνω, νιώθω απλώς επισκέπτης, οιονεί τουρίστας. Στο κέντρο, «πιο ανθρωπινό και τριμμένο», όπως θα 'λεγε ο Γιώργος Ιωάννου, υπάρχει άλλη συμμετοχή και κοινωνικότητα. Με παρηγορεί, πάντως, ότι θα ξαναγυρίσω εκεί αργά ή γρήγορα (όσο πιο αργά γίνεται, ελπίζω), μια και οι οικογενειακός μας τάφος είναι στο Α' Νεκροταφείο. Μολονότι έχω τόσες αναμνήσεις από μέρη και περιοχές, οι ήρωες των διηγημάτων μου κινούνται σε περίκλειστα δωμάτια χωρίς προσδιορισμούς, ίσως γιατί μ' ενδιαφέρει η περιπλάνηση στον χρόνο και όχι στον χώρο.

• Ο πατέρας μου ήταν έμπορος. Έφτιαχνε γυναικεία καπέλα. Θυμάμαι πάντα την επιγραφή του καταστήματός του σ' έναν καθρέφτη: «Γυναικείοι πίλοι». Ήταν προμηθευτής της βασιλικής αυλής (κυρίως για τις κυρίες των τιμών) και, βέβαια, βασιλόφρων ο ίδιος.Σ' ένα κείμενο της Πορσελάνης γράφω: «Αισθάνομαι προϊόν μιας αντίθεσης σχεδόν διαλεκτικής. Αυτό συμβαίνει όταν ένα βασιλόφρον σπερματοζωάριο συναντά ένα ωράριο βαθύτατα βενιζελικό». Εννοούσα, βεβαίως, τη μάνα μου.

Λες και με καταδυνάστευσε ο αστεϊσμός του Τσαρούχη «οι γονείς είναι καλό πράγμα, αρκεί να μας εγκαταλείπουν εγκαίρως», έχασα τον πατέρα μου στα 9 και τη μάνα μου στα 23. Η απώλεια του πατέρα μου με επηρέασε καταλυτικά (ίσως γιατί ήταν η πρώτη επαφή με την έννοια «θάνατος»). Τα πρώτα μου ποιήματα ήταν γραμμένα για εκείνον.

Η διαφήμιση, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι τέχνη, όσο κι αν θέλουν να την ονομάζουν κάποιοι έτσι. Στην καλύτερη περίπτωση δημιουργεί ιδιοκατασκευάσματα καλλιτεχνημάτων, είναι ένα fast food της τέχνης. Ενίοτε,όμως, επηρεάζει την τέχνη, δίνει ερεθίσματα.

• Στο σπίτι μου δεν βρήκα βιβλία. Θυμάμαι μόνο κάποια λεξικά και την Εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου. Δεν υπήρχε επίσης γραμμόφωνο ή πικάπ. Ξεκίνησα μόνος μου. Κάποιος φίλος της οικογένειας μου χάρισε -δεν θυμάμαι γιατί;- την Τρίτομη Ποιητική Ανθολογία του Μιχάλη Περάνθη. Άρχισα να γράφω στα 12. Το 1961, δεκαπενταετής, εξέδωσα ένα ποιητικό πρωτόλειο με την ενθάρρυνση του Γιάννη Ρίτσου (πολύ αργότερα έμαθα ότι ο γενναιόδωρος Ρίτσος δεν είχε κακό λόγο για κανέναν).

Το όνειρο της εφηβείας μου ήταν να γίνω δημοσιογράφος. Δεν μπόρεσα να το πραγματοποιήσω παρά μόνο μερικώς, καθώς τα τελευταία χρόνια αρθρογράφησα συστηματικά στον Τύπο. Αλλά, ξέρεις, οι αρθρογράφοι θεωρούνται «άκαπνοι» δημοσιογράφοι.

• Σπούδασα νομικά (την αγαπημένη σχολή εκείνων που δεν ξέρουν τι να κάνουν) και είκοσι χρόνων άφραγκος φοιτητής πήγα για χαρτζιλίκι σε διαφημιστική εταιρεία για ένα καλοκαίρι κι έμεινα στη διαφήμιση ισοβίως (δεν υπονοώ ποινή). Έγραφα κείμενα. Η διαφήμιση ήταν πάντα καταφύγιο πολλών συγγραφέων και ένας απ' αυτούς, ο Νίκος Πολίτης -εξαιρετικός, αλλά σήμερα λησμονημένος- με κάλεσε το 1968 για μια συνέντευξη για πρόσληψη σε άλλη εταιρεία. Ευφυέστατος, χαριτωμένος, αλλά είρων και ενίοτε σκληρός, με το που κάθισα μ' έπιασε απ' τα μούτρα: «Α, εσείς οι νέοι όλο φωνάζετε και διαμαρτύρεστε. Τι έχετε ζήσει για να διαμαρτύρεστε; Εμείς ζήσαμε τη δικτατορία του Μεταξά, τον πόλεμο, την Κατοχή, τον Εμφύλιο και τη Χούντα των Συνταγματαρχών. Εσείς τι έχετε ζήσει;».

Ήμουν τρακαρισμένος, αλλά είχα και το θράσος των 22 χρόνων. «Κάτι χειρότερο», του απάντησα. «Τη Χούντα των Συνταγματαρχών, χωρίς να έχουμε γνωρίσει τίποτε άλλο». Δεν έκανε καμία άλλη ερώτηση. Με προσέλαβε. Κι εμένα μου αρέσει η ευφυής αυθάδεια στους νέους. Την εκτιμώ και την επιβραβεύω, όπου μπορώ.

• Η διαφήμιση, αν ξέρεις να τη διαχειριστείς σωστά, βοηθά τον συγγραφέα. Χιλιάδες κείμενα, τριβή με τις λέξεις, σφιχτοί ρυθμοί, λακωνικότητα, γράψε-σβήσε, σαν την ορθοφωνία των ηθοποιών ή το ζέσταμα των αθλητών. Παραπλάνηση; Ασφαλώς εμφανίζεται, ειδικά σε κακές διαφημίσεις (στις πολιτικές, σχεδόν πάντα). Αλλά, μήπως δεν υπάρχει και στη λογοτεχνία, στην τέχνη; Η διαφήμιση, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι τέχνη, όσο κι αν θέλουν να την ονομάζουν κάποιοι έτσι. Στην καλύτερη περίπτωση δημιουργεί ιδιοκατασκευάσματα καλλιτεχνημάτων, είναι ένα fast food της τέχνης.

Ενίοτε,όμως, επηρεάζει την τέχνη, δίνει ερεθίσματα. Μολονότι πάντα προσπαθούσα να διαχωρίζω τις ιδιότητες, υπάρχει μια περίπτωση που χρησιμοποίησα τη λογοτεχνία ως πηγή έμπνευσης για τη διαφήμιση. Έκανα κάποτε μια καρτουνίστικη ταινία για μωροπάνα. Είχε τη λέξη «ΜΩΡΟ» σε όλη την οθόνη και κάτω από το ωμέγα έμπαινε μια πάνα και το κάλυπτε, σαν να ήταν ο ποπός ενός μωρού. Ομολογώ ότι το σκέφτηκα με αφορμή τους στίχους του αγαπημένου μου Ντίνου Χριστιανόπουλου: «Μην καταργείτε την υπογεγραμμένη / ιδίως κάτω από το ωμέγα / είναι κρίμα να εκλείψει / η πιο μικρή ασέλγεια / του αλφαβήτου μας».

• Στη μουσική με μύησε ο παιδικός μου φίλος και διάσημος σήμερα συνθέτης, Γιώργος Απέργης. Είχε ο ίδιος μεγάλη δισκοθήκη, έπαιζε, βεβαίως, πιάνο και θυμάμαι ώρες επί ωρών ακροάσεις και συζητήσεις στο σπίτι του. Σ' αυτόν οφείλω το βάπτισμα του πυρός. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα ήταν οι «Πέντε ουγγρικοί χοροί» του Μπραμς, με την Ορχήστρα της Φιλαδέλφειας και τον Ευγένιο Όρμαντι. Έγραψα συστηματικά για τη μουσική, χωρίς να ξέρω ούτε μία νότα, κι έγραψα συστηματικά για τη γαστρονομία, χωρίς να ξέρω να μαγειρεύω!

Και στις δυο περιπτώσεις η ενασχόλησή μου ήταν προσχηματική. Θέλησα να μιλήσω για πράγματα που είναι πίσω από το αντικείμενο. Τις συγκινήσεις και τις μνήμες του ακροατή, την πνευματικότητα και την κοινωνικότητα της γεύσης. Βλέπεις, για ν' απαντήσω στο ερώτημά σου, είμαι περισσότερο βουλιμικός της γραφής και όχι της τροφής.

• Είμαι παραγωγός στο Τρίτο Πρόγραμμα εδώ και δέκα περίπου χρόνια. Το οφείλω στον Δημήτρη Παπαδημητρίου. Αγαπώ το ραδιόφωνο. Ξέρω καλά την τεχνική και τα τερτίπια του γιατί ευτύχησα να μαθητεύσω στον σκηνοθέτη Γιώργο Θεοδοσιάδη. Στο ραδιόφωνο με γοητεύει το μη προσωπικό, αλλά όχι απρόσωπο, της φωνής. Με γοητεύει η διαδικασία στην οποία το ελλείπον στοιχείο το αναπληρώνει η προσθετική φαντασία του ακροατή. Μιλάς σε εκατομμύρια, αλλά απευθύνεσαι σε έναν.

• Με ρωτάς για την πολιτική κατάσταση. Τελώ -όπως οι περισσότεροι Έλληνες- εν συγχύσει. Όχι, όμως, αθώος (κανείς δεν είναι αθώος), αλλά ένοχος (στον βαθμό που μου αναλογεί). Ξαναθυμάμαι μια φράση παλιά του Ιγνάτιου Σιλόνε (ο συγγραφέας της Σχολής των Δικτατόρων) που παραμένει ανατριχιαστικά επίκαιρη εις τα καθ' ημάς: «Η παρακμή χτυπάει το ίδιο, τόσο την κυρίαρχη τάξη όσο και τις αντίθετες προς αυτήν δυνάμεις».

• Γράφω πάντα βράδυ, με την παρηγορητική καθοδήγηση μιας λάμπας - ίσως γιατί είναι το φως που μου ρίχνει ο ψυχαναλυτής εαυτός μου. Τις «λατρευτικές μου ανάγκες» τις καλύπτει ο Παναθηναϊκός (τι Αθηναίος θα ήμουν;). Κλέβω την έκφραση από τον αιώνιο αντίπαλό μου αλλά και αιώνιο φίλο μου, Αχιλλέα Κυριακίδη.

Είμαι Παναθηναϊκός από τα δέκα μου χρόνια. Πριν, πιτσιρίκος, ήμουν Απόλλων Αθηνών. Λέγαμε τότε πως, για ν' αλλάξεις ομάδα, έπρεπε να πλύνεις τα χέρια σου με λάδι. Το έκανα και άλλαξα ομάδα. Αναρωτιέμαι σήμερα με πόσο λάδι πρέπει να πλύνουμε τα χέρια μας για ν' αλλάξουμε Ελλάδα... Η αγάπη μου για την Ελλάδα είναι πρωτίστως η αγάπη μου για την ελληνική γλώσσα - ειδικά όταν δεν την μιλούν ορισμένοι Έλληνες. 

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντον Ντελίλο: «Άνθρωπος σε πτώση»

Το πίσω ράφι / «Άνθρωπος σε πτώση»: Το ρεαλιστικό έργο ενός από τους σπουδαιότερους εξερευνητές της μοντέρνας εποχής

Ο πολυβραβευμένος Ντον Ντελίλο γράφει για την ανάγκη των ανθρώπων να ανήκουν κάπου και να επικοινωνήσουν, όταν εισπράττουν από την Ιστορία οδύνη, απώλειες και χιλιάδες ερωτηματικά.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Αντώνης Καραμπατζός: Με έλκει ο μυθιστορηματικός κόσμος του Καραγάτση

The Book Lovers / Αντώνης Καραμπατζός: «Με έλκει ο μυθιστορηματικός κόσμος του Καραγάτση»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον καθηγητή Αστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Αντώνη Καραμπατζό για το πώς το έργο του Τζότζεφ Κόνραντ, του Φίλιπ Ρόθ ή η ποίηση του Κ.Π. Καβάφη ανοίγουν δρόμους στο συναίσθημα, στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ιστορία.
THE LIFO TEAM
Ο θάνατος τής πήγαινε πολύ

Βιβλίο / Κάντι Ντάρλινγκ: Η συγκινητική ιστορία του τρανς ειδώλου και μούσας του Άντι Γουόρχολ

Η Κάντι Ντάρλινγκ προκαλούσε ανέκαθεν συμπάθεια και θαυμασμό, όχι τόσο για τα επιτεύγματά της στη σκηνή και τη μεγάλη οθόνη, όσο για την ομορφιά και την εύθραυστη αύρα της.
THE LIFO TEAM
Η Gen Z αγαπάει τη γιαγιά που πλέκει στο πανηγύρι του χωριού

The Happy Reader / Η Gen Z αγαπάει τη γιαγιά που πλέκει στο πανηγύρι του χωριού

Η Γενιά Ζ γράφει και διαβάζει, καταρρίπτοντας τα στερεότυπα. Βιογραφίες, ταξιδιωτικοί οδηγοί και υγεία οδηγούν τους Ευρωπαίους στα βιβλιοπωλεία. Οι γιοι του Μάρκες, Ροδρίγκο και Γκονζάλες, απολογούνται για το δικαίωμά τους στο έργο του πατέρα τους. Εκδοτικό γεγονός, η μετάφραση του πρώτου μυθιστορήματος του Τζέιμς Μπόλντουιν.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
«Teatro Grottesco»: Η γοτθική σκηνή της ζοφερής απελπισίας

Βιβλίο / «Teatro Grottesco»: Mια συλλογή σκοτεινών διηγημάτων από έναν μετρ του τρόμου

Κάποιοι ίσως τον γνωρίζουν από την πρώτη (και καλύτερη) σεζόν του «True Detective». Η βουτιά στις πλέον σκοτεινές πτυχές της υπαρξιακής φιλοσοφίας, η άκρως ζοφερή ατμόσφαιρα, η εικονοποιία που φλερτάρει με τη γοτθική αισθητική είναι χαρακτηριστικά του έργου του Τόμας Λιγκότι, η απουσία του οποίου από την ελληνική αγορά είναι τρανταχτή.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΤΣΑΠΡΑΪ́ΛΗΣ
Ακύλλας Καραζήσης: «Μου αρέσει η λογοτεχνία του Θανάση Βαλτινού γιατί δεν ξέρεις ποτέ τι είναι αλήθεια και τι ψέμα»

The Book Lovers / Ακύλλας Καραζήσης: «Μου αρέσει η λογοτεχνία του Θανάση Βαλτινού γιατί δεν ξέρεις τι είναι αλήθεια και τι ψέμα»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Ακύλλα Καραζήση για την αναγνωστική διαδρομή του, που ξεκινάει από τον «Τομ Σόγερ» και τη Θεσσαλονίκη, περνάει από τον ρομαντικό κόσμο της Χαϊδελβέργης και φτάνει στην Αθήνα του θεάτρου και των κειμένων.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Βιβλίο / Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Η συγγραφέας και ομότιμη καθηγήτρια Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου μιλά για την εποχή μας, τον χώρο της εκπαίδευσης και την ταυτότητα του νεοέλληνα.   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Η άνοδος της δεξιάς συνδέεται με τις αποτυχίες της αριστεράς»

Βιβλίο / «Η άνοδος της δεξιάς συνδέεται με τις αποτυχίες της αριστεράς»

Ο Ντόναλντ Σασούν, ομότιμος καθηγητής Συγκριτικής Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου και άλλοτε στενός φίλος, συνεργάτης και επιμελητής των βιβλίων του Έρικ Χoμπσμπάουμ, μιλά στη LiFO.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Βιβλίο / Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Η συγγραφέας του βιβλίου “Diva”, Ντέζι Γκούντγουιν, τονίζει με άρθρο της στον Guardian ότι το να χαρακτηρίζει κανείς τη ζωή της κορυφαίας τραγουδίστριας τραγική, σημαίνει ότι την αδικεί κατάφωρα.
THE LIFO TEAM
Η Θήβα που δεν ξέρουμε

Βιβλίο / Η Θήβα που δεν ξέρουμε

Ο Βρετανός ιστορικός Πολ Κάρτλετζ αποκαθιστά την ιστορική πόλη της αρχαιότητας που αντιμετώπιζαν υπεροπτικά οι Αθηναίοι. Δείχνει πώς τα θηβαϊκά θέματα επιβιώνουν στη σύγχρονη τέχνη, γράφει για τον Επαμεινώνδα που είχε έναν μόνο τραχύ μανδύα, παρουσιάζει την κοινωνία που δημιουργεί τον Ιερό Λόχο, ένα στρατιωτικό σώμα που αποτελείται αποκλειστικά από εραστές και ερώμενους.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ