@3: Λίγο η ώρα, λίγο τα ουίσκυ και λίγο η ερώτησή σου, με κάνουν να θέλω να σου διηγηθώ μια, φαινομενικά άσχετη, πραγματική ιστορία. Πριν κάποια χρόνια είχα πάει να επισκεφτώ τη γιαγιά μου, στο επαρχιακό χωριό που μένει. Όπως τα λέγαμε, περνά η –ας την πούμε- κυρία Ρένα. Η γιαγιά μου έλαμψε από χαρά μόλις την είδε και της είπε να περάσει, να γνωρίσει και μένα. Μπαίνοντας η κ. Ρένα στο σπίτι, εντυπωσιάστηκα. Αν όχι συνομήλικη της γιαγιάς μου, σίγουρα ήταν άνω των 70. Κομψή, όμορφα ντυμένη, με το ξανθό μαλλί, το κόκκινο κραγιόν και το τσιγάρο ξεχώριζε. Μόλις έφυγε, ζήτησα να μάθω από πού την γνωρίζει, καθόσον δεν περίμενα η γιαγιά μου να συναστρέφεται μια τόσο φινετσάτη γυναίκα."Ααα, η ιστορία της έχει ενδιαφέρον. Δεν είναι από εδώ, αλλά από την .... Την γνώρισε ο –ας πούμε- Δημήτρης, στο καμπαρέ που δούλευε, δίπλα στην .... (γειτονική επαρχιακή πόλη). Ο Δημήτρης από την άλλη, παιδί από αξιοσέβαστη τοπική οικογένεια. Σε πείσμα όλων, ακόμα και των αδερφών της που την είχαν διαγράψει από την οικογένειά τους, την παντρεύτηκε. Και δεν υπήρξε άνθρωπος που να μην αγάπησε και να μην αποδέχτηκε τη Ρένα για την καλή της ψυχή. Και πόσο όμορφο και ταιριαστό ζευγάρι ήταν! Φαντάσου, όταν πέθαινε ο πεθερός της, αυτή ζήτησε να δει τελευταία. Κι ας μην είδε εγγόνια!»Η Ρένα και ο Δημήτρης τα κατάφεραν σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, δεκαετία του ’50, με όσα ταμπού μπορούσε να κουβαλά η τοπική κοινωνία. Αυτό που τόσο φλύαρα θέλω να πω, και που δεν είναι κάτι διαφορετικό από όσα είπε η Λένα, δεν είναι «εσείς ενάντια στην τοπική κοινωνία», αλλά εσύ ενάντια στη σχέση σου. Αν την πιστεύεις, θα την στηρίξεις. Αν νιώθεις ηθικά υποχρεωμένη που ήρθε Αθήνα, ενώ ίσως καταβάθος δεν συμμερίζεσαι την ίδια αγάπη, πάλι δεν σε εγκλωβίζει η οικογένεια ή η τοπική κοινωνία, αλλά βρίσκεις τρόπους να κλωτσας. Μπορεί απλά το νεαρό της ηλικίας σου να σε κάνει να το βλέπεις πιο δύσκολο από όσο είναι, και ελπίζω το love story να βοήθησε :) Όπως και να’ναι, εσύ ξέρεις καλύτερα και εύχομαι όλα να πάνε όπως επιθυμείς.
Σχολιάζει ο/η