εμπαιγμός, αρσενικό1. η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εμπαίζω2. περιφρονητικός ή προσβλητικός αστεϊσμός σε βάρος κάποιου3. ο χλευασμός, το κορόιδεμα, το περιγέλασμα4. η απάτη, η εξαπάτηση, η παραπλάνηση
Σχολιάζει ο/η