(2ο)Τι μπορεί να κάνει αυτός που του λείπουν τα χρειώδη ενώ εργάζεται, αν μείνει άνεργος; Δεν του μένει παρά να αφεθεί να πεθάνει από την πείνα. Μετά ο κόσμος θα πετάξει μερικά λόγια οίκτου πάνω στο πτώμα του. Αυτό είναι που ήθελα να αφήσω στους άλλους (να αφήσω να κάνουν άλλοι). Εγώ, προτίμησα να γίνω λαθρέμπορος, παραχαράκτης, κλέφτης και δολοφόνος. Θα μπορούσα να ζητιανεύσω: είναι εξευτελιστικό και δειλό, και μάλιστα τιμωρείται από τους νόμους σας που κάνουν την εξαθλίωση έγκλημα. Αν όλοι οι έχοντες ανάγκη, αντί να περιμένουν, έπαιρναν απ’ όπου υπάρχει και με κάθε τρόπο, ίσως οι έχοντες θα καταλάβαιναν πιο γρήγορα ότι είναι επικίνδυνο να θέλει κανείς να καθιερώσει την τωρινή κοινωνική κατάσταση, όπου η ανησυχία είναι μόνιμη και η ζωή απειλείται κάθε στιγμή. (Έτσι) ο κόσμος σίγουρα θα καταλάβει πιο γρήγορα ότι οι αναρχικοί έχουν δίκιο όταν λένε ότι για να υπάρξει ηθική και σωματική γαλήνη, πρέπει να καταστρέψουμε τις αιτίες που γεννούν τα εγκλήματα και τους εγκληματίες – όχι να σκοτώσουμε εκείνον που, αντί να πεθάνει αργά λόγω των στερήσεων που έχει υποστεί και θα συνέχιζε να υφίσταται, χωρίς την ελπίδα ότι κάποτε θα τελείωναν, προτιμά (αν έχει λίγη ενέργεια) να πάρει με τη βία αυτό που θα του εξασφαλίσει οικονομική άνεση, ακόμα και με κίνδυνο να πεθάνει, εφόσον ο θάνατος (ούτως ή άλλως) απλώς θα έθετε τέλος στα βάσανά του. Να γιατί διέπραξα τις πράξεις που μου καταλογίζουν, και οι οποίες δεν είναι παρά η λογική συνέπεια των βάρβαρων συνθηκών μιας κοινωνίας που δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να αυξάνει τον αριθμό των θυμάτων της με την αυστηρότητα των νόμων της, οι οποίοι τιμωρούν σκληρά τα αποτελέσματα χωρίς ποτέ να ακουμπούν τις αιτίες• λένε ότι πρέπει να είναι κανείς πολύ σκληρός για να σκοτώσει όμοιό του, άλλα όσοι το λένε δεν βλέπουν ότι οι άνθρωποι καταφεύγουν στον φόνο για να μην πεθάνουν οι ίδιοι.Έτσι (πράττετε) και εσείς, κύριοι δικαστές, που σίγουρα θα με καταδικάσετε σε θάνατο, γιατί πιστεύετε ότι είναι αναγκαίο και η εξαφάνισή μου θα προσφέρει ικανοποίηση σε εσάς που σας τρομοκρατεί το να χύνεται ανθρώπινο αίμα, αλλά που όταν πιστεύετε ότι θα’ ταν ωφέλιμο να χυθεί αίμα για να διασφαλιστεί η ασφάλεια της ύπαρξής σας, δεν διστάζετε περισσότερο από εμένα να το χύσετε, με τη διαφορά ότι εσείς το κάνετε χωρίς κίνδυνο, ενώ αντιθέτως εγώ δρούσα με τον κίνδυνο της απώλειας της ελευθερίας και της ζωής μου. Ε λοιπόν, κύριοι, δεν υπάρχουν άλλοι εγκληματίες να δικάσετε/δικάσουμε – μας έχει μείνει μόνο να καταστρέψουμε τις αιτίες που γεννούν το έγκλημα. Κατά τη δημιουργία του Κώδικα, οι νομοθέτες ξέχασαν ότι δεν καταπολεμούσαν τις αιτίες αλλά τα συμπτώματα, και ότι επομένως δεν εξάλειφαν επ’ ουδενί το έγκλημα• στην πραγματικότητα, όσο υπάρχουν οι αιτίες, πάντα θα προκύπτουν τα (ίδια) αποτελέσματα. Πάντα θα υπάρχουν εγκληματίες, γιατί σήμερα μπορεί να εξαλείφετε έναν, αλλά αύριο θα γεννηθούν δέκα. Τι πρέπει να γίνει επομένως; Να εξαλείψουμε την εξαθλίωση, το μικρόβιο του εγκλήματος, εξασφαλίζοντας σε κάθε άνθρωπο την ικανοποίηση όλων των αναγκών! Και πόσο εύκολο είναι! Θα αρκούσε να εγκαθιδρύσουμε την κοινωνία σε νέες βάσεις όπου όλα θα ανήκαν σε όλους, και όπου κάθε άνθρωπος, παράγοντας σύμφωνα με τις ικανότητες και τις δυνάμεις του, θα μπορούσε να καταναλώνει σύμφωνα με τις ανάγκες του.
Σχολιάζει ο/η