Στον Κορυδαλλό υπάρχει το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου»

Στον Κορυδαλλό υπάρχει στ' αλήθεια το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου» Facebook Twitter
Στη φωτογραφία οι ηθοποιοί της παράστασης Γιώργος Κατσής, Νάνσυ Σιδέρη, Αποστόλης Ψυχράμης και Μάριος Σαραντίδης. Φωτ.: Νίκος Κατσαρός/LIFO
0

Για το Omiros Piano Restaurant στον Κορυδαλλό, έναν υπόγειο νυχτερινό «ναό» που υπήρξε για πολλά χρόνια σημείο συνάντησης καλλιτεχνών κάθε είδους και γνωστών αθλητών, μου μίλησε ο Γιάννης Οικονομίδης. Είναι ακριβώς το μαγαζί που ονειρευόταν να ανοίξει ο Μήτσος απ’ το Σπιρτόκουτο, όταν έκανε σχέδια για να πιάσει την καλή. Παρασκευή βράδυ, βγαίνω από το μετρό στην (αγνώριστη πλέον) πλατεία Ελευθερίας και κατεβαίνω την Ξενοφώντος, τον δρόμο όπου βρίσκεται το Omiros, μια γειτονιά νοικοκυραίων, ήσυχη, με καταστήματα αθλητικών ειδών, γυναικείας ένδυσης και γυμναστήρια. Στο νούμερο 21 ο άνθρωπος που αναζητώ, ο ιδιοκτήτης του, έχει βγάλει ένα τραπεζάκι με δυο καρέκλες στο πεζοδρόμιο και κάθεται ανάμεσα στο piano restaurant και στο νέο του μαγαζί, ένα φαγάδικο με delivery που μόλις έχει κάνει εγκαίνια. Είναι καχύποπτος, στο τηλέφωνο μού έχει κάνει κανονική ανάκριση ‒«ποιος είσαι, τι θέλεις, μήπως έχεις πονηρό σκοπό(;)»‒, με ρωτάει πώς τον βρήκα, αν έχω επισκεφτεί ποτέ το μαγαζί του. Μου ζητάει πρώτα να βρεθούμε για να με δει και μετά «θα δούμε αν μπορούμε να κάνουμε εκεί τη φωτογράφιση». Προσπαθώ να του εξηγήσω ότι είκοσι χρόνια μετά η ταινία γίνεται παράσταση και θέλουμε να φωτογραφίσουμε στον «ναό» του κάποιους από τους ηθοποιούς της, αλλά τα ακούει όλα βερεσέ. «Έλα να σε δω και θα τα πούμε την Παρασκευή», μου λέει. Δεν προλαβαίνω να τον ρωτήσω ούτε καν το όνομά του.

Το Omiros είναι η αγάπη μου, είναι οι αναμνήσεις μου, θυμάμαι την Πίτσα Παπαδοπούλου, τον Κόλια, την Αλιμπέρτη –την πεθερά του Πάριου‒ να έρχονται στο μαγαζί, τον Χατζηχρήστο, τον Διονυσίου. Έχει περάσει πολύς κόσμος από τον Κορυδαλλό. 

Από κοντά ο Όμηρος Τσενόγλου δεν έχει καμία σχέση με την εικόνα που είχα σχηματίσει στο μυαλό μου γι’ αυτόν. Είναι ένας ήρεμος άνθρωπος εβδομήντα εννιά ετών και μιλάει τόσο σιγά που μόλις και μετά βίας ακούγεται η φωνή του. Μου ζητάει να καθίσω και να του εξηγήσω για άλλη μια φορά για ποιον λόγο πήγα μέχρι εκεί. Μόλις του φεύγει η ανασφάλεια και χαλαρώνει, ξεκινάει μόνος του να αφηγείται ιστορίες για τη ζωή του και για το μαγαζί. «Στην αρχή ήμουν επιφυλακτικός γιατί έχω δει να νοικιάζουν κότερα για να γυρίσουν τσόντες», μου λέει, «όταν με πήρες τηλέφωνο νόμισα ότι ήθελες το μαγαζί για να γυρίσεις κάποια πονηρή ταινία. Το Omiros Piano Restaurant το άνοιξα το 1978, μόλις γύρισα απ’ την Ελβετία. Έβγαλα εκεί μια σχολή ξενοδοχειακή, έμεινα τρία χρόνια στη Γενεύη.  

Στον Κορυδαλλό υπάρχει στ' αλήθεια το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου» Facebook Twitter
Όμηρος Τσενόγλου: «Την εποχή που το άνοιξα δεν υπήρχε άλλο τέτοιο μαγαζί με φαγητά, έφτιαχνα μαγειρευτά φλαμπέ, έβαζα φωτιά στα πιάτα μπροστά τους και τα θαυμάζανε, δεν τα είχαν ξαναδεί ‒ εγώ τα είχα μάθει στην Ελβετία». Φωτ.: Νίκος Κατσαρός/LIFO

Μέχρι τότε ήμουν μετρ στα καράβια, στα κρουαζιερόπλοια. Έχω γεννηθεί εδώ, στον Κορυδαλλό, από γονείς μικρασιατικής καταγωγής, και από δεκατεσσάρων χρονών είμαι στα καράβια. Ξεκίνησα να πλένω τουαλέτες, αλλά μετά έβγαλα τέσσερις σχολές και έφυγα για την Ελβετία. Ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα εκεί, αλλά το έβαλα πείσμα να γυρίσω με δίπλωμα και τα κατάφερα. Κάποια στιγμή, όταν γύρισα, έπιασα δουλειά στη Μεγάλη Βρετανία ως μετρ, αλλά άντεξα μόνο δεκαπέντε μέρες. Σηκώθηκα κι έφυγα γιατί μου άρεσε η θάλασσα. Έγινα καθηγητής σε πλοία εμπορικής ναυτιλίας, εκπαίδευα τους καμαρότους και για είκοσι πέντε χρόνια ήμουν στην Καραϊβική, στα μεγαλύτερα καράβια, ως μετρ. Όλη μου η ζωή είναι ένα ταξίδι.  

Τον χώρο όπου έγινε το μαγαζί τον είχα πάρει στην αρχή για αποθήκη, για τα πράγματα που έφερνα από τα ταξίδια, και στη συνέχεια ταίριαξαν μεταξύ τους και έφτιαξα ένα piano restaurant σαν αυτό που έτρωγα στο Πουέρτο Ρίκο, ένα εστιατόριο με πιάνο που μου άρεσε πολύ. Το έκανα ολόιδιο.  

Από το μαγαζί μου πέρασαν όλοι οι ηθοποιοί, οι τραγουδιστές, οι ποδοσφαιριστές της δεκαετίας του ’80. Ο Πουλόπουλος ερχόταν μέρα παρά μέρα γιατί του άρεσε να βλέπει τον χώρο, έλεγε ότι τον ξεκούραζε. Επί Παπαθεμελή μου χτύπαγαν την πόρτα για να μπουν να θαυμάσουν το μαγαζί μου. Πιανίστα είχα τον Λίνο Κόκοτο, πέρασε από δω και ο πιανίστας του Χατζιδάκι, ο Παντελής Θαλασσινός ξεκίνησε από εδώ με μια κιθάρα, πέρασαν διάφοροι τραγουδιστές.

Ερχόντουσαν όλοι για το περιβάλλον και για το φαγητό. Την εποχή που το άνοιξα δεν υπήρχε άλλο τέτοιο μαγαζί με φαγητά, έφτιαχνα μαγειρευτά φλαμπέ, έβαζα φωτιά στα πιάτα μπροστά τους και τα θαυμάζανε, δεν τα είχαν ξαναδεί ‒ εγώ τα είχα μάθει στην Ελβετία. Έκανα εξάσκηση στο καλύτερο ξενοδοχείο της Ελβετίας, το Fairmont, το 1970.

Στον Κορυδαλλό υπάρχει στ' αλήθεια το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου» Facebook Twitter
Το μαγαζί τα τελευταία δέκα χρόνια το είχα κλειστό και όπως το άφησα έτσι είναι, δεν θέλω να το χαλάσω, ούτε να το δώσω σε κανέναν. Όποιος το κληρονομήσει ας το κάνει ό,τι θέλει. Φωτ.: Νίκος Κατσαρός/LIFO

Έχω ταξιδέψει πάρα πολύ, σχεδόν όλη μου τη ζωή ήμουν σε ένα πλοίο. Ήμουν τέσσερα χρόνια στο Βασίλισσα Άννα Μαρία, μετά στο Μήδεια, τη δεκαετία του ’60 με τον Κολοκοτρώνη κουβάλαγα τους Έλληνες μετανάστες στη Γερμανία και με το Αυστραλίς τους Έλληνες που πήγαιναν στην Αυστραλία, κοπέλες που πήγαιναν να παντρευτούν είτε στην Αμερική είτε στην Αυστραλία με φωτογραφίες… Και τι δεν έχουν δει τα μάτια μου. 

Ο κόσμος το θαύμασε πολύ το μαγαζί μου και με έφτιαξε, αλλά εγώ έριξα τα μυαλά μου σε άλλη επιχείρηση. Αγόρασα κότερα να νοικιάζω στη μαρίνα Αλίμου. Τη δουλειά της εστίασης, όμως, την αγαπάω πάρα πολύ, αγαπάω τη μαγειρική, και τώρα ανοίγω ένα delivery. Και ο κόσμος με ξέρει, περνάει από δω και μου λέει «θυμάμαι που ήμουν δεκαέξι χρονών όταν ήρθα για πρώτη φορά και τώρα είμαι εξήντα». «Omiros» λένε το piano restaurant, «Όμηρος» και το ντελιβεράδικο, «Όμηρος» είναι και τα κότερά μου ‒ Όμηρος 1, Όμηρος 2 και Όμηρος 3. Θαυμάζω το όνομά μου επειδή είχα έναν μπάρμπα που τον σκότωσαν στην Κατοχή οι Γερμανοί και από αυτόν με βάφτισαν.

Έχω πολλούς φίλους στη ζωή μου, πολλούς γνωστούς, δεν έχω κάνει κακό σε κανέναν και το βράδυ κοιμάμαι με ήσυχο το κεφάλι μου. Το μόνο πρόβλημα που έχω είναι με τον εαυτό μου, γιατί δουλεύω πολύ, ποτέ δεν ησυχάζω.

Τα πλοία μου είναι καταμαράν, μεγάλα, φέτος τα πήγαμε πολύ καλά. Όταν ξεκίνησα με τα κότερα δεν ήξερα πώς δουλεύουν, για δεκαπέντε χρόνια ήμουν στον Αγούδημο αρχικαμαρότος και αργότερα διευθυντής στα πληρώματα. Κάποια στιγμή, που ήμασταν στη Ρόδο, βγήκα να κάνω τζόκινγκ και περνώντας απ’ το καρνάγιο είδα ένα μικρό σκάφος, σαν γκαρσονιέρα. Το αγόρασα και στη συνέχεια γνώρισα κόσμο που με προέτρεψε να αγοράσω κάτι μεγαλύτερο. Ε, από το μεγαλύτερο έφτασα να είμαι από το 1992 με κότερα. Έχω αλλάξει καμιά δεκαριά.

Το μαγαζί τα τελευταία δέκα χρόνια το είχα κλειστό και όπως το άφησα έτσι είναι, δεν θέλω να το χαλάσω, ούτε να το δώσω σε κανέναν. Όποιος το κληρονομήσει ας το κάνει ό,τι θέλει. Το Omiros είναι η αγάπη μου, είναι οι αναμνήσεις μου, θυμάμαι την Πίτσα Παπαδοπούλου, τον Κόλια, την Αλιμπέρτη –την πεθερά του Πάριου‒ να έρχονται στο μαγαζί, τον Χατζηχρήστο, τον Διονυσίου. Έχει περάσει πολύς κόσμος από τον Κορυδαλλό. 

Στον Κορυδαλλό υπάρχει στ' αλήθεια το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου» Facebook Twitter
Φωτ.: Νίκος Κατσαρός/LIFO

Όταν έφτιαχνα το μαγαζί ερχόταν ο κόσμος, έβλεπε τις καμάρες και ρωτούσε «τι θα το κάνεις, μοναστήρι;», κι όταν το τελείωσα τρελάθηκαν, τους άρεσε πάρα πολύ. Ήταν σαν κι αυτές που είχα δει στο Πουέρτο Ρίκο. Με καθήλωσε κι εμένα για χρόνια το μαγαζί, έκανα και την εξάσκησή μου στη μαγειρική. Μου άρεσε πάρα πολύ να μαγειρεύω, πάντα έπαιρνα τον πιο μεγάλο βαθμό στη σχολή στη μαγειρική, αλλά τώρα δεν μαγειρεύω, γιατί μεγάλωσα. Κάποτε το έκανα, το μαγαζί είχε πολύ φαγητό και ποτό μαζί με τραγούδι και γλέντι».

Μπαίνοντας, στο υπόγειο σε υποδέχεται ένα οριεντάλ σκηνικό με μπορντό μοκέτα και φλοκάτες σε εκτυφλωτικό κόκκινο και μόλις κοιτάξεις γύρω σου ζαλίζεσαι από τα αξεσουάρ. Οι τοίχοι είναι γεμάτοι από αντικείμενα που έχει φέρει από τα ταξίδια του στον κόσμο, για τα οποία μπορεί να αφηγείται για ώρες ιστορίες. Μου δείχνει το τομάρι μιας αρκούδας που πήρε στην Αλάσκα, έναν ταριχευμένο αλιγάτορα, ένα γεράκι, πράγματα από το Μεξικό και την Αργεντινή, το Μαϊάμι και την Ευρώπη. «Έχω κάνει τρεις φορές τον γύρο της Γης ολόκληρο. Τα μεγάλα καράβια πάνε σε όλο τον κόσμο, κι εγώ έκανα κρουαζιέρες στα μεγάλα καράβια» λέει. «Και είχα πολλές επιτυχίες στη ζωή μου».

«Εννοείτε ερωτικές;».

«Ναι, σαν νέος που ήμουν με ερωτευτήκανε πολλές γυναίκες, τις ερωτεύτηκα κι εγώ, ωραίες γυναίκες. Αγόρασα τον έρωτα, τα έκανα σχεδόν όλα, ήταν μια ωραία εμπειρία, ένα γλέντι. Όταν έλεγες ότι είσαι Έλληνας δεν ήταν ανάγκη να παρακαλέσεις. Θυμάμαι, όταν είχε βγει ο Ζορμπάς, νόμιζαν ότι όλοι οι Έλληνες είμαστε ζορμπάδες. Σε καζίνο στις Μπαχάμες και στην Καραϊβική πέρναγες καλά, παρόλο που δούλευες σκληρά, είχες τη διασκέδασή σου. Πήγαινα και άκουγα τον Φρανκ Σινάτρα, τον Τομ Τζόουνς… Ήταν νέο παλικάρι τότε που πήγα και είδα τον Τομ Τζόουνς στο Copacabana, φωνάρα. Όλα αυτά τα έχω κλείσει σε αναμνήσεις σε ένα στενό μιας γειτονιάς στην Κοκκινιά…»

Το Omiros Piano Restaurant είναι ανοιχτό κάθε Παρασκευή και Σάββατο βράδυ και τα απογεύματα της Κυριακής. Ξενοφώντος 21, Κορυδαλλός, 210 4953189

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέματα
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Έχουμε πάρα πολλούς μέτριους πολιτικούς, μόνο και μόνο επειδή και η οικογένειά τους ήταν στην πολιτική»

LiFO politics / Στάθης Καλύβας: «Έχουμε πάρα πολλούς μέτριους πολιτικούς»

Ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στην Οξφόρδη μιλά για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, την αναγκαιότητα για κριτική ικανότητα στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας που θα μας επιτρέψουν να αντισταθούμε στην ψηφιακή επέλαση.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Όχι άλλο Black Friday και γεμίσαμε μάγκες

Άλλο ένα podcast 3.0 / Όχι άλλο Black Friday, και γεμίσαμε μάγκες

Η Black Friday ξαναξέφυγε, οι «μάγκες» πολλαπλασιάζονται, τα παπούτσια που θες δεν υπάρχουν πουθενά, οι επισκέπτες έρχονται σπίτι με κεράσματα από τη γειτονιά σου και ένα silent restaurant καραδοκεί στη γωνία. Κι όλα αυτά τα ακούς χαλαρά με πιτζάμες στο δικό σου σπίτι.
ΘΩΜΑΣ ΖΑΜΠΡΑΣ
«Ήσυχα γουρουνάκι»: Ο Τραμπ και οι γυναίκες δημοσιογράφοι

Θέματα / «Ήσυχα γουρουνάκι»: Ο Τραμπ και οι γυναίκες δημοσιογράφοι

Αυτό το είδος σχολίου αποτελεί μέρος ενός διαχρονικού μοτίβου για τον πρόεδρο, η θητεία του οποίου έχει σημαδευτεί από επανειλημμένες προσπάθειες να προσβάλει και να εξευτελίσει γυναίκες δημοσιογράφους.
THE LIFO TEAM
Fosbloque: «Άλλαξα το όνομά μου για να μην φαίνεται ότι είμαι Αρμένισσα»

Lifo Videos / Fosbloque: «Άλλαξα το όνομά μου για να μην φαίνεται ότι είμαι Αρμένισσα»

Η Φωτεινή (Σβετλάνα), γνωστή σε όλους ως Fosbloque, δεν μιλά σαν άνθρωπος που κάνει «καριέρα στο ίντερνετ»· μιλά σαν κάποια που έφτιαξε από το μηδέν μια ζωή που χωράει την ταυτότητά της, την καταγωγή της, τις ανασφάλειες, την ασθένεια, την υψηλή πίεση του YouTube και τη δημιουργικότητα που, όπως λέει, «της έσωσε τον ψυχισμό».
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Το κλίμα της Αθήνας αλλάζει: Νύχτες χωρίς ανάσα, μέρες χωρίς ορίζοντα

H κατάσταση των πραγμάτων / Το κλίμα αλλάζει: Νύχτες χωρίς ανάσα, μέρες χωρίς ορίζοντα

Η κλιματική ταυτότητα της Aθήνας αλλάζει δραματικά και τα σημάδια είναι πλέον ορατά. Οι καλοκαιρινές νύχτες δεν προσφέρουν πια ανακούφιση, η ορατότητα έχει μειωθεί εντυπωσιακά και τα ακραία καιρικά φαινόμενα εντείνονται. Τι αποκαλύπτει το ιστορικό αρχείο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών για την πραγματική έκταση των κλιματικών αλλαγών;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Γιατί να αποκλείουμε τους ανάπηρους από τον εθελοντισμό;

Ζούμε, ρε! / Γιατί να αποκλείουμε τους ανάπηρους από τον εθελοντισμό;

Μπορούν τα ανάπηρα άτομα να είναι εθελοντές; Έχουν οι αντίστοιχες οργανώσεις τη γνώση να τα εντάξουν ισότιμα; Και γιατί η αναπηρία στην τρίτη ηλικία παραμένει τόσο αόρατη;
ΧΡΥΣΕΛΛΑ ΛΑΓΑΡΙΑ - ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΣΑΤΣΟΣ
Αλκοόλ από τα 11; Γιατί οι έφηβοι ξεκινούν να πίνουν τόσο νωρίς;

Ψυχή & Σώμα / Αλκοόλ από τα 11; Γιατί οι έφηβοι ξεκινούν να πίνουν τόσο νωρίς;

Τα παιδιά στην Ελλάδα ξεκινούν να πίνουν από τα 11 ή τα 13, ενώ ένας στους πέντε εφήβους μεθάει πάνω από τρεις φορές τον χρόνο. Τι κρύβεται πίσω από αυτήν τη νέα, ανησυχητική κανονικότητα;
ΤΖΟΥΛΗ ΑΓΟΡΑΚΗ
Επιβιώνεις χωρίς το κινητό σου; Και ΑΙ ρουφιάνοι

Άλλο ένα podcast 3.0 / Επιβιώνεις χωρίς το κινητό σου; Και ΑΙ ρουφιάνοι

Εφιαλτικό 12ωρο χωρίς κινητό, εξτρίμ αφηρημάδα, ένα οδόφραγμα που δεν είδαμε ποτέ να έρχεται, crypto που ποτέ δεν αγοράστηκε και τεχνητή νοημοσύνη που μαθαίνει τις απιστίες σου πριν από σένα. Ναι, όλα αυτά είναι στο ίδιο επεισόδιο.
ΘΩΜΑΣ ΖΑΜΠΡΑΣ
Πώς ζούμε σήμερα στην τουριστική Αθήνα του Airbnb;

Άκου την επιστήμη / Συνηθίσαμε τελικά να ζούμε σαν τουρίστες στην πόλη μας;

Τι αποκαλύπτει για εμάς η σημερινή Αθήνα; Από τα ινσταγκραμικά διαμερίσματα μέχρι την ομογενοποιημένη αισθητική που φέρνει ο παγκόσμιος τουρισμός, οι πόλεις μεταμορφώνονται ασταμάτητα. Ο επίκουρος καθηγητής του ΕΜΠ Εμμανουήλ Σταυρακάκης περιγράφει τον τρόπο που ζούμε σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Brain drain: «Γιατί τα ελληνικά μυαλά συνεχίζουν να φεύγουν από τη χώρα;»

H κατάσταση των πραγμάτων / Brain drain: Πόσοι μένουν και πόσοι φεύγουν;

Το φαινόμενο της «διαρροής εγκεφάλων» παραμένει ένα από τα πιο σύνθετα και επίμονα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Παρότι το τελευταίο διάστημα προβάλλεται έντονα το αφήγημα της «επιστροφής εγκεφάλων», τα πραγματικά δεδομένα δείχνουν μια πιο σύνθετη εικόνα.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Υπόθεση Άκη Πάνου: Από τον πατρικό έλεγχο στις φονικές σφαίρες

Αληθινά εγκλήματα / Υπόθεση Άκη Πάνου: Από τον πατρικό έλεγχο στις φονικές σφαίρες

Ο δημοσιογράφος Νίκος Τσέφλιος ερευνά και αφηγείται την τραγική ιστορία του μεγάλου μαέστρου του λαϊκού πενταγράμμου, που ένα αυγουστιάτικο μεσημέρι του 1997 έβαψε τα χέρια του με αίμα για χάρη της «μούσας» του.
ΝΙΚΟΣ ΤΣΕΦΛΙΟΣ
«Αυτό που δεν θυμάμαι με τίποτα είναι αν της είπα ότι την αγαπάω»

Lifo Videos / «Αυτό που δεν θυμάμαι με τίποτα είναι αν της είπα ότι την αγαπώ»

Η Κέλλυ Καμπάκη, μητέρα της 21χρονης Έμμας που σκοτώθηκε στο τροχαίο της Θεσσαλονίκης, αφηγείται τη στιγμή που την είδε ζωντανή για τελευταία φορά, τη νύχτα που έμαθε για το δυστύχημα και τον αγώνα της να κρατήσει ζωντανό το φως που άφησε πίσω το παιδί της.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Καραμανώφ: «Το μεγαλύτερο πλήγμα στο περιβάλλον το προκαλεί η ίδια η νομοθεσία»

H κατάσταση των πραγμάτων / Μαρία Καραμανώφ: «Το μεγαλύτερο πλήγμα στο περιβάλλον το προκαλεί η ίδια η νομοθεσία»

Η πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας και επίτιμη αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Μαρία Καραμανώφ, εξηγεί γιατί η προστασία του περιβάλλοντος έχει μεταφερθεί από την πολιτική βούληση στις δικαστικές αίθουσες και τι σημαίνει αυτό για τη δημοκρατία και την έννοια της «βιώσιμης ανάπτυξης» στην Ελλάδα.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ