Η Επιστροφή (The Revenant)

Η Επιστροφή (The Revenant) Facebook Twitter
2

Βαθιά στην αχαρτογράφητη, άγρια φύση της Αμερικής, o κυνηγός Χιου Γκλας βρίσκεται βαριά τραυματισμένος και εγκαταλελειμμένος από ένα μέλος της ομάδας του, τον προδότη Τζον Φιτζέραλντ. Με ακλόνητη θέληση ως μοναδικό όπλο απέναντι στους κινδύνους, ο Γκλας περιπλανιέται σε ένα φοβερά εχθρικό περιβάλλον, σε μια αδιάκοπη περιπέτεια αναζήτησης και επιβίωσης με στόχο του την εκδίκηση.

Αντί να περιοριστεί σε μια εντυπωσιακή ιστορία επιβίωσης και εκδίκησης, ο Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου μετατρέπει την Επιστροφή σε μια υπερβατική περιπέτεια αναγέννησης και λύτρωσης, που προκαλεί ανάταση και δεν σταματά να επιτάσσει το ενδιαφέρον, με τη δύναμη των εικόνων και την αγριάδα των χαρακτήρων – ένα πανόραμα της αμερικανικής Δύσης, χωρίς να είναι γουέστερν, και ταυτόχρονα αιχμηρό σχόλιο στον βιασμό της φύσης και των ανθρώπων, την ανηθικότητα και την αξιοπρέπεια. Βασίζεται εν μέρει στην αληθινή ιστορία του ιχνηλάτη και παγιδευτή ζώων Χιου Γκλας, ο οποίος εμπορεύεται γούνες με μια ομάδα κυνηγών στα δάση και τις πεδιάδες της αφιλόξενης και επικίνδυνης Αμερικής των αρχών του 19ου αιώνα. Ο Γκλας διχάζεται ανάμεσα στη «λευκή» καταγωγή του και στην επίδραση που δέχτηκε από την κουλτούρα των Ινδιάνων Pawnee, έχοντας παντρευτεί μια γυναίκα της φυλής, η οποία δολοφονήθηκε. Τον συνοδεύει πάντα ο γιος του και οι δυο τους μιλάνε σπάνια αγγλικά, σε μια μορφή οικογενειακής συνωμοτικότητας που τους ξεχωρίζει αυτόματα από το γκρουπ των βλοσυρών κυνηγών.

Αμέσως μετά το ξεκίνημα της ταινίας και την τεχνικά βιρουόζικη σεκάνς της επίθεσης των Ινδιάνων (όπου η κάμερα πετάγεται από πρόσωπο σε πρόσωπο, εξαπολύοντας μια άνευ προηγουμένου visual σκυταλοδρομία, κατά την οποία τα βέλη σφυρίζουν και καρφώνονται σε σάρκες, ενώ η άτακτη φυγή προκαλεί σύγχυση), αρχίζει η ύστατη δοκιμασία του Γκλας: δέχεται επίθεση από μια αρκούδα και μένει αιμόφυρτος κι ετοιμοθάνατος και, καθηλωμένος σε ένα αυτοσχέδιο φορείο, γίνεται τραγικός μάρτυρας της αναίτιας δολοφονίας του γιου του, όντας ανήμπορος να αντιδράσει, από τον προδότη της παρέας, τον σκληροτράχηλο και καχύποπτο Τζον Φιτζέραλντ, χάνοντας έτσι τον μοναδικό δεσμό με το παρελθόν του και μαζί την ελπίδα και την προοπτική του. Από κει και πέρα, παρατημένος ως περιττό φορτίο, ξεκινάει ένα νέο ταξίδι, μια οδύσσεια που ξεπερνά τα στενά όρια της ατομικής επιβίωσης και συνορεύει με τη συνειδητοποίηση, ως επανεκκίνηση, ενός μακάβριου και ποιητικού χορού ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Κουβαλώντας στην πλάτη του δύο αντιδιαμετρικά αντίθετους πολιτισμούς, τον δυτικό της υλικής αποζημίωσης (ο κλασικός frontiersman προς άγραν πόρων) και τη φιλοσοφία των πνευμάτων που διακρίνει τους ξεριζωμένους γηγενείς, περιπλανιέται σε έναν κόσμο που περιβάλλεται από ένα τοπίο που κόβει την ανάσα και απειλεί κάθε λεπτό, με τις καιρικές συνθήκες σταθερά πολικές και τη φύση να αντιστέκεται σθεναρά, περνώντας από τα στάδια του πένθους, της οργής, της εκδίκησης, του υπολογισμού και, τέλος, του δέους.

Σε αυτή την αποστολή βουβής, κυρίως, υπαρξιακής αναζήτησης, ο Ινιάριτου ταυτίζεται ιδιότυπα, αλλά όχι ανεξήγητα με τον ήρωα, στις οραματικές επισκέψεις που διαδραματίζονται στην ψυχή του και φανερώνονται στα μάτια του, στην οριακή κατάσταση της επαναφοράς του στη ζωή, στο μετέωρο βήμα ανάμεσα στο Θείο και τη Γη. Από τη μια, ο Γκλας συνδέεται περισσότερο με τη θρησκευτική διάσταση της φύσης, και αποκτά με κόπο και κίνδυνο τον σεβασμό που τόσα χρόνια αναιρούσε καταπατώντας την, αναγκαστικά. Βλέπει τη νεκρή γυναίκα του και το παιδί του σε μια γκρεμισμένη εκκλησία, ένα τέμπλο στη μέση του πουθενά, ως υπενθύμιση της χαμένης του ισορροπίας. Ως άθεος, όπως δηλώνει ο ίδιος, με χριστιανική ανατροφή, ο Μεξικανός Ινιάριτου δηλώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη, στην πραγματική τιμή και υποχρέωση ενός ανθρώπου σε αντίθεση με την άσφαιρη, κληρονομημένη διδαχή, όντας ένας οραματιστής που παλεύει, με πολυτέλεια ομολογουμένως, αλλά φαντάζομαι και προσωπικό κόστος, να εφαρμόσει τις ιδέες του σε μια άλλη χώρα. Χρησιμοποιεί το συντακτικό του Τέρενς Μάλικ (ας μην ξεχνάμε πως οι δύο σκηνοθέτες μοιράζονται τον ίδιο οπερατέρ, τον μάγο του φυσικού φωτός με την αέναη κάμερα Εμάνιουελ Λουμπέτσκι αλλά και τον διευθυντή παραγωγής Τζακ Φισκ), αλλά δεν παραδίδεται σε ασύντακτες, αυθαίρετες σκηνές, ακολουθώντας μια δεινή, προσαρμοσμένη στα μέτρα της εποχής και του θέματος, αφήγηση, με πλοκή και σασπένς, επικαλούμενος νοερά την υπερμεγέθη κλίμακα των ταινιών του Βέρνερ Χέρτσογκ, χωρίς ωστόσο κάποιον με τη μεγαλομανία ή την τρέλα των Αγκίρε και Φιτζκαράλντο.

Μετά τις τρεις πρώτες, αξέχαστες σεκάνς, τη ζαλιστική μάχη, την επίθεση με την αρκούδα και τη δολοφονία του γιου, εμπιστεύεται τον πλήρως αφοσιωμένο Λεονάρντο Ντι Κάπριο για να σηκώσει ένα αβάσταχτο βάρος, ψυχικό και σωματικό, και ο Αμερικανός παραδίδει την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του, συνδυάζοντας απόλυτα την απέλπιδα προσπάθεια, το φλερτ με τον θάνατο, την έξοδο από την παραζάλη του σκότους και την υπεράνθρωπη αποφασιστικότητα – σπάνια πλέον ένας χαρακτήρας καλείται να μιλήσει τόσο δυνατά χωρίς λόγια, και η ευκαιρία που δόθηκε στον Ντι Κάπριο με τον Γκλας είναι σπάνια και απολύτως κερδισμένη. Στον αντίποδά του, ο Τομ Χάρντι, που βρυχάται χαμηλόφωνα σαν να έχει βώλους στο στόμα, τροφοδοτεί την κίνηση προς τα μπρος του Γκλας, με την αντίστασή του προς οποιαδήποτε αξία. Κανείς από τους δύο δεν έχει τίποτε να χάσουν, αλλά η νοοτροπία τους είναι έκδηλα διαφορετική, γι' αυτό και ποτέ δεν μπερδεύονται στο μωσαϊκό τυχαιότητας και ματαιότητας που χαρακτήριζε τους καταπατητές εκείνης της περιόδου. Αλλά για να μη συγκρίνουμε δύο άνισης διάρκειας και σπουδαιότητας ρόλους, η ταινία ανήκει στον Ντι Κάπριο που καυτηριάζει πληγή με αυτοσχέδιο μπαρούτι, κοιμάται σε σχεδόν ζωντανό κουφάρι ζώου και, μεταξύ αστείου και σοβαρού, τρώει το ξύλο της αρκούδας!

Παρόμοιας θεματικής με τον Τζερεμία Τζόνσον, ο Αλύγιστος του Σίντνεϊ Πόλακ και περισσότερο με το Man in the Wilderness του Ρίτσαρντ Σαράφιαν, αλλά άλλης αισθητικής, η Επιστροφή είναι ένα πανάκριβο, ενήλικο έπος που πραγματεύεται από άλλη αφετηρία την κατάκτηση της Δύσης, μακριά από ηρωισμούς, λογύδρια, μελοδραματικά ξεσπάσματα, ερωτικές παρεμβολές και συμφωνικές μουσικές – το σκορ του Ριούτσι Σακαμότο, που ενανέρχεται έπειτα από πολύ καιρό, φέρνει στον νου κάποιες διακοπτόμενες μουσικές φράσεις από το Τσάι στη Σαχάρα. Τη τελευταία φορά που είδαμε έναν ήρωα να χάνεται στη φύση για να διεκδικήσει το δικαίωμα στην ελευθερία του ήταν στο Into the Wild του Σον Πεν, όπου ο Εμίλ Χερς, ως αγνός libertarian, αντέτασσε τον ατομισμό του στον συστημικό κομφορμισμό, πολλά χρόνια μετά την ασύδοτα άνομη πρώιμη Αμερική των καθόλου ιδεαλιστών πιονιέρων. Οι εικόνες του Πεν εστιάζονταν στην επιβίωση και το κρυφτό ενός προηγμένου ανένταχτου, ενώ ο Ινιάριτου επιχειρεί το αντίθετο, τη μετάβαση του ανθρώπινου αγριμιού στον συλλογικό πολιτισμό. Κι όμως, παρά τον πεισματάρικο ρεαλισμό, την αταλάντευτη τραχύτητα, το όνειρο ενός καλύτερου κόσμου παραμένει ζωντανό. Μόνο, ωστόσο, με θυσία, καθώς ξεκινάει με σφαγή ζώων και τελειώνει με ανθρώπινο αίμα.

Σκηνοθεσία: Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου

Πρωταγωνιστούν: Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Τομ Χάρντι, Ντόναλ Γκλίσον, Ουίλ Πούλτερ, Λούκας Χάας, Πολ Άντερσον

Βαθμολογία: 4,5/5

2

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ghostwatch»: H ταινία τρόμου που προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό

Οθόνες / «Ghostwatch»: Γιατί αυτή η ταινία τρόμου προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό το 1992;

H κυκλοφορία του «Late Night with the Devil» στους κινηματογράφους ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μια πρωτοποριακή και πέρα για πέρα ανατριχιαστική δημιουργία του BBC, που προκάλεσε πανικό και ακραίες αντιδράσεις στη Βρετανία το 1992, οδηγώντας έναν νεαρό τηλεθεατή στην αυτοκτονία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Οθόνες / Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Ο διάσημος Ελληνογάλλος σκηνογράφος του Χόλιγουντ μιλά στη LiFO για την τέχνη του, για το «Independence Day», το «Dark City», το «Poor Things» και την «Barbie», και για τότε που ο Φίντσερ του ζήτησε να του σχεδιάσει έναν δονητή.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Back to Black»: Aξίζει η κινηματογραφική βιογραφία της Έιμι Γουάινχαουζ

The Review / «Back to Black»: Είναι η ταινία για την Έιμι Γουάινχαουζ αντάξια του μύθου της;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Άκης Καπράνος είδαν την ταινία της Σαμ Τέιλορ-Τζόνσον μέχρι τέλους, επιβίωσαν και βρέθηκαν στο στούντιο της LiFO για να συζητήσουν για την εμπειρία τους και για τα στοιχεία που κάνουν καλή μια κινηματογραφική μουσική βιογραφία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

σχόλια

2 σχόλια
Ένα μόλις χρόνο μετά την επιτυχία του birdman,ο ταλαντούχος μεξικανός Ινιάριτου επιστρέφει δυναμικά για να επαναλάβει τον καλλιτεχνικό του θρίαμβο από την ανάποδη:η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα των (κυριολεκτικά και μεταφορικά)θεατρικών παρασκηνίων δίνει την θέση της στο ανοιχτό και αφιλόξενο περιβάλλον της αχανούς φύσης της βόρειας Αμερικής.Το The Revenant είναι μία δραματική περιπέτεια ωμής επιβίωσης με εμβάθυνση στους χαρακτήρες και οικολογικές και ιστορικές προεκτάσεις,η οποία εντυπωσιάζει με τον ρεαλισμό της και την δύναμη των εικόνων της,δίχως να προσφέρει κάτι το δραματουργικά καινούργιο στις παρόμοιες ιστορίες που έχουμε μάθει να απολαμβάνουμε από την έβδομη τέχνη.Η διαφορά,λοιπόν,της ταινίας από τις υπόλοιπες(και δεν είναι και λίγες)ταινίες του είδους,έγκειται εδώ ακριβώς:στον τρόπο παρουσίασης του θέματος,όπου ο Ινιάριτου αποδεικνύεται έξοχος storyteller,άξιος να εισέλθει στο πάνθεον των σπουδαίων,εάν συνεχίσει το ίδιο αποφασιστικά(κακά τα ψέμματα,δύο πολύ καλές ταινίες δεν είναι αρκετές για τον τίτλο του auteur).Πως,λοιπόν,επιλέγει να μας πει την ιστορία του Glass ο σκηνοθέτης;Αρχικά,προτιμά μία αφήγηση στρωτή,απλή και ως επί το πλείστον χρονικά γραμμική,με κάποια εξαιρετικά flashback.Η όλη μαγεία της θέασης,όμως,της ταινίας είναι τα θεσπέσια travelling,που,βλέποντάς τα,καταλαβαίνεις για ποιό λόγο ονομάστηκαν έτσι:η κάμερα κυριολεκτικά ταξιδεύει σ' όλο τον περιβάλλοντα τον κεντρικό ήρωα χώρο με σπάνια cut,όπου δεν γινόταν αλλιώς,φτάνοντας στο σημείο να σε ζαλίζει η παρακολούθηση του έργου,αποτυπώνοντας κατ' αυτόν τον μοναδικό τρόπο την αίσθηση της περιπέτειας και της μοναξιάς που βιώνει ο πρωταγωνιστής,αλλά και την περικύκλωσή του από παντοειδείς εχθρούς.Ο Ινιάριτου αποθεώνει το μεγαλείο,αλλά και την απειλή της φύσης με γενναιόδωρα γενικά πλάνα,ενώ ισόποσα εκθειάζει και τον Άνθρωπο με (πολύ)κοντινά πλάνα,όπου όλη η αγωνία και ο πόνος που ταλανίζουν τον (πραγματικά)ήρωα,μεταδίδονται αναγκαστικά και σε μας.Μάλιστα,το πέρασμα από το γενικό κάδρο στο κοντινό δεν γίνεται με cut,αλλά με,ενίοτε βίαιες,ενίοτε απαλές,πανοραμικές κινήσεις της κάμερας,ώστε ν' αντιληφθούμε πως αυτά που συμβαίνουν στα πέριξ,έχουν άμεσο αντίκτυπο ("επιστρέφουν")στην ζωή και ψυχή του ανθρώπου στον οποίο εστιάζει τελικά ο φακός και το αντίστροφο.'Οποτε δε χρειαστεί,ο εικονολήπτης πέφτει στο έδαφος και οι θεατές γινόμαστε ένα με το χώμα,για να νοιώσουμε στο πετσί μας κι εμείς όπως ο DiCaprio,όταν τον θάβουν ζωντανό και σέρνεται έξω από τον τάφο του,φέρνοντας στην μνήμη τον πρωτεργάτη του κόλπου,Orson Welles. Αλλά,ο τελευταίος δεν είναι ο μόνος στον οποίο χρωστά χάρη ο μεξικανός:όλη η αισθητική και τεχνοτροπία του revenant είναι tribute στην φιλοσοφία και πρακτική εικονοποίησης του Τέρενς Μάλικ.Ο Ινιάριτου αποδεικνύεται ιδανικός μαθητής ενός πραγματικού auteur,αντλώντας έμπνευση από σχεδόν όλα όσα χαρακτηρίζουν το σινεμά του αμερικανού:υπαρξιακή φιλοσοφία,βαθυστόχαστες αναζητήσεις για την κοινωνία,τη βία και τη ζωή,λατρεία και δέος για την φύση και το σύμπαν,ως προς την ψυχή,το είναι μίας ταινίας,ταχύτατα,ζαλιστικά travelling,μεθυστικές εικόνες και οργιαστικές κινήσεις της κάμερας που ορμάνε στα πρόσωπα,σε συνδυασμό με επική,υποβλητική μουσική,ως προς το φαίνεσθαι.Είναι στιγμές που ένοιωθα πως έβλεπα τα the new world και thin red line,τέτοια ομοιότητα σε ουσία και τεχνική!Αξίζει να αναφέρουμε και τους έξυπνους συμβολισμούς του έργου:revenant σημαίνει,σύμφωνα με την wikipedia,ένα ορατό φάντασμα που επιστρέφει από τον κόσμο των νεκρών για να τρομοκρατήσει τους ζωντανούς.Όταν,λοιπόν,ο DiCaprio σύρεται έξω από το τάφο και βρίσκεται πάνω από το πτώμα του γιού του,εκπνέει,με τον αχνό του να γίνεται σύννεφο που ταξιδεύει προς το βάθος ενός φωτισμένου ουρανού(υποδηλώνοντας έναν πιθανό θάνατο)και στο επόμενο πλάνο, ο αχνός γίνεται ο καπνός της πίπας που καπνίζει ο δολοφόνος,για τον οποίο θα επιστρέψει(;) ο πρώτος από τον τάφο με σκοπό να εκδικηθεί.Επίσης,στην αρχή της ταινίας,όταν κυνηγάνε το ζώο-θήραμά τους,ακούγεται το κελάρυσμα του νερού από το ποτάμι,τον ίδιο ήχο που ακούμε,ως μουσική υπόκρουση αυτήν την φορά,στο τέλος της ταινίας,όταν ξεκινούν να κυνηγάνε τον Hardy,τον άνθρωπο-θήραμα.Τέλος,λίγα λόγια για την υποδοχή του φιλμ από την καλλιτεχική κοινότητα:δεν υπάρχει αμφιβολία πως είναι μία πανάξια οσκαρική ταινία,που αξίζει και τα τρία όσκαρ που κέρδισε,αλλά ειδική μνεία πρέπει να γίνει για την νίκη του Emmanuel Lubezki,του διευθυντή φωτογραφίας,για την ανυπέρβλητη δουλειά που έκανε με τον φυσικό φωτισμό του έργου,μία νίκη που επισκιάστηκε απ' αυτήν του DiCaprio και του σκηνοθέτη και πέρασε σε δεύτερη μοίρα,ενώ όχι μόνο είναι ισάξια αλλά και,στα σημεία,ανώτερη από τους δύο τελευταίους.