Ανοχύρωτη πόλη

Ανοχύρωτη πόλη Facebook Twitter
0

Οι πόλεμοι -όταν μάλιστα φέρουν στο κούτελο και την εφιαλτική επιγραφή «Παγκόσμιοι»- δεν αποτελούν μόνο τερατώδεις κινητοποιήσεις πληθυσμών, στρατευμάτων, μοντέρνων όπλων, επιτελείων και πάσης φύσεως υλικών αλλά και καταστροφών και καταστρατηγήσεων των πιο απόλεμων υπάρξεων και στοιχείων· για παράδειγμα, τι φταίνε τα νήπια και γιατί να χάνονται; Τι φταίνε τα υποζύγια και τα δάση; Οι λίμνες και τα ποτάμια; Οι βιασθείσες γυναίκες; Έχοντας μιλήσει στο προηγούμενο σημείωμα για το βιβλίο του Βεράχεν, ο συνειρμός μάς οδήγησε στα δύο βιβλία του Άντονι Μπίβορ (Βερολίνο και Στάλινγκραντ, αμφότερα στις εκδόσεις Γκοβόστη) που προσφέρουν στον αναγνώστη μια σφαιρική άποψη τόσο για τη ρωσική εκστρατεία όσο και για τη γερμανική άμυνα. Χώρες εν πολέμω και οι δύο, προ- κάλεσαν ή υπέστησαν τον θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων που, σημειωτέον, δεν χάθηκαν (μόνο) σε μάχες. Ενώ η ναζιστική Γερμανία κατέρρεε, κυκλοφορούσε το γνωστό βερολινέζικο σχόλιο: η μόνη υπόσχεση που κράτησε ο Χίτλερ είναι αυτή που είχε δώσει πριν ανέλθει στην εξουσία: «Δώστε μου δέκα χρόνια και η Γερμανία θα γίνει αγνώριστη!». Δύο μόνο ζητήματα -κυρίως επειδή δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστά- προτιμήσαμε να θίξουμε σχετικά με το «αγνώριστο» Βερολίνο: την τύχη των Ρώσων στρατιωτών που πάτησαν τη γερμανική πρωτεύουσα κι επίσης το δράμα των Βερολινέζων Γερμανίδων που «υποδέχτηκαν» τους Ρώσους.

Καθώς το ρωσικό στράτευμα μπήκε στο Βερολίνο, οι απορίες των στρατιωτών ήταν εύλογες: τι έπραξαν κατά τη διάρκεια του πολέμου οι Γερμανοί κομμουνιστές; Γιατί δεν ήταν μέλη της αντίστασης; Γιατί η γερμανική εργατική τάξη δεν πολέμησε τον Χίτλερ; Αλλά η πιο σκληρή απορία τους είχε να κάνει με κάτι διαφορετικό. Μπαίνοντας σε εγκαταλελειμμένα χωριά, οι Ρώσοι φαντάροι γίνονταν έξαλλοι διαπιστώνοντας ότι το επίπεδο ζωής των αγροτών δεν μπορούσε να συγκριθεί με το δικό τους· αγανακτούσαν στη σκέψη ότι οι Γερμανοί εισβολείς, που ζούσαν τόσο καλά, είχαν εκστρατεύσει στην ΕΣΣΔ για να τη λεηλατήσουν και να την καταστρέψουν. Ο Αγκρανένκο σημείωνε στο ημερολόγιό του: «Πώς να τους φερθεί κανείς, σύντροφε λοχαγέ; Ήταν εύποροι, έτρωγαν καλά, είχαν ζώα, κήπους με λαχανικά και μηλιές. Και εισέβαλαν στη χώρα μας. Πήγαν μέχρι το σπίτι μου, στο Βορονέζ. Γι’ αυτό, σύντροφε λοχαγέ, πρέπει να τους στραγγαλίσουμε… Λυπάμαι μόνο τα παιδιά, παρότι είναι παιδιά των Φρίτσιδων».

Αυτά τα έλεγαν οι φτωχοί φαντάροι. Άλλα, όμως, έλεγαν οι σοβιετικοί πολιτικοί καθοδηγητές που, αντικρίζοντας τα γερμανικά κελάρια, «αηδίασαν με την αφθονία»… Τα περισσότερα σπίτια είχαν ραδιόφωνο, φυσικότατα λοιπόν οι Ρώσοι φαντάροι ένιωθαν κατάπληξη και φθόνο αναμεμειγμένο με θαυμασμό, βλέποντας τ’ αγροκτήματα της Ανατολικής Πρωσίας, αίσθημα που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η ΕΣΣΔ δεν ήταν «ο παράδεισος των εργατών και των αγροτών». Η υπηρεσία λογοκρισίας των επιστολών που έστελναν οι φαντάροι στα σπίτια τους ανακάλυψε πανικόβλητη ότι εγκωμίαζαν τη ζωή των αντιπάλων τους και μάλιστα παρέθεταν«αντισοβιετικά αποσπάσματα από ομιλίες του Χίτλερ». Μάλιστα, οι Σοβιετικοί καθοδηγητές κατέστρεφαν τον πλούτο των μεσοαστικών σπιτιών, επειδή οι φαντάροι πίστευαν ότι ανήκουν σε Γερμανούς βαρόνους. …

Το ζήτημα των στρατιωτών που είχαν περάσει τα σοβιετικά σύνορα και είδαν τον γερμανικό κόσμο να ζει ευημερώντας για τη σταλινική νοοτροπία ισοδυναμούσε με προδοσία. Πώς θα εντασσόταν και πάλι ο ανυποψίαστος φαντάρος στη σοβιετική κοινωνία, όταν η προπαγάνδα περί «σοβιετικής πατρίδας» είχε γελοιοποιηθεί; Κάτι ανάλογο είχε συμβεί στη ναπολεόντεια περίοδο, όταν οι Ρώσοι εισέβαλαν στη Γαλλία το 1814 κι εκόντες άκοντες συνέκριναν τη γαλλική ζωή με τις δικές τους συνθήκες διαβίωσης. Σοβούσε, με άλλα λόγια, ένα μέγα πολιτικό ζήτημα που διαρκώς έρρεπε προς έναν ύπουλο αντι-σοβιετισμό, ο οποίος δυσφημούσε τη σοβιετική κυβέρνηση. Συνεπώς, δεν εκπλήσσει κανέναν η πληροφορία ότι τη χρονιά της νίκης 135.056 στρατιώτες και αξιωματικοί καταδικάστηκαν σε στρατοδικεία για «αντεπαναστατικά εγκλήματα». Η κυβέρνηση λάβαινε τα μέτρα της. Ειδικά για τους πρώην αιχμαλώτους πολέμου, ο Στάλιν εξέδωσε διαταγή για την οργάνωση στρατοπέδων όπου θα κρατούνταν Σοβιετικοί πολίτες, οι οποίοι είχαν συλληφθεί ως όμηροι. Διόλου παράδοξο ότι 11 στρατηγοί που είχαν αιχμαλωτιστεί από τη Βέρμαχτ καταδικάστηκαν σε θάνατο.

Οι αριθμοί είναι συνταρακτικοί. Στην ΕΣΣΔ είχαν επιστρέψει 5.500.000 άνθρωποι, απ’ τους οποίους 1.833.567 ήταν αιχμάλωτοι πολέμου· 339.000 χιλιάδες από αυτούς, λοιπόν, εστάλησαν στα γκούλαγκ ως πιθανοί «εχθροί του κράτους». Μιλούν ακόμη για αθρόες εκτελέσεις Ρώσων στρατιωτών με το που πάτησαν το πόδι τους στην πατρίδα - απλά και μόνο επειδή είχαν δει με τα ίδια τους τα μάτια τον καπιταλιστικό κόσμο.


Μια άλλη πτυχή της σοβιετικής κατοχής του Βερολίνου ήταν η πρωτοφανής μεταχείριση των Γερμανίδων. Μολονότι αναφέρονται περιπτώσεις φαντάρων που τιμωρήθηκαν επειδή επέδειξαν «αστικό ανθρωπισμό» έναντι των αμάχων, η συντριπτική πλειονότητά τους παραδόθηκε στην ωμότητα των βιασμών. Οι ηλικίες δεν υπολογίζονταν· από κοριτσάκια 12 ετών ίσαμε γραίες γυναίκες ογδόντα ετών, η μεταχείριση ήταν απλή: βιασμοί ομαδόν, εξευτελισμοί και σεξουαλικά μαρτύρια που συχνά τελούνταν ενώπιον παιδιών. Ο επικεφαλής της Κομσομόλ δεν δίστασε να πει ότι «δύο εκατομμύρια παιδιά μας γεννήθηκαν στη Γερμανία». Επρόκειτο για ένα σεξουαλικό όργιο που αποσιωπήθηκε από τους Ρώσους ιστορικούς, όπως άλλωστε και οι βιασμοί Ουκρανών, Λευκορωσίδων και Ρωσίδων που είχαν απελευθερωθεί απ’ τα γερμανικά στρατόπεδα εργασίας. Ο Στάλιν, βέβαια, είχε επιτρέψει στους αξιωματικούς να έχουν μια «γυναίκα εκστρατείας», πλην όμως οι εξευτελισμοί των Γερμανίδων ήταν άλλου ποιού, καθώς και οι συχνές αυτοκτονίες τους.

«Η άφιξη του εχθρού στις πύλες της πόλης οδήγησε σ’ ένα είδος παράπλευρου αποτελέσματος του φυσικού νόμου που συνδέει τον θάνατο με τη σεξουαλική ωμότητα κι έκανε τους νεαρούς στρατιώτες να θέλουν απεγνωσμένα να χάσουν την παρθενιά τους. Οι κοπέλες, γνωρίζοντας πολύ καλά τον κίνδυνο του βιασμού, προτιμούσαν να δοθούν πρώτα σε κάποιον Γερμανό παρά σε κάποιον μεθυσμένο και ίσως βίαιο Σοβιετικό στρατιώτη. Τέλη Απριλίου επικρατούσε ένα αληθινό “αίσθημα αποσύνθεσης” με πολύ πιοτό και αδιάκριτο ζευγάρωμα στις αίθουσες του Ραδιοφωνικού Σταθμού. Η αφροδίσια επίδραση του θανάσιμου κινδύνου είναι σύνηθες φαινόμενο στην Ιστορία».

Συνάμα, είχε επέλθει και μια ριζική μεταλλαγή στο θυμικό των Γερμανίδων, που άρχισαν να νιώθουν οίκτο για τους πρώην ναζί -τους ισχυρούς άνδρες-, καθώς ο μύθος τους είχε καταρρεύσει. Μια Γερμανίδα έγραφε στο ημερολόγιό της: «Παρατηρώ ότι τα συναισθήματα όλων σχεδόν των γυναικών έχουν αλλάξει απέναντι στους άνδρες. Τους λυπόμαστε, φαίνονται δυστυχισμένοι και ανίσχυροι. Είναι το ασθενές φύλο. Ένα είδος συλλογικής απογοήτευσης μεταξύ των γυναικών μοιάζει να μεγαλώνει κάτω απ’ την επιφάνεια. Ο ανδροκρατούμενος ναζιστικός κόσμος έχει καταρρεύσει…». Εντούτοις, το ναζιστικό καθεστώς δεν επέτρεψε να κηλιδωθούν οι γυναίκες απ’ τον πόλεμο, γι’ αυτό υποστήριζε ότι αγωνίζονται στο πλευρό των ανδρών.

Στην περίπτωση ενός συλλογικού βιασμού, όπου η μια αδελφή υπέστη τα πάνδεινα και η άλλη σώθηκε από τύχη, η εχθρότητα της παθούσας ήταν τόσο μεγάλη, ώστε οι δύο αδελφές δεν ξαναμίλησαν μεταξύ τους. Η αιτία; «Γιατί να το πάθω εγώ και όχι εσύ;».

Χωρίς καμιά υπερβολή, αυτό το αφροδίσιο μαρτυρολόγιο, όπου το ρωσικό αίμα έσμιγε με το γερμανικό, θα οδηγούσε σε μια γενιά παιδιών που θ’ αποτελούσαν νέο λαό. Ο Μπόρμαν, μέσω των γκαουλάιτερ, γνωρίζοντας ήδη ότι οι γιατροί πραγματοποιούσαν αμβλώσεις σε πολλά θύματα βιασμού, αποφάσισε να παρέμβει, εκδίδοντας μιαν οδηγία «άκρως απόρρητη». Κάθε γυναίκα που ζητούσε άμβλωση όφειλε πρώτα ν’ ανακριθεί από έναν αξιωματικό, ώστε να διαπιστωθεί αν είχε όντως βιαστεί από στρατιώτη του Κόκκινου Στρατού, όπως ισχυριζόταν. Τότε μόνο επιτρεπόταν η άμβλωση. Περιττό ν’ αναφέρουμε πόσοι γάμοι διαλύθηκαν, όταν κάποιοι Γερμανοί στρατιώτες επέστρεψαν στα σπίτια τους. Οι Γερμανοί, γράφει ο Μπίβορ, είχαν σοκαριστεί από την έλλειψη πειθαρχίας του Κόκκινου Στρατού και την αδυναμία των αξιωματικών να ελέγξουν τους άνδρες τους, με εξαίρεση τις ακραίες περιπτώσεις, που τους πυροβολούσαν επιτόπου. Οι γυναίκες, πάντως, αντιμετωπίζονταν με απόλυτη αδιαφορία και σαρκασμό, όταν παραπονούνταν για τους βιασμούς. «Αυτό; Ε, σίγουρα δεν σας έκανε κακό! Άλλωστε, οι άνδρες μας είναι όλοι υγιείς!». Ούτε αυτό ίσχυε βέβαια, διότι τα διάφορα νοσήματα χάλαγαν κόσμο… Άνδρες εν πολέμω!

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η πρώτη αγάπη: Ένας τόπος όπου ζεις πραγματικά

Βιβλίο / Αρρώστια είναι ν’ αγαπάς, αρρώστια που σε λιώνει*

«Ανοίξτε, ουρανοί»: Το queer μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σον Χιούιτ αποτελεί το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην πεζογραφία, προσφέροντας μια πιστή, ποιητική και βαθιά συγκινητική απεικόνιση του πρώτου έρωτα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Βιβλίο / Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Το πρώτο βιβλίο του Αυστραλού συγγραφέα Ντόμινικ Αμερένα, με τίτλο «Τα θέλω όλα», που πήρε διθυραμβικές κριτικές, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Βασικό του θέμα είναι πόσο μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι κάποιος άλλος για να καταφέρεις τους στόχους σου.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

Βιβλίο / Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

«Ένας δρόμος που μοιάζει με κοίτη ποταμού και παρασύρει τους πάντες χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Οδός Πανεπιστημίου (19ος-20ός αιώνας) - Ιστορία και ιστορίες», Θανάσης Γιοχάλας και Ζωή Βαΐου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Βιβλίο / Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Ο σπουδαίος σκηνογράφος συγκέντρωσε την πολύτιμη σαραντάχρονη εμπειρία του σε ένα δίτομο λεξικό για τη σκηνογραφία, αναδεικνύοντάς την ως αυτόνομη τέχνη και καταγράφοντας την εξέλιξή της στο ελληνικό θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μ. Αναγνωστάκης «Η χαμηλή φωνή»

Το πίσω ράφι / Μανόλης Αναγνωστάκης: «Τι μένει λοιπόν από τον ποιητή, αν μένει τίποτα;»

Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη της δημοσίευση, η προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Χαμηλή Φωνή» παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, υπενθυμίζοντας τους θεωρούμενους ήσσονες ποιητές μας, όσους έμειναν έξω από κάθε μορφής υψηλή ποίηση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες…

Βιβλίο / Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες

Προδημοσίευση από τα «Αδημοσίευτα», το νέο βιβλίο του Νίκου Χασαπόπουλου, όπου ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης αποκαλύπτει ιστορίες και παρασκήνια που διαμόρφωσαν την πολιτική ζωή της χώρας.
THE LIFO TEAM
Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Βιβλίο / Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Ένας από τους ελάχιστους διανοούμενους στη χώρα, που υπήρξε προνομιακός συνομιλητής του Παπαγιώργη και του Λορεντζάτου. Το τελευταίο του βιβλίο «Το πνεύμα και το τέρας» συνιστά μια ανανέωση του δοκιμιακού λόγου στην Ελλάδα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Βιβλίο / «Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Το πρωτότυπο science fiction μυθιστόρημα «Οι υπάλληλοι» της Δανής Όλγκα Ράουν κερδίζει υποψηφιότητα για Booker, προβλέποντας εικόνες από τη ζωή αλλόκοτων υπαλλήλων στο μέλλον, βγαλμένες από το πιο ζοφερό παρόν.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει – και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Βιβλίο / Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας μιλά στη LiFO με αφορμή το βιβλίο του «Πέρα από τη συναίνεση» για μερικά από τα πιο δύσκολα ζητήματα της εποχής: τη βία μέσα στη φαντασίωση, τον νέο πουριτανισμό, τα όρια της επιθυμίας και την εύθραυστη, συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνδρας σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Lgbtqi+ / Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο «Τρανσφοβία» που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, η τρανσφεμινίστρια Μοντ Ρουαγιέ επιχειρεί να καταγράψει τη νέα πραγματικότητα για την τρανς συνθήκη και τα τρανς δικαιώματα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
H παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πύλες της

Αποκλειστικές φωτογραφίες / Η παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πόρτες της

Η LiFO μπήκε στο ιστορικό Βαλλιάνειο Μέγαρο το οποίο, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης, θα υποδεχθεί ξανά το κοινό στις αρχές του 2026.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ