Η «Περιφρόνηση» ξανά στα θερινά σινεμά Facebook Twitter

Η «Περιφρόνηση» ξανά στα θερινά σινεμά

0

Στην Περιφρόνηση (Il Disprezzo), που εξέδωσε το 1954, ο Αλμπέρτο Μοράβια ανακαλεί την αληθινή επίσκεψή του ως δημοσιογράφου στα στούντιο της Τσινετσιτά, όπου γυριζόταν η υπερπαραγωγή της Οδύσσειας με τον Κερκ Ντάγκλας, τον Άντονι Κουίν και τη Σιλβάνα Μάνγκανο. Ο Ιταλός συγγραφέας δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου για τους μηχανισμούς της κινηματογράφησης ή την ιστορία του σινεμά.

Μεταφέροντας στην οθόνη αυτό το μάλλον συμβατικό μυθιστόρημα, ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ περιβάλλει τις σχέσεις του παραγωγού, του σκηνοθέτη, του σεναριογράφου και της συζύγου του, και ως έναν βαθμό τη διαλεκτική του έργου με το επικό ποίημα του Ομήρου, με τη δική του εκδοχή της ιστορίας του κινηματογράφου, δημιουργώντας μια συνεχή μετάβαση από το παρελθόν στο παρόν: ο μοντερνισμός του, μέσα από ασταμάτητες αναφορές και παρεμβατικά ευφυολογήματα και παραβολές, ενώνει ελεγειακά την αγάπη του για το καταρρέον Χόλιγουντ των '50s με το ριζοσπαστικό στυλ που λάνσαρε το 1960 με το Με κομμένη την ανάσα, διακόπτει την αφήγηση και τον προβιβάζει στην κορυφή της σινεφιλίας, στον θρόνο του βασιλιά των κινηματογραφικών παραθέσεων (movie quotations).


Ως κριτικός, ο Γκοντάρ ενδιαφέρθηκε για τις λεπτομέρειες και τη μεγάλη εικόνα, τα μικρά αριστουργήματα και τις τεράστιες αποτυχίες. Διατύπωσε τη φιλοσοφία του, σχολιάζοντάς τα σαν συστηματικός διαρρήκτης που αποκρυπτογράφησε τη γλώσσα και την τεχνική του σινεμά, αλλάζοντάς του τα φώτα, με την πολύ καλή έννοια. Στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο ξεκίνησε να γυρίζει από κει που σταμάτησε να παρατηρεί – η Τζιν Σίμπεργκ θα μπορούσε να είναι η Σεσίλ δύο χρόνια μετά το Καλημέρα Θλίψη, ενώ ο Μπελμοντό στριφογυρίζει την ιδέα του μετενσαρκωμένου, μεταμοντέρνου Γάλλου Μπόγκαρτ.

Αντίστοιχα, στην Περιφρόνηση ο Μισέλ Πικολί φορά το καπέλο του αλά Ντιν Μάρτιν στο Στίγμα του κολασμένου (Some came running), που ο Γκοντάρ είχε δει το 1958, όταν πρωτοπροβλήθηκε. Η δε Μπριζίτ Μπαρντό έμοιαζε να έχει ολοκληρώσει την πρώτη φάση της καριέρας της, όταν πήδησε στο κενό, θολωμένη και λυτρωμένη μετά το μοιραίο φλας των παπαράτσι στην Ιδιωτική Ζωή του Λουί Μαλ, και ο Γκοντάρ την ανασταίνει, προσωρινά τουλάχιστον. Η επιλογή της δεν ήταν δεδομένη.

Η «Περιφρόνηση» ξανά στα θερινά σινεμά Facebook Twitter
Η Μπαρντό ήταν μια εμπορική λύση και ο Γκοντάρ δεν την άφησε ανεκμετάλλευτη.

Αντίθετα από τη δωρική ψυχρότητα της Βίτι, την προβαρισμένη ηδυπάθεια της Νόβακ ή την προφανή, επιθετική σεξουαλικότητα της Λόρεν, η φυσικότητα της Μπαρντό (αυτή η πρωτοφανής αμεσότητα με το σώμα της) εκδηλώνεται δραματικά και αθόρυβα, στον χρόνο που της προσφέρει το σενάριο.


Ο Ελβετός σκηνοθέτης έβλεπε τον Φρανκ Σινάτρα με την Κιμ Νόβακ, ζευγαρώνοντας έμμεσα δύο από τα είδωλά του, τον Πρέμιντζερ και τον Χίτσκοκ. Ο παραγωγός Κάρλο Πόντι του πρότεινε τον Μαστρογιάνι με τη Λόρεν, αλλά ο Γκοντάρ τους απέρριψε χωρίς δεύτερη σκέψη, ενδεχομένως γιατί στο μυαλό του ο επινοητικός δανεισμός δεν έχει καμία σχέση με την ανία της επανάληψης.

Διακρίνοντας τον αέρα αποξένωσης που θα κόντραρε το φωτεινό σκηνικό του, ο Γκοντάρ βολιδοσκόπησε τη Μόνικα Βίτι. Θα είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον να δούμε πώς θα μετέφραζε την ασπρόμαυρη μελαγχολία της σε μια διαφορετική περιπέτεια, προσθέτοντας την ειρωνεία που ουδέποτε επέδειξε στην τριλογία του Αντονιόνι, αλλά εκείνη απέστρεφε αδιάφορα το βλέμμα στη συνάντησή τους και η συνεργασία δεν συνέβη ποτέ.

Η Μπαρντό ήταν μια εμπορική λύση και ο Γκοντάρ δεν την άφησε ανεκμετάλλευτη. Στην αυθεντική Οδύσσεια ο κρυφός, πολύ προσωπικός λόγος που ο ήρωας εγκαταλείπει την πατρίδα του είναι η αδιαφορία στη συζυγική κλίνη. Η Καμίγ της Μπαρντό ενσαρκώνει μια σύγχρονη Πηνελόπη απέναντι στον Πολ Ζαβάλ του Πικολί, ο οποίος δελεάζεται από τα χρήματα και αμέσως την πασάρει στον ανάγωγο, δεσποτικό παραγωγό της ταινίας, τον Πρόκος (ο απολαυστικά χυδαίος Τζακ Πάλανς), όταν εκείνος ζητά, σχεδόν απαιτεί, να τη φιλοξενήσει στο διθέσιο σπορ αμάξι του.

Ο Πολ ακολουθεί με ταξί και εμφανίζεται στη βίλα μισή ώρα αργότερα, ισχυριζόμενος πως είχε ατύχημα στον δρόμο. Την εκχωρεί ή την τεστάρει, παίζοντας ένα κλασικό γκονταρικό παιχνίδι μυαλού; Ο υποψήφιος μνηστήρας δεν αρκεί. Ο Οδυσσέας/Πολ, που δεν είναι αρκετά αξιότιμος για να τον σκοτώσει, δεν επιστρέφει στην εστία, γιατί δεν είναι ικανός να κερδίσει την αγάπη μιας γυναίκας που πληγώνεται από τη χαμηλή του αυτοεκτίμηση και τους απερίσκεπτους χειρισμούς του. Η μεγάλη σκηνή διαλόγου ανάμεσα στο ζευγάρι, στο διαμέρισμα, αποκαλύπτει τη σχέση και τις προθέσεις τους σε μια ανθολογία σπιτικής οικειότητας και περιφραστικής, σημειολογικής ειλικρίνειας.

Για πρώτη φορά η Μπαρντό βγάζει τον μανδύα της Μπεμπέ και δείχνει αισθήματα και μια πλευρά του χιούμορ που έκρυβε επιμελώς κάτω από το γυμνό σώμα της πρώτης δεκαετίας της εργογραφίας της. Ο θεωρητικός Κριστιάν Μετζ έγραφε πως το είδωλο της γυναίκας στον κινηματογράφο δεν είναι ποτέ η αναπαραγωγή του πραγματικού αλλά ανήκει στον χώρο του φαντασιακού σημαίνοντος.

Με δεδομένο το πολλαπλό αντίκρισμα της Μπαρντό, ο Γκοντάρ πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα από την αυτοβιογραφική μαρτυρία της ιδιωτικής παρενόχλησης στο Vies Privées και της δίνει όχι μια παραλλαγή της σταρ ή της στάρλετ αλλά κανονικό ρόλο και χώρο για να αποδώσει χαρακτήρα, αυτόν της αδικημένης συντρόφου ενός ευάλωτου διανοούμενου που σκύβει, σφυρίζοντας κλέφτικα, στην προοπτική της δόξας και του χρήματος – μιας παραμερισμένης και μάλλον αδικημένης γυναίκας που γίνεται αντικείμενο, χωρίς η ίδια να προκαλέσει την κακή της τύχη. Μάλιστα, προβάλλει τη δική του επιθυμία, παίζοντας με την εικόνα της δικής του συμβίας, της Άνα Καρίνα, όταν η Μπαρντό εμφανίζεται με μαύρη περούκα.

Η «Περιφρόνηση» ξανά στα θερινά σινεμά Facebook Twitter
To υλικό προώθησης της ταινίας, μόλις κυκλοφόρησε.
Η «Περιφρόνηση» ξανά στα θερινά σινεμά Facebook Twitter

Αντίθετα από τη δωρική ψυχρότητα της Βίτι, την προβαρισμένη ηδυπάθεια της Νόβακ ή την προφανή, επιθετική σεξουαλικότητα της Λόρεν, η φυσικότητα της Μπαρντό (αυτή η πρωτοφανής αμεσότητα με το σώμα της) εκδηλώνεται δραματικά και αθόρυβα, στον χρόνο που της προσφέρει το σενάριο. Η Περιφρόνηση είναι και δική της και απευθύνεται στο όψιμο συμβόλαιο συμβιβασμού που υπογράφει ο Πολ της.

Οι δυο τους ξεκίνησαν μαζί, χωρίς να φανταστούν πως μια ταινία θα τους απομακρύνει τόσο γρήγορα. Η βόλτα τους στην περίφημη Μαλαπάρτε στο Κάπρι επιτείνει τη απόσταση μεταξύ τους: το έμβλημα του ιταλικού μοντερνισμού τούς εκμηδενίζει σαν επιτάφιος χωρίς ζωή με φόντο τα βράχια και το γαλάζιο που κάποτε κρατούσαν μακριά τους ομηρικούς πρωταγωνιστές. Η φύση τούς χωρίζει, το αρχιτεκτονικό θηρίο μοιάζει παράξενα με τον Δούρειο Ίππο, ο ταξιδευτής απουσιάζει και η σχέση διαλύεται.


Ωστόσο, η δυναμική της Μπαρντό με τον Πικολί, η διελκυστίνδα της επιθυμίας, όπως κινηματογραφείται σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, δεν αποτελεί παρά το πρόσχημα-μοτέρ της μεγαλύτερης ιστορίας που επιδιώκει ο Γκοντάρ. Η πειραγμένη κινηματογραφική μεταφορά που ενέκρινε ο ανοιχτόμυαλος Μοράβια πραγματεύεται την εικονική κηδεία του παλιού σινεμά και την ουτοπία της καινοτομίας.

Ως λάτρης των δικών του ειδώλων, ο Γκοντάρ παραμένει ένας ρομαντικός μέσα στη σκληρότητα των αφορισμών του. Αν δεν ήταν, δεν θα επιφύλασσε τέτοια τιμή στον Φριτς Λανγκ, ο οποίος υποδύεται τον εαυτό του ως σκηνοθέτη της ταινίας μέσα στην ταινία, της πολύπαθης Οδύσσειας που, ακόμα κι αν ολοκληρωθεί, ποτέ δεν θα ικανοποιήσει ούτε τον ίδιο ούτε, φυσικά, αυτούς που φαντάστηκαν πως θα γυριστεί με τους όρους τους.

Η «Περιφρόνηση» ξανά στα θερινά σινεμά Facebook Twitter
Στην Casa Malaparte

Ο Γκοντάρ τοποθετεί τον εαυτό του ανάμεσα στον Πολ και στον Λανγκ, ένας εξυπνάκιας φτωχοδιάβολος των λέξεων που ονειρεύεται το status του δημιουργού των εικόνων (όπως έχει πει: «Θα ήθελα να γίνω αθάνατος και μετά να πεθάνω»). Γνωρίζει πως απέναντί του θα έχει τους παραγωγούς, τους Πρόκος ενός συστήματος χρηματοδότησης, αλλά διαθέτει το όπλο για να τους εκνευρίζει, γιατί ξέρει το σινεμά καλύτερα από αυτούς. Γι' αυτό σπεύδει να σπάει την πλοκή, θεωρώντας πως η ροή του σινεμά είναι αυτοτροφοδοτούμενη.

Ο νεωτερισμός του Γκοντάρ είναι το πέρασμά του από την παρατηρητική θεωρία στην πρακτική του σχολίου. Κλέβει ιδέες άλλων για να γεννήσει τις δικές του, και το παραδέχεται, όπως ο Πολ Ζαβάλ όταν θέλει να εμπνευστεί παρακολουθώντας ταινίες.

Επηρεασμένη από το καταπληκτικό 45λεπτο Méditerranée των Πολέ/Σλέντορφ της ίδιας χρονιάς, η Περιφρόνηση είναι το πρώτο ολοκληρωτικά meta-φιλμικό γεγονός που δεν ξοδεύεται σε υπαρξιακούς μαιάνδρους. Πνίγει τη λύπη του στη Μεσόγειο, κάνει διάλειμμα για ηλιοθεραπεία και κλείνει πονηρά το μάτι στο Χόλιγουντ, που εκείνη την εποχή αυτοκτονούσε πανηγυρικά στην Τσινετσιτά.

 

 

Η Περιφρόνηση (Le Mépris, 1963)

Σκηνοθεσία: Ζαν-Λικ Γκοντάρ

Πρωταγωνιστούν: Μπριζίτ Μπαρντό, Μισέλ Πικολί, Τζακ Πάλανς, Φριτς Λανγκ

Η ταινία βγαίνει στις αίθουσες στις 18/6.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

 

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Ρίτσαρντ Τσάμπερλεϊν στα 90: Ο βασιλιάς της τηλεόρασης ζει εδώ και χρόνια χωρίς μυστικά

Οθόνες / Ο Ρίτσαρντ Τσάμπερλεϊν στα 90: Ο βασιλιάς της τηλεόρασης ζει εδώ και χρόνια χωρίς μυστικά

Διάσημος ανά τον πλανήτη από το «Σογκούν» και «Τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας», ο Αμερικανός ηθοποιός αποφάσισε πριν από είκοσι χρόνια να αποκαλύψει την σεξουαλική του ταυτότητα και να κερδίσει την ελευθερία του
THE LIFO TEAM
Η αποδόμηση του greek dream στις ταινίες του Νίκου Παπατάκη

Οθόνες / Η αποδόμηση του greek dream στις ταινίες του Νίκου Παπατάκη

Ο εμιγκρές που κατάφερε να δει διεισδυτικά και βαθιά στην ελληνική ψυχή, ο «μοναχικός αναρχικός» με την πολύ μικρή σε μέγεθος φιλμογραφία αλλά την τεράστια σε καλλιτεχνική αξία. Από τον Παπατάκη μέχρι τον Λάνθιμο, η απόσταση είναι μικρότερη απ' όσο φανταζόμαστε.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
10 σπουδαίες κινηματογραφικές ερμηνείες του Κίλιαν Μέρφι

Οθόνες / Από τα ζόμπι του Ντάνι Μπόιλ ως τον Κεν Λόουτς: Δέκα σπουδαίες ερμηνείες του Κίλιαν Μέρφι

Ο φετινός νικητής του Όσκαρ α' ανδρικού ρόλου είναι ένας αυθεντικός καρατερίστας, αλλιώτικος και απόκοσμος, συγκινητικός στα όρια της συντριβής. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η Apple πετάει τόσα πολλά χρήματα σε παραγωγές που δεν βλέπει σχεδόν κανείς;

Οθόνες / Γιατί η Apple πετάει τόσα πολλά χρήματα σε παραγωγές που δεν βλέπει σχεδόν κανείς;

Ο τεχνολογικός γίγαντας έχει την πολυτέλεια να ξοδεύει μυθικά ποσά για περιεχόμενο υψηλού κύρους αλλά χαμηλής ανταπόκρισης. Είναι αυτό μέρος μιας στρατηγικής ή απλά έχει λεφτά για πέταμα;
THE LIFO TEAM
Αλέν Ντελόν: Οι τραγικές τελευταίες σελίδες της ζωής ενός μεγάλου σταρ

Οθόνες / Αλέν Ντελόν: Οι τραγικές τελευταίες σελίδες της ζωής ενός μεγάλου σταρ

Ένα πικρό φινάλε σε μια λαμπερή ζωή, με ιστορίες μίσους μεταξύ των παιδιών του, μια περιουσία που έχει διανεμηθεί «άδικα» και κατηγορίες για χειραγώγηση και κακοποίηση.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Tα «Αδέσποτα Κορμιά» δεν είναι μόνο η πολυσυζητημένη αφίσα τους

The Review / Tα «Αδέσποτα Κορμιά» δεν είναι μόνο η πολυσυζητημένη αφίσα τους

Ο Γιάννης Βασιλείου και η Τίνα Μανδηλαρά αναλύουν την ταινία που συζητήθηκε περισσότερο από όλες στο 26ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, τα «Αδέσποτα Κορμιά» της Ελίνας Ψύκου, με αφορμή την κυκλοφορία της στις αίθουσες από 28 Μαρτίου.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Κέιτ Μπλάνσετ: «Οι κοινωνίες σπρώχνουν τις συλλογικές τους αποτυχίες κάτω από το χαλί»

Αποκλειστική συνέντευξη / Κέιτ Μπλάνσετ: «Οι κοινωνίες σπρώχνουν τις συλλογικές τους αποτυχίες κάτω από το χαλί»

Με αφορμή το «Νέο Αγόρι», μια ταινία του συμπατριώτη της Γουόρικ Θόρντον στην οποία ανέλαβε την παραγωγή και πρωταγωνιστεί, η σπουδαία ηθοποιός συζητά με τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο. Αποκαλύπτει ένα δύσκολο παιδικό βίωμα, μιλά για τις έννοιες του θαύματος και του σωτήρα, θυμάται πώς γνώρισε τον Χρήστο Νίκου και τι την έλκει στο σινεμά που αυτός οραματίζεται. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Πολ Σάιμον δεν ακούει καθόλου πλέον από το ένα αυτί αλλά η μουσική παραμένει βαθιά εντός του

Daily / Ο Πολ Σάιμον δεν ακούει καθόλου πλέον από το ένα αυτί αλλά η μουσική παραμένει βαθιά εντός του

Το ντοκιμαντέρ «In Restless Dreams: The Music of Paul Simon» αποτελεί μια συναρπαστική αναδρομή στη μακρά πορεία του σπουδαίου δημιουργού, από τους Simon and Garfunkel μέχρι σήμερα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Η «Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού» έγινε 20 χρονών

Οθόνες / Έρωτας και μνήμη: Η «Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού» έγινε 20 χρονών

Η δημοφιλής ρομαντική ταινία με τον Τζιμ Κάρεϊ και την Κέιτ Γουίνσλετ συμπλήρωσε μια εικοσαετία από την αμερικανική της πρεμιέρα. Με αφορμή αυτή την επέτειο, την επισκεπτόμαστε ξανά και εξετάζουμε γιατί παραμένει αγαπητή μέχρι σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Τρία ελληνικά ντοκιμαντέρ του 26ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης που πρέπει να δείτε οπωσδήποτε

Οθόνες / Γιατί τα ελληνικά ντοκιμαντέρ είναι στο σύνολό τους καλύτερα από τις ταινίες μυθοπλασίας - Τρία παραδείγματα

Τα πολυσυζητημένα «Αδέσποτα Κορμιά», ένα ερωτικό προσκύνημα στη Σαπφώ και ένα στοιχειωμένο σκακιστικό καφενείο στην καρδιά του αθηναϊκού κέντρου: Τρεις ταινίες που ξεχώρισαν στο 26ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Υπάρχει άνθρωπος που δεν έκλαψε με το «One Day» του Netflix;

The Review / Υπάρχει άνθρωπος που δεν έκλαψε με το «One Day» του Netflix;

Ο Γιάννης Βασιλείου και η Ναταλία Πετρίτη συζητούν για τα συν και τα πλην της παραγωγής του Netflix, για τους λόγους που δέθηκαν οι θεατές μαζί της και για άλλες πρόσφατες παραγωγές που θα έκαναν ακόμα και μια πέτρα να κλάψει.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάθη, μίση, ανταλλαγή εραστών και ατέλειωτοι καβγάδες: Το μυστικό παρασκήνιο πίσω από τις βελούδινες ταινίες του Τζέιμς Άιβορι

Οθόνες / Πάθη, μίση, ατέλειωτοι καβγάδες: Το παρασκήνιο πίσω από τις βελούδινες ταινίες του Τζέιμς Άιβορι

Ένα νέο ντοκιμαντέρ για το ντουέτο του παραγωγού Ισμαήλ Μέρτσαντ και του σκηνοθέτη Τζέιμς Άιβορι καθιστά σαφές ότι τα υποβόσκοντα πάθη στις ταινίες τους δεν ήταν τίποτα σε σύγκριση με ό,τι συνέβαινε πίσω από την κάμερα.
THE LIFO TEAM
Lee Grant: «Η εξορία μου από το Χόλιγουντ ήταν η καλύτερη εκπαίδευση που θα μπορούσα να φανταστώ»

Οθόνες / Λι Γκραντ: Μια «ακυρωμένη» ηθοποιός, μια ακόμα ενεργή και αξιόλογη σκηνοθέτιδα

To τρομερό ταλέντο που έκανε μπαμ από μακριά και το Χόλιγουντ κατέστρεψε χωρίς αιτία βρίσκεται πια στην κορυφή της λίστας με τους μεγαλύτερους (σε ηλικία) εν ζωή σκηνοθέτες. Η ιστορία της ζωής και της καριέρας του κοριτσιού με την κλεμμένη νεότητα είναι συγκλονιστική.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ