Αλεξάντρ Λακρουά: «Να ξαναδούμε τον έρωτα ως μια υψηλή τέχνη»

Αλεξάντρ Λακρουά: «Να ξαναδούμε τον έρωτα ως μια υψηλή τέχνη» Facebook Twitter
«Παραδόξως, ο έρωτας και η αγάπη, τα δυνατότερα ανθρώπινα συναισθήματα, γρήγορα βρέθηκαν στο περιθώριο των φιλοσοφικών αναζητήσεων, όπου και παραμένουν. Η θεώρησή μας για τoν έρωτα σήμερα, βέβαια, έχει αλλάξει συγκριτικά με την αρχαιότητα, γιατί άλλαξαν στο μεταξύ τα κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO
0

 

Με τον συνομιλητή μου, συγγραφέα, δημοσιογράφο, φιλόσοφο και διευθυντή σύνταξης του γαλλικού περιοδικού «Philosophie», Αλεξάντρ Λακρουά ανατρέξαμε στην εξιδανικευμένη έννοια του έρωτα και της αγάπης στην αρχαιότητα, με την αναζήτηση του έρωτα να ταυτίζεται με αυτή για την αλήθεια, αλλά μέσα σε συγκεκριμένο πλαίσιο, στο πώς η έννοια αυτή «μεταλλάχθηκε» στους χριστιανικούς χρόνους με τρόπο ρηξικέλευθο προτού συντηρητικοποιηθεί στην πορεία, για να φτάσουμε στις «επαναστάσεις της αγάπης» και τα κινήματα υπέρ του ελεύθερου έρωτα τον εικοστό αιώνα που, όσο όμορφα και ριζοσπαστικά, κατέληξαν ένας ακόμα «οίκος εμπορίου», καθώς λέει, από τους πιο επικερδείς κιόλας. Εξού και η «παρομοίωση» γνωστών εμπορικών ιστότοπων, όπως η Amazon, με τις ηλεκτρονικές εφαρμογές γνωριμιών και τα κοινωνικά δίκτυα.

Ο ίδιος, πάντως, θεωρεί σαφώς προτιμότερο να αναζητάς τον έρωτα σε ένα θέατρο ή ένα κονσέρτο αντί σε ένα σούπερ μάρκετ, πιστεύει ότι το μεγάλο στοίχημα για τον εικοστό πρώτο αιώνα είναι η «αποεμπορικοποίησή» του, ότι «μεθώντας» με έρωτα –και όντες αποφασισμένοι να κάνουμε θυσίες γι' αυτόν– γινόμαστε καλύτεροι, φρονεί δε ότι η ισότητα σε ένα ζευγάρι, ανεξαρτήτως σεξουαλικότητας, άρα και η κοινωνική ισότητα περνά μέσα από μια διαρκή εναλλαγή των ρόλων: «Έτσι όχι μόνο θα μάθουμε καλύτερα τον εαυτό μας και τον άνθρωπο που αγαπάμε αλλά θα το διασκεδάζουμε και περισσότερο!».

Στην ουσία αναζητούμε κάποιο έτερο ήμισυ προκειμένου να αποκτήσουμε μέσω αυτού μια καταξίωση, μια ταυτότητα. Από τη μια λοιπόν έχουμε αυτήν τη ρομαντική όσο και εγωιστική αντίληψη περί αγάπης, από την άλλη αναζητούμε την ταυτότητα και την καταξίωση αυτή συλλέγοντας όσο το δυνατό περισσότερες σεξουαλικές εμπειρίες, βιώνουμε λοιπόν έναν διχασμό.

— Η αγάπη και οι μεταμορφώσεις της δεν είναι, θα έλεγα, από τα πιο αναμενόμενα αντικείμενα συζήτησης σε ένα φιλοσοφικό φεστιβάλ.
Α, εγώ βρήκα εξαιρετική την ιδέα και χάρηκα πολύ που την υιοθέτησε το Γαλλικό Ινστιτούτο, καθώς η φιλοσοφία στο ξεκίνημά της στην αρχαία Ελλάδα και ιδίως στην κλασική Αθήνα διαπραγματευόταν αυτό ακριβώς το συναίσθημα, την αγάπη. Ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης αργότερα προβληματίστηκαν τόσο για την ουσία της ύπαρξης όσο και για τη φύση της αγάπης και του έρωτα. Ο Πλάτωνας συνέγραψε ολόκληρα συγγράμματα σχετικά, από τον «Φαίδρο» (το α’ μέρος) μέχρι το «Συμπόσιο», ενώ ο έρωτας τον απασχολεί σε όλο του το έργο.

Η θέση του Πλάτωνα είναι μάλλον πεσιμιστική, αφού τον θεωρεί σύμπτωμα διχασμένων ψυχών που αναζητούν εναγωνίως την επανένωσή τους, τον θεωρεί δε ένα ιδανικό που ουσιαστικά ποτέ δεν μπορεί να πραγματωθεί στον υλικό κόσμο, μόνο σε αυτόν των ιδεών.

Για εκείνον, άλλωστε, ο πραγματικός έρωτας δεν είναι αυτός που αναπτύσσεται μεταξύ δύο ανθρώπων ή δύο σωμάτων αλλά ο έρως για την αλήθεια. «Νομίζεις», βάζει τον Σωκράτη να λέει στο Συμπόσιο, «ότι ερωτεύεσαι μια ωραία γυναίκα ή έναν ωραίο άνδρα για το κορμί της/του, όμως στην πραγματικότητα ερωτεύεσαι όχι την ομορφιά αλλά την τελειότητα που βλέπεις επάνω τους και η τελειότητα αυτή δεν μπορεί παρά να είναι η αλήθεια, αφού η αλήθεια δεν μπορεί παρά να είναι τέλεια».

— Λέει, λοιπόν, ο Πλάτωνας ότι αυτό που ουσιαστικά ερωτευόμαστε είναι η αλήθεια.
Ακριβώς. Την οποία αλήθεια ταυτίζει με το θείο – εκεί πιστεύει ότι υπάρχει σε καθαρή κατάσταση η ιδέα του έρωτα και όχι στην ηδονή, που είναι φθαρτή και παροδική. Πρόκειται γενικά για πολύ ενδιαφέροντες φιλοσοφικούς προβληματισμούς που όμως δεν είχαν την ανάλογη συνέχεια.

Παραδόξως, ο έρωτας και η αγάπη, τα δυνατότερα ανθρώπινα συναισθήματα, γρήγορα βρέθηκαν στο περιθώριο των φιλοσοφικών αναζητήσεων, όπου και παραμένουν. Η θεώρησή μας για τoν έρωτα σήμερα, βέβαια, έχει αλλάξει συγκριτικά με την αρχαιότητα, γιατί άλλαξαν στο μεταξύ τα κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα – στους κλασικούς χρόνους νοούνταν καταρχάς ως η έλξη ενός μεγαλύτερου άνδρα για έναν έφηβο, δηλαδή είχε κυρίως έναν ομοφυλόφιλο ή, αν θέλετε, αμφιφυλόφιλο χαρακτήρα, με έμφαση στον ενεργητικό ρόλο που όφειλε να έχει ο πρώτος, καθώς ο παθητικός λογιζόταν ως κατώτερος και δεν «δικαιούνταν» να τρέφει τέτοια αισθήματα.

Μην ξεχνάμε, άλλωστε, την υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας σε αυτές τις κοινωνίες και το γεγονός ότι ο έρωτας περιγραφόταν από την ανδρική σκοπιά, ακόμα κι όταν μιλούσε γι’ αυτόν η Διοτίμα.

Αλεξάντερ Λακρουά: «Να ξαναδούμε τον έρωτα ως μία υψηλή τέχνη, ως μια εμπνευσμένη περφόρμανς για δυνατές συγκινήσεις» Facebook Twitter
«Σε παγκόσμιο επίπεδο υπολογίζεται ότι οι κάτοικοι της Γης συνευρισκόμαστε ερωτικά περί τις 1,92 δισ. φορές τον χρόνο. Πελώριος αριθμός, θα έπρεπε κανονικά να ζούμε σε μια κοινωνία άκρως ερωτική, κάτι τέτοιο όμως προφανώς δεν συμβαίνει». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

— Σίγουρα, γι’ αυτό και αυτή η θεώρηση του έρωτα έχει δεχτεί πολλή φεμινιστική κριτική.
Θα αναφερθούμε και σε αυτές στο φεστιβάλ. Ήδη από τη δεκαετία του ’70 ο ριζοσπαστικός φεμινισμός είδε τη διείσδυση ως πράξη επιβεβαίωσης της κυριαρχίας του έχοντος τον ενεργητικό ρόλο σε μια σχέση και στα αρχαιοελληνικά ήθη οι ρόλοι αυτοί όφειλαν να διακρίνονται – ο παθητικός δεν «έπρεπε» να δείχνει ότι νιώθει ηδονή, για τον δε ενήλικο θεωρούνταν ντροπή να εξακολουθεί να επιδιώκει τον παθητικό ρόλο. Αυτό τουλάχιστον επέβαλλαν τα τότε ήθη, καθώς δεν υπήρχαν νόμοι που να απαγορεύουν τη μία ή την άλλη πρακτική.

Για τις φεμινίστριες είναι, επιπλέον, απαράδεκτο να θεωρείται κατώτερος ο παθητικός ρόλος, ακριβώς επειδή παραπέμπει στον γυναικείο. Αλλά ακόμα κι αν κάποιος δεν είναι φεμινιστής, μπορεί, νομίζω, εύκολα να αντιληφθεί ότι ο τρόπος που επιθυμούμε, ο τρόπος που αγαπάμε, έχει και πολιτικό πρόσημο. Γι’ αυτό και μιλάμε για πολιτικές των σωμάτων και των επιθυμιών.

Σε μια κοινωνία όπου οι άνδρες κατέχουν την πολιτική και οικονομική δύναμη, επόμενο είναι να αναπαράγουμε εξουσιαστικές συμπεριφορές με πατριαρχικό πρόσημο και μέσα στα σπίτια μας, στις σχέσεις και στις οικογένειές μας. Αυτές δεν σχετίζονται μόνο με το ποιος θα μαγειρέψει και θα πλύνει τα πιάτα αλλά και με την ερωτική μας συμπεριφορά καθαυτή.

Νομίζω ότι η λύση βρίσκεται στη διαρκή ανακύκλωση των ρόλων, είτε κοινωνικών είτε ερωτικών, μεταξύ των δύο μερών ενός ζευγαριού με στόχο τη διεύρυνση των δυνατοτήτων μας και την απάλειψη αυτών των εξουσιαστικών δομών. Έτσι όχι μόνο θα μάθουμε καλύτερα τον εαυτό μας και τον άνθρωπο που αγαπάμε αλλά θα το διασκεδάζουμε περισσότερο!

— Γεγονός είναι ότι στα αρχαία ελληνικά, όπως και στα νέα, έρωτας και αγάπη είναι διαφορετικές έννοιες.
Πράγματι. Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν βασικά τη λέξη «φιλία» αντί της αγάπης για να ορίσουν τη σχέση αυτή – η αγάπη όπως ορίζεται σήμερα είναι περισσότερο χριστιανική «εφεύρεση».

Έχουμε, λοιπόν, τρεις όρους, έρως, φιλία και αγάπη, όπου ο έρως ταυτίζεται με τις επιθυμίες και τα πάθη και έχει μια τραγική χροιά, καθώς είναι καταδικασμένος να παραμένει ανολοκλήρωτος. Η φιλία, όρος που συναντάμε και στον Πλάτωνα, αλλά κυρίως στον Αριστοτέλη, στα «Ηθικά Νικομάχεια», αφορά την εμβάθυνση της γνώσης μας για τον Άλλο και τη ζωή γενικότερα, γι' αυτό άλλωστε είναι το πρώτο συστατικό της λέξης «φιλοσοφία». Δεν είναι όμως ένα ερωτικό αλλά περισσότερο κοινωνικό πάθος, είναι αυτό που συσφίγγει τους κοινωνικούς δεσμούς μεταξύ των πολιτών.

Οι χριστιανοί Πατέρες που επηρεάστηκαν από την αρχαιοελληνική φιλοσοφία απέφυγαν ωστόσο να υιοθετήσουν αυτό τον όρο, προκρίνοντας έναν ευρύτερο, όπως είναι η αγάπη, διότι πρότυπο ήταν ο μοναχισμός, το κοινοτικό ιδεώδες του οποίου ερχόταν σε αντίθεση με το διαπροσωπικό, δηλαδή τη στενή σχέση μεταξύ δύο προσώπων που εξέφραζε η φιλία.

Η αγάπη είχε μια πιο οικουμενική έννοια που περιλάμβανε τους πάντες, άνδρες και γυναίκες, ελεύθερους πολίτες και δούλους. Αυτό δεν συμβάδιζε με την αρχαιοελληνική αντίληψη όπου ο πραγματικός έρωτας και η πραγματική φιλία μπορούσαν να επιτευχθούν μόνο μεταξύ ελεύθερων πολιτών αρσενικού γένους. Ως προς αυτό, λοιπόν, ήταν στο ξεκίνημά της μια ιδέα όντως επαναστατική, κανονικό σκάνδαλο.

Αλεξάντερ Λακρουά: «Να ξαναδούμε τον έρωτα ως μία υψηλή τέχνη, ως μια εμπνευσμένη περφόρμανς για δυνατές συγκινήσεις» Facebook Twitter
«Ο ατομικισμός και ο ηδονισμός είναι, ξέρετε, ιδανικό έδαφος για τον καπιταλισμό. Τα κοινωνικά δίκτυα και οι ηλεκτρονικές εφαρμογές γνωριμιών αναπτύχθηκαν ακριβώς στο πλαίσιο αυτής της "αγάπης από πλαστικό"». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

— Νομίζω ότι αυτό θα έκανε τη διαφορά στα μάτια των απλών ανθρώπων της εποχής.
Οπωσδήποτε. Ο Παύλος καλούσε όλους ανεξαιρέτως τους πιστούς να αλληλοπροσφωνούνται αδελφοί/-ές, ανταλλάσσοντας σε ένδειξη αγάπης το basium, το ανώτερο από τα τρία είδη ρωμαϊκών φιλιών –άγγιζαν ελαφρά τα χείλη τους–, που δινόταν μόνο μεταξύ των μελών μιας οικογένειας, κάτι που ξένιζε πολύ τους εθνικούς.

Οι πρώτοι χριστιανοί θύμιζαν αρκετά τους χίπηδες, υπήρχε αδιαφορία για τα υλικά αγαθά, κοινοκτημοσύνη και ένα είδος συναισθηματικής ελευθερίας. Ο χριστιανικός γάμος, όπως τον ξέρουμε, έκανε αιώνες να καθιερωθεί και συμβάδισε με μια γενικότερη συντηρητικοποίηση των ηθών, που έφτασε στο άλλο άκρο. Είναι, πάντως, αξιοπερίεργο ότι σε σεμνότυφες και ρομαντικές κάποτε χριστιανικές κοινωνίες είναι που άκμασε στα νεότερα χρόνια ο ελεύθερος έρωτας!

— Πόσο έχουν αλλάξει στο μεταξύ οι αντιλήψεις μας για την αγάπη;
Αρκετά έως πολύ – από την αγάπη όπως την εννοούμε σήμερα έχουμε διαφορετικές προσδοκίες. Στην ουσία αναζητούμε κάποιο έτερο ήμισυ προκειμένου να αποκτήσουμε μέσω αυτού μια καταξίωση, μια ταυτότητα. Από τη μια, λοιπόν, έχουμε αυτήν τη ρομαντική όσο και εγωιστική αντίληψη περί αγάπης, από την άλλη αναζητούμε την ταυτότητα και την καταξίωση αυτή, συλλέγοντας όσο το δυνατό περισσότερες σεξουαλικές εμπειρίες, βιώνουμε λοιπόν έναν διχασμό. 

Σε γενικές γραμμές, πάντως, η ρομαντική αγάπη αντιστοιχεί με τη φιλία των αρχαίων φιλοσόφων και η αναζήτηση της ηδονής με τον έρωτα, χωρίς όμως να ταυτίζονται ακριβώς. Όσο για την αγάπη με την οικουμενική της έννοια, αυτή βρίσκεται μάλλον σε έλλειψη!

— Ένα από τα βιβλία σας ονομάζεται «Apprendre à faire l'amour» - «Πώς να κάνετε έρωτα». Μπορεί λέτε να διδαχθεί και ως μάθημα;
Βασικά, θέλησα να «αντιπαρατεθώ» με τον Σωκράτη, ο οποίος έλεγε, κατά τον Πλάτωνα, ότι η φιλοσοφία είναι ένας τρόπος να ζεις μελετώντας τον θάνατο, κάτι που αργότερα υιοθέτησαν και οι χριστιανοί ασκητές.

Εγώ πάλι λέω, εντάξει, μαθαίνεις σίγουρα πολλά για τη ζωή μέσα από τον θάνατο, μήπως όμως μπορείς να μάθεις ακόμα περισσότερα μελετώντας τον έρωτα; Παραθέτω, που λέτε, εκεί, μεταξύ άλλων, μια έρευνα για το πόσες φορές την εβδομάδα κάνουν έρωτα οι Ευρωπαίοι και, αν υποθέσουμε ότι ήταν ειλικρινείς οι απαντήσεις, οι Έλληνες εμφανίζεστε οι πιο δραστήριοι, λέτε ότι κάνετε έρωτα εννιά φορές τον μήνα. Αμέσως μετά είμαστε εμείς, οι Γάλλοι, με οκτώ ή επτά, μαζί σχεδόν με τους Ιταλούς.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ίδια έρευνα υπολογίζει ότι οι κάτοικοι της Γης συνευρισκόμαστε ερωτικά περί τις 192 δισ. φορές τον χρόνο. Πελώριος αριθμός, θα έπρεπε κανονικά να ζούμε σε μια κοινωνία άκρως ερωτική, κάτι τέτοιο όμως προφανώς δεν συμβαίνει. Αυτό διότι βλέπουμε τον έρωτα όχι ως συνεύρεση αλλά ως άλλο ένα καταναλωτικό προϊόν, γύρω από το οποίο έχει κιόλας στηθεί μια τεράστια αγορά.   

— Αλλά δεν κάνανε πάντοτε έρωτα οι άνθρωποι;
Όχι σε αυτόν τον βαθμό και αυτή την έκταση, ποτέ εξάλλου δεν ήμασταν τόσο πολλοί ούτε και είχαμε τις τωρινές τεχνολογικές δυνατότητες. Σήμερα ειδικά, με τις ηλεκτρονικές εφαρμογές γνωριμιών, καθένας και καθεμιά μπορεί ανά πάσα στιγμή να βρει ερωτικό σύντροφο. Που όμως μόνο στιγμιαία θα την/τον ικανοποιήσει, όπως συμβαίνει με το φαστ φουντ, οπότε σύντομα θα αναζητήσει τον επόμενο κ.ο.κ. Δεν είναι κακό φυσικά αυτό, πόσο όμως να σε «χορτάσει»; Όταν μπαίνεις σε αυτά τα apps, είναι σαν να μπαίνεις να ψωνίσεις στο Amazon. Κάθε «προϊόν» συνοδεύεται από θελκτικές φωτογραφίες, «τιμή» –τις προϋποθέσεις για να υπάρξει επαφή– και μαζί μια αναλυτική περιγραφή των χαρακτηριστικών του, ανάλογα δε με το πόση ζήτηση έχει αλγοριθμικά το προφίλ σου κερδίζει ή χάνει πόντους στη «σκάλα» προτίμησης.

Νομίζω ότι αν αντικαταστήσουμε το πάθος με την επιθυμία, που είναι μια πιο περίτεχνη έννοια, θα αντιμετωπίσουμε καλύτερα αυτήν τη διαρκή αίσθηση του ανικανοποίητου. Όπως γράφω και στο προαναφερθέν βιβλίο, πιστεύω πως πρέπει να ξαναδούμε τον έρωτα ως μια υψηλή τέχνη, ως μια εμπνευσμένη περφόρμανς για δυνατές συγκινήσεις. Δεν είναι, αλήθεια, προτιμότερο αισθητικά να αναζητάς τον έρωτα σε ένα θέατρο ή ένα κονσέρτο, αντί σε ένα σούπερ μάρκετ;

Προσωπικά, το βρίσκω πιο όμορφο αυτό και η ομορφιά είναι όπως ένα υπέροχο ηλιοβασίλεμα που προσφέρεται σε όλους δωρεάν και κανείς δεν μπορεί να το αγοράσει, όσα κι αν δώσει!  

—  Αλλά ο έρωτας, η αγάπη, θέλουν τον χρόνο τους, να τους δοθείς, να προσφέρεις. Πόσο εφικτό είναι αυτό με τους ρυθμούς και τις απαιτήσεις της ζωής στον εικοστό πρώτο αιώνα;    
Ισχύει αυτό για την πίεση, τους τρελούς ρυθμούς και τον χρόνο που δεν μας φτάνει πια ποτέ για τίποτα. Όμως ο έρωτας δεν χωρά σε ημερολόγια και ατζέντες, ούτε μπαίνει σε σειρά προτεραιότητας. Χρειάζεται να θυσιάσεις κάποια πράγματα, να πιέσεις, ακόμα και να εκβιάσεις κάποια άλλα, να γίνεις δραπέτης στο όνομά του, να θυσιάσεις την κανονικότητά σου στο βωμό του. Είναι το ίδιο που συμβαίνει με την καλώς νοούμενη μέθη, γι’ αυτό άλλωστε υπερασπίζομαι και το δικαίωμα σε αυτήν – το να πίνεις κρασί και να κάνεις έρωτα είναι οι καλύτεροι τρόποι διαφυγής.  

Αλεξάντερ Λακρουά: «Να ξαναδούμε τον έρωτα ως μία υψηλή τέχνη, ως μια εμπνευσμένη περφόρμανς για δυνατές συγκινήσεις» Facebook Twitter
«Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν βασικά τη λέξη "φιλία" αντί της αγάπης για να ορίσουν τη σχέση αυτή – η αγάπη όπως ορίζεται σήμερα είναι περισσότερο χριστιανική "εφεύρεση"». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

— Στη νεολαιίστικη αντικουλτούρα των δεκαετιών του ’60 και του ’70 ο έρωτας πρόβαλλε ως το απόλυτο ιδανικό, από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 πάλι  «συμπυκνώσαμε» την αγάπη σε ένα χάπι. 
Υπήρξε πράγματι στα '60s και στα '70s μια έντονη τάση πειραματισμού με ουσίες, με ριζοσπαστικές ιδέες, με τον πνευματισμό, υμνήθηκαν η αγάπη, η αδελφικότητα και ο ελεύθερος έρωτας. Όλο αυτό είναι πολύ όμορφο, όμως ένα μεγάλο μέρος αυτής της θετικής ενέργειας κατέληξε να εμπορικοποιηθεί και να γίνει μια ακόμα μεγάλη αγορά, όπως άλλωστε συνέβη στα '80s και στα '90s με τη «γενιά της αγάπης» που αναπτύχθηκε γύρω από το χάπι που λέτε.

Ο ατομικισμός και ο ηδονισμός είναι, ξέρετε, ιδανικό έδαφος για τον καπιταλισμό. Τα κοινωνικά δίκτυα και οι ηλεκτρονικές εφαρμογές γνωριμιών αναπτύχθηκαν ακριβώς στο πλαίσιο αυτής της «αγάπης από πλαστικό». Αν γράψεις π.χ. στο fb ότι μόλις χώρισες, το δίκτυο θα το αποθηκεύσει και θα αρχίσει να σου κάνει προτάσεις εξόδου, αγορών, ταξιδιών κ.λπ. Έχει καταγραφεί στατιστικά ότι οι πρόσφατα διαζευγμένοι τείνουν να ταξιδεύουν περισσότερο από τους δεσμευμένους για να ξεχάσουν, να ξεδώσουν, να γνωρίσουν καινούργιες εμπειρίες.

Ο αλγόριθμος, λοιπόν, θα στείλει αμέσως το προφίλ σου σε ταξιδιωτικά γραφεία και θα αρχίσεις να δέχεσαι βροχή διαφημίσεων για εξωτικούς προορισμούς. Το συναίσθημά σου του χωρισμού έχει μετατραπεί ήδη σε εμπόρευμα. Όχι, δεν είναι μία ακόμα παρανοϊκή θεωρία συνωμοσίας, ένα μοχθηρό σχέδιο που εξυφαίνουν κάποια σκοτεινά κέντρα στη Silicon Valley, είναι απλώς αυτό που συμβαίνει, μια λειτουργία μηχανική, αυτοματοποιημένη. Πιστεύω ότι το μεγάλο στοίχημα για τον εικοστό πρώτο αιώνα είναι να καταφέρουμε να αποεμπορικοποιήσουμε τον έρωτα.

— Πώς όμως μπορούμε να το πετύχουμε αυτό, πώς να δραπετεύσουμε από τον κύκλο;
Μπορεί να ακουστώ λίγο παλιομοδίτης αλλά νομίζω ότι η τέχνη, η λογοτεχνία και η φιλοσοφία βοηθούν πολύ, δίνουν στηρίγματα και εναύσματα, ακονίζουν τη σκέψη, τα αισθήματα. Το σύστημα, βλέπετε, είναι πανίσχυρο, είναι αυτοματοποιημένο και αν δεν έχεις κριτικές αντιστάσεις, αν δεν έχεις μάθει να παίρνεις αποφάσεις για σένα, εύκολα γίνεσαι μία ακόμα μαριονέτα.

— Να κλείσουμε με κάτι πιο προσωπικό; Έχετε πέντε παιδιά, η απόκτησή τους επηρέασε τη σχέση με τη σύζυγό σας; Το αναφέρω γιατί υπάρχει η αντίληψη ότι τα παιδιά σκοτώνουν τον έρωτα, με την έννοια ότι τον διεκδικούν.
Η Χάνα Άρεντ, η διδακτορική διατριβή της οποίας αφορούσε την έννοια της αγάπης στη σκέψη του Αγίου Αυγουστίνου, έγραφε ότι όταν συναντάς κάποιον/-α ερωτικά πρώτη φορά, ζεις μια τρέλα. Ο ένας εραστής εξερευνά τον άλλο, γίνεται καθρέφτης του και οι δυο τους απομονώνονται για να ζήσουν τον έρωτά τους. Φτιάχνουν δηλαδή τη δική τους «φούσκα», η οποία, όταν το αρχικό έντονο πάθος υποχωρεί και η σχέση τους πια επισημοποιείται, ανοίγει, οπότε και «επιστρέφουν» στην πόλη, δηλαδή στην κοινωνία, κάτι που επισφραγίζει η τεκνοποίηση. Γιατί αποκτώντας παιδιά αρχίζουν να προβληματίζονται ποια είναι η σωστή εκπαίδευση που πρέπει να τους δώσουν, ποια σχέση θα έχουν με την εξουσία, τι «πρέπει» να τους απαγορεύουν, τι να τους επιτρέπουν, αν θα πρέπει να τους εμφυσήσουν κάποιο θρησκευτικό πιστεύω κ.λπ. και φυσικά πώς θα μπορέσουν να τα στηρίξουν οικονομικά οσότου ενηλικιωθούν.

Οι δύο εραστές ξαναγίνονται έτσι δηλαδή πολιτικά υποκείμενα και, ναι, αυτό μπορεί να αποβεί τραυματικό για τον έρωτά τους όπως τον έζησαν την εποχή της πρώτης «τρέλας». Ταυτόχρονα, όμως, δένονται περισσότερο και βαθύτερα, εξάλλου έχουν άλλα πράγματα πια να ανησυχούν, για την καλή υγεία των παιδιών τους, τη διατροφή, τα μαθήματα του σχολείου, τα υλικά αγαθά και τα εφόδια που χρειάζονται –που σημαίνει περισσότερη δουλειά για τους γονείς–, για τον ύπνο τους, που εξαιτίας όλων αυτών των εννοιών δυσκολεύει, για τα νεύρα τους, που «παίζουν» συχνά από το άγχος και την κούραση κ.λπ. Μια κόπωση που ωστόσο χάρη στην αγάπη τους γι' αυτά τα παιδιά γίνεται γλυκιά, ανάλαφρη, με αποτέλεσμα να νιώθεις ξεκούραστος και γεμάτος, ακόμα και αν έχεις κοιμηθεί ελάχιστα. Κοντολογίς, θα έλεγα ότι τα παιδιά «σκοτώνουν» μάλλον τον ύπνο των γονιών τους, όχι τον έρωτά τους!

  

Ιδέες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Tι κάνει την αγάπη τόσο δύσκολη;

Βιβλίο / Tι κάνει την αγάπη τόσο δύσκολη;

Γνωστός από το αιρετικό βιβλίο του "Έρωτος Φύσις", ο πατέρας Φιλόθεος αναγνωρίζει τις ομοιότητες μεταξύ ψυχοθεραπείας και θρησκείας και τις προσπάθειες της επίσημης Εκκλησίας να προσεκλύσει "νέα πελατεία". Τονίζει, όμως, πάντα ότι το μέτρο της αληθινής πίστης είναι μόνο η αγάπη.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΑΡΙΑΝ ΛΑΖΑΡΙΔΗ
«Δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση, τελεία και παύλα», σύμφωνα με επιφανή Αμερικανό νευροεπιστήμονα

Ιδέες / «Δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση, τελεία και παύλα», σύμφωνα με επιφανή Αμερικανό νευροεπιστήμονα

Ο Robert Sapolsky, καθηγητής Νευρολογίας και Νευροχειρουργικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι σχεδόν όλη η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι πέρα από τον συνειδητό μας έλεγχο.
THE LIFO TEAM
Μικαέλ Φεσέλ: «Η αμφισβήτηση του κατεστημένου είναι αδιαχώριστη από μια νέα οικονομία των σωμάτων και των ηδονών»

Βιβλίο / Μικαέλ Φεσέλ: «Η αμφισβήτηση του κατεστημένου είναι αδιαχώριστη από μια νέα οικονομία σωμάτων και ηδονών»

Μπορούμε, άραγε, ζώντας σε έναν άδικο κόσμο, να απολαμβάνουμε απενοχοποιημένα και δίχως να συναινούμε έστω αθέλητα στην ανισότητα και στην εκμετάλλευση; Είναι η ηδονοθηρία καθαρά ατομική, και ατομικιστική, υπόθεση ή μπορεί να ενταχθεί οργανικά στις πολιτικές της επιθυμίας και των σωμάτων; Πόσο επίκαιρα είναι σήμερα συνθήματα όπως το «επανάσταση για την καύλα της»; Ιδού πώς το φιλοσοφεί το θέμα ο συγγραφέας του βιβλίου «Κόκκινα Φανάρια – Η ηδονή και η αριστερά» (εκδ. Πόλις).
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ