Ο όρος «αιώνιος φοιτητής» είναι παραπλανητικός και ρατσιστικός. Τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν οργανωθεί από το έτος 1837 με βάση το γερμανικό μοντέλο γι’ αυτό το λόγο έχουν αυτή τη μονότονα επαναλαμβανόμενη διάταξη (η φοιτητική ιδιότητα αποκτάται δια της εγγραφής στην οικεία σχολή και απεμπολείται με τη λήψη πτυχίου ή το πέρας του φυσικού προσώπου ή με οικειοθελή παραίτηση ή εάν δεν ανανεωθεί η δήλωση εγγραφής κλπ). Μόνο τα αγγλοσαξωνικού τύπου ιδρύματα ακολουθούν διαφορετικό σύστημα πχ αυστηρό χρονικό όριο σπουδών, δύο το πολύ εξετάσεις για κάθε μάθημα με ποινή διαγραφής κλπ. Το αγγλοσαξωνικό σύστημα το έχει υιοθετήσει και το πανεπιστήμιο της Λευκωσίας, όμως αυτό δεν σημαίνει τίποτε, γιατί το κυπριακό κράτος εξολοκλήρου έχει υιοθετήσει το βρετανικό σύστημα διοίκησης από την εποχή της αποικιοκρατίας και της συνθήκης Ζυρίχης Λονδίνου (αυτό εκτείνεται σε όλη ανεξαιρέτως τη δημόσια διοίκησή του, το σύστημα δικαιοσύνης και δικαστηρίων, τη δομή των τριών εξουσιών, το προεδρικό πολίτευμα που είναι αμερικάνικου τύπου κλπ). Το ότι έχουν οι ΗΠΑ ή ο Καναδάς ή η Βρετανία , η Ιρλανδία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία αυτή τη δομή δεν συνεπάγεται ότι σώνει και καλά πρέπει να το υιοθετήσει και η Ελλάδα που είναι σαφώς μια χώρα λιγότερο ανεπτυγμένη και οσημέραι πτωχότερη. Με δύο λόγια δεν μπορεί στα πανεπιστήμια να είμαστε Αμερική και στα εισοδήματα ή τις υποδομές να είμαστε Ουγκάντα. Δυστυχώς πολύς κόσμος συγκρίνει μεγέθη που είναι ανόμοια, ποιοτικώς διαφορετικά και δεν επιδέχονται συγκρίσεως. Η Ελλάδα από συστάσεως του θεσμού του ΕΚΠΑ ακολουθεί το γερμανικό σύστημα / βαυαρικό σύστημα, και το ίδιο συμβαίνει στην Γερμανία, την Αυστρία, τις σκανδιναβικές χώρες και την Πορτογαλία. Η Ισπανία έχει ένα περισσότερο εντατικοποιημένο μοντέλο σπουδών όπως και η Γαλλία, το Λουξεμβούργο, το Βέλγιο και η Ελβετία. Αυτές οι τελευταίες χώρες ακολουθούν ένα τρίτο μοντέλο περισσότερο πολύπλοκο, το γαλλικό, που έχει διάφορα πιο σύνθετα χαρακτηριστικά, αλλά οι φωστήρες που πλαισίωναν την κυρία Γιαννάκου ή την κυρία Διαμαντοπούλου απαξίωσαν να ασχοληθούν με το γαλλικό πρότυπο και θέλησαν να κάνουν την Ελλάδα νέα Καλιφόρνια! Σε γενικές γραμμές το γερμανικό μοντέλο χαρακτηρίζεται από τη μαζικότητα των σπουδαστών ενώ το αγγλοσαξωνικό μοντέλο έχει περισσότερο κολεγιακό στυλ. Η ουσία του πράγματος είναι ότι τα ελληνικά ΑΕΙ διαθέτουν πακέτο μαθημάτων τρείς φορές μεγαλύτερο ποσοτικά σε σχέση με το αγγλοσαξωνικό μοντέλο και είναι χαρακτηριστικό ότι οι έλληνες φοιτητές αντιμετωπίζουν εξετάσεις πολύ αυστηρότερες απ’ ο,τι οι αμερικανοί συνάδελφοί τους (ο Έλληνας φοιτητής μπορεί να κόβεται σαν να είναι καρότο λόγω της ενδεχόμενης αυθαιρεσίας του καθηγητή του). Αυτά τα στοιχεία τα αποσιωπούν οι συκοφάντες των ελληνικών σχολών, γιατί δεν συμφέρουν το καθεστώς. Μάλιστα δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι πολλοί απόφοιτοι ξένων, ομοταγών ΑΕΙ, οι οποίοι είχαν σπάσει τα μούτρα τους στις εδώ πανελλαδικές εξετάσεις, αφού γύρισαν στην πατρίδα μαζί με το πτυχίο που αγόρασαν στο εξωτερικό, τα βρήκαν μπαστούνια στο παλιό ΔΙΚΑΤΣΑ νυν ΔΟΑΤΑΠ γιατί αποδείχτηκε πως ήσαν αστοιχείωτοι με βάση τις ελληνικές προδιαγραφές ! Αφετέρου είναι γνωστό ότι στις χώρες όπου ακολουθείται το ίδιο μοντέλο με το δικό μας (Γερμανία) μετά το έκτο έτος εισπράττονται ορισμένα δίδακτρα και εξέταστρα (συμβολικά και προσιτά δίδακτρα, είναι περίπου 440 ευρώ κατά έτος), οπότε πιέζεται ο σπουδαστής να δείξει μεγαλύτερη σοβαρότητα στη μελέτη του (στην Ιταλία μάλιστα τα δίδακτρα υπάρχουν από το πρώτο έτος). Το ίδιο θα έπρεπε να συμβεί και στην Ελλάδα, ώστε να δουν μερικά πλουσιόπαιδα πώς βγαίνει το ημερομίσθιο. Δεν υπάρχει αντισυνταγματικότητα αυτού του μέτρου, διότι με την ίδια λογική τα ελληνικά μεταπτυχιακά προγράμματα θα ήσαν αντισυνταγματικά ενόψει του άρθρου 16 Σ. Η συζήτηση περί αιωνίων φοιτητών δείχνει την προσπάθεια της άρχουσας κοινωνικής τάξης, δηλαδή των κοινωνικών στρωμάτων που ήδη απολαμβάνουν ευμάρεια και ευρωστία, να εισαγάγει πρόσθετους φραγμούς στη δυνατότητα της μόρφωσης και να οδηγήσει οριστικά πλέον μια ολόκληρη κοινωνική ομάδα στο περιθώριο (εργαζομένους φοιτητές, αρρώστους σπουδαστές, ορφανούς και αναπήρους, παιδιά διαλυμένων οικογενειών, επαρχιώτες σπουδαστές που δεν έχουν κατάλυμα, άλλους φοιτητές σεισμόπληκτους ή άστεγους λόγω της κρίσης, κοπέλες που αντιμετώπισαν μια αναπάντεχη εγκυμοσύνη και δεν διάλεξαν την εύκολη λύση της έκτρωσης, εφέδρους αξιωματικούς του ελληνικού στρατού που έχουν ταυτόχρονα τη φοιτητική ιδιότητα και αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του στρατεύματος κλπ). Οι αργοπορημένοι φοιτητές δεν κοστίζουν απολύτως τίποτε στο κράτος ή το φορολογούμενο, διότι μετά το έκτο έτος διακόπτονται όλα τα δικαιώματα της ούτως ή άλλως αποψιλωμένης μέριμνας (βιβλία, φάρμακα, σίτιση, στέγαση στις υποβαθμισμένες εστίες, εισιτήρια κλπ). Μάλιστα με το νέο νόμο 4009/2011 οι παλαιοί φοιτητές δεν υπολογίζονται καν στον πληθυσμό του ιδρύματος διότι θεωρούνται «μη ενεργοί φοιτητές», δεν δικαιούνται να ψηφίζουν κανένα, δεν εκλέγουν κανένα όργανο, επομένως με τις νέες διατάξεις μειώνεται κι άλλο το ποσοστό χρηματοδότησης, γιατί καταγράφονται μόνον οι «ενεργοί φοιτητές» (δηλαδή οι νεοσσοί). Επίσης δεν καταλαμβάνουν τη θέση κανενός γιατί εισήχθησαν κατόπιν αδιάβλητων εξετάσεων και έχουν νόμιμο δικαίωμα να είναι εκεί όπου βρίσκονται, προφανώς δεν έχουν πέσει μέσα στη σχολή με αλεξίπτωτο (αν είχαν την ικανότητα και οι αιώνιοι επικριτές, θα είχαν περάσει και εκείνοι κατόπιν εξετάσεων και θα ήσαν και εκείνοι εγγεγραμμένοι). Υπάρχουν ασφαλώς και φοιτητές αδιάφοροι, οκνηροί, νωχελικοί, ή φοιτητές που εισήχθησαν σε άλλο τμήμα από εκείνο που ήθελαν και γι’ αυτό φαίνονται να είναι λιμνάζοντες, αλλά τα αρνητικά φαινόμενα υπάρχουν σε όλους τους κοινωνικούς χώρους και δεν μπορεί να χαρακτηρίζουν την επιτυχία ή την αποτυχία του θεσμού ή του νόμου περί ΑΕΙ (μήπως οι Έλληνες δημοσιογράφοι είναι παράδειγμα προς μίμηση ή ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι οι εφημερίδες και τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα του κατεστημένου βλ. ΑΛΑΦΟΥΖΟΣ + ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ + ΒΟΥΔΟΥΡΗΣ έχουν κάνει σημαία το ζήτημα των αργοπορημένων φοιτητών ? ) Η προπέτεια της κυβερνήσεως για το θέμα αυτό οφείλεται περισσότερο στην προσπάθεια να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς με τους συνδικαλιστές φοιτητές που ενίοτε παραφέρονται και δημιουργούν δυστυχώς έκτροπα. Ωστόσο ο αριθμός αυτών των φοιτητών είναι περιθωριακός, αφού κανείς δεν τους παίρνει στα σοβαρά. Κατά δεύτερο λόγο επιδιώκεται η έξωση των παιδιών των κατώτερων εισοδηματικά τάξεων από τις σχολές, ώστε τα πλουσιόπαιδα να μην έχουν πια ανταγωνισμό. Θα είναι ενδιαφέρον να δούμε ποια θα είναι η αντίδραση των κυβερνώντων όταν αρχίσουν και οι μαζικές αυτοκτονίες των διαγραφόμενων φοιτητών, που θα προστεθούν στους 4000 αυτόχειρες της κρίσης του συστήματος στο οποίο ζούμε όλοι.
Σχολιάζει ο/η