Πάλι έξω θα φάμε;

Πάλι έξω θα φάμε; Facebook Twitter
0

Σάββατο 30/1

Όλη τη βδομάδα που πέρασε τρώγαμε έξω. Είναι μεγάλη περιπέτεια τα εστιατόρια. Δεν έχει να κάνει ακριβώς με το φαγητό αποκλειστικά. Ολόκληρες μέρες σπαταλιούνται στα τηλέφωνα να προσπαθείς να βρεις τραπέζι, σκέψεις γίνονται στο κεφάλι σου για το τι ρόλο θα παίξεις εκεί που θα πας (είναι λίγοι αυτοί που πάνε να φάνε παρέα με εκατό-διακόσιους άλλους και δεν σκέφτονται το «κάπως» που θα 'ναι, για να φανούν οk...), τι θα φας, τι θα πιεις, ποιοι θα σε προσέξουν, αν πέρασες καλά, αν έδεσε το πράγμα κ.λπ. Λοιπόν, μια βδομάδα τρώγαμε έξω, μια βδομάδα όλο εκπλήξεις. Είδαν τα μάτια μου τέρατα και σημεία. Φάγαμε εξαιρετικά σε κάποια μέρη, μας φέρθηκαν με ευγένεια που ξεχάσαμε πως υπάρχει στην Αθήνα, νιώσαμε άνετα και χαλαρά, αλλά είδαμε και συμπεριφορές που ήταν τόσο μα τόσο '90s... Να σου λέει ο εστιάτορας πως στη μία το μεσημέρι θα λειτουργεί το Σάββατο, δώδεκα και μισή να παίρνεις να κρατήσεις και να μην το σηκώνει κανείς, να λέει ο κατάλογος δέκα υλικά για ένα πιάτο και να λείπουν τα πέντε από το τελικό προϊόν, οι σερβιτόροι να νομίζουν πως είναι πελάτες, και βεβαίως οι λογαριασμοί να είναι σαν να πήγες στο Four Seasons στη Νέα Υόρκη. Μεγάλο resolution για το 2010 να μην ξαναπατήσω το πόδι μου σε μέρος που δεν περνάς καλά. Αυτό προτείνω να κάνετε κι εσείς.

Κυριακή 31/1

Τα βράδια τρώω έξω λοιπόν και τα πρωινά διαβάζω το βιβλίο της Ruth Reichl (η στήλη αυτή έχει εμμονές που αξίζουν τον κόπο), Garlic and Sapphires. Η Ruth, πριν γίνει διευθύντρια του «Gourmet», είχε διατελέσει για περίπου μια δεκαετία κριτικός εστιατορίων των «New York Times». Το βιβλίο αυτό είναι τα απομνημονεύματά της από αυτή την περίοδο. Αν έχετε ακούσει ποτέ για μια κριτικό εστιατορίων που πήγαινε μεταμφιεσμένη στα εστιατόρια για να μην την αναγνωρίσουν, πρόκειται για το πρόσωπο το οποίο αναφέρω πιο πάνω. Η ίδια λέει πως η δύναμη που έχει ο εκάστοτε κριτικός εστιατορίων της «New York Times» είναι τεράστια, αφού μια αρνητική του κρίση μπορεί να κλείσει επιχειρήσεις αμέσως. Μήνες πριν αρχίσει να γράφει, οι Νεοϋορκέζοι την κυνήγησαν, προσπάθησαν να μάθουν τα πάντα γι' αυτήν, μήπως την προλάβουν. Με τη βοήθεια μιας φίλης αυτή κατάφερε επιτυχώς να μπορεί να πηγαίνει στα εστιατόρια και ως η κριτικός της «NYT» αλλά και ως απλή πελάτισσα (μεταμφιεσμένη σε γριά, κυρία αριστοκράτισσα, κ.λπ.) και να αποδίδει την ποιότητα του εστιατορίου, κάνοντας ένα μέσο όρο των δύο συμπεριφορών. Α, και είναι εν μέρει υπεύθυνη για τη μεγάλη άνθηση του έθνικ φαγητού στη Νέα Υόρκη. Πριν από αυτή δεν έγραφε σχεδόν κανείς για όλες αυτές τις απίστευτες κουζίνες που ανθούσαν στην πόλη ερήμην των food editors. Το βιβλίο θα μπορούσε να είναι ο ύμνος για όλους τους foodies της υφηλίου αλλά και ένα βιβλίο για όλους τους εστιάτορες που θέλουν να μην είναι απεχθείς. Σας φιλώ.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ