OΛΑ ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ ΑΠΟ μια πιπίλα. Παρακολουθούσα ένα βίντεο που είχε 52 εκατ. views και έδειχνε επτά δημιουργικούς τρόπους για να φας ένα καρπούζι. Χρησιμοποιώ τη λέξη «δημιουργικός», η σωστή λέξη είναι «αλλόκοτος».

 

Κάποιος έκοβε το καρπούζι σε κύλινδρο με ένα κουτί από Pringles, σε μια άλλη εκδοχή άδειαζε μέσα στο καρπούζι τρία μπουκάλια τζιν και μετά χρησιμοποιούσε την ψίχα για να φτιάξει σουβλάκια φρούτων. Η βερσιόν που μου τράβηξε περισσότερο την προσοχή ήταν αυτή που κάποιος άδειασε το καρπούζι από τη σάρκα του και το γέμισε με κυβάκια άλλων φρούτων.

 

Στη μέση ακριβώς μπήκε ένα ολόκληρο στρογγυλό ξεφλουδισμένο πεπονάκι. Δύο χέρια τού έβαλαν δύο μούρα για μάτια, μια κορδελίτσα για μπαντάνα και μια πιπίλα μωρού στο στόμα. 

 

Σκέφτηκα, υπάρχει κανείς που στα σοβαρά θα φτιάξει αυτό το πράγμα; Kαι επίσης, πόσα καρπούζια χρειάστηκαν για να δημιουργηθεί αυτό το βίντεο;

 

Το 2012 ξεκίνησα σχεδόν τυχαία να γράφω για φαγητό σε διεθνή μέσα. Όταν γράφεις σε μια ξένη γλώσσα, καταλήγεις να εξηγείς τα αυτονόητα: τι είναι τα λαδερά, πόσα είδη χαλβά υπάρχουν, γιατί οι λαϊκές αγορές στην Αθήνα αλλάζουν κάθε μέρα γειτονιά.

 

Όσο πιο πολύ έψαχνα για να γράψω, τόσο περισσότερες απορίες αποκτούσα. Ξεκίνησα να ταξιδεύω. Έμαθα πως η ιστορία του αθηναϊκού φαγητού είναι μια ιστορία εσωτερικής μετανάστευσης, ποιος ήρθε από πού, γιατί φτιάχνει αυτό που φτιάχνει.

 

Σχεδόν τυχαία, πάλι, βρέθηκα να σχεδιάζω και μετά να πηγαίνω τουρίστες σε γαστρονομικές περιηγήσεις στο κέντρο της Αθήνας. Οι επισκέπτες μού μιλούσαν για το φαγητό που έτρωγαν στη χώρα τους.

 

Παρατήρησα πως οι Βορειοαμερικανοί ήταν συχνά οι πιο απομακρυσμένοι από την τροφή τους. Πολλά παιδάκια δεν είχαν δει ποτέ ψάρι ολόκληρο με το κεφάλι ή δεν κατανοούσαν καν πως το κρέας προερχόταν από ένα ζώο. Το ίδιο, συχνά, ίσχυε και για τους γονείς τους.

 

Η βόλτα στη Βαρβάκειο –τα τσιγκέλια με τα γδαρμένα ζώα, οι κεφαλές αρνιών αραδιασμένες, ο πάγκος με τα κοτόπουλα, η μυρωδιά του αίματος στον αέρα– τους φαινόταν εξωτική ή αηδιαστική. Είχαν συνηθίσει να καταναλώνουν το κρέας τους φιλεταρισμένο, να το βρίσκουν συσκευασμένο στο σούπερ μάρκετ, μια απροσδιόριστη μάζα που δεν θύμιζε σε τίποτα το ζώο από το οποίο είχε προέλθει.

 

Και εδώ ήταν το περίεργο. Την ίδια στιγμή που στον δυτικό κόσμο χάναμε όλο και περισσότερο την επαφή με την τροφή μας, το φαγητό είχε γίνει πια το απόλυτο φετίχ. Οι σεφ ήταν παγκόσμιοι σούπερ σταρ και το ίντερνετ γεμάτο βίντεο φαγητού που έβλεπαν δισεκατομμύρια άνθρωποι.

 

Ζούσαμε το πορνό της γεύσης: δυο χέρια μαγείρευαν συνταγές που μπορούσαν να σε οδηγήσουν στο έμφραγμα. Ορθογώνια κομμάτια τηγανητής μοτσαρέλας τυλιγμένα με μπέικον, μπαλάκια φιστικοβούτυρο βουτηγμένα στη σοκολάτα, έτοιμη ζύμη αλειμμένη με βούτυρο σκορδάτο και πέστο, πασπαλισμένη με κομμάτια χοιρινού στον φούρνο, ζελεδάκια λιωμένα στο τηγάνι για να φτιάξουν ζαχαρωμένα στικς.

 

Και εδώ ήταν το περίεργο. Την ίδια στιγμή που στον δυτικό κόσμο χάναμε όλο και περισσότερο την επαφή με την τροφή μας, το φαγητό είχε γίνει πια το απόλυτο φετίχ. Οι σεφ ήταν παγκόσμιοι σούπερ σταρ και το ίντερνετ γεμάτο βίντεο φαγητού που έβλεπαν δισεκατομμύρια άνθρωποι.

 

Ζούσαμε το πορνό της γεύσης: δυο χέρια μαγείρευαν συνταγές που μπορούσαν να σε οδηγήσουν στο έμφραγμα. Ορθογώνια κομμάτια τηγανητής μοτσαρέλας τυλιγμένα με μπέικον, μπαλάκια φιστικοβούτυρο βουτηγμένα στη σοκολάτα, έτοιμη ζύμη αλειμμένη με βούτυρο σκορδάτο και πέστο, πασπαλισμένη με κομμάτια χοιρινού στον φούρνο, ζελεδάκια λιωμένα στο τηγάνι για να φτιάξουν ζαχαρωμένα στικς.

 

Εκφώνηση: Μαρία Δρουκοπούλου