Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
0

Στα 20 του ήταν αφοσιωμένος βοηθός του Γιάννη Τσαρούχη. Ζωγράφιζε, κατασκεύαζε θεατρικές μακέτες, διόρθωνε κοστούμια, όπως στην περίπτωση των θρυλικών «Ορνίθων» του Κουν στο Ηρώδειο, της «Νόρμας» του Μπελίνι το 1960 και της «Μήδειας» του Κερουμπίνι σε σκηνοθεσία Μινωτή με την Κάλλας στο Ντάλας, στο Κόβεντ Γκάρντεν και στην Επίδαυρο τo 1961.

Στα 21 του ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του «Ποτέ την Κυριακή». Έναν χρόνο μετά έφυγε για την Αμερική και ουσιαστικά δεν επέστρεψε ποτέ στην Ελλάδα ‒ μόνο για την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων και, φυσικά, τα καλοκαίρια, τα οποία περνάει στην Ύδρα με τη σύντροφό του Liane Lefaivre, επίσης συνεργάτιδά του στη συγγραφή θεωρητικών βιβλίων αρχιτεκτονικής και μονογραφιών για αρχιτέκτονες που καθόρισαν αισθητικά τον 20ό αιώνα.


Έχοντας μεταφέρει τη βιβλιοθήκη και τα αρχεία τους στο Παρίσι από το 2015, συνεχίζουν να εκπονούν μελέτες, να εκδίδουν βιβλία και να οργανώνουν διαλέξεις με θέμα τον «κριτικό τοπικισμό» ή αρχιτεκτονικά ζητήματα περιβαλλοντικής και οικολογικής προσέγγισης. Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Τεχνολογίας του Delft και επίτιμος διδάκτωρ της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΑΠΘ, τον Φεβρουάριο του 2019 παρουσίασε στο MOMus την έκθεση «Ανοιξιάτικοι Χείμαρροι ‒ Αφίσες από την απεργία στο Χάρβαρντ, Άνοιξη 1969», με τεκμήρια της προσωπικής του συλλογής από την εξέγερση των φοιτητών, στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος.

Πιστεύω πως όσο πάει ο καιρός, λίγο πολύ, όλοι γινόμαστε «ναύτες δίχως λιμάνια» σε έναν κόσμο που όσο εξελίσσεται γίνεται πιο κλειστός, πεπερασμένος, αδύναμος, περικυκλωμένος από παντοδύναμες φωτιές, λοιμούς, δηλητηριάσεις, πείνα, δίχως διέξοδο, αλλά με πολλές εξόδους από την κοινωνία και τον διάλογο, και όπου ένας ολοκληρωτικός τρελός πόλεμος δεν είναι απίθανος πια, όπως παλιά. 


Ο Αλέξανδρος Τζώνης ξετύλιξε μνήμες μιας συναρπαστικής εποχής από τη δεκαετία του '50, όταν, μαθητής ακόμα, ξεκινούσε τη μεγάλη του πορεία, αρχικά ως σκηνογράφος, για να μεγαλουργήσει στη συνέχεια στον χώρο της αρχιτεκτονικής ως θεωρητικός και κριτικός-συγγραφέας. Μια οδύσσεια ανά τον κόσμο σε αναζήτηση της ανθρώπινης δημιουργικότητας.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Η επιτυχία της ταινίας είχε μεγάλη σημασία για την εισαγωγή μου, δύο χρόνια μετά, στο Yale School of Drama. Έμεινα δύο χρόνια για σπουδές με υποτροφία Φουλμπράιτ, αλλά, καθώς τα χρήματα δεν έφταναν, συμπλήρωνε και το Ίδρυμα Φορντ. O Aλέξανδρος Τζώνης όταν ήταν σπουδαστής στο Yale School of Drama, Οκτώβριος 1961.

Εγώ είμαι προπολεμικός και έχω χάσει τη μνήμη πολλών πραγμάτων. Θυμάμαι, όμως, όσα συνέβησαν όσο ήμουν μεταξύ 3 και 5 ετών και σχετίζονται με την ιστορία της οικογένειάς μου στην απαρχή του πολέμου, διότι επρόκειτο για γεγονότα φοβερά για ένα παιδί.

Ο πατέρας μου ήταν διευθυντής ερευνών του Αντικαρκινικού στην Αθήνα, όπως και του Υδροβιολογικού Ινστιτούτου στη Φρεαττύδα, και πηγαινοερχόταν στη Θεσσαλονίκη, όντας καθηγητής Βιολογίας στο πανεπιστήμιο εκεί. Εγώ πέρασα όλη την Κατοχή κρυμμένος, για πολλούς λόγους. Από το 1941 έως τα μέσα του 1944 δεν μου επέτρεπαν να βγω από το σπίτι. Ως εκ τούτου, δεν είχα φίλους, αλλά επειδή είχα φοβερή ανάγκη για επικοινωνία, δημιούργησα το πρώτο μου θέατρο στο παράθυρο της θείας μου. Ήταν και το μοναδικό μέρος στο οποίο μου επέτρεπαν να βγω. Έδειχνα καρτ ποστάλ και από κάτω μαζευόταν όλη η αλητεία της περιοχής. Ακόμα και τώρα βλέπω στον ύπνο μου αυτές τις παραστάσεις.


Άνοιξη του 1945 ταξιδέψαμε στη Θεσσαλονίκη. Μέχρι τότε εγώ ακόμα δεν είχα πάει σχολείο και το ερώτημα ήταν σε ποιο να πάω. Όλοι οι φίλοι είπαν στον πατέρα μου στο Πειραματικό. Όντως πήγα, και εκεί πέρασα τα καλύτερα χρόνια της προ-πανεπιστημιακής μου ζωής. Μου έκανε τρομερή εντύπωση το κτίριο, που ήταν του Πικιώνη. Τότε δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο Πικιώνης και γιατί μου είχε κάνει τέτοια εντύπωση.

Σε αντίθεση με τον παππού μου ‒επίσης Αλέξανδρο‒, ο οποίος ήταν αρχιτέκτων, απόφοιτος της Αυτοκρατορικής Ακαδημία Καλών Τεχνών της Κωνσταντινούπολης, το αρχιτεκτονικό αρχείο του οποίου είναι κατατεθειμένο στο Μουσείο MOMus στη Θεσσαλονίκη. Ανάμεσα σε άλλα, είχε χτίσει και το ξενοδοχείο Αστόρια της Θεσσαλονίκης, όπου έμεινε ο Πολκ πριν δολοφονηθεί, και το κτίριο Εράτυρα της οδού Παύλου Μελά ‒ και τα δύο διατηρητέα. Ζούσα, λοιπόν, σε ένα περιβάλλον τελείως διαφορετικό από εκείνο του Πικιώνη και, εξαιτίας αυτής της αντίθεσης, έμεινε βαθιά χαραγμένο στη μνήμη μου.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Ο Αλέξανδρος Τζώνης φοιτητής στο Yale School of Architecture, 1963.


Όταν ήρθαμε στην Αθήνα, μπήκα στο Κολέγιο Αθηνών, όπου σιγά-σιγά σχηματίσαμε έναν ολόκληρο καλλιτεχνικό κύκλο, γενικότερα πολύ ανοιχτό, όχι μόνο στον Μαρξ αλλά και στο gay culture. Οι πιο πολλοί δεν είχαμε καμία σχέση με τους διδάσκοντες, οι οποίοι μας θεωρούσαν λίγο παράλογους ‒ κι εγώ ήμουν αρχηγός του παραλόγου.

Βγάζαμε και ένα περιοδικό, για λογαριασμό του οποίου ανέλαβα το 1952 να πάω σε μια έκθεση της ομάδας «Αρμός» που γινόταν στο Ζάππειο, όπου με τράβηξε το έργο του Γιάννη Τσαρούχη. Η αστυνομία επενέβη στην έκθεση και ένα από τα έργα του ξεκρεμάστηκε ως άσεμνο. Του είπα ότι ήθελα να του κάνω μια συνέντευξη κι εκείνος μου απάντησε «έλα να με βρεις πρωί πρωί, όταν θα είμαι ακόμα στο κρεβάτι μου». Αυτό το βρήκα κατά κάποιον τρόπο περίεργο, γι' αυτό το ανέβαλλα για χρόνια.


Όταν τελείωσα το Κολέγιο, επειδή έγραφα ποιήματα, ήμουν έτοιμος για μια σοβαρή λογοτεχνική καριέρα. Επίσης ζωγράφιζα, αλλά οι καθηγητές μου συμβούλεψαν τη μητέρα μου να μου αγοράσει μια γραφομηχανή, γιατί θεωρούσαν ότι δεν μπορούσα να κάνω τίποτε άλλο στη ζωή. Όμως η μητέρα μου, που είχε σπουδάσει Χημεία, επέμενε να δώσω εξετάσεις στο Πολυτεχνείο. Πρέπει να πω ότι στο Κολέγιο μπήκα με δάφνες, αλλά βγήκα ο χειρότερος των χειροτέρων.


Οι φίλοι μού δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις να εξελιχθώ και μου έλεγαν ότι έπρεπε να γίνω αρχιτέκτονας. Ένας άλλος σοβαρός φίλος με συμβούλευσε να πάρω μαθήματα από τον Σπύρο Παπαλουκά. Όντως πήγα να τον βρω, αλλά επειδή χρήματα δεν είχα, ένας συμμαθητής μου από το Κολέγιο έκλεψε ένα ποσό και μου το έδωσε για να τον πληρώσω ‒ το οποίο και έκανα. Ο Παπαλουκάς δεν ήταν πλούσιος και είχε ανάγκη τα μαθήματα.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Ο Τζώνης με την εργασία του για το πτυχίο αρχιτεκτονικής από το Yale τον Ιούνιο του 1963.


Παράλληλα, επί έναν χρόνο πήγαινα τρεις φορές την εβδομάδα στο μουσείο, ενώ κάθε πρωί πήγαινα στον Μίνω Αργυράκη, τον οποίο μου είχε συστήσει μια κοπέλα τρία χρόνια μικρότερή μου, αλλά μεγαλύτερη από εμένα στο μυαλό, η Ντόρα Μπακοπούλου, η μεγάλη μουσικός. Επίσης, με σύστησε σε μια καλή της φίλη, τη Λέτα Χριστοπούλου. Η Λέτα και η Ντόρα αποφάσισαν να με φέρουν σε επαφή με τον Τσαρούχη, γιατί ο Παπαλουκάς δεν τους γέμιζε το μάτι, τον θεωρούσαν πολύ αρτηριοσκληρωτικό. Πράγματι, αυτή η συνάντηση έγινε ένα απόγευμα στο ρετιρέ του κτιρίου Πεσμαζόγλου, στο σπίτι του ζωγράφου-διπλωμάτη Μαυροϊδή ‒ το διπλανό διαμέρισμα στου Άρη Κωνσταντινίδη.


Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, αλλά ας επιστρέψουμε στη γνωριμία μου με τον Τσαρούχη. Εγώ έφτασα με ένα μπαούλο σχέδια, τα οποία βρήκε ωραία. Επίσης, μου μίλησε καλά για τον Παπαλουκά. Μου είπε ότι είναι ένας πάρα πολύ σπουδαίος δάσκαλος και χωριστήκαμε. Στο τέλος της χρονιάς μπήκα στο Πολυτεχνείο τέταρτος από 250 υποψήφιους, κάτι που ήταν μεγάλη έκπληξη ακόμα και για μένα!


Συνέχισα με τον Παπαλουκά, ο οποίος έγινε καθηγητής και μετά από έναν τσακωμό έπαθε ημιπληγία και σε λίγους μήνες πέθανε. Στην κηδεία έκλαιγα με λυγμούς και κάποιος ήρθε από πίσω μου, με άγγιξε στον ώμο και μου είπε: «Τώρα που χήρεψες, έλα μαζί μου». Αυτή ήταν η αρχή και έτσι πήγα στο ατελιέ του Τσαρούχη, που από το 1947 ήταν στην οδό Καραγιώργη Σερβίας, σε ένα δωμάτιο ανάμεσα σε πλυσταριά ‒δίπλα σε εκείνο του Μιγάδη‒ του τελευταίου ορόφου του μεγάρου Καλλιγά, που στέγαζε την εφημερίδα «Ελευθερία».

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Γιάννη Τσαρούχη, Καφενείο Παρθενών στην Ομόνοια, Εθνική Πινακοθήκη, c.1956, assisted by Tzonis.


Την εποχή εκείνη συναντιόμασταν στο «δεύτερο Λουμίδη- Μπραζίλιαν» της οδού Βουκουρεστίου. Στον ίδιο κύκλο ανήκε ο Μίλτος Σαχτούρης, ο Τάκης Σινόπουλος, ο Μιχάλης Κατσαρός και ο Γιώργος Μακρής. Στου Τσαρούχη δεν είχε πολλά λόγια, είχε πολλή μουσική, ανέκδοτα και δουλειά, όπως ακριβώς στα εργαστήρια της εποχής της Αναγέννησης. Το πρώτο πράγμα που μου ζήτησε ήταν να κάνω το μαύρο φόντο της «Ξεχασμένης Φρουράς». Αυτό το μαύρο, όμως, δεν ήταν ένα απλό μαύρο αλλά όπως όλων των μεγάλων πινάκων της Αναγέννησης. Κάθε πινελιά είχε βάρος και νόημα, και πάνω του έβαλε ο Τσαρούχης τα έπιπλα και τα γυμνά σώματα.


Μετά με έβαλε να κάνω τις γλάστρες του καφενείου στην «Ομόνοια Παρθενών» της Εθνικής Πινακοθήκης, όχι του Νέον, που ήταν γεμάτο λάθη. Εξοργιζόταν με τα λάθη μου και μου έλεγε: «Αχ, βρε Τζώνη, αν ήσουν μηχανικός και σχεδίαζες αεροπλάνα, θα είχες σκοτώσει πολλούς πιλότους». Σιγά-σιγά προσαρμόστηκα και όσο περνούσε ο καιρός η δουλειά μου γινόταν πολύ πιο υπεύθυνη. Παράλληλα, παρακολουθούσα και τα μαθήματα στο Πολυτεχνείο, έτσι κοιμόμουν περί τις πέντε ώρες την ημέρα. Ήταν μια ευτυχισμένη περίοδος της ζωής μου. Τότε άρχισε να συνεργάζεται ο Τσαρούχης με τον Ιόλα και είχε χρήματα, οπότε μπορούσαμε να πηγαίνουμε στο Ελληνικόν ή στου Ζόναρς και να τρώμε ένα καλό γεύμα.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Όταν πήγα να δείξω τα σχέδιά μου στον Ντασέν ‒γύρω στα 50 σκίτσα‒, ήταν και η Μελίνα μαζί του, η οποία ενθουσιάστηκε με την κρεβατοκάμαρα της Ίλια, η οποία την ενδιέφερε περισσότερο από το σαλόνι ή οτιδήποτε άλλο.

Μισθό δεν είχα, μόνο φαγητό, αλλά άρχισαν να έρχονται και δουλειές στο θέατρο. Για μένα δεν ήταν διδασκαλία αλλά μαθητεία. Έγινα σκηνογράφος και ενδυματολόγος ως μαθητής. Έρχονταν πολύ ωραίες παρέες και πολύ ενδιαφέροντες άνθρωποι, όπως και νέοι, σαν τον ποιητικό ζωγράφο Νίκος Στεφάνου. Όχι ο Χατζιδάκις, απείχε από τον Τσαρούχη, είχαν διαφορετική μενταλιτέ. Ο Τσαρούχης θεωρούνταν συντηρητικός νεοκλασικός, αλλά ήταν σε διάλογο με το Παρίσι, γι' αυτό τον θεωρώ μέρος του παγκόσμιου πνεύματος.


Το 1957 ο Τσαρούχης έκανε τα σκηνικά και τα κοστούμια της «Μήδειας» στο Ντάλας Σίβικ Όπερα του Τέξας και, αν δεν κάνω λάθος, στο Κόβεντ Γκάρντεν. Τότε είχε μια πρόταση από τον Κακογιάννη να κάνει την ταινία «Ερόικα», παράλληλα με την πρόταση του Ντασέν για το «Ποτέ την Κυριακή», τον οποίο δεν πήρε στα σοβαρά. Το σενάριο δεν του άρεσε ‒ πολύ επηρεασμένο ίσως από τη Μελίνα, που είχε ζητήσει το 1952 από τη Φίνος Φιλμ τον ρόλο της πόρνης της Τρούμπας στο «Η Αγνή του λιμανιού», αλλά ο Φίνος δεν της τον έδωσε.

Η αρχική μου συμφωνία με τον Τσαρούχη ήταν να είμαι βοηθός του και στα δύο. Όταν κατάλαβε ότι ήταν πολλή δουλειά και ότι ο Ντασέν δεν μπορούσε να τον πληρώσει, μου έδωσε το σενάριο και μου είπε «πήγαινέ το πίσω και πες του ότι δεν μπορώ να το κάνω». Βρήκα τον Ντασέν παράλυτο στο κρεβάτι. Περνούσε μια τρομερή κρίση και είχε καταρρεύσει ψυχολογικά. Μάλιστα, όταν άρχισε να γυρίζεται η ταινία, ψυχοσωματικά ήταν πολύ άρρωστος και όταν δεν έπαιζε, φορούσε νάρθηκα για να τον κρατάει όρθιο.

Με ρώτησε: «Τι με συμβουλεύεις να κάνω τώρα;». Του απάντησα: «Ο Τσαρούχης είναι μοναδικός. Όπως φέρατε καταπληκτικό φωτογράφο Γάλλο, τον Ζακ Νατό, να φέρετε και σκηνογράφο από τη Γαλλία». Με κοίταξε, σκέφτηκε και μου είπε: «Γιατί όχι εσύ;». Παρέλυσα και απάντησα: «Εγώ είμαι ένας απλός βοηθός». «Θα σε δοκιμάσω. Έχεις 48 ώρες να μου φέρεις την πρότασή σου».

Φυσικά το έκανα γιατί ήμουν πάρα πολύ φιλόδοξος, αλλά περισσότερο και από τη φιλοδοξία ήταν η περιέργεια και η αγάπη για την περιπέτεια που υπερίσχυσαν. Ήταν τόσο δύσκολες οι συνθήκες τότε, το πολιτιστικό, ακόμα και το πολιτικό κλίμα, που καθιστούσε πολύ δύσκολη τη δημιουργία αυτού του φιλμ. Δεν περίμενε κανείς να γίνει επιτυχία. Ο ρόλος της Μελίνας και του αδελφού της στην εύρεση χρημάτων ήταν πολύ μεγάλος. Νομίζω ότι έβαλε και δικά της και όλοι δούλεψαν σχεδόν χωρίς μισθό, εκτός από τους Γάλλους. Εγώ, αν θυμάμαι καλά, πήρα 6.000 δραχμές από τον παραγωγό Λαμπίρη. Πάντως, αν αποτύγχανε ο Ντασέν, δεν θα μπορούσε να κάνει άλλη ταινία.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Το επόμενο ήταν να βρεθούν οι εξωτερικοί χώροι κι έτσι μου έδωσαν δύο βοηθούς κι έναν σοφέρ. Έτσι βρέθηκε το σπίτι, που ήταν ένα νεοκλασικό της γυναίκας του Άρη Προβελέγγιου επάνω στο λιμάνι του Πειραιά.
Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Mελίνα Μερκούρη και Δέσπω Διαμαντίδου.
Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
H σκηνή στην ταινία Ποτέ την Κυριακή που εμφανίζεται ο Αλέξανδρος Τζώνης.


Το πρώτο που έκανα για να προετοιμαστώ ήταν μια εκτεταμένη μπουρδελότσαρκα. Εγώ ήμουν άσχετος με όλα αυτά, όχι για λόγους ηθικούς ή ερωτικούς, αλλά γιατί ήμουν τόσο απασχολημένος με τα δικά μου θέματα, που δεν μου πέρναγε από το μυαλό να κάνω μια επίσκεψη σε αυτά. Επισκέφτηκα όλα τα πορνεία της οδού Νοταρά στην Τρούμπα, που ήταν διαφορετικά από τα ομαδικά πορνεία της πλατείας Βάθη.

Στην Τρούμπα τα κορίτσια μού άνοιξαν τα δωμάτιά τους. Ήταν καταπληκτικά, μου έβγαλαν τα πράγματά τους, με συμβούλευσαν, πάντα το μεσημέρι με τη μεγάλη ζέστη, που δεν είχαν πελάτες. Όταν πήγα να δείξω τα σχέδιά μου στον Ντασέν ‒γύρω στα 50 σκίτσα‒, ήταν και η Μελίνα μαζί του, η οποία ενθουσιάστηκε με την κρεβατοκάμαρα της Ίλια, η οποία την ενδιέφερε περισσότερο από το σαλόνι ή οτιδήποτε άλλο.

Το επόμενο ήταν να βρεθούν οι εξωτερικοί χώροι κι έτσι μου έδωσαν δύο βοηθούς κι έναν σοφέρ. Έτσι βρέθηκε το σπίτι, που ήταν ένα νεοκλασικό της γυναίκας του Άρη Προβελέγγιου επάνω στο λιμάνι του Πειραιά. Μου άρεσε η σκάλα της εισόδου με το άνοιγμα και ο διάλογος του εσωτερικού με τα πλοία. Επηρεασμένος από τον Βισκόντι της πρώτης περιόδου, το έκανα πολύ λιτό και όταν ήρθαν να το δουν ο Ντασέν και η Μελίνα, το βρήκαν γυμνό.

Παρότι ο Ντασέν θαύμαζε τον ιταλικό νεορεαλισμό και τον είχε κατά κάποιον τρόπο εισαγάγει στο αμερικανικό φιλμ νουάρ, ήθελε να κάνει κωμωδία. Έτσι, το γέμισα με κούκλες, λουλούδια και αντικείμενα. Η μεγαλειώδης σκηνή στην οποία η Μελίνα λέει την ιστορία της Μήδειας χρειάστηκε 12 ώρες για να γυριστεί, κάτι αδιανόητο για ελληνική ταινία. Στη σκηνή της Ακρόπολης δεν ανακατεύτηκα καθόλου, ήταν επιλογή της Μελίνας.


Το αυτοκίνητο ερχόταν καθημερινά να με πάρει στις 6:30 το πρωί για να πάω στο μέρος όπου γινόντουσαν τα γυρίσματα. Μέχρι τις 9, οπότε κατέφθαναν όλοι, τα είχα όλα έτοιμα. Τότε έμπαινα στο αυτοκίνητο και πήγαινα στο Πολυτεχνείο. Ήμουν στο τέταρτο έτος και ήταν πολύ απαιτητικό το πρόγραμμα. Από κει έφευγα στις 4 και πήγαινα στον Πειραιά ή στο στούντιο, για να δούμε στις 7 τα αποτελέσματα των γυρισμάτων της μέρας, μήπως χρειαζόταν να ξαναγυριστούν κάποιες σκηνές. Το αυτοκίνητο με πήγαινε σπίτι μου, στο Ψυχικό, όπου δούλευα για το Πολυτεχνείο μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι τέλη Νοεμβρίου.


Μια μέρα, μου λέει ο Ντασέν, «έλα αύριο πρωί, γιατί σε θέλω να παίξεις». Εγώ, με το ίδιο θράσος που ανέλαβα τη σκηνογραφία, ανέλαβα να παίξω και στη σκηνή επάνω στο πλοίο, όπου μπαίνει ο ίδιος ως Χόμερ στην ταινία.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Βίλα στην Εκάλη, 1965.


Ο Ντασέν ήταν πάρα πολύ εύκολος άνθρωπος, πάρα πολύ ανοιχτός και οι πολιτικές του θέσεις ήταν περισσότερο ουμανιστικές παρά καθαρά πολιτικές. Ήθελε να σταθεί σε έννοιες όπως universality (διεθνικότητα), globalism (παγκοσμιότητα), regionalism (τοπικισμός), particularity (ιδιαιτερότητα), έννοιες στις οποίες πίστευε, ήταν πάνω από την ταινία και είχαν τις ρίζες τους στο έργο του Καζαντζάκη. Θα μπορούσε να κάνει κανείς μια ενδιαφέρουσα σύγκριση με την ταινία «Ο κόσμος της Σούζαν Ουόνγκ», που γυρίστηκε ακριβώς την ίδια περίοδο στο Χονκ-Κονγκ.

Η Μελίνα, πάντως, μετά την πρεμιέρα της ταινίας στις Κάννες, ήταν αναμφίβολα μια διεθνής ηθοποιός-περσόνα στον διάλογο εκείνης της εποχής του Ψυχρού Πολέμου και στον διεθνή κινηματογράφο της υπαρξιστικής σκέψης.


Η επιτυχία της ταινίας είχε μεγάλη σημασία για την εισαγωγή μου, δύο χρόνια μετά, στο Yale School of Drama. Έμεινα δύο χρόνια για σπουδές με υποτροφία Φουλμπράιτ, αλλά, καθώς τα χρήματα δεν έφταναν, συμπλήρωνε και το Ίδρυμα Φορντ. Επρόκειτο για μια ενδιαφέρουσα πολιτικο-πολιτιστική αφρόκρεμα φοιτητών από Πακιστάν, Ελλάδα, Τουρκία, Σουηδία, Γερμανία και Αμερική. Ένας Σουηδός και ένας Γερμανός τόλμησαν να πουν σε δεξίωση της Φορντ ότι θεωρούν λανθασμένη την πολιτική της για το μέλλον του αυτοκινήτου.

Όσο ήμουν στο Yale, είχα εξαιρετικές σχέσεις και μεγάλη ανταπόκριση από τους καθηγητές, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Νίκος Ψαχαρόπουλος, ο ιδρυτής του New York Theater, που εκπροσωπούσε τη σχολή του Στανισλάβσκι, αλλά ήταν ανοιχτός στην αβανγκάρντ προσέγγιση του Living Theater και του Μπρεχτ.


Προς μεγάλη απογοήτευση των πάντων και μεγάλη ικανοποίηση δική μου πήρα την απόφαση να δηλώσω στο Ίδρυμα Φορντ ότι, αν ήθελε να εξακολουθήσει να με χρηματοδοτεί, θα συνέχιζα με αρχιτεκτονική. Δεν είχαν καμία αντίρρηση γιατί εκείνη τη στιγμή η Σχολή Αρχιτεκτονικής του Yale ήταν η πιο ενδιαφέρουσα στον κόσμο.

Το 1963 πήρα το δίπλωμά μου και γύρισα στην Αθήνα για να κάνω το στρατιωτικό μου, οπότε και ξαναβρέθηκα στους κύκλους μου. Πολλά είχαν αλλάξει όμως. Πολλοί είχαν φύγει στο εξωτερικό και άλλοι είχαν αλλάξει επάγγελμα. Ο φίλος μου ποιητής Τάσος Δενέγρης θεωρούνταν η καινούργια φωνή.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Λιθογραφία από τον Τζώνη με τον Manfred Ibel, Ποιήματα του Κ. Καβάφη, New Haven: εκτύπωση από το Yale University Press, 1966. Κείμενο και δέκα λιθογραφίες. Μετάφραση ειδικά για αυτήν την έκδοση των Nicos Stangos και Steven Spender, που διανέμεται από την Wittenborn, Inc. 100 αριθμημένα και υπογεγραμμένα αντίγραφα, Νέα Υόρκη


Πριν καταταγώ, η Ντόρα Μπακοπούλου με συνέστησε στον Βλαντίμιρ Ασκενάζι, με τον οποίον γίναμε πάρα πολύ φίλοι. Μου ζήτησε να του κάνω ένα σπίτι στην Επίδαυρο, γιατί θεωρούσε την Ελλάδα δεύτερη πατρίδα του. Μου 'δωσε προκαταβολή, ξεκίνησα τα σχέδια, αλλά άρχισαν να με ζητάνε από το Yale, για να διδάξω. Καθώς με ενδιέφερε περισσότερο αυτό από το να κάνω μια βίλα, έστω και του Ασκενάζι, επέστρεψα στην Αμερική, χωρίς να την ολοκληρώσω.

Στο Yale, ο πρώην καθηγητής και συνεργάτης μου πλέον Serge Chermayeff, τριάντα επτά χρόνια μεγαλύτερός μου, κατέστρεψε τη μακέτα και μου είπε: «Η αρχιτεκτονική από δω και πέρα δεν θα γίνεται με σχέδια αλλά με ιδέες». Έτσι γράψαμε από κοινού το βιβλίο «Shape of Community», το οποίο εκδόθηκε το 1972 από την Penguin Books.

Με αφορμή αυτό ξεκίνησα μια συνεργασία με τον εκδοτικό οίκο ως επιστημονικός συντάκτης, ταξιδεύοντας ανά τον κόσμο και προωθώντας τα βιβλία του. Παράλληλα, θεωρώντας ότι η αβανγκάρντ ήταν πια το Χάρβαρντ, με το οποίο ήμουν ερωτευμένος, άφησα το Yale και άρχισα να διδάσκω εκεί.


Το Χάρβαρντ μου έδωσε την ευκαιρία να έχω δική μου ομάδα με πολύ καλούς συνεργάτες για να κάνω έρευνα. Παράλληλα, έγινα υπεύθυνος εκθέσεων, μία εκ των οποίων ήταν του Αντονιόνι και είχε τίτλο «Alienation and Environment». Έχω κρατήσει όλη την αλληλογραφία μας. Ο τρελός Αντονιόνι μου έστειλε όλο το αρχείο του και το φωτογράφισα. Ο ίδιος δεν ήρθε γιατί είχε ξεκινήσει τα γυρίσματα του «Zabriskie Ρoint» στο Χόλιγουντ. Το ενδιαφέρον ήταν ότι η έκθεση ήταν σαν ένα είδος γραμμικού ντοκιμαντέρ, με εικόνες και κείμενα για την αποξένωση των ανθρώπων που είχε γράψει ο Μαρξ όταν ήταν 18 χρονών. Είχε πολύ μεγάλη επιτυχία. Ακόμα και αυτό είχε σχέση με την επιρροή μου από τον Ντασέν.


Ο Serge Chermayeff βοήθησε πολύ την ενσωμάτωσή μου στον πνευματικό κόσμο της Δύσης. Τα δύο σπίτια του, στο Νew Haven και στο Cape Code, ήταν τόποι συνάντησης και διαλόγου με αρχιτέκτονες, επιστήμονες και συγγραφείς όπως ο Norman Mailer, ο Conrad Waddington, ο Stephen Spender, ο Eric Bentley και ο Marcel Breuer. Το 1970 με πρότεινε και έγινα Fellow of the Royal Society of Arts. Με τον Chermayeff ένιωσα όπως και με τον Ντασέν, λιγότερο μόνος στον κόσμο. Ίσως γιατί κι εκείνοι, όπως και εγώ, ήταν από προγόνους ξεριζωμένους, θα έλεγα «ναύτες δίχως λιμάνια» ‒ έτσι με είπε η Χρύσα μια φορά.

Είχα οργανώσει μια μεγάλη έκθεση της Χρύσας και σχεδιάζαμε να κάνουμε λευκό γάμο, αλλά κατέληξα να δέχομαι απειλές κατά της ζωής μου. Γίνονταν πολλές δολοφονίες για λόγους πάθους τότε.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
O Tζώνης ενώ δουλεύει πάνω σε μια ταπετσαρία στο New Haven, 1966


Πιστεύω πως όσο πάει ο καιρός, λίγο πολύ, όλοι γινόμαστε «ναύτες δίχως λιμάνια» σε έναν κόσμο που όσο εξελίσσεται γίνεται πιο κλειστός, πεπερασμένος, αδύναμος, περικυκλωμένος από παντοδύναμες φωτιές, λοιμούς, δηλητηριάσεις, πείνα, δίχως διέξοδο, αλλά με πολλές εξόδους από την κοινωνία και τον διάλογο, και όπου ένας ολοκληρωτικός τρελός πόλεμος δεν είναι απίθανος πια, όπως παλιά. Μέχρι πριν από λίγο καιρό ο κόσμος ήταν ακόμα ανοιχτός, μετά από κάθε καταστροφή υπήρχαν άλλοι τόποι, έστω και μακρινοί, για εκ νέου δημιουργία, έστω και στην εξορία. Δεν έχουμε την ίδια πολυτέλεια πια.


Ο πλούτος μας, τα τοπία εξερεύνησης και ανακάλυψης, οι αληθινοί τόποι-πήγες πολιτιστικής και επιστημονικής γνώσης, αναγέννησης και εξέλιξης είναι μέσα στο πραγματικό καράβι μας και όχι σε ψεύτικα λιμάνια. Αυτό, κατά κάποιον παράδοξο τρόπο, ήταν και το μήνυμα του Ντασέν και της Μελίνας στο «Ποτέ την Κυριακή» ‒ δύο ελεύθερων τοπικιστών-κοσμοπολιτών. Πιστεύω πως η συνεργασία μου με το έργο του Ντασέν αλλά και με τον ίδιο τον Ντασέν ως δημιουργό και ως άνθρωπο έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στη ζωή μου και εν μέρει στη δημιουργία της ιδέας του critical regionalism.


Ο Chermayeff είχε δίκιο όταν είπε πως το μέλλον, η δημιουργία, δεν βρίσκεται στα μεγάλα συγκροτήματα, ότι το καινούργιο σήμερα είναι στη νέα σκέψη προκειμένου να κατασκευάσουμε ένα καινούργιο ανθρωπιστικό οικολογικό περιβάλλον. Φυσικά, αυτό ισχύει και για την Ελλάδα μας και για την αρχιτεκτονική της. Ελπίδα και υπόσχεση για τους Έλληνες αρχιτέκτονες που με βαθύτερη εμπειρία του τόπου, των ανθρώπων, της οικολογίας και της ιστορίας του θα μπορέσουν να χτίσουν έναν κόσμο ελευθερίας, συγκατοικίας και συνεργασίας.

Αλέξανδρος Τζώνης: Ο σκηνογράφος του «Ποτέ την Κυριακή» ανασύρει μνήμες από μια συναρπαστική εποχή Facebook Twitter
Η πιο πρόσφατη φωτογραφία του Αλέξανδρου Τζώνη από το MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης το 2018 στα εγκαίνια της έκθεσης “Ανοιξιάτικοι Χείμαρροι. Αφίσες από την απεργία στο Χάρβαρντ. Άνοιξη 1969. Συλλογή Αλέξανδρου Τζώνη και Liane Lefaivre” μαζί με τον αρχιτέκτονα Harvey Hacker που ήταν φοιτητής στο Χάρβαρντ και μαθητής του Τζώνη το 1969 και είναι ο δημιουργός της περίφημης γροθιάς που ήταν το σύμβολο των ξεσηκωμένων φοιτητών στην Αμερική του '69 και έκτοτε έγινε γενικότερα σύμβολο αγώνων. Φωτ.: Μαρία Τσαντσάνογλου (διευθύντριας της Συλλογής Κωστάκη / MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης)
Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Μάριο Βίττι: «Οι Έλληνες έχουν μια υπερηφάνεια δικαιολογημένη»

Απώλειες / Μάριο Βίττι (1926-2023): «Οι Έλληνες έχουν μια υπερηφάνεια δικαιολογημένη»

Όταν ο σημαντικότερος πρεσβευτής των ελληνικών γραμμάτων στην Ιταλία, που πέθανε σήμερα σε ηλικία 97 ετών, είχε μιλήσει στη LiFO με αφορμή μια έκθεση φωτογραφίας που είχε διοργανώσει ο δήμος Ύδρας προς τιμήν του.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντέπυ Γοργογιάννη: «Ο intimacy coordinator θα ενταχθεί και στη δική μας κουλτούρα»

Θέατρο / Πώς γυρίζουμε σήμερα μια σκηνή βιασμού;

Το θέατρο και ο κινηματογράφος διεθνώς επανεξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο στήνονται οι ερωτικές και βίαιες σκηνές: μέχρι ποιο σημείο μπορεί να εκτεθεί ένα σώμα; Η Ντέπυ Γοργογιάννη εξηγεί τον ρόλο του intimacy coordinator και τον τρόπο που τίθενται τα όρια.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Πριν από το break, ο Γιώργος Λάνθιμος τα λέει όλα

Οθόνες / Γιώργος Λάνθιμος: «Το θέμα είναι πώς ξαναβρίσκεις τη χαρά»

Παραδέχεται πως η δημιουργία ενός έργου τέχνης δεν είναι μια ανώδυνη διαδικασία. Και πως χρειάζεται ένα διάλειμμα. Πήρε στάση απέναντι σε όσα συμβαίνουν στη Γάζα γιατί «Αν είσαι άνθρωπος με οποιαδήποτε ενσυναίσθηση, δεν μπορείς να μη μιλήσεις». Λίγο πρίν την κυκλοφορία της ταινίας Βουγονία που σκηνοθετεί, ο Γιώργος Λάνθιμος μίλησε στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Οθόνες / Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Με αφορμή το αφιέρωμα που ετοίμασε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για μία από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της εποχής μας, επιλέγουμε 10 ταινίες της, στις οποίες έχει αποτυπωθεί η τεράστια υποκριτική της δυναμική και η ικανότητά της να μεταμορφώνεται εσωτερικά με κάθε ρόλο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Οθόνες / Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Ένα μοναδικό μεγάλο αφιέρωμα στον σπουδαίο δημιουργό για ένα τριήμερο σε όλους τους χώρους της Στέγης, με προβολές των ταινιών του, ένα masterclass και μια συζήτησή του με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου στην Κεντρική Σκηνή.
M. HULOT
Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι να παραμένεις καλός άνθρωπος»

Οθόνες / Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι η καλοσύνη»

Υπήρξε από τις πιο αναγνωρίσιμες διεθνώς τηλεοπτικές περσόνες, όντας ο κεντρικός παρουσιαστής του MTV. Σήμερα ο 66χρονος τηλεοπτικός παραγωγός, συγγραφέας και σεναριογράφος ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα, όμως ο έρωτας με την Ελλάδα κρατάει από πολύ παλιά. Ο Steve Blame αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Oι 10 Καλύτερες Ελληνικές Ταινίες των ‘20s μέχρι τώρα

Η λίστα / Oι 10 καλύτερες ελληνικές ταινίες των '20s μέχρι τώρα

Ποιες ελληνικές ταινίες της τρέχουσας δεκαετίας έχουν ξεχωρίσει μέχρι στιγμής; Ρωτήσαμε 20 κριτικούς κινηματογράφου, ανθρώπους του ευρύτερου κινηματογραφικού χώρου και αθεράπευτους σινεφίλ και σας παρουσιάζουμε το top 10 που προέκυψε μέσα από το συναρπαστικό, σύνθετο μωσαϊκό του σύγχρονου ελληνικού σινεμά.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να εξηγήσω απόλυτα γιατί επιστρέφω διαρκώς εκεί»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Επιστρέφοντας, μπορεί να πιάσουμε πάλι το νήμα»

Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος μας μιλά για το χωριό όπου γεννήθηκε, το Αρματολικό στη νότια Πίνδο, αλλά και για το νέο του ντοκιμαντέρ, «Τα τέρματα του Αυγούστου», που διαδραματίζεται εκεί.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Γιούλη Τσαγκαράκη: «Κάθε σπίτι έχει τον δικό του Νετανιάχου, τον δικό του Τραμπ»

Οθόνες / Γιούλη Τσαγκαράκη: Η θεία Σταματίνα από τις «Σέρρες» του Γιώργου Καπουτζίδη μιλά στη LifO

Η ταλαντούχα ηθοποιός με τον ρόλο της ίντερσεξ θείας έσπασε ταμπού και άνοιξε ξανά μια σειρά συζητήσεων για το φύλο, την LGBTQI+ κοινότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πώς ετοιμάστηκε για το ρόλο; Πώς βλέπει τις αντιδράσεις;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Οθόνες / Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Από μια ρετροσπεκτίβα στην Ιζαμπέλ Ιπέρ μέχρι έναν πλήρη οδηγό του έργου του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και από το spotlight στον Μαρσέλ Πανιόλ μέχρι μια ανατρεπτική ματιά στην έννοια του plot twist, οι θεματικές ενότητες του φεστιβάλ διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Σινεμά / Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Η νέα ταινία της Ιζαμπέλ Ιπέρ, φιλμ που έρχονται από τις Κάννες, πρεμιέρες, οι μικρού μήκους του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και οι ελληνικές συμμετοχές των διαγωνιστικών τμημάτων είναι μερικοί από τους λόγους που θα μας στείλουν και φέτος στις αίθουσες του αγαπημένου κινηματογραφικού θεσμού.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Pulp Fiction / Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Προτροπή για αντίσταση ή παραίνεση για τρομοκρατία; Το αριστούργημα του Πολ Τόμας Άντερσον «Μια μάχη μετά την άλλη», οι εξαιρετικές πρόσφατες αλληγορίες «Weapons» και «Eddington», αλλά και οι αξέχαστες κινηματογραφικές αναφορές τους απασχολούν τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο και τον αρχισυντάκτη της LiFO Γιάννη Πανταζόπουλο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Ιδέες / Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Με αφορμή το νέο ντοκιμαντέρ για μια από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ού αιώνα, ξαναθυμόμαστε τι είχαν απαντήσει στη LiFO οι Πέπη Ρηγοπούλου, Θωμάς Μοσχόπουλος, Δημήτρης Στεφανάκης, Θάνος Παπακωνσταντίνου, Πάνος Κούτρας και Θεόφιλος Τραμπούλης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ