Πολύ Κακή Κριτική - που οδήγησε σε μεγάλη μάχη!

Πολύ Κακή Κριτική - που οδήγησε σε μεγάλη μάχη! Facebook Twitter
31
Πολύ Κακή Κριτική - που οδήγησε σε μεγάλη μάχη! Facebook Twitter

H κριτικός θεάτρου Λουίζα Αρκουμανέα και ο καθηγητής και συγγραφέας Γιώργος Βέλτσος. 

Η κριτική της Αρκουμανέα στο ΒΗΜΑ για το έργο που έγραψε ο Βέλτσος ενόχλησε τον ίδιο που της απάντησε σε υψηλούς τόνους.

Ας δούμε πρώτα την Πολύ Κακή Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα:



«Η φωνή» του Γιώργου Βέλτσου, σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ στο Βήμα: 11/08/2013

Για «μορφωμένους»

Πολύ Κακή Κριτική - που οδήγησε σε μεγάλη μάχη! Facebook Twitter

Ο συγγραφέας της «Φωνής» Γιώργος Βέλτσος με τη σκηνοθέτρια της παράστασης Ρούλα Πατεράκη

Ο Α έχει έναν φόβο. Ή και περισσότερους. Δυσκολεύεται να ακούσει τη φωνή του. «Γιατί δεν μετακινείσαι; Γιατί δεν μιλάς πιο δυνατά;» τον ρωτά αφελώς ο Β. Η Γ προσπαθεί να του εξηγήσει ότι ο Α δεν βλέπει πια όνειρα, γι' αυτό τον πήρε και έφυγαν μακριά. Πήγαν στους ειδικούς. Αλλά οι τελευταίοι δεν τους είπαν τίποτα καινούργιο. Η ασθένεια «είναι απροσδιόριστη» είπαν οι επιστήμονες και κούνησαν συγκαταβατικά το κεφάλι. Από ό,τι φαίνεται ο Α πλήρωσε το τίμημα της απόλυτης γνώσης. Τα ήξερε όλα προτού του τα πουν. Το ταξίδι ήταν περιττό.

Ενώ έλειπαν, ο Β έμπαινε κρυφά στο σπίτι και άγγιζε τα ρούχα τής Γ. Ο Β και η Γ είναι εραστές. Ο Α το ξέρει και δεν έχει πρόβλημα. Αντιθέτως, δείχνει να του αρέσει που ανήκει σε ένα τρίγωνο και μάλιστα ισοσκελές ορθογώνιο. Επειδή είχε «ολισθήσει έξω από τις λέξεις»,βρήκε στο τρίγωνο καταφύγιο. Εστω πρόσκαιρο. Κάθησε απέναντι από τον φόβο του και συνομίλησαν. Εκεί μέσα στο τρίγωνο. Οταν βγήκε, δήλωσε πως δεν αγαπά πια τη Γ. Αλλά ούτε αυτή τον αγαπά. Θέλει να φύγει, να μείνει μόνη, να περπατά στον μόλο και να της φυσάει ο αέρας τα μαλλιά. Δεν είναι όμως σίγουρη. Η αναποφασιστικότητα γενικώς τους ταλανίζει όλους: να χωρίσουν ή να παραμείνουν και οι τρεις μαζί;

Μεγάλη κουβέντα ακολουθεί. Τα ποικίλα ενδεχόμενα αναχώρησης ή/και παραμονής ενός ή/και περισσοτέρων μελών της προβληματισμένης τριάδας εξετάζονται διεξοδικά. Τελικά, ποιος είναι ο καλύτερος συνδυασμός; Ο ένας με τον άλλον; Ο ένας με τον έναν από τους δύο; «Ο ένας και με τους δύο. Αν δύο δεν σημαίνει μόνον ένα και ένα». Η απόφαση είναι ομόφωνη. Ο πλουραλισμός νικά: «Οχι πια ένας. Οχι πια δύο. Οχι πια ζευγάρι». Αλλά πώς;«Ζευγαρωμένοι: εγώ, αυτή, εσύ».

Τι κι αν τα χρόνια έφεραν πίκρες; Τι κι αν οι πίκρες ταρακούνησαν τα θεμέλια του τριγώνου; Το μωρό που χάθηκε, για παράδειγμα, δεν έμαθε ποτέ ποιος θα ήταν ο πατέρας του: ο Α ή ο Β; Δεν έχει και τόση σημασία «τώρα που θα φύγουμε όλοι άτεκνοι». Είναι προφανές ότι η προχωρημένη αυτή σχέση έχει φθάσει σε αδιέξοδο. Την έφαγαν οι λέξεις; Η απροσδιόριστη ασθένεια του Α; Τα συχνά ταξίδια του ζεύγους που άφηνε τον εραστή μόνο, να χαϊδεύει υφάσματα; Η αδυναμία τεκνοποίησης; Οι κακοί γιατροί; Η κακή αριθμητική;

Ο κριτικός λόγος δυσκολεύεται να βρει χαρακτηρισμούς για έργα όπως «Η φωνή». Μια σαπουνόπερα για «μορφωμένους», ίσως, όπου οι ερωτικοί αντίζηλοι δεν επιδίδονται σε ακραίες ίντριγκες αλληλεξόντωσης αλλά κάθονται, σαν υπερφίαλοι διανοούμενοι, και συζητάνε με τις ώρες τα θέματά τους μέχρι να τους βρει το σούρουπο της αιωνιότητας. Η τέχνη της βαρύγδουπης ασάφειας είναι το ατού τους. Μιλάνε ακαθόριστα, αλλά και συγκεκριμένα. Τα λένε όλα και δεν αποκαλύπτουν τίποτα. Στοχάζονται τη μοναξιά τους, το εγώ, το εσύ, το αυτό· επικαλούνται το κρυφό νόημα των αριθμών... των φωνών... των εποχών...

Με τα αφτιά της συντονισμένα στις απόμακρες αυτές συχνότητες, η Ρούλα Πατεράκη έστησε μια παράσταση που ενέτεινε ακόμη περισσότερο τον ποιητικοφανή ναρκισσισμό των ηρώων. Ο ένας μετακινεί πέρα δώθε μια γλάστρα με βασιλικό. Ο άλλος διαβάζει καθισμένος σε μια πολυθρόνα. Η τρίτη περιδιαβαίνει ανάμεσά τους, ενώ επεξεργάζεται δήθεν αμέριμνα τα σκηνικά αντικείμενα. Σκορπισμένες στο γυάλινο πάτωμα δεκάδες φωτοτυπίες από διάσημα έργα τέχνης. Οι ηθοποιοί πίνουν λικέρ, χαζεύουν τις φωτοτυπίες και τεμαχίζουν τις φράσεις τους με απαρέγκλιτη μεγαλομανία: όσο πιο πολλές παύσεις τόσο καλύτερα, τόσο πιο σημαντικά ακούγονται όλα, φαίνεται να είναι η σκηνοθετική λογική.

«Η ασθένεια. Να μην... καταλαβαίνεις». Με αυτό τον εξοντωτικό ρυθμό - όπου όλα διαρκούν τέσσερις φορές περισσότερο από το κανονικό - δεν έχουμε από πουθενά να κρατηθούμε. Τα φυτά αλλάζουν θέσεις, οι μεγάλοι ζωγράφοι διατηρούν σιγή ιχθύος, το ερωτικό τρίγωνο ακκίζεται...

Μια φωνή αναδύεται ξάφνου από τα τρίσβαθα των αντοχών μας: έλεος πια με τόση ανοησία!

====

Αυτή ήταν η κριτική. 

Σήμερα το ΒΗΜΑ δημοσίευσε την απάντηση του Βέλτσου (και οι δύο είναι συνεργάτες του Βήματος, και η Αρκουμανέα και ο Βέλτσος), γράφοντας:

Από τον καθηγητή κ. Γιώργο Βέλτσο πήραμε την παρακάτω επιστολή σχετικά με την κριτική της κυρίας Λουίζας Αρκουμανέα που δημοσιεύθηκε στο «Βήμα» την Κυριακή 11 Αυγούστου 2013. «Το Βήμα», εννοείται, δεν υιοθετεί το εκφραστικό ύφος του συγγραφέα, ωστόσο, για λόγους δεοντολογίας, δημοσιεύουμε το κείμενο.
 
Μου κακοφάνηκε αυγουστιάτικα που η Λουίζα Αρκουμανέα («Το Βήμα», 11.8.2013) καταπιάστηκε με τη θεατρική μου Φωνή. Είναι σαν να αμφισβήτησε τη φωνή μου.

Και αυτό δεν το συγχωρώ.

Επειδή όμως θεωρώ ότι η γραφή είναι «σύμπτωμα» του ανθρώπου, δεν θα κρίνω μόνο τη γραφή της αλλά και την ίδια, κατά παράβαση της αρχής ότι «πρέπει να τελειώνουμε με την κριτική».

Θεωρώ τη Λουίζα Αρκουμανέα ένα caso!

Αναιδής, ημιμαθής, ατάλαντη, ανθρακεύει την υστερία της με τα κείμενα που κατ' εξακολούθησιν δημοσιεύει.

Και ενώ υποτίθεται ότι ξεμπροστιάζει, ξεμπροστιάζεται.

Ορίζω ως caso τον ματαιόδοξο κριτικό ο οποίος ντρέπεται να καταθέσει τη δικαιολογημένη άγνοιά του για θεατρικούς κώδικες που τον ξεπερνούν αισθητικά. Εν προκειμένω, δεν κατανοεί ότι το θέμα του έργου μου δεν είναι η σχέση των φύλων αλλά, όπως σημειώνει η Πατεράκη («Εφ», 27.6.2013), η βάσανος «στον κλειστοφοβικό χώρο του μυαλού που δεν έχει καμία διέξοδο, εκτός από τον θάνατο και τον φόβο του θανάτου», ίδιον της δημιουργίας.

Η έμφυλη σχέση και τα ιψενικά τρίγωνα δεν συνιστούν το «εγώ», «εσύ», «αυτός» της κριτικής της Αρκουμανέα αλλά δηλώνουν τις αντιμεταθέσεις του ρόλου ενός και του αυτού προσώπου. Ούτε όμως τη σκηνοθεσία της Πατεράκη ανέγνωσε. Διότι οι κινήσεις των ηθοποιών, που τις αντιλαμβάνεται ως απόδοση του «ποιητικοφανούς ναρκισσισμού των ηρώων» (sic), υπηρετούν τη μόνη δυνατή επαφή: οι ανθρώπινες σχέσεις να διαμεσολαβούνται από αντικείμενα. 

Τα «πράγματα» που ο  σκηνογράφος  Γιάννης  Σκουρλέτης τοποθέτησε στη σκηνή λειτούργησαν σκηνοθετικά αντί προσώπων. Οταν η εποχή δεν επιτρέπει την επικοινωνία «προσώπου με πρόσωπο», η μόνη σχέση με τον άλλον εαυτό  γίνεται μέσω εικόνων της Τέχνης.

Με την ένδειά της η Αρκουμανέα υποστηρίζει εν τέλει την υστερία. Εκτός από το «πιστοποιητικό φύλου» που εκδίδει εβδομαδιαίως, εμφανίζει και ένα πιστοποιητικό απορίας προς όσους προσεταιρίζεται για τις αποτυχημένες καλλιτεχνικές της απόπειρες. Αλλά «αυτό που αρθρώνει η υστερική είναι πως σε ό,τι αφορά την κατασκευή τού καθεάνδραείναι εξίσου ικανή με τον ίδιο τον καθεάνδρα (...). Ως εκ τούτου δεν τον έχει ανάγκη...» (Λακάν). Και  αυτό συμβαίνει στην «περίπτωση».

Τώρα ο ισχυρισμός της Αρκουμανέα ότι «ο κριτικός λόγος δυσκολεύεται να βρει χαρακτηρισμούς για τη Φωνή» αφορά τη δική της δυσκολία και όχι της Καλτάκη και του Τσατσούλη  που διαθέτουν τον οπλισμό για να την προσεγγίσουν.

Ομολογώντας έτσι άθελά της την ανικανότητά της να εννοήσει συμπληρωματικά νήματα στα κείμενα που κατα-κρίνει, γίνεται προφανές γιατί αποθρασύνεται. Θα ήταν σε θέση να υποψιαστεί τι της συμβαίνει; Η έλλειψη κάθε αναγνωστικής γενναιοδωρίας! Παρά ταύτα, αμετανόητη, αγενής αναγνώστης κειμένων και παραστάσεων, συνεχίζει λόγω της σιωπής των αμνών...

Υπηρετεί το θέατρο η αγένειά της;

Ενδιαφέρει το θέατρο η ξανθιά περσόνα που επιλεκτικά εμφανίζεται στις αίθουσες; Η κριτική της δεν συμβάλλει στην κατασκευή του αναγκαίου μηχανισμού  παραπλάνησης από μια φασίζουσα κοινωνία που κοροϊδεύει τους μορφωμένους; Εν ονόματι αυτού του λαϊκισμού γράφει η  Αρκουμανέα; Και ποιος τη δικαιοδοτεί να χρησιμοποιεί στα κείμενά της το «εμείς»; Ποιοι «εμείς»; Ο πληθυντικός της αγένειας;

ΥΓ.:  Τις προάλλες «κατεδάφισε» και τον Οστερμάιερ γράφοντας πως παρεμβάλλει στο έργο του Ιψεν τις «αμπελοφιλοσοφίες» του, ενώ ο ίδιος είχε δηλώσει ότι ο λόγος του γιατρού Στόκμαν αντικαταστάθηκε για ευνόητους λόγους από ένα απόσπασμα του βιβλίου Η επικείμενη εξέγερση (L' insurrection qui vient, εκδόσεις La Fabrique, 2007).

Θα της το χαρίσω.
Γιώργος Βέλτσος
 

======

 

Πολύ Κακή Κριτική - που οδήγησε σε μεγάλη μάχη! Facebook Twitter

 

 

 

31

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

20 σχόλια
Διαβάζω την στήλη της κυρίας Αρκουμανεα (Λοΐζου) πολλα χρονια.Σαφως και εχει γνώσεις αλλα τις προβάλει μάλλον περισσότερο απο τα έργα για τα οποια γράφει κριτική. Φετος μάλιστα εξάντλησε την καλοσύνη της γράφοντας θετικά σχόλια για το "Ζ" και το "Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα"του Εθνικού. Θέμα της να γράφει οσο επιστημονικά θέλει αλλά όταν επανειλημμένα απαξιώνει σχεδόν τους πάντες και τα παντα (μεχρι και τον Βογιατζή) κάπου το εχει τραβήξει το σκοινί. Και θα αναφέρω μια παλια δήλωση του Μηνά Χρηστιδη: οι αποτυχημένοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες γίνονται κριτικοί .
Το θέατρο μπορεί να απευθύνεται σε όλους ή σε λίγους,να είναι προκλητικό,ασεβές,αστείο ή συγκινητικό.Ρεαλιστικό,συμβολικό,κλασικό,να διατηρεί την θεατρική σύμβαση η να την σπάει να την ανατρέπει να την ξεπερνά να την ανασυνθέτει.Μπορεί να είναι τα πάντα εκτός από βαρετό.Ενα φιλοσοφικό δοκίμιο προτιμώ να το διαβασω στο σπίτι μου.Στο θέατρο πηγαίνω για να δω ένα θεατρικό έργο.
Νομίζω ότι κανένας κριτικός δεν μπορεί να χρησιμοποιεί εκφράσεις όπως: "έλεος πια με τόση ανοησία!".Πώς μπορεί κανείς να είναι τόσο σίγουρος ότι πρόκειται για ανοησία η αγωνιώδης προσπάθεια κάποιου να εκφραστεί στους νέους, δικούς του, πρωτόγνωρους, ορίζοντες τόσο για τον ίδιο, όσο και για τους άλλους;Πώς μπορείς να αποκαλείς σε τελική ανάλυση, ανόητο, κάποιον;Η δουλειά του κριτικού δεν πρέπει να ασκείται "ελαφρά τη καρδία". Έχει να κάνει με ανθρώπους που γράφουν και υπηρετούν τα έργα και όχι με έργα που υπάρχουν από μόνα τους. Αν οι παράγοντες ενός θεατρικού έργου είναι υπηρέτες του θεάτρου τότε οι κριτικοί (ως παρελκόμενα) θα πρέπει να είναι υπηρέτες των υπηρετών και σε καμμία περίπτωση δυνάστεςτου θεάτρου ή των υπηρετών του. Λίγη περισσότερη συστολή λοιπόν στους μη παράγοντες το πρωτογεννές έργο.
Μπα μην το λες αυτό τελευταίο"Αν οι παράγοντες ενός θεατρικού έργου είναι υπηρέτες του θεάτρου τότε οι κριτικοί (ως παρελκόμενα) θα πρέπει να είναι υπηρέτες των υπηρετών και σε καμμία περίπτωση δυνάστεςτου θεάτρου ή των υπηρετών του. Πηγή: www.lifo.gr"πρώτον γιατί αρχίζεις με το ΑΝ..πράγμα που δεν είναι καθόλου βέβαιο οτι συμβαίνει(γενικά μιλάω)γιατί το να είσαι υπηρέτης του θεάτρου (ή και το οποιουδήποτε αντικειμένου) σημαίνει οτι υπηρετείς το αντικείμενο σου αυτό καθ΄αυτό ελεύθερος από εγωισμό και αυταρέσκεια ...οτι δεν ενδιαφέρεσαι για την κοινωνική άνοδο αλλα για κυρίως για το αντικείμενο σου.Αυτό εγώ δεν το διακρίνω εύκολα (επαναλαμβάνω οτι μιλάω γενικά...για την ίδια την διατύπωση σου - οχι για το έργο αυτό που άλλωστε δεν είδα ούτε και έχω σκοπό να το κάνω )και δεύτερον γιατί ο κριτικός δεν είναι παρελκόμενο...κατ΄αυτή την εννοια παρελκόμενο θα μπορούσε να είναι και ο ηθοποιός (σαν εκτελεστικό κυρίως όργανο) του σκηνοθέτη (director)πράγμα που Δεν συμβαίνει γιατί θέατρο χωρίς σκηνοθέτη γίνεται αλλά χωρίς ηθοποιό ούτε με σφαίρες.Το αυτό και για τον συγγραφέα που απ΄αυτόν αρχίζουν όλα όπως υπαινίσσεσαι, αλλά ο ηθοποιός θα μπορούσε (όπως έχει αποδειχτεί ) να κάνει και χωρίς αυτόν.υ.γ. είναι σωστό αυτό που λες για την έκφραση "φτάνει πια τόση ανοησία'καλό θα ήταν να αποφεύγονται τέτοιες εκφράσεις αλλά στο παρελθόν έχουμε διαβάσει και πολύ χειρότερες όπως "η παράσταση μου θύμισε ευκοίλια" ...από τους leader του κλάδου σημασία(δεν έχει το όνομα φυσικά)Όμως ακόμα και αν άλλαζε την έκφραση της σε "φτάνει πια το δήθεν' "η φτάνει πια ο ακκισμός" η "φτάνει πια" σκέτοθα άλλαζε η ουσία; 'η απλά θα κρατιόταν το τρέχον "πολιτικαλ κορεκτ" μέτροπου δέχεται σαν σε καλύτερο μοίρα τον ακκιζόμενο π.χ. από τον ανόητο;Αυτά...και με καλή διάθεση :-)
Όλα όσα έγραψα πιό πάνω ήταν στο πνεύμα του "για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους", δηλαδή να μην ξεχνάμε από που ξεκινάμε και πού πάμε. Αυτά που λες, πράγματι ισχύουν, αλλά ας μην τα αφήνουμε να μας πάρουν "το πάνω χέρι".Όσο για τη δεύτερη θετική ψήφο στο σχολιό σου ήταν δική μου.:))
Επίσης ήθελα να πω οτι η αγωνιώδης προσπάθεια των καλλιτεχνών να εκφραστούν αξίζει σεβασμό έτσι κ΄αλλιώς.Αλλά το αποτέλεσμα μπορεί να κριθεί αυστηρότερα όταν τα χρήματα της παραγωγής προέρχονται από το Κοινό ταμείο! και οχι από ίδια κεφάλαια ή χορηγίες .
Αν και δεν έχω άποψη για τις ιδέες και το λόγο του κ.Βέλτσου -μου κάνει εντύπωση που όλοι έχουν- τον έχω παρατηρήσει σε πολλές συνεντεύξεις και μου αρέσει πως ιδρώνει προσπαθώντας να διατυπώσει την σκέψη του. Φανερώνει ένα πάθος, σαν αθλητής είναι την ώρα της τελευταίας προσπάθειας. Ή σαν κάποιος που αυνανίζεται καταμεσήμερο.
Εντυπωσιακά σαφής ο Βέλτσος όταν είναι για να εξηγήσει και να υπερασπιστεί τον εαυτό του πάντως. Πραγματικά μεγάλη η διαφορά από άλλα γραπτά του. Ομολογουμένως, ως κείμενο με πείθει λίγο περισσότερο, αν εξαιρέσουμε τα κομμάτια όπου δείχνει απαράδεκτη κακεντρέχεια.
δεν γνωριζω την κριτικο αλλα γνωρζιω τονβελτσο και εχω παρακολουθησει και αλλη παρασταση με εργο τουαπο την αιθουσα κανεις δεν καταλαβε τιποτα. υπηρχαν 6-7 που ειχαν βλεμμα-πωπω τι σπουδαιο εργο αλλα ειμαι μικρος για να το πιασω-και οι υπολοιποι 11-12 νιωθαμε απλα ηλιθιοι που δωσαμε λεφτα
Μεσα σε 100 παραστασεις επιπεδου Σταθη Ψαλτη ο Βελτσος δε με πειραζει καθολου. Να βλεπουμε λιγο τη μεγαλη εικονα. Απο που πιστευετε οτι θα ξεπηδησουν αριστουργηματα και κουλτουρα και αναζητηση? Απο 100 πονηματα Ψαλτη - Ντενιση η απο 100 επιπεδου Βελτσου - Πατερακη. Περιμενω εναγωνιως τις επομενες ανοησιες (sic) τετοιου ειδους.
Απλώς να θυμίσω ότι δεν είναι η πρώτη φορά που ο Βέλτσος κάνει το ίδιο ατόπημα. Χρόνια πριν, κι ενώ ήταν πρόεδρος της επιτροπής κρατικών βραβείων λογοτεχνίας, απείλησε με μήνυση τον κριτικό του περ. "Νέα Εστία" Νίκο Λάζαρη επειδή του είχε γράψει κακή κριτική! Εύκολο είναι να κρίνεις την κοινωνία συνολικά, δύσκολο να αποδέχεσαι την αρνητική κριτική. Όμως όταν εκ θέσεως κρίνεις, είτε ως ξερόλας καθηγητής είτε ως πρόεδρος επιτροπής που βραβεύει, γελοιποιείσαι όταν θεωρείς τον εαυτό σου απρόσιτο τοτέμ της νεοελληνικής λογοτεχνίας. (Συνελόντι ειπείν: δεν διαβάζεται ο καημένος...)
1. το οτι ο Τσατσούλης ή η Καλτάκη είχαν άλλη γνώμη αυτό δεν είναι επιχείρημα εναντίον της Αρκουμανέα.Δεν είναι δυνατόν ο επαρκής Κριτικός να είναι αυτός που γράφει καλά για το εργο μας.ούτε φυσικά και να τον παραπέμπουμε σε συνέντευξη που έδωσε η σκηνοθέτης ---ώστε μέσω αυτής να πληροφορηθεί-- ..τι θα έπρεπε να είχε καταλάβει για να μας είναι αρεστός.....................................Ατυχής αντίδραση ενός πανεπιστημιακού θα μπορούσε στον ελεύθερο του χρόνο να σκεφτεί πως ...ΙΣΩΣ και να μην κάνει για θεατρικός συγγραφέας.Αν έκανε κάτι τέτοιο 2 τινα θα μπορούσαν να συμβούνα. να κατέληγε στο συμπέρασμα πως είναι θεατρικός συγγραφές (ίσως και μάλιστα και με κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον)αρα ...θα στρωνόταν στην δουλειά να γράψει το επόμενο.β. πως δεν είναι θεατρικός συγγραφέας αρα δεν θα έπρεπε να τα βάζει με όσους το είχαν καταλάβει επίσης.Ενδιαφέρον είναι πως και στις δύο περιπτώσεις θα ήταν Κερδισμένος! γιατί ήδη θα είχε αναρωτηθεί !!Το να αναρωτιέσαι δεν είναι ανασφάλεια ούτε ηττοπάθειαείναι Αγωνία!! και μάλιστα διαρκής Η Αγωνία λοιπόν και μάλιστα η διαρκής!είναι το κύριο συστατικό στοιχείο του καλλιτέχνη γενικότερα (οχι μόνο του συγγραφέα)και αυτή η Αγωνία στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν Φαίνεται να διατίθεται ούτε με το σταγονόμετρου.γ. Συγγραφέας που φωνάζει "γιατί μου έγραψες κακά;"δεν μου κάνει ...δεν θα πάρω.
Aπό τις λίγες φορές που κατανόησα το Βέλτσο. Φαίνεται να έχει και δίκιο μάλιστα. Ασκεί την κριτική του, άλλωστε, στην περσόνα της κριτικού. @Double Helix: και η Ανίτα Έκμπερκ ήταν πολύ νόστιμη. Κριτικός δεν έγινε...
Κατά τον Βελτσο, η ανεπάρκεια της Αρκουμανέα αναδεικνύεται ξαφνικά (!) μόλις έκανε κακή κριτική στο θεατρικό του ενώ τόσα χρόνια ήταν... εξόχως επαρκής?
Μπίρλας: ΑΑΑΑΑΑΑΑ!Γιάννης: Κακό ψόφο νά ‘χει, εκνευρίστηκε, τι έπαθε αυτός τώρα;Βλάσσης: Ρε παιδιά, πέστε τους να μιλάνε λίγο πιο σιγά, θέλω να κοιμηθώ!Κωνσταντάν: Σιλάνς, σταματήστε, σας είπα είναι υπαρξιακό το δράμα!Σπύρος: Σιλάνς ρε παιδιά! Σταματήστε.Κόρ: Το τέλος έρχεται πάντα. Έρχεται το τέλος! Για όλους μας!Μ: Κανείς δεν νικάει το θάνατο!Κόρ: Ο Άνθρωπος! Ο Μεγάλος Ηττημένος!Μ: ΑΑΑΑΑΑααααΑΑΑ!Β: Πιο σιγά!http://www.youtube.com/watch?v=XnNuMQP-sfU
"Όταν υπάρχουν τέτοιοι καθηγητές στα ελληνικά πανεπιστήμια δεν είναι περίεργο που οι απόφοιτοι βγαίνουν αγράμματοι."http://www.gurforum.org/2007/04/06/%CE%BB%CE%AF%CE%B2%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CF%8E%CF%81%CE%B3%CE%BF%CF%82-%CE%B2%CE%AD%CE%BB%CF%84%CF%83%CE%BF%CF%82/