Η Ιωάννα Καρυστιάνη αφηγείται τη ζωή της στη LIFO

Η Ιωάννα Καρυστιάνη αφηγείται τη ζωή της στη LIFO Facebook Twitter
Τους ηλικιωμένους ανθρώπους δεν τους απέφευγα και δεν τους βαριόμουνα ούτε στα νιάτα μου, γι' αυτό είναι και πολύ συχνά ήρωες στα βιβλία μου. Κυνηγούσα τη ματιά τους, τα χέρια τους, τα λόγια τους. Φωτο: Σπύρος Στάβερης/ LIFO
0

Οι γονείς μου ήταν Μικρασιάτες. Εκεί τους ξέβρασε το κύμα της προσφυγιάς το 1922. Η μάνα μου άφησε τη Σμύρνη στα 13 της κι ο πατέρας μου τα Βουρλά στα 11 χρόνια του. Πέρασαν πολλά. Στην Κατοχή έχασαν τα δυο πρώτα αγόρια τους, τριών και δύο χρόνων.Οι γονείς μου θυμούνταν χωρίς να μισούν κι αγωνίζονταν χωρίς να παραπονιούνται. Αγάπησαν τα Χανιά. Είδαν την πόλη σαν αγκαλιά για τα επτά παιδιά που ανάθρεψαν. Και οι δυο έφυγαν από τη ζωή το 2010, πρώτος ο πατέρας μου στα 99 και λίγο μετά η μάνα μου, στα 101.

• Είχα πολύ ευτυχισμένη παιδική ηλικία, κι ας μην έπιασα ποτέ ως παιδί αγοραστό παιχνίδι ή παιδικό βιβλίο, κι ας φορούσα, με τρεις αδελφές μεγαλύτερες, ρούχα τέταρτο χέρι. Έτσι ζούσανε πάνω-κάτω σε όλα τα σπίτια.

Ξεκινάω πάντα να γράφω ένα βιβλίο, γνωρίζοντας μόνο δυο πράγματα. Τον τίτλο του βιβλίου και το πώς τελειώνει. Η προεργασία για τον τίτλο και το τέλος οριστικοποιούν και φορμάρουν και την κεντρική ιδέα. Δίχως αυτά δεν παίρνω μπρος. Ο τίτλος είναι οδηγός και το τέλος στόχος.

• Πολύ μικρή, στα 6, στα 8, νόμιζα πως πόλη σημαίνει Χανιά και το Παρίσι, το Λονδίνο, η Μόσχα, η Νέα Υόρκη, που έβλεπα στους σινεμάδες, ήταν ψέματα του κινηματογράφου. Άκουγα στο ραδιόφωνο τραγούδια-αφιερώσεις σε μετανάστες και στο μυαλό μου το Μόναχο, το Σικάγο και η Μελβούρνη είχαν βενετσιάνικο Φάρο, ταμπακαριά, Σπλάντζια για Μικρασιάτες και «Απόλλωνα», τον κινηματογράφο δίπλα στο σπίτι μας.

Υπήρξα η μασκότ του, στο τζάμπα. Και τις καθημερινές είχα το ελεύθερο να τρυπώνω και να βλέπω ακόμα και τις ακατάλληλες ταινίες. Αργότερα, στην εφηβεία, τα σοκάκια γύρω απ' το λιμάνι, με αέρα, βροχή και δίχως τουρίστες τότε, έγιναν στα μάτια μου η παπαδιαμαντική Σκιάθος. Τα Χανιά, λοιπόν, μου έκαναν ως πραγματικότητα, μου έλυναν και τη φαντασία.

• Στην Αθήνα πήγα το 1970, στα 18. Στο σχολείο, στο σπίτι, μιλούσα πολύ γρήγορα και με φώναζαν «δικηγόρο» και «πολυβόλο». Βρέθηκα, λοιπόν, στη Νομική χωρίς να το πολυσκεφτώ. Όλη μου η φούρια ήταν να πάρω μέρος στον χαμό μιας μεγαλούπολης.

• Σύντομα βρέθηκα να δουλεύω ως σκιτσογράφος σ' εφημερίδες και περιοδικά, γιατί είχα μια σφοδρή ανάγκη για προσωπική έκφραση κι έναν φόβο γι' αυτό που λαχταρούσα περισσότερο, το γράψιμο. Τα σκίτσα ήταν το πρώτο διστακτικό ταξίδι του χεριού μου στο χαρτί, μια δοκιμή ίσα για να ξεθαρρέψω.

Έστυβα το μυαλό μου να κατεβάσω ιδέες χωρίς λόγια. Τα χάρτινα ανθρωπάκια ήταν μαθητεία στην ευγλωττία της σιωπής και συνάμα άσκηση στη σαφήνεια των λέξεων, του νοήματος που έπρεπε να προκύψει στη σκέψη των αναγνωστών του περιοδικού ή της εφημερίδας.

• Τη μετάβαση απ' το σκίτσο στο γράψιμο την έκανα με το ίδιο χαρτί, κόλλες Α4, το ίδιο μαύρο μαρκαδοράκι, τους ίδιους πρωταγωνιστές, καθημερινούς ανθρώπους από άσημα σπίτια, το ίδιο άγχος μήπως τους αδικήσω και τον ίδιο νόστο για ανθρωπιά.

Ξεκινάω πάντα να γράφω ένα βιβλίο, γνωρίζοντας μόνο δυο πράγματα. Τον τίτλο του βιβλίου και το πώς τελειώνει. Η προεργασία για τον τίτλο και το τέλος οριστικοποιούν και φορμάρουν και την κεντρική ιδέα. Δίχως αυτά δεν παίρνω μπρος. Ο τίτλος είναι οδηγός και το τέλος στόχος.

• Τους ηλικιωμένους ανθρώπους δεν τους απέφευγα και δεν τους βαριόμουνα ούτε στα νιάτα μου, γι' αυτό είναι και πολύ συχνά ήρωες στα βιβλία μου. Κυνηγούσα τη ματιά τους, τα χέρια τους, τα λόγια τους. Καφεδάκι, τσιπουράκι και κουβέντα για τα κηπευτικά, τα πρόβατα, τους κεραυνούς, τους τραγουδιστές, τον πόλεμο, τις νηοπομπές, τα ερωτικά, τα κομματικά.

Τώρα που υφίστανται τη μαγική και απηνή δίωξη των συντάξεων πείνας και της αναδουλειάς ή ανεργίας των παιδιών κι εγγονών τους, σκέφτομαι και ξανασκέφτομαι ποια κυβέρνηση, ποιοι πολιτικοί θα σκιστούν να τους δώσουν μια χαρά, μια μεγάλη χαρά, να την προλάβουν όσο ζουν;

• Την Αθήνα στις τωρινές συνθήκες δεν μπορώ να παρά να την πονώ και να την αγαπώ. Τέτοιες ώρες δεν μου κάνει καρδιά να επιμείνω στ' αθάνατα κουσούρια, στην έλλειψη πάρκων και υποδομών, στο σκουπιδομάνι, στην κακομεταχείριση της πόλης από δημοτικές αρχές και δημότες. Η κατάσταση υπερβαίνει αυτές τις χρόνιες εντυπώσεις. Η σημερινή Αθήνα είναι ζωντανή δυσφήμηση του πολιτικού συστήματος Ελλάδας κι Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Χιλιάδες στοιβαγμένοι μετανάστες, χιλιάδες λουκέτα, εγκληματικότητα, διαδηλώσεις απολυμένων και υποψηφίων για απόλυση, σιδερόφραχτα ρολά, ατέλειωτες ουρές σε ΙΚΑ, ΔΕΗ, ΟΑΕΔ, σκοτεινοί δρόμοι, διαβάτες που βιάζονται και παραμιλούν, σαλταρισμένες φάτσες. Εδώ φιλοξενήσαμε την «πρεμιέρα» και προβάλλουμε τα «προσεχώς» και άλλων ευρωπαϊκών πόλεων, όπως δείχνουν οι αριθμοί της ύφεσης, οι εξελίξεις στα εργασιακά και το πυρ ομαδόν των ισχυρών κατά του κοινωνικού κράτους.

• Ξεκινάω πάντα να γράφω ένα βιβλίο, γνωρίζοντας μόνο δυο πράγματα. Τον τίτλο του βιβλίου και το πώς τελειώνει. Η προεργασία για τον τίτλο και το τέλος οριστικοποιούν και φορμάρουν και την κεντρική ιδέα. Δίχως αυτά δεν παίρνω μπρος. Ο τίτλος είναι οδηγός και το τέλος στόχος. Δρόμος, όμως, δεν υπάρχει. Πρέπει να τον σκάψω εγώ. Με τίτλο και τέλος είμαι πιο συγκεντρωμένη στη χάραξη, πιο προσεκτική στα χαντάκια, πιο θαρραλέα στα απρόοπτα, πιο απερίσπαστη στο σημαντικό βήμα-βήμα και πιο ελεύθερη να λοξοδρομώ από περιέργεια, να κοντοστέκομαι και να σημαδεύω όσα αξίζουν στη διαδρομή.

Προτιμώ τις συνηθισμένες μέρες του χρόνου και όχι τις τυμπανοκρουσίες των κατορθωμάτων του, ιδού τα Χριστούγεννα, χειροκροτήστε την Πρωτοχρονιά, εμπρός για τα γιούργια των εορτών και τη γενική επιστράτευση του Πάσχα.

• Με το Καιρός Σκεπτικός επέστρεψα ξανά, μετά από χρόνια, στα διηγήματα. Αυτό έγινε γιατί όσα ζούμε μου επέβαλαν τον χαρακτήρα του επείγοντος και η μικρή φόρμα ανταποκρίνεται στα γρήγορα. Ένιωθα καταπλακωμένη από ποσά, τόσα τα χρέη, τόσα τα ελλείμματα, τα πανωτόκια, οι μίζες, οι φευγάτες καταθέσεις, οι φόροι, τα χαράτσια, οι δόσεις, αμάν-αμάν η δόση, μη χάσουμε τη δόση, πάνω απ' όλα η δόση. Ξέφυγα, λοιπόν, στα κλεφτά, με απλές ιστορίες εδώ κι εκεί, σε γειτονιές κι επαρχίες, με ήρωες που μοχθούν και ποθούν και πενθούν και πορεύονται μονάχοι, ερήμην του πολιτικού συστήματος.

• Προτιμώ τις συνηθισμένες μέρες του χρόνου και όχι τις τυμπανοκρουσίες των κατορθωμάτων του, ιδού τα Χριστούγεννα, χειροκροτήστε την Πρωτοχρονιά, εμπρός για τα γιούργια των εορτών και τη γενική επιστράτευση του Πάσχα. Οι χρονιάρες μέρες των εννέα διηγημάτων του Καιρός Σκεπτικός δεν είναι πολύ γιορτινές, δεν βασιλεύουν τα παιδάκια, οι περισσότεροι ήρωες είναι μεγάλης ηλικίας, οι ιστορίες σημαδεύονται από την κρίση, αλλά φωτίζουν καημούς και συναισθήματα που σιγοκαίνε στις καρδιές ολοχρονίς και μοναξιές ανθεκτικές στα χρόνια.

• Παρόλο που είχα προτάσεις ν' ασχοληθώ με την πολιτική, δεν το δέχτηκα ποτέ, γιατί δεν ανήκω στη φυλή των πολιτικών. Και ως σκέτος πολίτης κάνω φάουλ και πολλές μουντζούρες, όπως στα χειρόγραφα. Μου αρκεί να ζυγίζω τις πολιτικές στο καντάρι της καθημερινότητας με μυθιστορήματα και διηγήματα για ναυτικούς, βοσκούς, εκπαιδευτικούς, κομμώτριες, νοσοκόμες, παζαριώτισσες. Αυτό προσπαθώ, δεν είμαι γι' άλλα.

• Αναρωτιέμαι μήπως κατάντησα γραφική, μιλώντας κάθε τόσο για την ανάγκη ενότητας της Αριστεράς, ή μήπως ξεμπερδεύω με ευχολόγια. Δεν χρειάζομαι βοήθεια για να εμπεδώσω πόσο άθλια είναι τα μνημόνια, αυτά τα πιάνω από μόνη μου, βλέποντας τι μαίνεται γύρω μου, τι συμβαίνει στο σόι μου, στο σπίτι μου.

Οι αριστερές δυνάμεις μένουν στο τι είναι κακό. Δεν μπορούν να προχωρήσουν στα αμέσως επόμενα βήματα. Και δεν το ψάχνουν μαζί, μπας και ξεμπλοκαριστούν από τα ίδια και τα ίδια. Πολλοί «γκουρού», πολλές διαφορετικές διευθύνσεις, πολύ χώρια. Ασυγχώρητη αλαζονεία όταν υποφέρει τόσος κόσμος, όταν τα βρίσκουν οι αντίπαλο.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 24.11.2011

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ