Τι απέγινε ο αναγνώστης που ήμουν; Facebook Twitter
Paul Cadmus (1904–1999),The House That Jack Built, 1987

Τι απέγινε ο αναγνώστης που ήμουν;

3

Είναι από τις συνηθισμένες κουβέντες των καιρών, ειδικά σε παρέες κάποιας ηλικίας με μνήμες από την «προ-ψηφιακή» ανάγνωση... «Διάβασες κανένα καλό βιβλίο, τελευταία;» - «Κάτι ξεκίνησα, αλλά δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ εύκολα και το έχω αφήσει»...

Δύσκολα τα πράγματα για το «παραδοσιακό» διάβασμα στην εποχή μας. Τα βιβλία σχηματίζουν δύσβατη οροσειρά στο κομοδίνο και περιμένουν να σε ξυπνήσει από τον λήθαργο το κινητό ή το τάμπλετ, όταν σου πέφτει στο κεφάλι καθώς γλαρώνεις «σκανάροντας» και «σκρολάροντας», μπας και συνέλθεις και τα πιάσεις κι αυτά κάποια στιγμή. Θα πρέπει να περιμένουν κι άλλο. Προηγούνται κάτι άρθρα 5.000 λέξεων που έχω μαρκάρει στον υπολογιστή για να διαβάσω «επειγόντως» (του Αγίου Ποτέ, συνήθως).


Δεν υπήρξα ποτέ αυτό το πλάσμα που κάποιοι αποκαλούν «βιβλιοφάγος», ούτε καν «βιβλιόφιλος», προσδιορισμοί που μου φαίνονται μάλλον απωθητικοί και μου φέρνουν στο μυαλό συμπτώματα ακατάσχετης βουλιμίας και νοσηρού φετιχισμού (αυτοί που θωπεύουν και μυρίζουν τα βιβλία, τι φάση;). Για να μην πούμε για τις ανησυχητικές τάσεις λουδιτισμού αλλά και στεγνού οπαδισμού που κρύβει μια τέτοια ορολογία. Αγαπούσα (και αγαπώ) όμως κι εγώ με τον τρόπο μου τα «γράμματα» και εκτιμώ αφάνταστα τη δύναμη της έντυπης αφήγησης που σε τοποθετεί «εντός» των χαρακτήρων, αντίθετα με την οπτικοακουστική/κινηματογραφική αφήγηση που σε στήνει στον παθολογικό ρόλο του παρατηρητή - ωτακουστή - ματάκια.

Αν έχει χαθεί κάτι στην εποχή της ψηφιακής ανάγνωσης, είναι αυτή η διαδικασία σαγηνευτικής, απόκοσμης σχεδόν μεταφοράς σ' έναν άλλο κόσμο, από τον οποίο δεν μπορούσες (ούτε ήθελες) να φύγεις, αλλάζοντας με τον κέρσορα «πίστα» στην οθόνη.


Ζορίζομαι όμως κι εγώ μετά από τόση διέγερση στην οθόνη όλη μέρα να ξεφύγω από αυτό τον κόσμο αέναων συνειρμών και αντιπερισπασμών και να βρω καταφύγιο στις σελίδες ενός βιβλίου που, αν δεν με «πιάσει» με τη μία, το παρατάω στην άκρη λες και φταίει αυτό και όχι το μυαλό μου που έχει γίνει πολτός ημιτελών αφηγήσεων και σπαραγμάτων αδιάκοπης «ενημέρωσης». Αν έχει χαθεί κάτι στην εποχή της ψηφιακής ανάγνωσης, είναι αυτή η διαδικασία σαγηνευτικής, απόκοσμης σχεδόν μεταφοράς σ' έναν άλλο κόσμο, από τον οποίο δεν μπορούσες (ούτε ήθελες) να φύγεις, αλλάζοντας με τον κέρσορα «πίστα» στην οθόνη.

Ώρες-ώρες με πιάνει μια ήπια απόγνωση όταν θέλω να αφομοιωθώ από τον κόσμο ενός βιβλίου που έχω επιλέξει και αγοράσει –και συνεπώς είναι εξ ορισμού πολύτιμο–, αλλά το μυαλό μου βόσκει αλλού, περιμένοντας ανυπόμονα άλλη μια δόση έντονων, αλλά αποσπασματικών και φευγαλέων παραστάσεων λόγου και εικόνας. Τέτοιες στιγμές είναι σαν να βιώνεις κάτι σαν κρίση ταυτότητας, καθώς αναρωτιέσαι «τι απέγινε ο αναγνώστης που ήμουν κάποτε;».


Έχει διαφοροποιηθεί σαφώς ο τρόπος που διαβάζουμε, όπως καταδεικνύουν και τα πορίσματα της γνωστικής νευροεπιστήμης, και, φυσικά, επιστροφή από τις οθόνες δεν υπάρχει (εκτός του ενδεχομένου μιας Αποκάλυψης που θα μας στείλει πίσω στις σπηλιές), αλλά δεν είναι ανάγκη να τα βάψουμε και μαύρα ούτε να πάρουμε τα βουνά, όσο ελκυστικό κι αν μοιάζει το δεύτερο στην εποχή μας.

Είναι ανάγκη, όμως, πού και πού να ξαναφρεσκάρουμε τον σκληρό δίσκο του εγκεφάλου, ο οποίος, παρά την κακοποίηση που του ασκούμε καθημερινώς, διαθέτει ευτυχώς την απαιτούμενη «νευροπλαστικότητα», την ικανότητα δηλαδή να διαμορφώνει αναλόγως τα κυκλώματα του μυαλού ώστε να ανταποκρίνονται ακόμα και σε πολύ απαιτητικές αναθέσεις. Όπως η συγκέντρωση στο διάβασμα ενός βιβλίου με αρχή, μέση και τέλος.

Να αφοσιωθούμε δηλαδή, περιστασιακά έστω, σ' αυτό που λέγεται «βαθιά ανάγνωση» χωρίς αντιπερισπασμούς, είτε πρόκειται για Προυστ είτε για «Μίκυ Μάους». Να ξεφύγουμε δηλαδή από την ανάγνωση τύπου «ακρίδας», όπως αποκαλείται η διαδικασία αποσπασματικής εντρύφησης στα ψηφιακά μέσα. Θέλει όμως εξάσκηση, δουλειά, διαχείριση και πνευματική (και ψυχική) ηρεμία αυτή η μετάβαση από τον έναν τρόπο ανάγνωσης (αντίληψης, ουσιαστικά) στον άλλον. Τίποτα εύκολο στα γεράματα. Έλεος δηλαδή... 

Στήλες
3

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για την έκφραση «Επάγγελμα ομοφυλόφιλος»

Θοδωρής Αντωνόπουλος / Για την έκφραση «Επάγγελμα ομοφυλόφιλος»

Αν θεωρήσουμε την ομοφυλοφιλία επάγγελμα, αξιότιμε κ. συνήγορε, τότε σίγουρα αυτό θα πρέπει να ενταχθεί στα βαρέα ανθυγιεινά. Τουλάχιστον για όσο μπορούν να δηλητηριάζουν τον δημόσιο λόγο κακοποιητικές απόψεις, αντιλήψεις και πρακτικές, σαν αυτές που είτε εκφέρετε είτε ενθαρρύνετε.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου είναι τόσο απελπιστικά χαμηλό;

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος / Γιατί το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου είναι τόσο απελπιστικά χαμηλό;

Αντί να διαφωνήσουμε για το ένα ή το άλλο θέμα, όπως και είναι θεμιτό και αναμενόμενο σε μια δημοκρατία διαλόγου, το μόνο που ξέρουμε να κάνουμε είναι να εξευτελιζόμαστε οι ίδιοι και να εξευτελίζουμε τους άλλους, ωσάν να ήταν οι χειρότεροι εχθροί μας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ
O βούρκος των ημερών

Στήλες / O βούρκος των ημερών

Σήμερα: Μηνύματα στο αλεξίπτωτο • • • βουλευτική ηπιότητα • • • περιβαλλοντικη καταστροφή στο Ισραήλ • • • δύσκολες μέρες για τον Μακρόν • • • εμβολιαστική ευνοιοκρατία • • • ένας γενναιόδωρος πρώην οδηγός νταλίκας • • • η περιπέτεια της «μυστικής ομιλίας»
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ψάχνοντας τις ευθύνες, ξεχάσαμε τους κακούς

Αρετή Γεωργιλή / Ψάχνοντας τις ευθύνες, ξεχάσαμε τους κακούς

Γιατί όλη αυτή η πολιτική χυδαιότητα που αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη από το πραγματικό πρόβλημα και στρέφει τη συζήτηση σε μια στείρα κομματική αντιπαράθεση, στις πλάτες όλων αυτών των παιδιών, που το μόνο που ζητούν είναι δικαίωση και γαλήνη;
ΑΡΕΤΗ ΓΕΩΡΓΙΛΗ
Το δίλλημα με τον Κουφοντίνα

Τι διαβάζουμε σήμερα: / Το δίλλημα με τον Κουφοντίνα

Σήμερα: Τα Ζεν της Βαϊκάλης • • • νίκη μεγαλοψυχίας • • • η βία δεν πτοεί (ακόμη) τους Βιρμανούς • • • μια πρώτη δικαίωση • • • οι επίμονοι Ινδοί αγρότες • • • δημοκρατία και πίτσα • • • ένας τιτάνας
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

3 σχόλια