Υψηλό τίποτα (2)

Υψηλό τίποτα (2) Facebook Twitter
6

02.07 Τρίτη

Διαβάζω ένα κείμενο σημαντικού Έλληνα κριτικού εστιατορίων που μας παραπέμπει σε συγκεκριμένο (πολύ καλό) εστιατόριο για να φάμε ένα συγκεκριμένο πιάτο του που είναι «μακράν το καλύτερο στην Ελλάδα» και με λούζει κρύος ιδρώτας. Κι εγώ το έχω κάνει. Έχω γράψει επαίνους για πιάτα, για εστιατόρια, για καντίνες, ό,τι θες. Όπου πάω και μου αρέσει, το γράφω. Πάντα το θεωρούσα σωστό να επαινώ αυτούς που κάνουν καλά τη δουλειά τους. Ακόμα, βέβαια, θεωρώ πως δεν με ξέρει κανείς και ούτε με θεωρεί υπολογίσιμη δύναμη. Αν ήμουν κριτικός εστιατορίων, θα είχα μεγάλο άγχος. Σκέφτομαι συνέχεια αυτά που έλεγε η Ruth Reichl στο βιβλίο της Garlic and Sapphires, στο οποίο περιγράφει τις περιπέτειές της ως κριτικού εστιατορίων στους «New York Times». Πιο συγκεκριμένα, τις περιπέτειές της ως κριτικού εστιατορίων που κατέληξε να πηγαίνει μεταμφιεσμένη στα εστιατόρια για να μην την αναγνωρίζουν και να τρώει αυτό που τα εστιατόρια σερβίρουν σε όλους και όχι στους κριτικούς ή στους ανθρώπους που επηρεάζουν αυτό τον τομέα. Έλεγε η Reichl πως είχε παρατηρήσει ότι όταν πήγαινε για δεύτερη φορά στα εστιατόρια, όχι ως μια περσόνα αλλά ως ο εαυτός της, όλα ήταν λίγο καλύτερα. Τα φιλέτα ήταν λίγο πιο χοντρά, τα σερβίτσια ήταν πιο καλά, τα βατόμουρα στις τάρτες ήταν διπλάσια σε μέγεθος, το σέρβις ήταν πιο αέρινο. Ενώ, όταν πήγαινε μεταμφιεσμένη, έβλεπε την κανονική εικόνα των εστιατορίων. Να πω πως λέει ψέματα ή πως υπερβάλλει; Απεναντίας. Το έχω διαπιστώσει κι εγώ. Έτσι είναι, όσο κι αν θα θέλαμε να πιστεύουμε το αντίθετο. Το έχω δει να συμβαίνει. Και είναι λάθος για τους εστιάτορες αλλά και μια τεράστια παγίδα για τους κριτικούς εστιατορίων. Πρέπει κανείς να λαμβάνει υπ' όψιν του αυτό το γεγονός. Πριν γράψεις πως το τάδε είναι το καλύτερο ριζότο του κόσμου και πως είναι σαν να σε σερβίρουν άγγελοι, σκέψου και προσπάθησε να δεις τι γίνεται, αν εσύ δεν είσαι ο σούπερ διάσημος κριτικός εστιατορίων αλλά ένας απλός Αθηναίος που έχει προσπαθήσει πάρα πολύ να κάνει κράτηση και να φάει στο συγκεκριμένο εστιατόριο. Kαι που προφανώς θα του φέρονται σαν πολίτη δεύτερης κατηγορίας, επειδή «δεν είναι κάποιος».

Πρόσφατα πήγα σε ένα από τα πολύ καλά μας εστιατόρια. Η κράτηση δεν ήταν στο όνομά μου -δεν πάω και συχνά εκεί- και έφτασα και αργοπορημένος. Με το που κάθισα, αντίκρισα τον πιο ξινό σερβιτόρο όλων των εποχών, που επειδή δεν ενέκρινε τη flamboyant παρέα μου και δεν τη θεώρησε ικανή να ξέρει να τρώει και να πίνει τα σωστά, αποφάσισε να μας σνομπάρει. Πέρα από αυτό, έκανε (αυτός και οι συνάδελφοί του) απαράδεκτα και ασυγχώρητα λάθη, που για εστιατόριο τόσο ακριβό, θα έπρεπε τουλάχιστον να μας κεράσουν το δείπνο. Όχι μόνο αυτό, αλλά ούτε καν μας απολογήθηκαν για πράγματα που ντρέπομαι και να αναφέρω. Σιγά σιγά τα κόμπλεξ εξαφανίστηκαν, τα προβλήματα λύθηκαν με ανεπαίσθητο τρόπο, η βραδιά ήταν πολύ όμορφη και το φαγητό επαρκέστατο. Όχι τέλειο γι' αυτά τα λεφτά, αλλά επαρκέστατο. Όμως εγώ δεν το ξέχασα αυτό που έγινε. Δεν κατάλαβα γιατί μας σνόμπαραν. Ούτε γιατί δεν έκαναν διορθώσεις στο γιγαντιαίο λάθος τους. Αναρωτιέμαι, αν πήγαινε ο σούπερ κριτικός εστιατορίων της Ελλάδας ή ο σούπερ επώνυμος, τα ίδια θα έκαναν; Ή θα παρέλυε η κουζίνα μέχρι να σερβιριστούν αυτοί; Πόσο λάθος όλα αυτά! Πόσο αρχοντοχωριάτες είμαστε! Το φαγητό είναι φαγητό. Οι υπηρεσίες, υπηρεσίες. Και η ποιότητά τους πάει ανάλογα με τα λεφτά που πληρώνεις, όχι με το ποιος είσαι. Βαριέμαι και που γράφω τα αυτονόητα, αλλά πραγματικά μπούχτισα με όλο αυτό το restaurant scene.

Eπιστρέφω στην κουζίνα μου. Σας φιλώ.

Γεύση
6

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Η ιεροτελεστία του πανηγυρικού πιλαφιού του Δεκαπενταύγουστου στο Καρπάθιο

Γεύση / Tα πιλάφια του Δεκαπενταύγουστου: Έτσι τιμούν τη μεγάλη γιορτή σε Κάσο και Κάρπαθο

Ακολουθώντας τελετουργικό χρόνων, στήνουν καζάνια πάνω σε φωτιές και φτιάχνουν πιλάφι, κρέας κοκκινιστό και τηγανητές πατάτες για να τιμήσουν τη μεγαλύτερη γιορτή του καλοκαιριού.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ

σχόλια

5 σχόλια
Νομίζω ότι η μισή δουλειά του κριτικού είναι να κάνει και κακές κριτικές και να ονοματίζει τα προιόντα / επαγγελματίες που τον δυσαρέστησαν. Στην Ελλάδα αυτό γίνεται σπάνια, λες και προέχουν για τον κριτικό η ευγένεια και οι καλές σχέσεις με τους ανθρώπους του χώρου και όχι η ενημέρωση των αναγνωστών.Εννοείται ότι με ενδιαφέρει να μάθω εάν σε ένα εστιατόριο το προσωπικό είναι αγενές, πολύ περισσότερο από το εάν είναι καλοφτιαγμένο ένα πιάτο. Και εάν αποδειχτεί ότι η κακή κριτική είναι άδικη, δεν τρέχει κάτι. Και μια καλή κριτική μπορεί κάλλιστα να είναι λάθος. Εϊναι μέσα στο παιχνίδι και ο αναγνώστης το ξέρει.Οπότε: ποιό είναι το "ένα από τα πολύ καλά μας εστιατόρια" με τα "απαράδεκτα και ασυγχώρητα λάθη"?