Θα μου επιτρέψει ο γράφων, αλλά η Hannah Arendt δεν υποστηριξε ότι ο Nαζισμός έκανε τον σαδισμό ρουτίνα, αλλά ότι ένα από τα χαρακτηριστικά του Ναζισμού είναι η απόλυτη νομιμοποίηση της σαδιστικής βίας ως καθημερινής ρουτίνας. Ότι δηλαδή πριν θεωρούνταν 'παραβατική' συμπεριφορά, και αντιμετωπιζόταν με ηθικές κατηγορίες ('ντροπιαστικό', 'αρρωστημένο', κτλ.), έπαψε να βιώνεται ως τέτοιο, και προτάθηκε και έγινε κατηγορία δόμησης της καθημερινότητας ως τέτοιαs. Αντίθετα με τον γράφοντα,η Arendt θεωρούσε ότι δεν θα μπορέσουμε να καταλάβουμε το νέο αυτό είδος 'κακού', αν το φλιρταρουμε μέσα από τις γνωστές κατηγορίες της ανθρώπινης εμπειρίας (our normal categories governing human experience and its understanding), όπως 'ηδονιστική απόλαυση της βίας'. Xρειαζόμαστε νέες κατηγορίες ανάλυσης (δεδομένου καιτου χαρακτήρος και του τρόπου των μαζικών δολοφονιών -που η Arendt επέμενε, λίγο είχαν να κάνουν με την ιστορία tou αντί-Σημιτισμού στην Ευρώπη. Αυτή η ιστορία εξηγούσε μονο την επιλογή των θυμάτων, αλλά τίποτε παραπάνω). Οφειλώ να πω, ότι συμφωνώ με την Arendt. Ο 'ρουτιναρισμένος' (routinised) σαδισμός της καθημερινής βίας μιας Ναζιστικής κοινωνίας δεν ήταν καν προς άγραν ηδονής, ήταν α 'pleasureless sadism', όπου "δολοφονούσαν μαζικά, όχι μόνο γιατί τα τεχνiκα μέσα που κατείχαν και οι τελειοποιοημένοι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί το έκαναν πλέον δυνατόν σε τέτοια κλίμακα και με τέτοια ταχύτητα, αλλά και γιατί, για πρώτη φορά, μπορούσαν να το κάνουν χωρίς λόγο, χωρίς αιτία, και φυσικά, χωρίς το φόβο της τιμωρίαs'. Δεν χρειαζόταν καν να μισούν τα θύματα τους(γι'αυτό είναι διαφορετικό αυτό το μαζικό έγκλημα από άλλες γενεοκτονίες, παρά πολλές, στην ιστορία. Διαβάστε επίσης την Προσφώνηση προς τα SS (Ποσσεν)του Himmler). Αυτη η ανάλυση κάνει το μαζικό έγκλημα του φασισμού (στη Ναζιστική του βερσιόν) πολύ πιο φρικτό και αβάσταχτο, από μια ανάλυση του φαινομένου μέσω της 'εκλογίκευσης' του σαδισμού, όπως παρουσιάζεται στο άρθρο ( σαδισμός με κίνητρο και τέλος: την ηδονή, την καύλα, την εκσπερμάτωση).Eπίσης, στο 'Εichmann in Jerusalem' ένα από τα βασικά επιχειρήματα της Αρενδτ ήταν ότι δεν κατανοείς τον Nαζισμό και τα εγκλήματα του, αν τον θεωρείς ως ένα παθολογικό φαινόμενο. Κατά την Αrendt, η γλώσσα της παθολογίας (σεξουαλικής η άλλης) δεν επαρκεί για την ανάλυση του φαινομένου, γιατί υποκειμενοποιεί τις αιτίες, ούτε και μπορεί να εξηγήσει γιατί σε άλλες κοινωνίες όπου τέτοιες συμπεριφορές ακόμα και ομαδοποιημένες)υπάρχουν, αλλά δεν διαπρατονται τέτοιου είδους εγκλήματα. Το θέμα του γράφοντος, και τα στοιχεία που παραθέτει, αφορούν μόνο ένα περιορισμένο κοινό, όταν όμως επαγωγικως περνά σε συμπεράσματα που αφορούν ένα γενικότερο κοινωνικό φαινόμενο, η ανάλυση πάσχει. Θα ήταν πιο ενδιαφέρον, κατ'εμε, αν το θέμα της έρευνας του γράφοντος επικεντρωνόταν σε εγγράμματους, πολιτισμένους, σεξουαλικά ψαγμένους πολίτες, που παρ'όλα αυτά είναι Χρυσαυγίτες. Ο Eichmann ούτε περιθώριο ήταν, ούτε macho αλήτης, ούτε αρρωστημένο 'εγώ' που έδερνε κόσμο στα πάρκα προς σεξουαλική ικανοποίηση, ήταν ένας πολιτισμένος γραφειοκράτης με κλασσική παιδεία και έφεση στη μουσική, δεν ήταν καν αντί-Σημίτης (δεν είχε υπογράψει την αντί-Σημιτική δήλωση του Ναζιστικού κόμματος, παρότι μέλος του), δηλαδή, καμία σχέση με τον απαίδευτο, άγριο, αντικοινονικό,ζωώδη Χρυσαυγίτη συνομιλητή του γράφοντος. Με βάση αυτές τις διαπιστώσεις, προχώρησε η Αrendt προς την περίφημη διατύπωση, 'evil is banal'.
Σχολιάζει ο/η