Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Αν πέρασα κάπου τις πιο πολλές ώρες στα σχολικά μου χρόνια, ήταν σ’ αυτήν εδώ την πλατεία ꟷαλλιώτικη τότεꟷ, καθισμένος με τους φίλους σ’ ένα παγκάκι. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Ο Μιχάλης Μακρόπουλος έχει γράψει διηγήματα, νουβέλες και «ιστορίες από το περασμένο μέλλον», όπως τιτλοφορείται ένα απ’ τα βιβλία του. Παράλληλα, έχει κάνει εξαιρετικές μεταφράσεις έργων του Χέμινγουεϊ, του Χένρι Τζέιμς, του Στίβεν Κινγκ, του Τσαρλς Ντίκενς, της Άγκαθα Κρίστι κ.ά. Στον λογοτεχνικό του κόσμο ήρωες πάντοτε είναι οι άνθρωποι και τα ζώα. Θεματικά, τον απασχολεί πολύ η μοναξιά, η επιβίωση αλλά και η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Τον συναντώ ένα ηλιόλουστο μεσημέρι στην Πλατεία Μεσολογγίου στο Παγκράτι, με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου «Μαργαρίτα Ιορδανίδη» (θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κίχλη).

Όση ώρα συζητώ μαζί του αντιλαμβάνομαι ότι πρόκειται για μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Παρατηρώ ότι χρησιμοποιεί κινητό παλιάς τεχνολογίας, δεν έχει μέσα κοινωνικής δικτύωσης και όπως μου λέει είναι ευτυχής επειδή έχει καταφέρει για μεγάλα διαστήματα να κατοικεί μακριά από την Αθήνα. Αναμφίβολα, πρόκειται για έναν συλλέκτη εμπειριών που αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα σαν μια κινηματογραφική ταινία, σκηνοθετημένη από τον Μπέργκμαν ή τον Ταρκόφσκι. Είναι ένας άνθρωπος που τον γοητεύει να εξερευνά τα ενδότερα της ανθρώπινης συνύπαρξης, να κατοικεί σε πανέμορφους τόπους που σιγά σιγά ερημώνουν και που σίγουρα τον προβληματίζει η αμείλικτη κυριαρχία της εικόνας.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλά για την υλιστική εποχή μας, για τη συγγραφή και τις μεταφράσεις που έχει κάνει, περιγράφει το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε αλλά και ποια πράγματα τον ενοχλούν στις μέρες μας, ενώ μοιράζεται μαζί μας την καθημερινότητά του στη Λευκάδα και το μακρινό Πωγώνι.  

Δεν αποφάσισα ένα πρωί να γίνω συγγραφέας. Η ζωηρή μου φαντασία και η αγάπη μου για τις ιστορίες με ώθησαν λίγο λίγο προς τα εκεί.

— Τι εποχή είναι αυτή που ζούμε; Θα λέγατε ότι ζούμε σε μια αντιπνευματική περίοδο ή όχι; 
Σε μια υλιστική περίοδο, θα σας έλεγα. Αλλά αυτό είναι κάτι γενικό. Έπειτα, υπάρχει ο κάθε άνθρωπος χώρια. Και ζούμε επίσης σε μια εποχή μοναξιάς – βαθιάς μοναξιάς κάποτε, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών «φίλων».

— Σε τι περιβάλλον μεγαλώσατε και τι θυμάστε περισσότερο;
Σε μικρομεσοαστικό. Και πιο πολύ θυμάμαι τα καλοκαιρινά μεσημέρια στη θερινή κατοικία που ʼχαν οι παππούδες μου στην Παλαιά Φώκαια, ψαροχώρι ακόμα τότε. Ξαπλωμένοι εγώ και η αδελφή μου στο δροσερό υπόγειο, διαβάζαμε κόμικς, βιβλία. Τον πατέρα μου να μου φέρνει το πρώτο αμερικανικό κόμικς της Marvel, αγορασμένο από ένα περίπτερο στο Σύνταγμα, τη μητέρα μου να μου διαβάζει ένα βιβλίο για τα αφρικανικά ποτάμια και ν’ αποφασίζω να γίνω βιολόγος. Να παίζω με την αδελφή μου: είχα έναν Action Man που γινόταν μπακάλης, κι ερχόταν η Barbie της για ν’ αγοράσει φρούτα και ζαρζαβατικά: αυτά που χώριζαν στη μέση κι υπήρχε μέσα μια τσιχλόφουσκα. Θυμάμαι εκατοντάδες, χιλιάδες άλλα πράγματα, εξυπακούεται, αλλά αυτά μου έρχονται στο μυαλό πρώτα. 

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Μ’ ενοχλεί η τσιμεντένια ασχήμια της Αθήνας. Δεν δραπέτευσα απ’ αυτήν γιατί δεν την αγάπησα, μα για τον αντίθετο λόγο. Ωστόσο, θα τύχει ακόμα να βρω ό,τι αθηναϊκό ήταν στα παιδικά και τα εφηβικά μου χρόνια δικό μου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Τι άνθρωποι ήταν οι γονείς σας και τι κρατάτε απ’ αυτούς; 
Ο πατέρας μου ήταν απαιτητικός, η σχέση μας ήταν πολύ στενή μέχρι το τέλος του δημοτικού αλλά τεταμένη στην εφηβεία μου. Πέθανε στα πενήντα του χρόνια, όταν εγώ ήμουν είκοσι ενός. Όσο μεγαλώνω γίνομαι όλο και περισσότερο φίλος μαζί του. Η μητέρα μου ήταν… η μητέρα μου. Την αγαπούσα, όσο κι αν τσακωνόμασταν ενίοτε. 

— Πώς ανακαλύπτει ένας άνθρωπος τον δρόμο του; Εσείς ποια θεωρείτε τη δική σας καθοριστική στιγμή; 
Φαντάζομαι, ο καθένας τον ανακαλύπτει με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Για μένα δεν υπήρξε μια στιγμή αλλά μια πορεία, άλλοτε περισσότερο τυφλή κι άλλοτε λιγότερο. Δεν αποφάσισα ένα πρωί να γίνω συγγραφέας. Η ζωηρή μου φαντασία και η αγάπη μου για τις ιστορίες με ώθησαν λίγο λίγο προς τα εκεί.

— Τι ορισμό θα δίνατε στη λογοτεχνία;
Είναι ένας τρόπος να ξαναδίνεις στις λέξεις ό,τι μαγικό έχουν χάσει, και χάνουν, από την πρόχειρη καθημερινή τους χρήση. 

— Μάθατε πράγματα που δεν γνωρίζατε για τον εαυτό σας από τη συγγραφή;
Να μάθω πράγματα που δεν γνώριζα, όχι. Να ρωτήσω, όμως, πράγματα στα οποία δεν απάντησα, αυτό ναι.

— Ποιες είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες που συναντήσατε στις μεταφράσεις σας; 
Πολλές, αλλά η πιο μεγάλη είναι πάντοτε ο χρόνος που πιέζει. 

— Είναι καλύτερες οι μεταφράσεις που γίνονται τώρα από εκείνες της δεκαετίας του ’70; Και γιατί; 
Θα σας έλεγα ναι. Υπάρχουν τόσοι άξιοι συνάδελφοι, μα και οι επιμέλειες ως επί το πλείστον είναι προσεχτικές.

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Το βέβαιο είναι ότι μπαίνοντας στο μετρό, σ’ ένα λεωφορείο, οπουδήποτε, δεν βλέπεις τους ανθρώπους γύρω σου με τη μύτη χωμένη σ’ ένα βιβλίο. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Από τις μεταφράσεις που έχετε κάνει, ποιες ξεχωρίζετε και γιατί;
Τα διηγήματα του Χέμινγουεϊ, συγκεντρωμένα σ’ ένα βιβλίο με τίτλο «Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο». Κάποια απ’ αυτά είναι, ίσως, από τα ωραιότερα αμερικανικά διηγήματα που γράφτηκαν μέσα στον 20ό αιώνα. Τη «Χρυσή κούπα» του Χένρι Τζέιμς, που με το περίπλοκο ύφος της στάθηκε για μένα η μεγαλύτερη μεταφραστική πρόκληση. Το «Κωδωνοστάσιο» του Ουίλιαμ Γκόλντινγκ, που θα κυκλοφορήσει εφέτος – γιατί ο Γκόλντινγκ είναι από τους συγγραφείς που αγαπώ περισσότερο και μια εποχή διάβασα, στη σειρά, πόσα βιβλία του; Έξι; Εφτά; Σίγουρα, τα «Σταφύλια της οργής» του Στάινμπεκ, για τη δύναμη της ιστορίας τους. Κι άλλες, αλλά θα σταματήσω εδώ.

— Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;–
Όταν έχεις πια διαβάσει μερικές χιλιάδες βιβλία, δεν ξέρεις ποιοι ακριβώς είναι οι «αγαπημένοι συγγραφείς» σου. Ωστόσο, αν όχι κάθε χρόνο, σχεδόν κάθε χρόνο, αφιερώνω κάποιο διάστημα σ’ έναν ή μια συγγραφέα, διαβάζοντας στη σειρά πολλά βιβλία του/-ης κι αφήνοντας να περάσει μέσα μου, να με «διαποτίσει», ο λόγος, ο τρόπος, η σκέψη του/-ης. Σίγουρα, ο Ντοστογιέφσκι. Ένα καλοκαίρι ήταν ο Γιασουνάρι Καουαμπάτα – διάβασα τέσσερα μυθιστορήματά του στη σειρά. Ένα άλλο, πάλι, η Κλαρίσε Λισπέκτορ, με πέντε βιβλία της. Ο Άλαν Γκάρνερ, με πέντε βιβλία πάλι, αν θυμάμαι καλά. Σε τούτη την επιλογή αφήνομαι στη διάθεσή μου, δεν υπάρχει σ’ αυτήν κανένα «πρέπει», και σίγουρα ουδέποτε κάτι «επικαιρικό». Η αναγνωστική μου σχέση με τα βιβλία σε γενικές γραμμές δεν έχει να κάνει με ό,τι βγαίνει στο εκάστοτε «σήμερα», ό,τι «συζητιέται». Είναι ένα ταξίδι σε μια χώρα που ξεδιπλώνεται διαρκώς άγνωστη μπροστά μου, όσο κι αν τη μαθαίνω, και που ο χάρτης της ολοένα φτιάχνεται ξανά και ξανά.  

— Και ποιοι συγγραφείς σάς διαμόρφωσαν;
Δεν ξέρω αν με διαμόρφωσαν, αλλά πάντως διαμόρφωσαν τη σχέση μου με τη μυθοπλασία, την αγάπη μου γι’ αυτήν. Στην εφηβεία μου, ως επί το πλείστον ήταν συγγραφείς του φανταστικού, του τρόμου. Μου ‘δωσαν έναν «τρόπο», που υπάρχει ακόμα μέσα μου κι ας μην έχουν πάντα άμεση σχέση μ’ αυτόν τα κείμενά μου. Κι ούτε θα μπορούσαν τα βιβλία να με «διαμορφώσουν», αισθάνομαι, αν δεν υπήρχε μια ζωή που αυτή διαμόρφωσε τον τρόπο που νιώθω ένα βιβλίο.

— Διαβάζει σήμερα ο κόσμος; Τι πιστεύετε;
Κάποιοι, σίγουρα. Αναντίστοιχοι, ως αριθμός αναγνωστών, μ’ αυτούς που γράφουν – επίσης σίγουρα. Το βέβαιο είναι ότι μπαίνοντας στο μετρό, σ’ ένα λεωφορείο, οπουδήποτε, δεν βλέπεις τους ανθρώπους γύρω σου με τη μύτη χωμένη σ’ ένα βιβλίο. (Κάτι, ωστόσο, που ούτε εμένα μ’ αρέσει απαραίτητα να κάνω, μα ούτε έχω τη μύτη μου χωμένη σ’ ένα κινητό, γιατί θέλω να παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου, την όψη, τη στάση τους, τις σκέψεις τους, ίσως, όπως αποτυπώνονται στην έκφρασή τους).

— Η «Θάλασσα» ήταν ένα βιβλίο σας για το τέλος της ανθρωπότητας. Τι αποτελεί για σας σήμερα πηγή ζωής και αναζωογόνησης;
Τα παιδιά μου. Η σύντροφός μου. Τα ζώα. Η φύση – η θάλασσα, το βουνό. Όλα τα μικρά κι όμορφα πράγματα, όποτε τύχει να σταθώ και να τα προσέξω.

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Επίσης, στο «Ποτάμι του Χρόνου», γράφετε μια ερωτική επιστολή προς την τέχνη του κινηματογράφου. Τι είναι αυτό που σας αρέσει στο σινεμά;
Μεγάλωσα με το σινεμά, τόσο όσο με τα βιβλία. Από πολύ μικρός πήγαινα κάθε Κυριακή στο Παλάς στο Παγκράτι, 11-2. Το πρόγραμμα είχε επίκαιρα από το πάλαι ποτέ, μικρού μήκους ταινία με τον Χοντρό και τον Λιγνό –ή κάποια αντίστοιχη–, μικιμάους κι ύστερα την κανονική ταινία: πιο συχνά, της Τόχο, με γιαπωνέζικα τέρατα που τσαλαπατούσαν ιαπωνικές πόλεις, ή Ταρζάν, μπορεί. Ήταν αδιανόητο να περάσει εβδομάδα χωρίς να πάω σινεμά, ως και δύο και τρεις φορές, ίσως, όσο μεγάλωνα. Στο Παγκράτι είχαμε τόσες αίθουσες: το Κόρονετ, το Μετάλλειον, τη Ρέα, το Παλάς, το Πτι Παλαί, το Λητώ… Και καλοκαίρι χωρίς θερινούς σινεμάδες δεν ήταν καλοκαίρι: στην Αθήνα, μα και στη Φώκαια. Υπήρχαν ταινίες που τις έβλεπα κάθε καλοκαίρι, σχεδόν, με την παρέα μου – κωμωδίες πιο πολύ: του Μελ Μπρουκς (τον «Φρανκενστάιν τζούνιορ», το «Μπότες, σπιρούνια…»), τις πρώτες του Άλεν, το «Blues Brothers» ούτε που ξέρω πόσες φορές. Τις ξέραμε όλες απέξω κι ανακατωτά, και η χαρά ήταν αυτή: να περιμένουμε το αστείο που ξέραμε πως θα συμβεί, γελώντας μια φορά εκ των προτέρων και μια όταν συνέβαινε. Κι ύστερα, καθώς μεγάλωνα και το γούστο μου λίγο λίγο πλάταινε και βάθαινε (χωρίς να χάσω ποτέ την αγάπη μου για ό,τι αγάπησα πιτσιρικάς), ο κινηματογράφος έγινε για μένα σχολείο όπου συχνά «φοίτησαν», και «φοιτούν» ενίοτε, οι δικές μου ιστορίες – στον τρόπο που θα πλάσω μια σκηνή, θα τη «φωτίσω», θα τη «μοντάρω». Το βάθος και η γεωμετρία που ʼχει το πρόσωπο στον Μπέργκμαν, οι αλλαγές στη γωνία λήψης, που γεννούν την ένταση, στον Χίτσκοκ, η μεταφυσική του Ταρκόφσκι κωδικοποιημένη σ’ εικόνα, και πόσα άλλα.

μακροπουλος
KANTE ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Μιχάλης Μακρόπουλος, Μαργαρίτα Ιορδανίδη, εκδόσεις Κίχλη

— Πείτε μας λίγα λόγια για το νέο σας βιβλίο με τίτλο «Μαργαρίτα Ιορδανίδη» που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες. 
Εκτυλίσσεται στην Αθήνα τη δεκαετία του 1990 και μέχρι τα μέσα της επόμενης, στη γειτονιά όπου μεγάλωσα, ανάμεσα στο Παγκράτι και την Καισαριανή, κοντά στα ΜΑΤ. Η Μαργαρίτα είναι υπάλληλος σε διαφημιστικό γραφείο, σύζυγος λογιστή, μητέρα δυο κοριτσιών. Ό,τι άλλο πω, θα ‘ναι «spoiler» – απ’ όλα μου τα βιβλία, νιώθω πως είναι αυτό που πιο πολύ πατά στο αναπάντεχο της ιστορίας του, που είναι μάλλον τρομαχτική, μες στην κοινοτοπία ενός μικροαστικού περιβάλλοντος, και χτίζεται με πολλές, πολλές μικρές λεπτομέρειες και μ’ ένα κινηματογραφικό μοντάζ σε δύο παράλληλους χρόνους. 

— Τι σας ενοχλεί στις μέρες μας;
Πιθανώς, περισσότερο από άλλα πράγματα, η αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μα ξέρω ότι αρκετές φορές από πίσω της υπάρχει κάτι πληγωμένο και πολύ μοναχικό. 

— Ποια πιστεύετε ότι είναι η μεγαλύτερη ελληνική παθογένεια; 
Η σχέση αλληλοεκδουλεύσεων που έχει δομηθεί ανάμεσα στο κράτος και στους πολίτες του; Η απουσία πραγματικής κοινωνικής συνείδησης; Η αδιαφορία απέναντι στον περιβάλλοντα χώρο – τον φυσικό, τον οικιστικό; Ποια;

— Τι είναι αυτό που αγαπάτε στην Αθήνα και τι σας ενοχλεί; 
Να περπατάω σε δρόμους που τους έχω περπατήσει χιλιάδες φορές. Ένας χώρος δεν είναι «άδειος», φέρει στο σώμα του μνήμες, και η περιδιάβαση μέσα του είναι για τον άνθρωπο περιδιάβαση στο παρελθόν και συνάντηση με τους προηγούμενούς του εαυτούς. Κι ίσως γι’ αυτό να μ’ ενοχλεί το συστηματικό σβήσιμο αυτής της μνήμης, που συνέβη τη δεκαετία του ʼ60, τη δεκαετία του ʼ70, και συνεχίστηκε τη δεκαετία του ʼ80. Στη γειτονιά του πατρικού μου, ξέρετε, όταν ήμουν πιτσιρικάς, όλα τα σπίτια ήταν μονοκατοικίες με κήπους. Μ’ ενοχλεί η τσιμεντένια ασχήμια της Αθήνας. Δεν δραπέτευσα απ’ αυτήν γιατί δεν την αγάπησα, μα για τον αντίθετο λόγο. Ωστόσο, θα τύχει ακόμα να βρω ό,τι αθηναϊκό ήταν στα παιδικά και τα εφηβικά μου χρόνια δικό μου. Σήμερα είμαστε εδώ, στην πλατεία Μεσολογγίου, και για μένα δεν είναι ένα τυχαίο σημείο συνάντησης. Αν πέρασα κάπου τις πιο πολλές ώρες στα σχολικά μου χρόνια, ήταν σ’ αυτήν εδώ την πλατεία –αλλιώτικη τότε–, καθισμένος με τους φίλους σ’ ένα παγκάκι.

— Μπορεί σήμερα να χαρεί ένας άνθρωπος και αν ναι, με τι;
Ουαί κι αλίμονο, αν δεν μπορούσε να χαρεί! Όσο για το «με τι», είναι προσωπικό. Να, μπορεί να περπατάω στην εξοχή, να προσέξω μια ελιά ανάμεσα στις άλλες, ένα κατσίκι ανάμεσα στα υπόλοιπα ζώα, ή δεν ξέρω τι άλλο, και να χαρώ. Να μου πουν κάτι η Αναστασία, ο γιος μου, η κόρη μου, και να χαρώ. Να δω μια ταινία, να διαβάσω ένα βιβλίο, ν’ ακούσω μια μουσική. Να βουτήξω στη θάλασσα και να νιώθω έπειτα τον ήλιο. Η απαρίθμηση θα μπορούσε να συνεχίζεται για πολύ. 

— Έχετε ανακαλύψει τι είναι η ευτυχία; 
Όχι. Έτσι και κάνω την ανοησία να προσπαθήσω να την ανακαλύψω, θα την έχω διαμιάς χάσει. 

Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”». Facebook Twitter
Προσπαθώ να μη βιώνω τον βίο μου ως τραγωδία. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Ένα μεγάλο σας λάθος; 
Θα σας απαντούσα, αν ήξερα γιατί το αντίθετο απ’ αυτό που έκανα ή διάλεξα ήταν το σωστό. Αλλά κάθε φορά ο δρόμος είναι ένας μόνο, γι’ αυτόν που δεν επέλεξες δεν μπορείς να ξέρεις τίποτα. Λέγοντας όμως κάτι τέτοια, νιώθω λιγάκι σαν fake Κινέζος φιλόσοφος της κακιάς ώρας. 

— Μια πληγή που σας ακολουθεί ακόμη; 
Προσπαθώ να μη βιώνω τον βίο μου ως τραγωδία. 

— Ποιος είναι ο μεγαλύτερός σας φόβος; 
Ο θάνατος ίσως; Ώσπου να τον δω ξεκάθαρα μπροστά μου και να το πάρω απόφαση, ελπίζω. Κι ο φόβος μη συμβεί κάτι στα παιδιά μου – τον απωθώ βέβαια, μα δεν σημαίνει αυτό ότι δεν υπάρχει.

— Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή; 
Από τη μια, τη ζωή την ίδια. Από την άλλη, όλους τους ανθρώπους κι όλα τα πράγματα που αγαπώ. Αν το καλοσκεφτείτε, σας λέω το ίδιο πράγμα με δυο διαφορετικούς τρόπους. 

— Κλείνοντας, ξέρω ότι για μεγάλο διάστημα κατοικείτε και εκτός Αθηνών π.χ. στη Λευκάδα ή στο Πωγώνι. Πείτε μας για τη ζωή εκεί.
Στο Δελβινάκι στο Πωγώνι καθώς και στο Γρεβενίτι στο Ανατολικό Ζαγόρι περνάω συνολικά κάνα δίμηνο κάθε χρόνο, δουλεύοντας και πεζοπορώντας στα γύρω βουνά, μα δεν παύω να ʼμαι ένας επισκέπτης απλώς, κι ας βρήκα για πολλά χρόνια στο Πωγώνι έναν τόπο για τη μυθοπλασία μου, μια «Γιοκναπατάουφα» σαν του Φόκνερ. Όσο για τη Λευκάδα, όπου κατοικώ εδώ και μερικά χρόνια, αφού εγκαταλείψαμε το τελευταίο μας νοικιασμένο σπίτι στη Γούβα, στο σύνορο με το Μετς, είναι ένας τόπος ανισόρροπα μοιρασμένος ανάμεσα στο φρενήρες τουριστικό καλοκαίρι και στην ερημιά του χειμώνα. Μένουμε έξω απ’ την πόλη, και η κύρια ψυχαγωγία μας τα βράδια είναι να βγαίνουμε με τον σκύλο βόλτα στον παλιό ελαιώνα (ή ό,τι έχει απομείνει, έχοντας ο υπόλοιπος φαγωθεί από τουριστικά καταλύματα) και να μη συναντάμε ψυχή, αλλά μόνο ν’ ακούμε τη βοή της θάλασσας. Η κοινωνικότητά μου στο νησί είναι μάλλον λιγοστή, ως και ανύπαρκτη συχνά. Την ξαναβρίσκω στα σύντομα διαστήματα που ξανάρχομαι στην Αθήνα. 

ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ LIFO SHOP

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο όπου θερίζει το Aids

Βιβλίο / Ο ξεχασμένος «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη κυκλοφορεί ξανά

Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο που τον θερίζει το AIDS. Μια τολμηρή ματιά την Αθήνα των ’90s μέσα από το απελπισμένο στόρι δύο γκέι εραστών. Ο «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη ήταν εκτός κυκλοφορίας για τρεις σχεδόν δεκαετίες. Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ξανά.
M. HULOT
Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Βιβλίο / Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Ο ιστορικός και συγγραφέας του βιβλίου «Antifa», που εγκατέλειψε πρόσφατα οικογενειακώς τις ΗΠΑ εξαιτίας απειλών που δέχτηκε για τη ζωή του, μιλά για την αμερικανική πολιτική σκηνή και για το αντιφασιστικό κίνημα σήμερα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Νόρμαν Μέιλερ «Μάγισσα τέχνη»

Το πίσω ράφι / Νόρμαν Μέιλερ: «Οι καλλιτέχνες δίνουν όρκο να είναι εγωιστές. Ειδάλλως, δεν θα γίνει τίποτα»

Ο Αμερικανός συγγραφέας ξεκίνησε μη μπορώντας να συντάξει μια πρόταση, αλλά με το πρώτο του μυθιστόρημα ξεχώρισε. Έκτοτε διαβάστηκε, αμφισβητήθηκε, προκάλεσε κι έμεινε ως το τέλος διαυγής και θαρραλέος.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Βιβλίο / Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Πενήντα χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, οι προγνώσεις του για τον φασισμό είναι πιο επείγουσες από ποτέ, σημειώνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ολίβια Λέινγκ, το νέο βιβλίο της οποίας περιστρέφεται γύρω από τη δημιουργία του «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)».
THE LIFO TEAM
Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Βιβλίο / Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Η διάσημη συγγραφέας Όντρι Λορντ αντιμετώπισε τη διάγνωσή της με το θάρρος και το ακτιβιστικό πνεύμα που πάντα τη διέκρινε: Τα «Ημερολόγια Καρκίνου» δεν είναι μια «καταγραφή δακρύων μόνο» αλλά και μια κραυγή οργής εναντίον της καταπίεσης που βιώνουν οι γυναίκες.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Βιβλίο / Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Σ’ ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Book of Lives: A Memoir of Sorts», που προδημοσιεύει η «Guardian», η διάσημη συγγραφέας περιγράφει τον τρόπο που βίωσε την απώλεια του επί μισό αιώνα συντρόφου της Γκρέαμ Γκίμπσον το 2019.
THE LIFO TEAM
«Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Βιβλίο / «Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη το πολυαναμενόμενο νέο βιβλίο της Ιρλανδής συγγραφέως, που έχει κάνει ρεκόρ πωλήσεων και αναγνωσιμότητας. Καταγράφουμε τις πρώτες εντυπώσεις από την ανάγνωσή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Άμιτι Γκέιτζ «Ο καλός πατέρας»

Το πίσω ράφι / Έχουν και οι ψεύτες τη χάρη τους. Στα μυθιστορήματα τουλάχιστον

Ο «Καλός πατέρας» της Άμιτι Γκέιτζ πραγματεύεται την κατασκευή της ανθρώπινης ταυτότητας, τον άρρηκτο δεσμό γονιού και παιδιού και τη μεταναστευτική εμπειρία, θίγοντας όψεις του αμερικανικού ονείρου.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Σπίτι από ζάχαρη»: Το δίκτυο των ανθρώπινων σχέσεων στο μυθιστόρημα της Τζένιφερ Ίγκαν

Βιβλίο / Πώς θα ήταν αν μπορούσαμε να βιώσουμε ξανά όσα ζήσαμε στο παρελθόν;

Το «Σπίτι από ζάχαρη» είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας που διερευνά τους κινδύνους της ψηφιακής εποχής, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την αξία της μνήμης και της σύνδεσης.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Καρολίνα Μέρμηγκα: «Οι συγγραφείς προχωράμε με αναμμένη δάδα στη σκοτεινή σπηλιά της λογοτεχνίας»

Βιβλίο / Καρολίνα Μέρμηγκα: «Όταν γράφουμε για αληθινούς ανθρώπους, πρέπει να σεβόμαστε τη μνήμη τους»

Η καταξιωμένη συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων Καρολίνα Μέρμηγκα μάς μιλάει για τη δύναμη της τέχνης, για το λογοτεχνικό της εργαστήρι αλλά και για τη χαρά της να μεταφράζει Χίλαρι Μαντέλ, τα βιβλία της οποίας επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Βιβλία και Συγγραφείς / Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Πεθαίνει σαν σήμερα ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης. Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με την Έρη Σταυροπούλου, ομότιμη καθηγήτρια Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, για τον συγγραφέα του «Αλέξη Ζορμπά» και την αντοχή του έργου του.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Στέφαν Τσβάιχ

Το πίσω ράφι / Σε πείσμα όσων περιφρόνησαν τα έργα του Τσβάιχ, η απήχησή τους ακόμα να κοπάσει

Οι ήρωες του Αυστριακού συγγραφέα ταλανίζονται συνήθως από μια αβάσταχτη εσωτερική πίεση, αντικατοπτρίζοντας τη δική του πεισιθάνατη διάθεση. Αυτήν ακριβώς την αίσθηση αποπνέει η συλλογή διηγημάτων του «Αμόκ».
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Marwan Kaabur: «Αγωνιζόμαστε και στον αραβικό κόσμο για δικαιώματα κι ελευθερίες, αλλά προκρίνουμε τον δικό μας τρόπο, στο πλαίσιο της δικής μας κουλτούρας»

Lgbtqi+ / Κι όμως υπάρχουν και «αραβικά καλιαρντά»!

Λίγο πριν από την αθηναϊκή παρουσίαση της αγγλόφωνης έκδοσης του «Queer Arab Glossary» μιλήσαμε με τον συγγραφέα του Marwan Kaabur, για τα «αραβικά καλιαρντά», την ομοφυλοφιλία και την queer συνθήκη στον αραβικό κόσμο, το «pink washing», αλλά και τη συχνά παρεξηγημένη πρόσληψή τους από τη Δύση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Βιβλίο / Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Πέντε αποκαλυπτικά βιβλία για τις γυναίκες με καρκίνο, για τον κόσμο, τα σκουπίδια ακόμα και για τη μακρινή Ιαπωνία ξεχωρίζουν ανάμεσα στις εκδόσεις της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής καλύπτοντας ένα μεγάλο εύρος θεμάτων και ενδιαφερόντων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Βιβλίο / Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Σαν σήμερα γεννήθηκε το 1854 ο Αρθούρος Ρεμπό. Ο ποιητής, μουσικός και μπλόγκερ Aidan Andrew Dun έπεσε τυχαία σε δύο εντελώς άγνωστες φωτογραφίες, βγαλμένες στην Place Vendôme, και βρέθηκε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη: ο έφηβος Αρτίρ Ρεμπό, όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ