ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΜΑΪΟΥ

Στα μικρά αιγυπτιακά χωριά

Στα μικρά αιγυπτιακά χωριά Facebook Twitter
2

Στα μικρά αιγυπτιακά χωριά Facebook Twitter

Σ.Τ.: Κυρία Χατζηνικολή, πείτε μου ένα βιβλίο που σας άλλαξε τη ζωή.

Ι.Χ.: Μικρή διάβαζα Ουγκό και Μπαλζάκ, και ακόμα και τώρα, που πάτησα τα 60, θυμάμαι φράσεις και εικόνες από εκείνα τα διαβάσματα, λεπτομέρειες γελοίες. Παραδείγματος χάριν, το φοβερά πλουμισμένο γιλέκο που φορούσε ο γαμπρός  της Ευγενίας Γκραντέ. Αλλά, αν ρωτάτε για ένα βιβλίο, ήταν οι  Άθλιοι. Με είχαν κάνει ερείπιο, όταν ήμουν 14 χρόνων!

Σ.Τ.: Κι αργότερα – ανάμεσα στα 20 και 30;

Ι.Χ.: Δεν άνοιξα βιβλίο.

Σ.Τ.: Τι κάνατε;

Ι.Χ.: Πρωταγωνιστούσα! Και ταξίδεψα και ρισκάρισα και απέτυχα και άφησα πανεπιστήμιο και ήμουνα ασυνεπής. Και ερωτεύτηκα πάρα πολύ και επανειλημμένα και μέχρι θανάτου. Ήμουνα ένα κακό παιδί που έκανε τρέλες.

Σ.Τ.: Η μεγαλύτερη τρέλα σας ποια ήταν τότε;

Ι.Χ.: Το ότι έπαψα να είμαι έτσι.

Σ.Τ.: Τουλάχιστον, πάψατε αργά;

Ι.Χ.: Ποτέ δεν είναι αργά (γέλια). Έζησα, πάντως, για τα καλά το κεφάλαιο της αλητείας μου. Μετά άλλαξα, βγήκα από την πρώτη γραμμή της ζωής, που είναι η νεότητα, και ρίχτηκα με το ίδιο πάθος στις εκδόσεις – αφού άλλαξα δεκάδες δουλειές.

Σ.Τ.: Είναι ακόμα πάθος οι εκδόσεις – ή με τον καιρό κατάντησε επάγγελμα;

Ι.Χ.: Όσο να ‘ναι, δεν υπάρχει ο πρώτος ενθουσιασμός. Αλλά το πάθος καραδοκεί με τον πρώτο ποιοτικό τίτλο που βλέπω.

Σ.Τ.: Στην εποχή της αλητείας σας πού ταξιδέψατε;

Ι.Χ.: Έχω κάνει πολλά ωραία ταξίδια – και μετά, όταν ήμουν φρονιμότερη. Ένα από τα ωραιότερα ήταν πριν από τον Πόλεμο των  Έξι Ημερών: τρεις μήνες διασχίσαμε (με τον πρώην άντρα μου) τη Μέση Ανατολή, με ένα φολκσβαγκενάκι. Το νοικιάσαμε από τη Βηρυτό, περάσαμε από τον Λίβανο, τη Συρία, την Ιορδανία (Παλμύρα! Πέτρα!), και την παραμονή που θα παίρναμε το αεροπλάνο από το Ισραήλ ξέσπασε ο πόλεμος.

Σ.Τ.: Άλλο;

Ι.Χ.: Δεν θα ξεχάσω ποτέ την Αίγυπτο. Έχω δει χιλιάδες πράγματα – κάποτε αγοράσαμε από το Μαϊάμι ένα αυτοκίνητο και διασχίζοντας τη Φλόριντα, την Καλιφόρνια, το Σαν Φρανσίσκο και την περίφημη Route 66 φτάσαμε στη Νέα Υόρκη – αλλά τίποτα δεν με μάγεψε όσο η έρημος και τα χωριά της Αιγύπτου, όπως τα ’βλεπα από την τρίτη θέση του τρένου, σκεπασμένη με φλούδια καλαμποκιών!… Μ’ αρέσουν πολύ τα ταξίδια. Μια εποχή που είχα να ταξιδέψω 5-6 χρόνια, έβλεπα όνειρα: ότι ταξιδεύω μόνη, σαν βλαξ, σ’ έναν άγνωστο δρόμο που διέσχιζε πόλεις.

Σ.Τ.: Η ίδια αίσθηση μποέμικης περιπλάνησης υπάρχει σε πολλούς από τους συγγραφείς που εκδίδετε: στη Γιουρσενάρ, στον Τσάτουιν…

Ι.Χ.:… Στο Δίχτυ της Μέρντοχ! Ναι. Η αίσθηση ότι πρέπει να δούμε παραπέρα. Να βρεθούμε κι αλλού. Αυτό με συγκινεί πολύ, όποτε το αισθάνομαι. Το αισθανόμουν κι όταν ταξίδευα στο Αιγαίο – πριν από το ’60. Ήταν μαγεία – όχι μόνο τα μέρη, αλλά και οι άνθρωποι. Μέσα στην απόλυτη ένδεια δεν ξαναείδα τέτοια ζωντάνια, τέτοια καρδιά. Σέριφος, Μύκονος, Πάρος, Σαντορίνη – θεσπέσιοι άνθρωποι, ποιητικοί.

Σ.Τ.: Κάπου στο Αιγαίο συναντήσατε και τον Τσάτουιν.

Ι.Χ.: Τον γνώρισα αργότερα, στις Σπέτσες – όταν υπήρχε μια μικρή παροικία ξένων και μπορούσες να συναντήσεις τους πιο δυνατούς συγγραφείς του κόσμου στο σπίτι του Γουντ, ενός Αμερικανού συγγραφέα. Ο Τσάτουιν έμενε απέναντί μου – έγραφε τότε το Songlines (Τα μονοπάτια των τραγουδιών). Ήδη ήξερε ότι θα πεθάνει από αυτήν τη φοβερή, ενδημική αρρώστια του νωτιαίου μυελού που είχε αρπάξει στην Κίνα και μετά από λίγο θα τον παρέλυε.

Σ.Τ.: Τι είχε εκδώσει τότε;

Ι.Χ.: Τον Μαύρο Λόφο, τον Αντιβασιλιά της Ουίντα και την Παταγωνία, που είναι, νομίζω, το αριστούργημά του.

Σ.Τ.: Ήταν τόσο γοητευτικός όσο φαίνεται στις φωτογραφίες;

Ι.Χ.: Α, ήταν κούκλος. Πάρα πολύ ωραίο σώμα – σαν νεαρό αγαλματάκι. Κάθε μεσημέρι, όταν έπιανε το δυνατό το κύμα, έφευγε και πήγαινε να κάνει γουιντσέρφινγκ. Είχε ένα καταπληκτικό χιούμορ – με μια μικρή ντροπή κι ένα στρίψιμο στο χειλάκι σαν γεροντοκόρη. Μου θύμιζε ελαφρώς κάτι θείες που ‘χουμε, πολύ έξυπνες και συγχρόνως πολύ τρυφερές. Ήταν 45 και φαινόταν 25 – ένα παιδί! Ένα ωραιότατο αγόρι! Μου έδωσε και διάβασα τον Μαύρο Λόφο, μου άρεσε πολύ και το αγόρασα επιτόπου.

Σ.Τ.: Τον φλερτάρατε κιόλας;

Ι.Χ.: Φλερτάριζε με μια γειτόνισσα! (γέλια)

Σ.Τ.: Θα μπορούσατε να ερωτευτείτε κανέναν από τους συγγραφείς που βγάζετε;

Ι.Χ.: Δεν νομίζω. Στη ζωή μου, γενικά, δεν με είχε τραβήξει ποτέ κανένας της προκοπής. Άλλου είδους άντρες με τράβαγαν. Άλλωστε, δεν τον βλέπουμε εμείς – εκείνος μας βλέπει.

Σ.Τ.: Τι ακριβώς σας τραβούσε στους άντρες;

Ι.Χ.: Ο τρόπος που με κοίταζαν. Αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο στη ζωή μου – κάτι μέσα στο βλέμμα του άλλου. Και ποτέ αυτό το βλέμμα δεν είχε από πίσω τέτοια credentials. Πάντα ήταν άνθρωποι φοβερά ζωντανοί, φοβερά γυναικάδες – δεν είχαν καν σχέση με 'μένα!

Σ.Τ.: Τι θα ‘λεγε ένας ψυχαναλυτής γι’ αυτό;

Ι.Χ.: Α-δια-φο-ρώ!

Σ.Τ.: Πάντα τόσο σίγουρη είστε;

Ι.Χ.: Μπουλντόζα σκέτη!

2

ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΜΑΪΟΥ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

2 σχόλια
Ειδυλλιακώς εξαίσια όλα αυτά (κι ευλογημένοι/τυχεροί όσοι τα πρόλαβαν/επεδίωξαν/επέτυχαν) αλλά πληροφοριακά: "... Around 1980, Chatwin contracted HIV. He told different stories about how he contracted the virus, such as that he was gang-raped in Dahomey, and that he believed he caught the disease from Sam Wagstaff, the patron and lover of photographer Robert Mapplethorpe.[25] He was one of the first high-profile people in Britain to have the disease. Although he hid the illness – passing off his symptoms as fungal infections or the effects of the bite of a Chinese bat, a typically exotic cover story – it was a poorly kept secret. He did not respond well to AZT, and suffered increasing bouts of psychosis. With his condition deteriorating rapidly, Chatwin and his wife went to live in the South of France at the house belonging to Shirley Conran, the mother of his one-time lover, Jasper Conran. There, during his final months, Chatwin was nursed by both his wife and Shirley Conran. He died in Nice in 1989 at age 48 ..."