Μια selfie του Στέφανου Τσιβόπουλου από τη Νέα Υόρκη

Μια selfie του Στέφανου Τσιβόπουλου από τη Νέα Υόρκη Facebook Twitter
0



ΠΕΜΠΤΗ 12 ΜΑΡΤΙΟΥ,
4 μ.μ. Ανεβαίνω με το ασανσέρ στον 5ο όροφο ενός κτιρίου στους 13 Δρόμους και την 5η Λεωφόρο στο κέντρο του Μανχάταν. Ο ευρύχωρος διάδρομος στην έξοδο του ασανσέρ συνήθως φιλοξενεί εκθέσεις φοιτητών του τμήματος Kαλών Tεχνών, αλλά σήμερα είναι άδειος. Δεν υπάρχει κανείς στους διαδρόμους. Ρίχνω μια ματιά στα γραφεία του τμήματος, αλλά και αυτά είναι κλειστά. Φτάνω στην αίθουσα της τάξης μου και, ως συνήθως, συνδέω τον υπολογιστή με τον βιντεο-προβολέα και προβάλλω το περιεχόμενο του μαθήματος στην οθόνη. Μεταπτυχιακό πρόγραμμα New School, βιντεο-τέχνη και κινηματογράφος. Καλλιτέχνες: Stan Douglas, John Akomfrah, Isaac Julien, Doug Aitken, Pierre Huyghe, Eija Liisa Ahtila, Jesper Just, Omer Fast.

Οι μαθητές φτάνουν ένας-ένας, ασυνήθιστα αργοπορημένοι, και κάθονται στην τάξη σιωπηλά, αναστατωμένοι και κρύοι. Η συνήθης θερμή ατμόσφαιρα, ο ενθουσιασμός, τα γέλια, το vegan φαγητό σε πλαστικά κοντέινερ και τα herbal drinks από το Whole Foods είναι όλα απόντα. Eίναι αρκετά ώριμοι και αρκετά αποφασισμένοι. Με τα δίδακτρα στα 50.000 δολάρια τον χρόνο, οι περισσότεροι φοιτητές του μεταπτυχιακού νιώθουν την πίεση να πάρουν όσο περισσότερα μπορούν. Αλλά τη δεδομένη στιγμή κανένας δεν ενδιαφέρεται γι' αυτήν τη λίστα πρωτοπόρων στη σύγχρονη βιντεο-τέχνη. Το μόνο που θέλουν να κάνουν είναι να φύγουν. Ήδη οι μισοί μαθητές λείπουν. Έφυγαν με τα τελευταία διαθέσιμα εισιτήρια σε προορισμούς σε όλο τον πλανήτη: Νότια Κορέα, Ινδία, Αραβικά Εμιράτα, Ισραήλ, Πακιστάν, Κίνα.

Το μάθημα τελείωσε πρόωρα και βρίσκομαι στο τρένο για το σπίτι. Έχω την αίσθηση πως ίσως αυτό να ήταν το τελευταίο μάθημα που τους έκανα και ίσως να μην ξαναδώ ποτέ κανέναν από αυτούς. Είναι η στιγμή που αρχίζω να συνειδητοποιώ ότι όλα αυτά που ακούγονταν τις τελευταίες δύο βδομάδες ως μακρινοί φόβοι αρχίζουν πια να αποκτούν σάρκα και οστά. Ο μακρινός ιός είναι πια εδώ, έφτασε και έχει αρχίσει να ρουφάει τη ζωή από την πραγματικότητα, κάθε δευτερόλεπτο που περνάει.

Μια selfie του Στέφανου Τσιβόπουλου από τη Νέα Υόρκη Facebook Twitter
Ο Στέφανος Τσιβόπουλος

Η Νέα Υόρκη, η πόλη που ποτέ δεν κοιμάται, είναι πια σε κατ' οίκον περιορισμό. Η καραντίνα, ο αποκλεισμός από τον δημόσιο χώρο και αυτή η ταχύτατη αλλαγή των δεδομένων, ενώ το σώμα παραμένει ακίνητο, έχουν διαστρεβλώσει την αίσθηση του χρόνου και της πραγματικότητας.

Σίγουρα αυτό δεν ήταν στα πλάνα κανενός. Τα σχέδια όλων ήταν να είναι στο Μπρούκλιν και στο Κουίνς, παρέα με τους κολλητούς στο πανεπιστήμιο, με τα καλλιτεχνικά πρότζεκτ, με τον έρωτα, την ανεξαρτησία, την ελευθερία της αστιγμάτιστης τεμπελιάς, τις βόλτες στα πάρκα, το gay parade τον Μάιο, το στρες της αποφοίτησης, την αποφοίτηση, τους αποχωρισμούς του Ιουνίου, τα βιαστικά πλάνα για το κοντινό πια καλοκαίρι και τους φόβους για μια νέα χρονιά εκτός πανεπιστημίου, που είναι δυσβάστακτα άγνωστη. Τίποτε απ' όλα αυτά δεν υπάρχει, πια, και δεν θα γίνει.

Σαν ξαφνικά όλη η ανθρωπότητα να έγινε teleported σε μια νέα διάσταση που παραδόξως είναι απόλυτα οικεία αλλά και τόσο ανοίκεια την ίδια στιγμή.

Η Ταλ είναι πίσω στο Τελ Αβίβ, στο σπίτι όπου μεγάλωσε. Στο ίδιο δωμάτιο όπου μέχρι πριν από δύο χρόνια ονειρευόταν να κάνει το μεταπτυχιακό της στη Νέα Υόρκη και να μην επιστρέψει ξανά ‒ σίγουρα όχι τόσο σύντομα και όχι έτσι. Έπειτα από δύο εβδομάδες υποχρεωτικής καραντίνας βρίσκεται ξανά πρόσωπο με πρόσωπο με τη μαμά και τον μπαμπά της. Καθισμένη ξανά στο εφηβικό της δωμάτιο, μου περιγράφει μέσω Ζoom τη δυσκολία που έχει να κοιμηθεί, να σκεφτεί, να οργανωθεί.

Στο διπλανό παράθυρο η Λίπικα από τη Βομβάη, που την προηγούμενη μέρα έγινε 27 χρονών, παραπονιέται πως δεν κάνει τίποτα, πως νιώθει τεμπέλα, χωρίς ενέργεια ή σκέψη για τέχνη. Η Άλις από τον Καναδά έχει χάσει την αίσθηση του χρόνου, αρνείται να μιλήσει ή να προσθέσει κάτι, απλώς δηλώνει παρούσα, ενώ ο Malachy επέστρεψε στην Ατλάντα, και το μόνο νέο που έχει είναι η σκουριασμένη κιθάρα της εφηβείας του, που βρήκε στο υπόγειο του πατρικού του. Όλες οι επιπλοκές που μου περιγράφουν οι μαθητές νιώθω να είναι και δικές μου. Είναι 16 Απριλίου και τελείωσα το τρίτο μάθημα μέσω Ζoom.

Η Νέα Υόρκη, η πόλη που ποτέ δεν κοιμάται, είναι πια σε κατ' οίκον περιορισμό. Η καραντίνα, ο αποκλεισμός από τον δημόσιο χώρο και αυτή η ταχύτατη αλλαγή των δεδομένων, ενώ το σώμα παραμένει ακίνητο, έχουν διαστρεβλώσει την αίσθηση του χρόνου και της πραγματικότητας. Η οικονομία της πόλης καταρρέει και η ανεργία έχει εκτοξευτεί σε ένα επίσημο 10%. Το πραγματικό μέγεθος θα το δούμε εφόσον σταματήσουμε να μετράμε πάνω από χίλιους νεκρούς την ημέρα.

Το ΜοΜΑ και το ΜΕΤ απέλυσαν τα 2/3 των υπαλλήλων τους, ξεκινώντας από το εκπαιδευτικό προσωπικό. Τα πανεπιστήμια πάγωσαν όλες τις προσλήψεις για την επόμενη χρονιά και κάνουν περικοπές σε όλους τους μισθούς. Οι φοιτητές δύσκολα θα κάνουν την εγγραφή τους στα μαθήματα του Σεπτεμβρίου, ακόμα και αν τα πανεπιστήμια είναι ανοιχτά, δημιουργώντας ένα αρνητικό πρόσημο για όλους μας.

Μέσα σε αυτή την ολοκληρωτική κρίση το πιο πιεστικό ερώτημα που συνεχίζει εξοργιστικά να με απασχολεί είναι ο ρόλος της τέχνης μέσα σε όλο αυτό. Ποια η σημασία της τώρα; Ποιον ενδιαφέρει; Τι θέλω να πω; Να κάνω τέχνη ή να μην κάνω; Ερωτήματα στα οποία δεν έχω βρει πειστικές απαντήσεις.

Οι ώρες μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή και του κινητού μου έχουν πολλαπλασιαστεί. Παρακολουθώ την αντίδραση του κόσμου της τέχνης, που, ενώ αρχικά ήταν μουδιασμένη, γρήγορα έδωσε τη θέση της σε μια έκρηξη εκθέσεων και καλλιτεχνικών πρότζεκτ, προσαρμοσμένων στα social media και το Ίντερνετ. Σε ελάχιστο διάστημα οι online εκθέσεις δεν είναι πια μια virtual εκδοχή του πραγματικού, είναι το νέο πραγματικό, η νέα συνθήκη άρθρωσης του συστήματος της τέχνης. Καλλιτεχνικά ιδρύματα, οργανισμοί, μουσεία, γκαλερί, επιμελητές και καλλιτέχνες πέσανε με τα μούτρα σε μια κούρσα κατάληψης ενός νέου πεδίου που απλώνεται εμπρός τους, ακαλλιέργητο και παρθένο. Πώς μπορούμε να διαδώσουμε την τέχνη σε ένα τεράστιο ενιαίο κοινό που είναι διαρκώς παρόν;

Δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ αν είναι αυτό που πρέπει να κάνουμε αυτήν τη στιγμή Δυσκολεύομαι να προσδιορίσω τη θέση μου ως καλλιτέχνη μέσα σε όλο αυτό. Ποια είναι η φυσική αντίδραση σε αυτές τις συνθήκες; Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στην εργασία, στην παραγωγή και στη δημιουργία;

Δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ αν είναι αυτό που πρέπει να κάνουμε αυτήν τη στιγμή. Δυσκολεύομαι να προσδιορίσω τη θέση μου ως καλλιτέχνη μέσα σε όλο αυτό. Ποια είναι η φυσική αντίδραση σε αυτές τις συνθήκες; Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στην εργασία, στην παραγωγή και στη δημιουργία;

Η τεμπελιά σίγουρα είναι μια φυσική αντίδραση ή απόρροια της τρέχουσας κατάστασης, αλλά δεν είναι συμβατή με το τρέχον μοντέλο, όπου πολλοί καλλιτέχνες νιώθουν τεράστια πίεση να παράγουν και να δημιουργήσουν. Το «βαριέμαι και τεμπελιάζω» δημιουργεί ανασφάλεια, απελπισία, φόβο και πανικό. «Δεν θέλω να είμαι τεμπέλα» επιμένει η Λίπικα, αλλά ο Marcel Duchamp μιλάει για την τεμπελιά ως βασικό συστατικό της δημιουργικής διαδικασίας. Η αποχή από την εργασία είναι πολιτική θέση για τους situationists και τον Guy Debord. Και σύγχρονοι παιδοψυχολόγοι, όπως η Sherry Turkle του MIT, παροτρύνουν τους γονείς να επιτρέπουν στα παιδιά τους να βαριούνται και να τεμπελιάζουν, καθώς μόνο τότε το μυαλό τους μπαίνει σε Default Mode Pathways και επιτρέπει την πλέον βασική λειτουργία του εγκεφάλου, τη διαμόρφωση της αντίληψης του ποιοι είμαστε.

23 ΑΠΡΙΛΙΟΥ. Οι μαθητές έχουν πολλαπλασιαστεί στα παράθυρα του Ζoom. Σχεδόν έναν μήνα μετά το πρώτο μας Ζoom, η Tαλ συλλέγει όλων των ειδών τα φυτά στο δωμάτιό της και ξεκινάει μια καταγραφή των αισθημάτων τους με βάση τις ανεπαίσθητες αντιδράσεις τους, ενώ σε δύο μεγάλες γυάλες συλλέγει θαλασσινό νερό στη μία και τα δάκρυά της στην άλλη. Η Άλις γράφει ερωτικά γράμματα που απευθύνει σε έναν υποθαλάσσιο ζωικό οργανισμό ο οποίος πρόσφατα ανακαλύφθηκε από τους επιστήμονες και οι λειτουργίες του παραμένουν ακόμα άγνωστες. Η Λίπικα κάνει τον εαυτό της και τη ζωή της animation, ενώ ο Malachy έβαλε νέες χορδές στη σκουριασμένη του κιθάρα και κάνει ένα βίντεο γι' αυτό. Χαίρομαι για τους νέους δρόμους που ανοίγονται.

Ο Παρκ, ένας από τους Νοτιοκορεάτες μαθητές που αποφάσισε να μείνει στη Νέα Υόρκη για να ολοκληρώσει το πρότζεκτ της αποφοίτησής του με μια ομάδα Λατινοαμερικανών μεταναστών, είναι σε απόγνωση. Οι περισσότεροι από τους μετανάστες αναγκάστηκαν να φύγουν από το Κουίνς γιατί το σφαγείο στο οποίο δούλευαν έκλεισε και έχασε τα ίχνη τους. Οι δυο-τρεις που απέμειναν είναι παράνομα στη χώρα και την ίδια στιγμή έχουν προσβληθεί από τον ιό. Ο Παρκ θέλει να τους συναντήσει και να τους δώσει κάμερες να κινηματογραφήσουν αυτά που βιώνουν. Αυτοί δικαιολογημένα αρνούνται και η άρνησή τους τού δημιουργεί απελπισία γιατί το πρότζεκτ του δεν θα ολοκληρωθεί. Ποιο είναι όμως το πρότζεκτ του Παρκ; Ποια πραγματικότητα προσπαθεί να αποτυπώσει, ποια είναι η θέση του ως καλλιτέχνη σε όλο αυτό;

Ο Παρκ θα πρέπει να σεβαστεί την πραγματικότητα και να βρει τρόπους να την εντάξει στο έργο του. Είναι αναγκαίο οι μέθοδοί μας να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Είναι η ίδια η πραγματικότητα και όχι τα μικρά ή μεγάλα πλάνα μας που πρέπει να αφουγκραστούμε αυτήν τη στιγμή.

Κινεζική παροιμία λέει «όπου κρίση και ευκαιρία». Προσπαθώ να καταλάβω ποιο είναι το silver lining αυτής της κρίσης. Αν παραδεχτούμε πως κάθε κρίση είναι μια ρήξη με το γνωστό και το οικείο, με μια βίαιη μετατόπιση προς ένα άγνωστο, τότε η παρούσα μετατόπιση ίσως να αποτελεί το πρώτο τραύμα που βιώνουμε συλλογικά ως πολίτες της Γης. Γι' αυτό η συλλογική μνήμη του τραύματος είναι πέρα από σύνορα κρατών, πολιτικών και οικονομικών συστημάτων, φυλετικών και ταξικών διακρίσεων.

Φυσικά, η αντιμετώπιση του ιού κάθε άλλο παρά αταξική είναι. Για την ακρίβεια, η κρίση στην Υγεία προσφέρει μια ξεκάθαρη εικόνα του τρόπου με τον οποίον οι ταξικές κοινωνίες είναι φτιαγμένες, για τη διαφύλαξη και προστασία πρώτα των πολιτικών και οικονομικών ελίτ και έπειτα των υπολοίπων. Αλλά νομίζω πως είναι και μια ευκαιρία να δούμε το μέλλον μας μέσα από τη σχέση μας με την οικολογία και το περιβάλλον και να αναθεωρήσουμε τα εργαλεία παραγωγής και ανάπτυξης με βάση αυτήν τη νέα σχέση.

Είναι 29 Απριλίου και ενώ η κατάσταση στη Νέα Υόρκη δεν έχει βελτιωθεί σημαντικά, υπάρχει ένα αίσθημα αλλαγής. Έχει απομείνει ένα ακόμα μάθημα με τους φοιτητές πριν από το τέλος της χρονιάς. Βουτηγμένοι στο άγνωστο που ονομάζεται παρόν, με ένα παρελθόν που έχει καταρρεύσει και ένα μέλλον που συντηρείται με μια ελπίδα χωρίς στόχο, σκέφτομαι τι έχει σημασία να τους πω σε αυτή την τελευταία συνάντηση. Δεν έχω ιδέα.

Είναι η στιγμή που ο συντάκτης της LiFO με παροτρύνει να κλείσω το ημερολόγιο γιατί η κατάσταση στην Ελλάδα αρχίζει να βελτιώνεται. Η καραντίνα σταδιακά αίρεται, ανοίγουν καταστήματα, ο καιρός είναι καλοκαιρινός και το αίσθημα αλλάζει. Ετοιμαζόμαστε για την επόμενη μέρα.

Δεν είσαι μόνος
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ