Μια μέρα στις νύχτες - και δυο νύχτες
Σεπ29
 

Μια μέρα στις νύχτες - και δυο νύχτες

Η συγγραφέας Εύη Λαμπροπούλου γράφει για τη LifΟ την εμπειρία της από μια βραδιά στις Νύχτες Πρεμιέρας - Conn-X.

Την Κυριακή, μετά την Ινοτέκα, χώνομαι ασυνόδευτη, για πρώτη φορά στη ζωή μου, στο φεστιβαλιζόμενο Αττικόν. Έχω τρεις προσκλήσεις και μια λαχτάρα: να νιώσω ξανά τον φεστιβαλικό πυρετό, τον αγώνα για ένα sold out εισιτήριο, μια παράνομη είσοδο, να ταλαιπωρηθώ, να σύρω τον κώλο μου στα μοκεταρισμένα πατώματα, να νιώσω μέρος του σινεφιλικού σύμπαντος, του ίδιου κέικ.

Στο χλιδάτο Αττικόν ο κόσμος είναι πολύς, αλλά όχι πάρα πολύς. Διάφοροι υπερ-οργανωμένοι θέλουν να πουλήσουν εισιτήρια που έβγαλαν χθες διότι κατάφεραν με ύποπτους τρόπους να βρουν εισιτήριο για το προσφάτως αναδυόμενο sold out, που σήμερα είναι τα 45 Τετραγωνικά. Ανταλλάσσω, για τη χαρά της μαύρης αγοράς, την πρόκλησή μου με ένα εισιτήριο για τη γερμανική Σκιά - ο τύπος μοιάζει απελπισμένος. Άμα κάνεις το καλό ανταμείβεσαι, που 'λεγε η γιαγιά μου: η ταινία μ' αρέσει. Γερμανικός μινιμαλισμός, συγκρατημένες κρυόφατσες με ασυγκράτητα ακριβή όπλα που φέρνουν το σπλάτερ σε τοίχους, τζάμια, πρόσωπα. Αίματα λίγα, πτώματα καθαρά, τακτικά, γερμανικά. Να βγάλω τη μουντή βορειοευρωπαϊκή ταινία με βοηθάνε οι πολυθρόνες του Αττικόν. Στα πάνω θεωρεία υπάρχουν πολυθρόνες! Τεράστιες αναπαυτικές πολυθρόνες στις οποίες βουλιάζεις το νυσταγμένο σου σώμα. Γέρνεις και το κεφάλι σου λίγο στο μπράτσο άμα θες. Αξίζει τα λεφτά του το Αττικόν: άμα βαρεθείς την ποιοτική ταινία, ρίχνεις ποιοτικό ύπνο.

Μετά, θέλω να δω το Sex Drugs and Rock and Roll στον Δαναό, οπότε ζητάω εισιτήριο στο ταμείο του Αττικόν. Δεν υπάρχει, λέει. Μα, πώς, του δείχνω στο πρόγραμμα, να, στον Δαναό. Ε, τότε, να πάτε στον Δαναό, λέει σαν να είμαι η τρελή της Μπελβίλ, τι δουλειά έχετε να βγάλετε εισιτήρια εδώ;

Μα είναι φεστιβάλ, λέω, φεστιβάλ σημαίνει ότι συνεργάζεστε μεταξύ σας. Ο τύπος μού γράφει σε ένα χαρτάκι το τηλέφωνο του Δαναού, που φυσικά δεν απαντάει. Μένουν δεκαπέντε λεπτά πριν την έναρξη, αλλά έρχεται βοήθεια: δίπλα στην τεράστια ουρά των πεινασμένων σινεφίλ στα Γκούντις, που ισούται με την εσωτερική ουρά του ταμείου, ο Γ. εμφανίζεται με μια μηχανή σαν τον Δικαστή Ντρεντ και με πετάει στον Δαναό ακριβώς την ώρα που αρχίζει η ταινία, ενώ διατηρώ την παράλογη αισιοδοξία ότι θα βρω εισιτήριο. Και βρίσκω. Γιατί αυτή η ταινία δεν είναι SOLD OUT; αναρωτιέμαι. Και γιατί οι υπόλοιπες τρεις που παίζονται την ίδια ώρα είναι θρίλερ; Έτσι ώστε οι οπαδοί των θρίλερ να πρέπει να διαλέξουν και οι υπόλοιποι να μην έχουν τι να δουν;

Sex & drugs &: παθαίνω την πλάκα μου από το πρώτο καρέ, μόλις βλέπω τη φάτσα διασταύρωση Τάιγκερ Λίλι και Σεξ Πίστολ ενθουσιάζομαι, ανακοινώνω στον διπλανό μου ότι η ταινία είναι βέβαιο: γαμώ. Όπως η ζωή του πρωτοπάνκη Ίαν Ντιούρι, του σακάτη από πολιομυελίτιδα, που έζησε σαν κανονικός άνθρωπος - ή μάλλον σαν κανονικός καλλιτέχνης, δηλαδή εγωκεντρικά, δημιουργικά, αυτοκαταστροφικά, ζωηρά και καταστρέφοντας γυναικόπαιδα. Πάντως, χωρίς να τον λυπούνται.

Έχω διαβάσει ότι ο πρωταγωνιστής είναι αυτός από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» και για το πρώτο τέταρτο προσπαθώ να συνδέσω τη 45χρονη φάτσα με τη φατσούλα του Φρόντο. Κι εκεί που αποφασίζω ότι να τα χείλια του, βρε, πώς τον γεράσανε τον Φρόντο, ο Γ. μου ανακοινώνει ότι είναι το Γκόλεμ! Φυσιογνωμίστρια, όχι.

Ο Ιαν λέει φοβερές ατάκες:

You 're never alone with schizo.

When you got nothing to lose it's the best place to start.

The writer scratched his arse, wishing he wasn't middleclass.

If it ain't stiff, it ain't worth for fun.

Στο διάλειμμα -έχει και διάλειμμα!- το πάτωμα του Δαναού είναι γεμάτο σκουπίδια, μασουλιούνται ποπ κορν κατά τη διάρκεια. Αδυνατώ να φανταστώ κατανάλωση φαγητού στις αποθήκες του λιμανιού του Φεστιβάλ Θεσ/νίκης όπου συχνάζω. Υπάρχει κατάνυξη εκεί. Μέχρι κονιάκ σε φλασκί και φρούτο που έφερε από το σπίτι του τρώει ο πεινασμένος. Αν βγάλεις πατατάκι, θα στην πούνε - δεν θα ξεχάσω τότε που έτρωγα αθόρυβα ένα μανταρίνι που μου πάσαρε ο διπλανός μου στο πάτωμα του Ολύμπιον και μία Σωστή μου την είπε. Ήπια τρεις γουλιές κονιάκ για να συνέλθω.

Στο πάρτι κάτω από το Άττικα, η Γουλιώτη μου εξηγεί ότι δεν είναι ευχαριστημένη από την επίδοσή της στον Ορέστη, παρότι εμείς στους Φιλίππους ανατριχιάσαμε. Διάσημοι και άσημοι τριγύρω ανταλλάσσουν «γουάου», καραμελωμένες πανσέτες και φοβερές λέμον κριμ σουλατσάρουν, κι εγώ ενθουσιάζομαι μόνη μου με το μια-τρίο-μια-κουαρτέτο που παίζει τζαζοσουίνγκ. Κανένας άλλος δεν χορεύει - γιατί; Κάνουν δημόσιες σχέσεις, παράνομες σχέσεις, δεκάλεπτες σχέσεις. Στο πάρτι στο Τoy όμως δεν έχει λάιβ, οπότε τρέχω με τον Θ. στου Ψυρρή, όπου περνάω ανεκδιήγητα. Έπρεπε να είχα μείνει στο Τoy.

Σκέφτομαι ότι το φεστιβάλ έχει τον χαρακτήρα αυτής της πόλης: χρειάζεται προηγούμενη οργάνωση για όλα. Δεν μπορείς να συναντήσεις απλά έναν γνωστό και να τον ακολουθήσεις σε ταινία, ούτε να κάτσεις υπεράριθμος στα πατώματα. Στη Σαλονίκη καμιά δεκαριά πωρωμένους στα πατώματα τούς επιτρέπουν, αν και μετά από έναν αριθμό τούς αφήνουν έξω όσο κι αν κλαίνε. Εδώ δεν υπάρχει καταχνιά, θάλασσα, docks, σαλέπι, παρακείμενα μπαρ. Δεν υπάρχει ο χώρος, ο χώρος εκείνος που είναι ανάμεσα στους κινηματογράφους και φορτίζεται από τη μανία των σινεφίλ για μαγεία και εύρεση της απόλυτης ταινίας. Ούτε οι απίθανες τυχαίες συναντήσεις στον πηχτό χώρο. Σκέφτομαι ότι ο φίλος μου ο Άλκης δεν θα πατούσε το πόδι του. Ο Άλκης, σινεφίλ με ρέγουλα, λατρεύει τόσο την ατμόσφαιρα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ώστε προτιμάει να πίνει καφέδες και ποτά παρά να μπαίνει στις ταινίες. Το παθαίνω κι εγώ εκεί: να χάσω ταινία για να κερδίσω ατμόσφαιρα. Εδώ μπορώ, επιτέλους, να επικεντρωθώ στις ταινίες - αφού δεν υπάρχει ατμόσφαιρα.

 
 
 
 
I WAS THERE