Σιωπηρές σιωπές

Σιωπηρές σιωπές Facebook Twitter
0
Σιωπηρές σιωπές Facebook Twitter

Έχετε αισθανθεί ποτέ κάποιες σιωπές να σας αφορούν περισσότερο απ'όσο άλλες; Να σας αφορούν έντονα; Ίσως τραυματικά πολύ; Να σας αφορούν τόσο βαθιά και μύχια που να «γεννιούνται» μέσα σας χωρίς φωνή; Μιλώ γι'αυτές τις σιωπές τις μη-ομιλούσες, τις σπάνιες, τις δύσκολες, τις μη-επικοινωνήσιμες, εκείνες που ξαφνιάζουν και «κομπιάζουν» το ίδιο μας το είναι. Τις σιωπηρές σιωπές μας.


Ως τα χθες δεν είχα μπορέσει καν να συλλάβω εννοιολογικά την ύπαρξη της διαφορετικότητάς τους, να συλλάβω δηλαδή την ξέχωρη ύπαρξή τους στον κόσμο των αισθήσεών μας. Ίσως γιατί, σε πρώτο χρόνο, η αίσθησή τους μοιάζει να προκαλεί το βίωμα μίας αδυναμίας έκφρασης. Αμέσως μετά, και σε ένα δεύτερο χρόνο, η συνειδητοποίηση αυτής ακριβώς της αδυναμίας, προκαλεί μέσα μας την ακύρωση του ενστίκτου εκείνου που λειτουργεί σχεδόν πάντα στους ανθρώπους κάνοντάς μας να θέλουμε και να σπεύδουμε, ίσως εν πολλοίς ασυνείδητα, να επικοινωνήσουμε αυτά που νιώθουμε, αυτά που μας αγγίζουν, να αντιδράσουμε, με άλλα λόγια, στο εκάστοτε ερέθισμα που μας τίθεται κατά την διάρκεια της διάδρασής μας με τους άλλους. Κι έτσι, μοιραία, μην μπορώντας δηλαδή ν'αλλάξουμε την ροή των πραγμάτων, δεχόμαστε την ύπαρξη αυτών των περίεργων σιωπών, κι ίσως καμιά φορά και να την καλωσορίζουμε. Είναι σιωπές που δεν θα τις απευθύνουμε ποτέ σε κανέναν – δεν θα τις μοιραστούμε ποτέ με κανέναν. Είναι και θα είναι μόνο για μας, χωρίς όμως ποτέ να είναι αυτιστικές.


Δύσκολο να τις ζεις. Μας αφορούν και μας κατοικούν ολοκληρωτικά κι απόλυτα, αφορώντας και το τελευταίο κύτταρο της μνήμης μας. Ναι, ο τόπος τους είναι η μνήμη. Κι όταν είναι παρούσες, την καταλαμβάνουν απ'άκρη σ'άκρη:
Μιλώ για παράδειγμα, για την στιγμή εκείνη που τρέχοντας να προλάβετε την επιβίβαση από το ένα αεροπλάνο στο άλλο, και έχοντας ξεχάσει σε ποια χώρα ανασαίνετε την ίδια σας την ζωή, τα μάτια σας βλέπουν ξαφνικά μέσα στο μετακινούμενο πλήθος τον πρώτο σας έρωτα. Ή τη στιγμή που, μια μέρα σαν όλες τις άλλες, είστε καθισμένοι στο γραφείο, καλοντυμένοι, καλοκουρδισμένοι και ξεπηδά ανεξήγητα από μέσα σας η ζεστασιά που έφερνε στην ψυχή σας μία παλιά φιλία, που όμως τώρα πια δεν υπάρχει, και δεν έχει καμία εναπομείνασα ευκαιρία να υπάρξει όπως τότε. Η ακόμη, εκείνη η υπαρξιακή φρικτή έκπληξη μπροστά στην θέαση ενός ενθυμίου που σας είχε δώσει πρόσωπο αγαπημένο, τώρα εκλιπόν, και που απορείτε ακόμη με τον εαυτό σας πώς στο καλό μπορείτε και ζείτε ακόμη όταν εκείνος/εκείνη δεν ζει πια; Πώς μπορείτε και τον/την ξεχνάτε; Πώς; Ή πάλι, να, ξέρετε, εκείνες οι στιγμές που αυτό που νιώθετε είναι τόσο μεγάλο, τόσο απόλυτο, τόσο δικό σας, τόσο εσείς, που απλά δεν γίνεται να το εξηγήσετε : όπως εκείνη τη μέρα που δεν ήξερες γιατί αλλά η πόρτα άνοιξε κι η γνώριμη φιγούρα που πέρασε το κατώφλι για χιλιοστή φορά σ'έκανε εκείνη -την ανύποπτη χιλιοστή- να δυνηθείς πολλά, και μάλιστα μετά από χρόνια δίσεχτα.


Και εκεί, στιγμιαία κι αστραπιαία, έτσι ακριβώς όπως έλαβε χώρα και το ίδιο το γεγονός, αποφασίζουμε πως μια σιωπή, μια σιωπηρή σιωπή, είναι το μόνο που θα μπορέσει να ντύσει και να αγκαλιάσει αυτό το κάτι που γεννήθηκε για να δονήσει, ίσως όσο ελάχιστα πράγματα μπόρεσαν, την ψυχή μας. Έλεγε μία αφιέρωση στην αρχή ενός μη-ολοκληρωμένου βιβλίου:


Στους χτύπους της καρδιάς
που γεννήθηκαν και θα γεννηθούν μέσα μου
απ' ό,τι και για ό,τι δεν είναι Εγώ.

 

Αυτοί οι πολύτιμοι χτύποι της καρδιάς που δεν μας ανήκουν, οι ετερόφωτοι, οι ενδημικά αλλόφερτοι κι αλλοτινοί. Αυτό είναι το υλικό από το οποίο έχουν λαξευθεί οι σιωπηρές σιωπές μας, στις οποίες είναι αφιερωμένο αυτό το κείμενο. Σαν μία ευγνωμοσύνη προς την ίδια την ύπαρξή μας που αναμένει, μετά από εκείνες και χάρη σε εκείνες, να συνεχίσει την πορεία της σχίζοντας σαν τριήρης αστρική το θαλασσινό χάος του σύμπαντος κόσμου.



0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ