Κοστούμι καφέ με ρίγες

Κοστούμι καφέ με ρίγες Facebook Twitter
0



ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΟΣ σε επαρχιακό Γυμνάσιο. Τίποτα δε μισούσε περισσότερο από την κίνηση που έκανε ο κύριος Διευθυντής στο διάλειμμα, όταν έβαζε το χέρι του κρυφά στην εσωτερική τσέπη του καφέ με ρίγες σακακιού του για να τραβήξει ένα τσιγάρο, κοιτώντας δεξιά και αριστερά μήπως τον έβλεπε κάποιος συνάδελφός του καπνιστής και του ζητούσε κέρασμα. Το έβγαζε τσαλακωμένο, το σάλιωνε και το έβαζε στο στόμα του. Τσαλακωμένο όπως τα χαρτιά που είχε στο γραφείο του. Όπως η ζωή του.


Ο κύριος Διευθυντής, κλασσικός ,(με δύο σ), Φιλόλογος, κάθε μέρα ερχόταν στο σχολείο με το ίδιο καφέ ριγέ κοστούμι. Ίσιωνε το μουστάκι του και τραβούσε με μανία τις τρίχες από τα ρουθούνια του, χώνοντας μέσα τους τα χοντρά του δάχτυλα σε θέα όλων των συναδέλφων. Καθόταν στο γραφείο του, έφτυνε και σάλιωνε το μεσαίο δάχτυλο του χεριού του για να φυλλομετρήσει τα «συνημμένως υποβάλλομεν» έγγραφα. Στα διαλείμματα επέβλεπε, από τον πρώτο όροφο, σαν όρνεο τον αύλειο χώρο του σχολείου και μισόκλεινε τα μάτια του μέσα στις λιπώδεις κόγχες τους όταν εντόπιζε το θήραμά του. Βλέμμα γεμάτο κακία, μίσος και ηδονή για τον άτακτο μαθητή. Κατέβαινε αγκομαχώντας τα σκαλοπάτια, τον άρπαζε με τα χοντρά του χέρια και τα βρόμικα νύχια του και τον έσερνε μέχρι το γραφείο του. Εκεί του ανακοίνωνε την «τριήμερον αποβολήν εκ του σχολείου λόγω αναρμόστου συμπεριφοράς». Μάταια το θύμα του τον εκλιπαρούσε και προσπαθούσε να του εξηγήσει. Ο κύριος Διευθυντής έπρεπε να διατηρήσει την «τάξιν αδιασάλευτον δια την εύρυθμην λειτουργία του σχολείου του». Μάταια οι διδάσκοντες πάσχιζαν να σώσουν το παιδί από τα γαμψά του νύχια. Τους αγνοούσε υποτιμητικά. Απλοί καθηγητές. «Εις υμάς ουδείς λόγος πίπτει, τους έλεγε, είναι δική μου αρμοδιότης η τιμωρία του» και τους ανακοίνωνε περιχαρής την «επιβληθείσαν ποινήν». Τόση η έπαρσή του, που το καφέ ριγέ κοστούμι, που τύλιγε υπάκουα το λιπώδες σώμα του, ήταν έτοιμο να εκραγεί.


Στην τάξη κέρβερος. Δίδασκε Όμηρο. Έτσι νόμιζε τουλάχιστον. Επειδή ήξερε δυο αράδες απέξω και τις έλεγε και τις ξανάλεγε. Εξέταζε ανοίγοντας το παλιό, χιλιοφθαρμένο, βρόμικο τεφτέρι του. Κρύος ιδρώτας έλουζε τα παιδιά. Σημείωνε σύμβολα που ο ίδιος είχε επινοήσει για να μην τον καταλαβαίνουν οι μαθητές όταν ,στα κλεφτά, ψήλωναν πατώντας στις μύτες των ποδιών τους για να μαντέψουν το βαθμό τους. Έχωνε το βρομοτέφτερο μπροστά στο ιδρωμένο του πρόσωπο για να διακρίνει το όνομα του εκτελεσθέντος, όπως έλεγε χαριτολογώντας, και να βάλει «αντικειμενικήν βαθμολογίαν». Έπειτα σηκωνόταν στον πίνακα, φουσκώνοντας και ξεφουσκώνοντας, για να παραδώσει το μάθημα. Έφτυνε τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού, έπιανε την ταλαιπωρημένη κιμωλία, έγραφε στον πίνακα κάτι ακαταλαβίστικα και στο τέλος τα ξανάφτυνε και τα σκούπιζε πάνω στο καφέ ριγέ σακάκι του. Με τις ίδιες δαχτυλιές από κιμωλία ερχόταν κάθε μέρα στο σχολείο. Με το ίδιο καφέ ριγέ κοστούμι μουσκεμένο από τα δάκρυα των μαθητών που τον ικέτευαν να μην τους τιμωρήσει.


Δευτέρα πρωί κι ενώ ο σύλλογος διδασκόντων είχε παραταχθεί για την πρωινή προσευχή και περίμενε τον κύριο Διευθυντή, ανέβηκε τις σκάλες, πήγε στο γραφείο του και του άφησε μια επιστολή καταπώς προβλέπει ο νόμος. Αδιαπραγμάτευτη η αξιοπρέπειά του. Κατέβηκε και στάθηκε πλάι στα παιδιά του. Τους είχε υποσχεθεί ένα μάθημα στο προαύλιο. Ποτέ δεν είχε φανταστεί πως ένα ανθρωπάκι φυλακισμένο στις ρίγες τού καφέ κοστουμιού του θα τον απελευθέρωνε.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ