Μεγάλο εκδοτικό hit της δεκαετίας μας, γραμμένο από έφηβη για εφήβους που, τουλάχιστον στο σινεμά, μοιάζει με μια μίξη του Twilight και των συγγενών σε αυτό ταινιών με μια πιο light εκδοχή του 50 Αποχρώσεις του Γκρι.

 

Αυτό σημαίνει πως ένα σύνολο από επαναλαμβανόμενες σκηνές παρεμβάλλονται μέσα στην ταινία, υπό τους ήχους σύγχρονων μπαλαντών δημιουργώντας ανούσια μίνι videoclips που γεμίζουν το χρόνο μιας υπόθεσης της οποία οι προθέσεις ξεκινούν από καλή βάση.

 

Η πρωταγωνίστρια παίζει ως τα 18 της το ρόλο της τέλειας κόρης και το πανεπιστήμιο, η κλασική αγγλοσαξωνική λογοτεχνία και ένας απρόσμενος έρωτας την οδηγούν σε ένα είδος χειραφέτησης, αλλάζοντας σιωπηλά και τον χαρακτήρα του νέου τους φίλου.

 

Η εξέλιξη προσφέρεται μέσα από έναν υπερβολικά προσεκτικό και συντηρητικό φακό, ακόμη και για τις ηλικίες που απευθύνεται, με τους υποστηρικτικούς χαρακτήρες να παίζουν το ρόλο του μπούμερανγκ και να επαναφέρονται μόνο όταν εξυπηρετούν την πλοκή, μένοντας χάρτινοι ως το τέλος, παραδομένοι σε ατάκες και πράξεις-κλισέ.

 

Από ένα σημείο και έπειτα το ίδιο συμβαίνει και στους δυο βασικούς ήρωες, νέα παιδιά που αναγκάζονται κυρίως να ποζάρουν, παρά να ερμηνεύσουν, χάνοντας κάθε επαφή με τη λογική προς ένα τελικό αποτέλεσμα που αντί ταινίας μοιάζει περισσότερο με προφιτερόλ παραγωγού που έβαλε περισσότερη ζάχαρη από όση έπρεπε.