Είναι λυπηρό να βλέπεις διαρκώς ανθρώπους οι οποίοι μοιάζουν να έχουν κολλήσει με μια νοσταλγική εμμονή στο 1999 –ή στα πέριξ του– και περιμένουν ότι κάποια στιγμή, ως διά μαγείας ή μέσω χρονομηχανής, θα επιστρέψουν εκεί, στα ανέμελα χρόνια πριν μας πάρει και μας σηκώσει ο 21ος αιώνας, η ανασφάλεια, η Κρίση.
Δεν λέω, κι εγώ μια χαρά στην κοσμάρα μου ήμουν το 1999 – ωραία περνάγαμε με τα (έντυπα ακόμα) media στα ντουζένια τους, με το Internet ακόμα μικρό κι αθώο, με την άνοιξη της πρώιμης «μπλογκόσφαιρας», με τα ταξιδάκια μας, τις εξόδους μας και, κυρίως, τα νιάτα μας.
Ντροπή, όμως, να νοσταλγούμε ειδικά εκείνη τη χρονιά της μεγάλης συλλογικής ξεφτίλας, της χυδαίας εθνικής ψευδαίσθησης, του εύκολου (νεο)πλουτισμού, του αχαλίνωτου χρηματιστηριακού πάρτι (παρτούζας μάλλον, είναι πιο ακριβές), της γιγαντιαίας φούσκας που θέριευε και πρηζόταν μέχρι που έσκασε και μας πήραν όλους τα φλόκια, τη χρονιά που τα λαμόγια έγιναν θεσμικοί παράγοντες, η οργανωμένη κερδοσκοπία καθεστώς και ο κάθε μικρομεσαίος κατά φαντασίαν μεγαλοεπενδυτής με την ενθάρρυνση της πολιτικής εξουσίας, τη χρονιά που η τρέλα του οικονομικού τζόγου χτύπαγε καθημερινά «λίμιτ απ» και οι «ελδεάρχες» (ΕΛΔΕ = Εταιρείες Λήψης και Διαβίβασης Εντολών) είχαν γίνει οι προεστοί και οι αρχισυμβουλάτορες των τοπικών κοινωνιών, μέχρι που η μισή τουλάχιστον χώρα κατέληξε στον κουβά και κάποιους από αυτούς –όσους δεν εξαφανίστηκαν νύχτα– τους κυνηγούσαν μετά οι φεσωμένοι «επενδυτές» για να τους διαπομπεύσουν με πίσσα και πούπουλα, όπως στον «Λούκι Λουκ».
Oύτε και η απότομη πτώση του Γενικού Δείκτη στο χρηματιστήριο στάθηκαν ικανά να πτοήσουν το ηθικό μας και να κλονίσουν τις ψευδαισθήσεις μεγαλείου και πεπρωμένου που μας είχαν μολύνει σαν ιός που καλπάζει.
Όποιος είχε βρεθεί στη Μύκονο το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς (αλλά και τα αμέσως επόμενα χρόνια, παρά το σκάσιμο της φούσκας) είχε την ευκαιρία να θαυμάσει live το ντελίριο χυδαιότητας, παρακμής και πλήρους εξαχρείωσης που παιζόταν με πρωταγωνιστές κάτι κομπάρσους μέχρι πρότινος του νεοσύστατου επενδυτικού συστήματος, που από ψιλικατζήδες και παρατρεχάμενοι την είχαν δει «λύκοι της Γουόλ Στριτ», με όλη την αντίστοιχη συμπεριφορά.
Ναι, αλλά... μπαίναμε στην ΟΝΕ και προσεχώς στο ευρώ, παύαμε να μιλάμε για την Ευρώπη ως ξένο μέρος, είχαμε πολιτισμένο πρωθυπουργό που τον πήγαινε η κυρία Δάφνη στο θέατρο και ο Βέλτσος στα lounge bars, ζούσαμε το όνειρο της «επίπλαστης ευδαιμονίας», γενικώς συμπεριφερόμασταν σαν να μην υπάρχει αύριο και σίγουρα δεν μπορούσαμε να φανταστούμε το μεθαύριο που ζούμε σήμερα. Κακό του κεφαλιού μας.
Εκ των υστέρων μόνο μπορούμε να διαπιστώσουμε με βαθύ στεναγμό ότι τα κακά σημάδια ήταν εκεί, αλλά δεν θέλαμε να τα δούμε. Όπως τις ζυμώσεις εθνικιστικού εξτρεμισμού («η πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση Γεράκια της Θράκης αναλαμβάνει την ευθύνη για έκρηξη σε νεοανεγειρόμενη οικοδομή στην Κομοτηνή, κοντά στο κτίριο όπου στεγάζεται το Τουρκικό Προξενείο» διαβάζουμε στο ημερολόγιο της χρονιάς) και πατριωτικής σύγχυσης που συνέβαιναν στα διαλείμματα του τζόγου, με αποκορύφωμα την υπόθεση Οτσαλάν.
Ή κάτι υποδειγματικούς Ελληνάρες που έβλεπες να πηγαίνουν να ρίξουν και μια «αντιπολεμική» ζεϊμπεκιά μετά το φαγοπότι στα μαζικά συλλαλητήρια εναντίον των νατοϊκών βομβαρδισμών στην πρώην Γιουγκοσλαβία ή εναντίον της επίσκεψης Κλίντον στην Αθήνα, και θα έβαζες στοίχημα ότι κάποιοι από αυτούς είναι περίπου βέβαιο ότι στελέχωσαν κατόπιν τις τάξεις των υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής.
Ούτε τα τραγικά απότοκα (136 νεκροί) του σεισμού στην Αθήνα και το σοκ από τον θάνατο του υπουργού Εξωτερικών Γιάννου Κρανιδιώτη και άλλων πέντε ατόμων μέσα στο πρωθυπουργικό Falcon μία εβδομάδα μετά, τον Σεπτέμβριο του 1999, αλλά ούτε και η απότομη πτώση του Γενικού Δείκτη στο χρηματιστήριο στα τέλη εκείνου του μήνα στάθηκαν ικανά να πτοήσουν το ηθικό μας και να κλονίσουν τις ψευδαισθήσεις μεγαλείου και πεπρωμένου που μας είχαν μολύνει σαν ιός που καλπάζει. Ωραίες, ανέμελες εποχές!

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
Λαμπρά!
Το ΠΑΣΟΚ του '95-'04 να πούμε ότι εκμεταλλευόμενο τα χαμηλά επιτόκια που έφερε η είσοδος στην ΟΝΕ έφερε ρυθμούς ανάπτυξης πρωτόγνωρους για τη χώρα. Το θέμα ήταν και είναι -είμαι γραφικός, το ξέρω- οι θεσμοί. Σε επίπεδο θεσμών ο Σημίτης [ο μπήξε-ο δείξε-ο λογιστάκος-ο τάπερμαν] έφερε τις ανεξάρτητες αρχές. Σε επίπεδο ηθικής για όποιον συνεργάτη του υπήρχε υπόνοια μάσας τον έβαζε ψυγείο από μόνος του χωρίς να περιμένει τη Δικαιοσύνη.
Δυστυχώς υπήρχε ένα "βαθύ", ένα "λαϊκό" ΠΑΣΟΚ, αυτό που μετακόμισε στον Σύριζα σαν λαϊκή βάση μετά και που γούσταρε στελεχάρες όπως ο Άκαρος. Ζεμπεκιές με Τζώνυ. Δυστυχώς, ο Σημίτης έπρεπε να κρατάει ισορροπίες με αυτές τις στελεχάρες (που αυτοπροσδιορίζονταν ως παπανδρεϊκοί) που θέλαν τα τελευταία ένσημα για τη σύνταξη και που δεν μπόρεσαν να τα βγάλουν όσο ζούσε ο Αντρέας. Εξάλλου μην ξεχνάμε ότι για λίγα ψηφαλάκια δεν μας κυβέρνησε ο Άκαρος έναντι του Λογιστή. Κάτι πήγε να πει τότε ο Χαραλαμπίδης αλλά ποιος άκουγε;
Ας δούμε το παρόν μας αντί να γκρινιάζουμε για το παρελθόν μας. Εξάλλου από το παρελθόν δεν έχουμε πάρει και κανένα μάθημα. Έχουμε την ίδια έπαρση χωρίς τα λεφτά. Εδώ οι άλλοι χορεύαν τσάμικα στο Σύνταγμα... Απλά αντί για Ρέμο στη Μύκονο πάμε για Μποφίλιου στο Κουφονήσι.
Δεν είδα καμία σοβαρή αντίδραση του εκλογικού σώματος στην ηθική παρακμή που επήλθε επί διακυβέρνησης Σημίτη. Αντίθετα, με τα ίδια σάπια κριτήρια ψηφίσαμε τον Αμίλητο διότι έταξε $$$$ και όταν αυτός είπε "δει δη χρημάτων ω άνδρες Αθηναίοι" πήγαμε με πανηγυρικά ποσοστά στον ΓΑΠ διότι καταλάβαμε ότι "λεφτά υπάρχουν" και μετά σούμπιτοι στον "με ένα άρθρο, με έναν νόμο".
Κάθε φορά πάμε με τον πλειοδότη της διαφθοράς μας. Δεν φταίει ο Σημίτης. Συμφωνώ απόλυτα με τον πρώτο πληθυντικό του άρθρου. Όλοι μαζί... Τάχει πει ο χοντρός.
Ρωμιός και αυτοκριτική κατοικούν σε άλλες διευθύνσεις.
Υπάρχει και σχετικό άρθρο της Lifo.gr
https://www.lifo.gr/guide/culturenews/nightlife/171166
Πρέπει όμως να μπορείς να λες λέξεις, να μιλάς, ελεύθερα. Χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις. Χωρίς τον φόβο να σου κολλήσουν ρετσινιές μυαλά που δεν μπορούν να κατανοήσουν πράγματα πέρα από τις κονσέρβες που έχουν μάθει να τρώνε. Ημεδαπές κι αλλοδαπές. Υπάρχει και φρέσκια τροφή. Να μπορείς να μιλάς για το έθνος και το πώς θα οργανώσει τον χώρο του, για τον ελληνισμό εντός και εκτός συνόρων, όραμα για το μέλλον που να αφορά άπαν το έθνος*. Αλλά αν σκιάζεσαι να πεις τη λέξη έθνος, μην σε πουν "εθνικιστή" οι ανόητοι, που δεν ξεχωρίζουν τις βούρτσες, έχουν πετύχει ήδη τον σκοπό τους.
(* για όσους σκιάζονται με τη χρήση της λέξης "έθνος" ας διαβάσουν το άρθρο 1 του Συντάγματος)
Αν αφαιρέσεις αυτά από την πολιτική κουβέντα τότε ο Σημίτης είναι άριστος. Οικονομική διαχείρηση ενός συγκεκριμένου χώρου και τίποτα άλλο. Ποιος έφερε την αγκύλωση του να μπορούμε να μιλήσουμε για το καλό των Ελλήνων; Ότι εμείς, οι εδώ κατοικούντες, πρέπει να μπορούμε να βάζουμε στόχους μακροπρόθεσμους. Πέρα από το ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε σήμερα κι αύριο.
Ερχόμαστε από μακρυά. Μπορούμε πάντα να πάρουμε απόφαση να αφομοιωθούμε είτε να υπάρξουμε αυθύπαρκτα. Και άρα να πάμε μακρυά.
'Οποιος γουστάρει μια βαθιά πολιτική και ιδεολογική ομιλία, χωρίς αστείες προσεπικλήσεις σε -ισμούς, ας ακούσει τον Μιχάλη Χαραλαμπίδη στο 6ο συνέδριο του Πασόκ το 1996. Λίγο πριν βγει ο Σημίτης σε βάρος του Άκαρου.
12-14 χρόνια πριν την πτώχευση. Σε ανθρώπους που δεν μασούσαν ως σανό τις εκάστοτε έμπροσθέν τους τοποθετημένες κονσέρβες, όλα ήταν ορατά.
37 λεπτά πρωτοπόρου πολιτικού λόγου, με τον οποίο μπορείς να συμφωνήσεις ή να διαφωνήσεις αλλά οφείλεις να παραδεχτείς ότι είναι ο πολιτικός λόγος στα καλύτερά του.
https://www.youtube.com/watch?v=Ht_vT8MeWuU