Ταξιδεύοντας μόνος μ' έναν σκύλο

Ταξιδεύοντας μόνος μ' έναν σκύλο Facebook Twitter
4
Ταξιδεύοντας μόνος μ' έναν σκύλο Facebook Twitter

Eνώ ο τουρισμός είναι ένα ταξίδι που το προετοιμάζουν ταξιδιωτικά γραφεία και εταιρείες, η εσωτερική μετακίνηση, όταν αφορά έναν ηλικιωμένο και φτασμένο συγγραφέα που αποφασίζει να κάνει τον γύρο της πατρίδας του μόνος με τον σκύλο του ονόματι Τσάρλυ, μοιάζει με ευεργετική ασθένεια των ματιών και του θυμικού. Ο Στάινμπεκ είναι αγαπητός στη χώρα μας, καθώς κέρδισε το αναγνωστικό κοινό περασμένων δεκαετιών με τα Σταφύλια της οργής, Ανατολικά της Εδέμ, Άνθρωποι και ποντίκια κ.ά., έστω κι αν οι δηλώσεις του για τον πόλεμο του Βιετνάμ, εξοργιστικές και ενίοτε απάνθρωπες, ψύχραναν τους αναγνώστες του. Όπως και να έχει το πράγμα, ως συγγραφέας ταυτίστηκε με τα βαθύτερα νάματα της αμερικανικής παράδοσης - όπως και ο Χέμινγουεϊ.

Άρα η επαναληπτική όσο και ατελεύτητη ανακάλυψη της Αμερικής έπαιξε στη ζωή του ρόλο ανεξάντλητης πηγής νοήματος. Άλλωστε το δηλώνει απλά: «Εγώ, ένας Αμερικανός συγγραφέας που γράφει για την Αμερική...».

Δεν είναι τουρίστας, περιηγητής, παθολογικά περίεργος, οπτικομανής, βαριεστημένος ή άνθρωπος του περιθωρίου. Παραγγέλλοντας ένα ημιφορτηγό που θα κουβαλάει πάνω του ένα σπιτάκι με τα όλα του (από βιβλία και όπλα μέχρι κουζίνα, κρεβάτια, χημική τουαλέτα κ.λπ.), ουσιαστικά επιχειρεί να γνωρίσει τη χώρα του καβάλα στον «Ροσινάντε» του. Επίσης, δεν είναι τυχαίο ότι παίρνει μαζί του μόνο τον σκύλο του. Όταν «πας κάπου», πιθανότατα θέλεις να απομακρυνθείς «από κάπου». Ο Στάινμπεκ θέλει τάχα να εγκαταλείψει το πανθομολογούμενο κύρος του και να στραφεί ταπεινά προς το άγνωστο; Η εμμονή στον σκύλο του δηλώνει το αντίθετο: οι δικές του γόνιμες δεκαετίες έχουν παρέλθει, η Αμερική έχει αλλάξει, συνεπώς ταξιδεύει από πόλη σε πόλη και από ερημιά σε ερημιά με την αίσθηση ότι πρέπει να ξαναγνωρίσει τους ανθρώπους που περιέγραψε άλλοτε.

Για έναν γνώστη -ο λόγος το λέει- της Αμερικής, το ταξιδιωτικό του Στάινμπεκ παρέχει απίθανο εντόπιο υλικό, για εμάς, όμως, που δεν έχουμε πατήσει το πόδι μας στην πατρίδα του, η διαδοχή πόλεων, περιοχών, ποταμών κ.λπ. παρέλκει. Αυτό που μένει στη μνήμη αφορά νοοτροπίες, αντιδράσεις, γλώσσες και, φυσικά, γνωριμίες των λίγων λεπτών. Ένα είναι βέβαιο: ότι κάθε του χαρακτηρισμός είναι εύστοχος διότι υποκρύπτει πείρα και χαρακτήρα. Γράφει για τις πόλεις: «Οι αμερικανικές πόλεις είναι σαν τρύπες ασβών περικυκλωμένες από σκουπίδια - όλες ανεξαιρέτως περιβάλλονται από σωρούς παλιών σκουριασμένων αυτοκινήτων, πάνω από τα οποία σωρεύονται απορρίμματα (...). Περνώντας δίπλα στα σκουπίδια σκεφτόμουν ότι στη Γαλλία και την Ιταλία αυτά τα πεταμένα πράγματα θα χρησιμοποιούνταν στη συνέχεια για κάτι άλλο. (...) Όταν ένα ινδιάνικο χωριό γέμιζε από τις ίδιες του τις βρομιές, οι κάτοικοι το εγκατέλειπαν και μετακόμιζαν αλλού. Αλλά δεν έχουμε πια χώρο για να μετακομίζουμε».

Εννοείται ότι ο Στάινμπεκ ήταν διάσημος και πιθανότατα δεν θα περνούσε απαρατήρητος από πόλη σε πόλη. Εντούτοις, κανείς δεν τον αναγνώρισε, για τον απλούστατο λόγο ότι κινήθηκε σε ερημιές, σε αυτοκινητοδρόμους και τόπους όπου οι άνθρωποι καταγίνονταν με τα στοιχειώδη. Μπαίνοντας σε ένα από τα εστιατόρια που βρίσκονται κατά μήκος των αυτοκινητοδρόμων, παρατηρεί τους θαμώνες και συμπεραίνει: «Οι άνθρωποι που ξυπνάνε από τα χαράματα δεν πιάνουν κουβέντα με ξένους. Ακόμα και μεταξύ τους λίγα λένε. Οι συζητήσεις στο πρόγευμα περιορίζονται σε μια σειρά από λακωνικά γρυλίσματα. (...) Οι πελάτες ήταν σκυμμένοι πάνω από τα φλιτζάνια τους σαν φτέρες». Συχνά, πολύ συχνά, ο αφηγητής μοιάζει να δοκιμάζει πάνω σε τυχαία πρόσωπα (π.χ. σε μια σερβιτόρα) χαρακτηρισμούς που θα ταίριαζαν καλύτερα σε κάποιο λογοτεχνικό πρόσωπο. «Η σερβιτόρα φορούσε μια ποδιά φτιαγμένη θαρρείς από σφουγγάρι. Δεν ήταν ευχαριστημένη αλλά ούτε και δυσαρεστημένη μπορούσες να την πεις. Δεν ήταν τίποτα. Χρειάζεται να είσαι κάτι μέσα σου μόνο και μόνο για να μην καταρρεύσει το κέλυφός σου. Αυτό το κενό βλέμμα, το νωθρό χέρι, αυτό το μάγουλο το πουδραρισμένο σαν ντόνατ με ζάχαρη, δεν μπορεί, κάποιο όνειρο ή ανάμνηση θα είχε».

Παρότι η μεγαλειώδης περιήγηση του αφηγητή μοιάζει με περισπούδαστη έρευνα, καθετί πρωτοφανέρωτο από σελίδα σε σελίδα αρχίζει να θυμίζει εσωτερικό μονόλογο ανθρώπου που έχει σωθεί το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου του. Επ’ αυτού ο αναγνώστης μπορεί να μαντέψει την αμερικανική «εσωτερικότητα» που απεργάζεται ψυχικές ισορροπίες, καταφεύγοντας πάντα σε ρεαλιστικές παρατηρήσεις. Η αίσθηση του πένθους για μιαν εξαντλημένη ζωή μεταστρέφεται ρεαλιστικά σε εμπειρική παρατήρηση.

«Απέδειξα ότι δεν μπορώ να περιγράψω το Ντηρ Άιλ. Έχει κάτι που κλείνει την πόρτα στις λέξεις. Θυμάμαι καθαρά την ποιότητα του φωτός, τη φθινοπωρινή διαύγεια. Οι πέτρες, ένα κομμάτι ξύλο στην παραλία που το είχε λειάνει και ξεβράσει η θάλασσα, μια στέγη - όλα ξεχώριζαν. Κάθε πεύκο ήταν ξεχωριστό σαν να μην αποτελούσε μέρος του δάσους. Κάνοντας μια μεταφορά, θα μπορούσα άραγε να πω ότι και οι άνθρωποι έχουν αυτή την ιδιότητα;».

Οι μεγάλες πόλεις μεγαλώνουν και τα χωριά μικραίνουν, διαπιστώνει ο Στάινμπεκ, για να συνεχίσει με την ανάποδη σκέψη: «Είμαι σίγουρος ότι, όπως όλα τα εκκρεμή αλλάζουν φορά, θα έρθει ο καιρός που οι υπερτροφικές πόλεις θα εκραγούν και θα ανοίξουν σαν μήτρες, σκορπίζοντας τα παιδιά τους προς την ύπαιθρο. Ωσότου συμβεί αυτή η μεταστροφή, οι φορτηγατζήδες θα οργώνουν τη χώρα πέρα δώθε, χωρίς να ανήκουν πουθενά. Σε μια χωρα όπου η έλλειψη μεγάλης ιστορίας αντικαθίσταται με συνταρακτικές ταχυτητες σε κάθε λογής πρόοδο, φυσικό είναι να λέει κανείς ότι «Ως έθνος πεινάμε για ιστορία, όπως η Αγγλία τον δωδέκατο αιώνα, όταν ο Γοδεφρείδος του Μόνμαουθ κατέγραψε το χρονικό των Βρετανών βασιλιάδων σκαρώνοντας και μερικούς παραπάνω, ώστε να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση.

Όπως οι πολιτείες και οι μικρές κοινότητες, έτσι κάθε Αμερικανός αναζητεί σύνδεση με το παρελθόν και ιστορική συνέχεια. Οι ειδικοί στη γενεαλογία εργάζονται μέρα νύχτα κοσκινίζοντας τα προγονικά υπολείμματα για να βρουν κάποιο σπέρμα μεγαλείου. Πριν από λίγο καιρό αποδείχτηκε ότι ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ καταγόταν από το βασιλικό σόι της Βρετανίας...». Η αλήθεια αποδεικνύεται ανίσχυρη μπροστά στην καταγωγική δύναμη του μύθου.

Σε μια χώρα όπου όλοι είναι μετανάστες με ξένες γενεαλογικές ρίζες, πώς μπορεί να νιώθει κανείς; Πώς αισθάνονται τα παιδιά του χωρίς ρίζες; Πρόκειται για κάτι καλό ή για κάτι κακό;

Ο Στάινμπεκ δίνει τον λόγο σε έναν πατέρα με διανοητικότητα: «Πόσοι άνθρωποι σήμερα έχουν αυτό που λες; Τι ρίζες υπάρχουν όταν μένεις στον δωδέκατο όροφο; Τι ρίζες έχεις στα συγκροτήματα των λαϊκών πολυκατοικιών όπου στριμώχνονται εκατοντάδες και χιλιάδες σχεδόν πανομοιότυπα διαμερισματάκια; Ο πατέρας μου μεγάλωσε στην Τοσκάνη, σε ένα σπίτι όπου είχε ζήσει η οικογένειά του για χίλια χρόνια.

Αυτό μάλιστα, είναι ρίζες: δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό, ούτε απόπατος, και μαγείρευαν με κάρβουνα ή με κληματόβεργες. Είχαν μονάχα δυο δωμάτια, μια κουζίνα κι ένα υπνοδωμάτιο, όπου κοιμόντουσαν όλοι μαζί... Τι είναι καλύτερο; Αν είχε περιθώριο εκλογής, ο πατέρας μου θα τις έκοβε τις ρίζες και θα ζούσε όπως εμείς εδώ... Και η γυναίκα μου από ρίζες προέρχεται - οι γονείς της ήταν Ινδιάνοι...». Οι σελίδες 140-141 μιλούν για τις ρίζες υποδειγματικά.

Ήδη περί τα μέσα της αφήγησής του ο αφηγητής διερωτάται σοβαρά: Ξεκίνησα αυτό το ταξίδι για να μάθω κάτι περισσότερο για την Αμερική - μαθαίνω τίποτα; Το σημαντικό είναι ότι οι σελίδες του πρώτου μέρους του βιβλίου υπαγορεύονται από μια συμπαθητική διάθεση για όλα τα στοιχεία που δεν φθέγγονται: δάση, λίμνες, ποτάμια, έρημοι, ζώα, πτηνά, καταιγίδες, ξηρασίες, φαγητά, σπίτια, οικισμοί, χώροι εργασίας, διασκέδασης. Κατόπιν, η προσοχή του στράφηκε στους μύθους (με πρώτο και καλύτερο τον μύθο του μετανάστη που έγινε Αμερικανός), της αμερικανικής πόλης, των ΗΠΑ ως του μεγαλύτερου και νεότερου έθνους στον κόσμο, με αποτέλεσμα να στραφεί προς τους μύθους της ατομικής καταγωγής. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτός ο άνθρωπος που γεννήθηκε στο Σαλίνας της Καλιφόρνιας έγινε «βέρος» Νεοϋορκέζος, παρότι δεν λησμόνησε την αρχική του εστία. Μάλιστα, προσυπογράφει τον Τομ Γουλφ: «Δεν μπορείς να γυρίσεις στο σπίτι - το σπίτι, η πατρίδα, έχει πάψει να υπάρχει, επιζεί μόνο στη ναφθαλίνη της μνήμης».

Αρα, η κατάληξη σχετίζεται με την ομολογία ότι στόχος του ταξιδιού ήταν ο λαός «του» και η χώρα «του». Πράγματι, παρά την απέραντη έκταση, παρά την ομοσπονδιακή οργάνωση, τις επιμέρους τοπικιστικές αντιλήψεις, παρά τις διασταυρούμενες φυλές και τα φύλα που προέρχονται από άλλα έθνη, η Αμερική είναι ένα και μοναδικό έθνος, μια νέα συνεκτική φυλή. Οι Αμερικανοί είναι περισσότερο Αμερικανοί και λιγότερο Βόρειοι, Νότιοι, από την Ανατολική ή τη Δυτική Ακτή. Είναι περισσότερο Αμερικανοί απ’ ό,τι οι απόγονοι Άγγλων, Ιρλανδών, Ιταλών, Εβραίων, Γερμανών, Πολωνών. Οι Κινέζοι της Καλιφόρνιας, οι Ιρλανδοί της Βοστώνης, οι Γερμανοί του Γουισκόνσιν, ακόμα και οι νέγροι της Αλαμπάμα έχουν πολλά κοινά και λιγοστές διαφορές. Η αμερικανική ταυτότητα είναι ένα ακριβές πράγμα, που αποδεικνύεται με την παρατήρηση και τη λογική (σ. 273).

4

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Αρχαιολογία / Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Η διακεκριμένη ιστορικός Mary Beard στο βιβλίο της «Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες. Οι ηγεμόνες του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου», παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των αυτοκρατόρων μέσα από ανεκδοτολογικές αφηγήσεις και συναρπαστικές λεπτομέρειες, που θυμίζουν απολαυστικό μυθιστόρημα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια εστιάζει στον ρόλο των δούλων, τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στη σεξουαλική ζωή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
M. HULOT
Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Βιβλίο / Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Από την Αμοργό ως την Αλεξανδρούπολη και από την Ξάνθη ως τη Μυτιλήνη, τα μικρά βιβλιοπωλεία αποκτούν για πρώτη φορά συλλογική φωνή. Βιβλιοπώλες και βιβλιοπώλισσες αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

4 σχόλια
«Πριν από λίγο καιρό αποδείχτηκε ότι ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ καταγόταν από το βασιλικό σόι της Βρετανίας...». Κι οι σουλτάνοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατάγονταν όλοι απ' τον Μωάμεθ.
«Ως έθνος πεινάμε για ιστορία, όπως η Αγγλία τον δωδέκατο αιώνα, όταν ο Γοδεφρείδος του Μόνμαουθ κατέγραψε το χρονικό των Βρετανών βασιλιάδων σκαρώνοντας και μερικούς παραπάνω, ώστε να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση».:-)