Πρισίλα Πρίσλεϊ: «Δεν θέλω να θυμάμαι» - Η στιγμή που αποφασίζει να βγάλει από το μηχάνημα την κόρη της, Λίζα

Πρισίλα Πρίσλεϊ: «Δεν θέλω να θυμάμαι» - Η στιγμή που αποφασίζει να βγάλει από το μηχάνημα την κόρη της, Λίζα Facebook Twitter
0

Η Πρισίλα Πρίσλεϊ περιγράφει λεπτομερώς στα απομνημονεύματά της «Απαλά, καθώς σε αφήνω: Η ζωή μετά τον Έλβις», την στιγμή που έβγαλε τη Λίζα Μαρί από τη μηχανική υποστήριξη, λέγοντας πως «το πνεύμα της δεν ήταν πλέον εκεί».

Τα νέα απομνημονεύματα της Πρισίλα Πρίσλεϊ κυκλοφορούν στις 23 Σεπτεμβρίου και σε αυτά, εμβαθύνει στην αναταραχή που αντιμετώπισε τα χρόνια από τότε που ο πρώην σύζυγός της Έλβις Πρίσλεϊ- με τον οποίο χώρισε το 1973- πέθανε σε ηλικία 42 ετών το 1977. Ανάμεσα στις πιο δύσκολες μέρες της ήταν ο θάνατος της μοναχοκόρης της και του Έλβις, Λίζα Μαρί Πρίσλεϊ, πριν από δύο χρόνια. «Ήταν η δεύτερη πιο θλιβερή μέρα της ζωής μου, μετά την απώλεια του Έλβις», λέει η Πρισίλα στο People, στο κύριο άρθρο αυτής της εβδομάδας, που κυκλοφορεί την Παρασκευή. «Μου πήρε πολύ χρόνο να αποδεχτώ το γεγονός ότι η Λίζα είχε φύγει».

Η Λίζα Μαρί πέθανε σε ηλικία 54 ετών στις 12 Ιανουαρίου 2023, από απόφραξη του λεπτού εντέρου που αναπτύχθηκε μετά από βαριά χειρουργική επέμβαση στην οποία είχε υποβληθεί χρόνια πριν. Ο πρώην σύζυγος της Λίζα Μαρί, Ντάνι Κίο, ήταν αυτός που τη βρήκε αναίσθητη στο σπίτι και τηλεφώνησε στην Πρισίλα για να της πει να τους συναντήσει στο νοσοκομείο. «Ήμασταν εκεί όλη μέρα», αναφέρει η Πρισίλα. «Η Λίζα δεν ανέπνεε, οπότε ήταν με μηχάνημα. Για ώρες περιμέναμε, ελπίζοντας και προσευχόμασταν μέχρι που ήρθε ο γιατρός και είπε: "Πρισίλα, λυπάμαι πολύ, έφυγε". Δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε, δεν θέλαμε να το πιστέψουμε. Ήταν δύσκολο για όλους μας, εξακολουθεί να είναι».

Πρισίλα Πρίσλεϊ: «Δεν θέλω να θυμάμαι» - Η στιγμή που αποφασίζει να βγάλει από το μηχάνημα την κόρη της, Λίζα Facebook Twitter

Πρισίλα Πρίσλεϊ: «Δεν θέλω να θυμάμαι» 

Στα απομνημονεύματά της, χαρακτηριστικά αναφέρει:

«Ήξερα από την πρώτη στιγμή που μπήκα στο δωμάτιο του νοσοκομείου της Λίζα ότι είχε ήδη φύγει. Ήταν συνδεδεμένη με μια μηχανή που ανέπνεε για εκείνη και είχε καρδιοχτύπι. Υπήρχε μικρή εγκεφαλική δραστηριότητα. Το πνεύμα της δεν ήταν εκεί. Η Riley μας είπε αργότερα ότι ενώ βρισκόταν ακόμα στην πτήση της, είχε νιώσει το πνεύμα της μητέρας της να φεύγει. Αλλά κανένας μας δεν ήταν έτοιμος να τα παρατήσει ακόμα.

Μια νοσοκόμα ήρθε να μου πει ότι ο Navarone είχε φτάσει. Της ζήτησα να τον φέρει στο δωμάτιο. Μετά αρχίσαμε να περιμένουμε. Τελικά, ο Navarone εξέφρασε την ερώτηση που όλοι σκεφτόμασταν. Πόσο καιρό θα περνούσε μέχρι να μάθουμε αν θα ξαναρχίσει να αναπνέει; Ο γιατρός είπε ότι μπορεί να χρειαστούν δύο λεπτά. Ή μπορεί να χρειαστούν δύο μέρες. Μετά από δύο ώρες, ο Navarone δεν άντεχε άλλο το άγχος. Έφυγε για να πάει στο άλλο δωμάτιο.

Οι άλλοι μπήκαν ένας ή δύο κάθε φορά. Ο Ντάνι και εγώ μείναμε, κρατώντας τα χέρια της Λίζα, χαϊδεύοντας το πρόσωπό της, λέγοντάς της ότι την αγαπάμε. Κάποια στιγμή, θυμάμαι ότι μια νοσοκόμα με πήγε στο άλλο δωμάτιο, όπου η ξαδέλφη μου, η Άιβι, προχώρησε για να με συναντήσει. Η νοσοκόμα είπε στην Άιβι να φροντίσει να φάω και να πιω κάτι. Η ξαδέλφη μου με έπιασε από το μπράτσο, αλλά μετά ακούσαμε έναν συναγερμό έκτακτης ανάγκης από το δωμάτιο της Λίζα. Ήταν μπλε κωδικός. Η καρδιά της Λίζα είχε σταματήσει. Καθώς επέστρεφα στην κόρη μου, η νοσοκόμα κράτησε την Άιβι και της μίλησε ψιθυριστά.

Κουνώντας το κεφάλι της προς το μέρος μου, είπε στην Άιβι: ''Έλα μαζί μας. Πρέπει να σταθείς ακριβώς πίσω της. Θα πέσει και θα πρέπει να την πιάσεις''. Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι ο γιατρός που μου μιλούσε. Με ρώτησε τι ήθελα να κάνει. Είχε αρχίσει να χτυπά ξανά η καρδιά της Λίζα αλλά δεν υπήρχε καμία εγγύηση ότι θα συνέχιζε να χτυπάει. Ρώτησα τον γιατρό: ''Τι είδους ζωή θα έχει αν την κρατήσουμε σε αυτό το μηχάνημα;''. Με κοίταξε με συμπόνια και κούνησε το κεφάλι του. ''Καμία ποιότητα ζωής''. Σκέφτηκα την κόρη μου που ήταν άγρια, επαναστατική, παθιασμένη κοπέλα μου.

Είπα αυτό που έπρεπε. ''Βγάλτε την από το μηχάνημα, γιατρέ''. Η φωνή μου ήταν μόλις πάνω από έναν ψίθυρο. Η νοσοκόμα άρχισε να σβήνει τη συσκευή που έκανε το στήθος της Λίζα να ανεβοκατεβαίνει και τη βοηθούσε να αναπνέει. Κοίταξα τον Ντάνι και είπα: ''Πρέπει να τους το πούμε, Ντάνι. Για να μπορέσουν να πουν αντίο''. Αλλά καθώς άρχισα να κινούμαι προς την πόρτα, άκουσα την αγωνιώδη κραυγή του Ντάνι. ''Όχι, μην φεύγεις! Δεν μπορούμε να την αφήσουμε μόνη της!'' Ήταν αφόρητο. Άρχισα να κλαίω με λυγμούς. Δεν θυμάμαι να έπεσα. Ξέρω όμως, ότι με έπιασε η Άιβι. Μετά από αυτό, όλα σκοτείνιασαν. Δεν μπορώ να θυμηθώ. Δεν θέλω να θυμηθώ».

It's Viral
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ