Ο Σταμάτης Φασουλής παραχώρησε μία σπάνια τηλεοπτική συνέντευξη, όπου μίλησε εκτενώς για μία περίοδο της ζωής του, την οποία μετανιώνει.
Ο Σταμάτης Φασουλής βρέθηκε νωρίτερα το πρωί της Πέμπτης καλεσμένος στην εκπομπή «Buongiorno» και αναφέρθηκε συγκεκριμένα στη δεκαετία των 30 και των 40, που όπως εξηγεί θέλει να ξεχάσει, καθώς ήταν μία περίοδος που κατέφευγε στο αλκοόλ επειδή δεν άντεχε την πραγματικότητα.
Ο Σταμάτης Φασουλής εξήγησε πως εκείνη την περίοδο, στην προσπάθειά του να μπορέσει να ενταχθεί και να υπάρξει σε έναν κόσμο που στην πραγματικότητα δεν άντεχε, κατέφευγε στο αλκοόλ, κάτι που πλέον έχει αφήσει πίσω του.
«Είμαι πολύ ανασφαλής. Σε μια παρέα με πολλά άτομα δεν είμαι καλός. Κάποτε, για να το ξεπεράσω, στα 30 με 40, έπινα για να αντιμετωπίσω τον κόσμο. Τώρα δεν πίνω καθόλου. Εδώ και 20 χρόνια δεν το βάζω στο στόμα μου, ή πίνω λίγο κρασί όταν βγαίνω, γιατί βγαίνω μια φορά στις 15 μέρες. Τότε έπινα για να αντιμετωπίσω όλο αυτό. Τώρα δεν το αντιμετωπίζω», ανέφερε αρχικά.
«Η ανασφάλεια δεν είναι θέμα αποδοχής. Αισθάνομαι πάντα έξω από τα νερά μου, εκτός από το θέατρο, που νομίζω ότι κολυμπάω μια χαρά. Ακόμα και τώρα, για να μιλήσω στον οδηγό ταξί, το σκέφτομαι πολύ. Όχι, για να μην κριθώ, μήπως μου πει, “τι θες μωρέ, σήκω φύγε”. Μη με ρωτήσεις γιατί. Αισθάνομαι ότι όλοι στον κόσμο δεν είμαστε αποδεκτοί από την κοινωνία. Έτσι αισθάνομαι εγώ. Μπορεί να είναι λάθος. Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, είναι ο φόβος να μη με αγαπήσουν. Ο καλλιτέχνης θέλει να τον αγαπάνε», συνέχισε.
«Όταν ανοίγομαι κοινωνικά, όταν ας πούμε είναι να μπω σε ένα εστιατόριο μέχρι να κάτσω στη θέση μου, δεν αισθάνομαι και τόσο καλά. Σπάνια βγαίνω έξω, μια φορά στις 15 μέρες και αν. Η ζωή μου είναι μοναχική. Κάποτε δεν ήταν και το είχα πληρώσει άσχημα αυτό. Μετάνιωσα τη συμπεριφορά μου και το ότι έπινα ένα μπουκάλι βότκα την ημέρα. Δεν υπήρχε λόγος.
»Αυτό κράτησε 10 χρόνια, 30 με 40. Έκανα πράγματα και πιεζόμουν για να ανταπεξέλθω. Κάθε μέρα ήμουν και σε ένα κάλεσμα με ένα ουίσκι ή μια βότκα στο χέρι και έλεγα κάτι αηδίες και ξεράσματα. Και τώρα τα σκέφτομαι και λέω, “γιατί τα έκανες αυτά;”. Θέλοντας όμως να υπάρξω σε έναν κόσμο που δεν άντεχα, έπρεπε να το αντέξω τεχνητά και κατέφευγα στο ποτό ή στη λογοδιάρροια, Μίλαγα για τα πάντα, έκανα ότι τα ήξερα όλα. Ξεράδια ήξερα», κατέληξε.
 
 
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
 