Με τα «εναλλακτικά προϊόντα καπνού» μπορούμε να κάνουμε το τσιγάρο παρωχημένο και να οικοδομήσουμε έναν κόσμο χωρίς καπνό, αυτό είναι το μήνυμα των ειδικών.
Τα νέα προϊόντα θα μπορούσαν να επικρατήσουν έναντι των τσιγάρων και να τα εκτοπίσουν από την αγορά, κι αυτό θα οδηγούσε στη μείωση των βλαβερών συνεπειών του καπνίσματος.

Με τα «εναλλακτικά προϊόντα καπνού» μπορούμε να κάνουμε το τσιγάρο παρωχημένο και να οικοδομήσουμε έναν κόσμο χωρίς καπνό, αυτό είναι το μήνυμα των ειδικών.

Σε έναν κόσμο όπου δεν υπάρχει μόνο άσπρο και μαύρο και όπου θα θέλαμε το τσιγάρο να αποτελεί παρελθόν, η μόνη ρεαλιστική πολιτική υγείας είναι η μείωση του κινδύνου, γιατί λαμβάνει υπ’ όψιν πώς ό,τι κι αν πούμε, ό,τι κι αν γράψουμε, πάνω από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι στον κόσμο θα εξακολουθήσουν να καπνίζουν. Σε αυτό το πλαίσιο, τα «εναλλακτικά προϊόντα καπνού» αποτελούν ένα ακόμη εργαλείο που μας βοηθά να εκτοπίσουμε το τσιγάρο και μπορεί να αξιοποιηθεί στη μάχη με την «πανδημία» του καπνίσματος.

Τις δύο κατευθύνσεις που υπάρχουν στην Ευρώπη αναφορικά με τον έλεγχο του καπνίσματος ανέλυσε στο διαδικτυακό σεμινάριο της Διεθνούς Επιστημονικής Ένωσης SCOHRE ο αντιπρόεδρός της, Karl Erik Lund, Senior Researcher στο Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας στη Νορβηγία. Όπως ανέφερε, στην Ευρώπη υπάρχουν οι «υπέρμαχοι των καθαρών λύσεων», που πιστεύουν ότι στόχος μας θα πρέπει να είναι μια κοινωνία χωρίς νικοτίνη, και οι «ρεαλιστές», οι οποίοι πιστεύουν ότι κύριος στόχος μας πρέπει να είναι η μείωση των νοσημάτων που σχετίζονται με το κάπνισμα.

 

Τα νέα προϊόντα θα μπορούσαν να επικρατήσουν έναντι των τσιγάρων και να τα εκτοπίσουν από την αγορά, κι αυτό θα οδηγούσε στη μείωση των βλαβερών συνεπειών του καπνίσματος. Ο Dr. Lund επέμεινε στη σημασία της εκπαίδευσης των χρηστών και της ενημέρωσης των καπνιστών αναφορικά με τον σχετικό κίνδυνο, επισημαίνοντας ότι η μείωση της βλάβης από το κάπνισμα πρέπει να είναι μια συμπληρωματική στρατηγική για τη μείωση της επιδημίας του καπνίσματος. Εκπροσωπώντας την Ελλάδα, ο Θεοκλής Ζαούτης, πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, τόνισε ότι οι πολιτικές δημόσιας υγείας έχουν να κάνουν με τη μείωση του κινδύνου.

 

Στην ομιλία του με θέμα «Ολιστική προσέγγιση της δημόσιας υγείας. Πώς μπορούμε να συμπληρώσουμε τις στρατηγικές δημόσιας υγείας για να επιτύχουμε έναν κόσμο χωρίς τσιγάρο;», υπογράμμισε τον ρόλο των οργανισμών δημόσιας υγείας και εξέτασε τον διαχωρισμό μεταξύ υπέρμαχων των καθαρών λύσεων και ρεαλιστών αναφορικά με τις πολιτικές μείωσης του καπνίσματος. Εξαιτίας της πανδημίας του Covid-19, η ιδέα ενός κόσμου χωρίς τσιγάρο κατέστη αναγκαιότητα, δεδομένου ότι οι καπνιστές με χρόνιες παθήσεις υπέστησαν σοβαρότερες συνέπειες και είχαν υψηλότερα ποσοστά θνητότητας. Αναφορικά με τις πολιτικές μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα, ο καθηγητής Ζαούτης αναγνώρισε ότι περιλαμβάνονται στις περισσότερες πολιτικές δημόσιας υγείας και αναφέρθηκε στο παράδειγμα των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων, όπου η αποχή δεν αποτελεί επιλογή και αντ’ αυτής προωθούνται μέθοδοι μείωσης του κινδύνου, όπως η χρήση προφυλακτικού.

 

Η δεύτερη επιστήμονας που εκπροσώπησε την Ελλάδα, η Δάφνη Καϊτελίδου, καθηγήτρια στο Τμήμα Νοσηλευτικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας και πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ), αναφέρθηκε στην ομιλία της στην ανάγκη να έχουμε «καλύτερα ενημερωμένους πολίτες και περισσότερα δεδομένα που καθορίζουν την αλλαγή συμπεριφοράς». Αρχικά, η καθηγήτρια περιέγραψε τα τρέχοντα δεδομένα για το κάπνισμα παγκοσμίως στην Ε.Ε. και στη χώρα μας και σχολίασε ότι το κάπνισμα σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους απ’ ό,τι η ελονοσία και η φυματίωση. Παρόλο που ο αριθμός των καπνιστών έχει μειωθεί μετά την εφαρμογή διαφόρων πολιτικών, ο επιπολασμός του καπνίσματος παραμένει υψηλός στις χώρες της Ε.Ε. και στην Ελλάδα ειδικότερα.

 

Στη συνέχεια, η Δάφνη Καϊτελίδου παρουσίασε τα αποτελέσματα μιας μη δημοσιευμένης έρευνας με τον τίτλο PaRIS (Patient-Reported Indicator Survey) που έγινε σε άτομα που ζουν με χρόνιες παθήσεις και στην οποία συμμετείχε η Ελλάδα. Το κάπνισμα περιλαμβανόταν ως δείκτης και οι ασθενείς ανέφεραν την εμπειρία τους και την έκβαση της υγείας τους. Η ειδικός υποστήριξε ότι τα προγράμματα προαγωγής της υγείας πρέπει να ευαισθητοποιούν, να ενημερώνουν και να περιλαμβάνουν συμβουλευτική για τη διακοπή του καπνίσματος με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, καθώς και εξατομικευμένα προγράμματα για τις ευάλωτες ομάδες.

 

Από τη μεριά του, ο καθηγητής Andrzej Fal, πρόεδρος της Πολωνικής Εταιρείας Δημόσιας Υγείας, επικεφαλής του Τμήματος Αλλεργιολογίας, Νοσημάτων του Πνεύμονα και Παθολογίας και διευθυντής του Ινστιτούτου Ιατρικής Επιστήμης της Πολωνίας, επισήμανε πως το κάπνισμα τσιγάρου είναι ένας καλά τεκμηριωμένος παράγοντας κινδύνου για αρκετές σοβαρές παθήσεις, όπως ο καρκίνος, η καρδιαγγειακή νόσος και οι χρόνιες νόσοι του αναπνευστικού. Η διακοπή του τσιγάρου είναι ο καλύτερος τρόπος για να περιοριστούν οι βλάβες στην υγεία. Ωστόσο, μόνο 30-40% των καπνιστών κόβει με επιτυχία το κάπνισμα (συμπεριλαμβανομένων αυτών που λαμβάνουν ψυχολογική και φαρμακευτική υποστήριξη). Η μείωση της βλάβης είναι ένα σημαντικό εργαλείο γι’ αυτούς που δεν καταφέρνουν να διακόψουν το κάπνισμα και η φορολόγηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα δημοσιονομικό εργαλείο στην πολιτική υγείας που καθιστά τα τσιγάρα λιγότερο ελκυστικά. 

 

Συντονιστής της συζήτησης ήταν ο Ιωάννης Φαρόπουλος, διευθύνων σύμβουλος του Κέντρου Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων, ο οποίος έθεσε το ζήτημα της ετοιμότητας της επιστημονικής κοινότητας και της πολιτείας εν όψει της επερχόμενης δέκατης συνεδρίασης της Διάσκεψης Συμβαλλόμενων Μερών (COP10) της Σύμβασης-Πλαισίου του ΠΟΥ για τον Έλεγχο του Καπνίσματος, που θα πραγματοποιηθεί στον Παναμά, προκειμένου να αναδειχθούν τα οφέλη των πολιτικών μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα. Ο κ. Φαρόπουλος τόνισε ότι θα πρέπει να υπάρχει ενιαία προσέγγιση εκ μέρους της Ε.Ε. στην COP10, αξιοποιώντας τα καλά αποτελέσματα που πέτυχαν χώρες όπως η Νορβηγία και η Σουηδία. 

Good Living
 
 
 
 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ