The runaways

The runaways Facebook Twitter
0
Σπίτι, κοιτάω το Τwitter ενός φίλου μου

Oσο πιο πολύ κοιτάω το Τwitter, τόσο πιο πολύ συμπεραίνω πως υπάρχουν άνθρωποι που μπαίνουν για να μάθουν νέα ή να γελάσουν, κάποιοι που έχουν πραγματικά κάτι έξυπνο να πούνε και μετά έρχεται το χάος. Υπάρχουν άνθρωποι που γράφουν ανά τρία δευτερόλεπτα: τι ώρα πήγαν τουαλέτα («Mόνο δαμάσκηνα σήμερα#epic crap»),τι θα φάνε για μεσημεριανό ή ότι τους πονάει η αριστερή τους πατούσα. Άλλοι καλλιεργούν το προφίλ τους με άπειρα «πνευματώδη» inside jokes - όλα φυσικά υπό το βλέμμα των υπόλοιπων 200-800-1.000 ανθρώπων που τους ακολουθούν. Αναρωτιέμαι αν τους πονάει το κεφάλι από την πολλή προσπάθεια. Πολλές φορές, μάλιστα, διαπιστώνω πως είναι ακριβώς οι ίδιοι άνθρωποι που διάβαζα πέντε χρόνια πριν στα μπλογκ κι αναρωτιόμουνα πού ακριβώς θα βρισκόντουσαν αν δεν υπήρχε το blogspot.com - άνθρωποι που αναζητούσαν μανιασμένα την ανθρώπινη επαφή παντός είδους και γράφανε «καλημέρες σε όλους» κάθε πρωϊ. Όλα αυτά μια εποχή που τα μπλογκ δεν είχαν ακόμα μαζική απήχηση ή επιρροή και δεν είχαν γεμίσει από αργόσχολους συνταξιούχους και εκβιαστές. Κάποιοι έγραφαν για πλάκα ή για αναγνώριση, άλλοι έψαχναν να εκφραστούν. Πάντα, όμως, υπήρχαν οι παθολογικές περιπτώσεις - άνθρωποι που τους έλειπε κάτι ουσιώδες, το οποίο αποφάσισαν να αντικαταστήσουν online.Ένας Θεός ξέρει τι.

Σάββατο βράδυ, 11:30 στο τρόλεϊ νούμερο 4, έχω ήδη αργήσει 10 λεπτά

Από τότε που με κλέψανε, το τηλέφωνό μου χτυπάει συνέχεια από άγνωστους αριθμούς και πρέπει να ρωτάω ποιος είναι και να εξηγώ ότι, όχι, δεν έσβησα το τηλέφωνό τους, ακόμα τους αγαπώ κατά βάθος, απλώς με έκλεψαν αλλά, ναι, καλά είμαι. «Δεν θα 'ρθεις στο πάρτι;» (ο Στάθης είναι). «Ποιο πάρτι;», του απαντάω, ενώ κοιτάω το φωτισμένο σιντριβάνι του Ζαππείου μες στο σκοτάδι. «Του Κ. το πάρτι, ρε». «Ωχ! Ρε συ, το ξέχασα», απαντάω. «Καλά, μην τρελαίνεσαι. Εγώ σε έπαιρνα να δω αν έχεις ανοιχτήρι να φερεις», μου λέει (με αγαπάνε οι φίλοι μου τελικά, πάνω απ' όλα θέλουν να με έχουν δίπλα τους). Ο Κ. που κάνει το πάρτι φεύγει για τη Μαδρίτη - το σχεδίαζε καιρό τώρα. Πρώτα έκανε μπαζάρ με όλα του τα απούλητα έργα (είναι εικαστικός), μετά πούλησε τα έπιπλά του και απόψε κάνει πάρτι ανάμεσα στα χαρτόκουτα και τις μπογιές. Eίναι ο τρίτος άνθρωπος, τον τελευταίο ενάμιση μήνα, που ξέρω ότι φεύγει μήνα για το εξωτερικό. Μια φίλη μου έφυγε ήδη για Λονδίνο κι ένας γνωστός μου μετακομίζει στο Βερολίνο την επόμενη εβδομάδα - και οι δυο τους είναι λίγο πριν τα τριάντα.

Σάββατο βράδυ, 1:00 μ.μ. στο Ηuge

Έχω κάτσει σε ένα καγκελάκι απέναντι από την είσοδο και χαζεύω τον κόσμο που μπαινοβγαίνει. Κάτι λέμε με τη Μαρίνα για μια συναυλία, ενώ μιλάμε περιφρονητικά (οι γυναίκες ειδικευόμαστε στην περιφρόνηση) για μια τύπισσα που μας εκνευρίζει και τις δυο («την καημένη», «είναι για λύπηση») και κοιτάμε το κοπάδι από γατιά που παραμονεύουν τρομαγμένα στο βάθος της στοάς, όταν εμφανίζεται ο Γιώργος. Λέμε τα χαζά που λένε μεταξύ τους οι άνθρωποι που δεν γνωρίζονται καλά («τι κάνεις;», «Καλά. Εσύ;», «Τι νέα;») όταν μας λέει ότι θέλει να φύγει για τη Νέα Ζηλανδία. «Μα γιατί», του λέω εγώ κάπως απορημένη. «Γιατί δεν με κρατάει τίποτα πια εδώ». Ψάχνω τι να του απαντήσω, αλλά ειλικρινά δεν μπορώ να βρω τίποτα. Προχτές ο Νίκος μου έλεγε ότι ψάχνει να κάνει ένα μάστερ. («Μα εχεις μάστερ». «Δεν με νοιάζει, δεν αντέχω άλλο, θα πάω εκεί και θα πλένω πιάτα για να κάνω και δεύτερο». «Μα προχτές μου έλεγες ότι θα πας να γίνεις σούσι σεφ, και πριν από μια βδομαδα ότι θα γίνεις ταξιδιωτικός πράκτορας». «Σκάσε ».) Σκέφτομαι ότι όλοι θέλουν πια να φύγουν. Οσο για τους  φίλους μου που λείπουν χρόνια, σίγουρα δεν θα γυρίσουν τώρα - ζουν μόνιμα πια έξω και επιστρέφουν μόνο τα καλοκαίρια με τους φίλους τους (που ακούνε σε εξωτικά όνοματα όπως Αντζελίτα, Καρλότα και Βινσέντε) για να τους ξεναγήσουν στη χώρα των ιθαγενών, να φάνε τζατζίκι με πατάτες τηγανητές και να δουν το ηλιοβασίλεμα στην Αστυπάλαια. Το πιο αστείο είναι ότι αυτοί που φεύγουν ή αυτοί που δεν θα γυρίσουν ποτέ είναι συνήθως και οι πιο ταλαντούχοι. Ποιοι θα μείνουν στην Ελλαδα; Όλοι οι μέτριοι;

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Επιτέλους, ξανά Cine Paris

Οθόνες / Επιτέλους, ξανά Cine Paris

Η ωραιότερη θερινή κινηματογραφική αίθουσα-ταράτσα της Πλάκας είναι έτοιμη να υποδεχθεί το κοινό έπειτα από τέσσερα χρόνια απουσίας υπό τη νέα διαχείριση του Cinobo με ένα προσεκτικά σχεδιασμένο πρόγραμμα προβολών για όλο το καλοκαίρι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ