ΑΝΤΡΙΟΥ ΝΤΕΪΒΙΝΤΣΟΝ: ΤΑ ΔΑΙΜΟΝΙΑ
«Ονειρεύτηκα το αίμα από τη μήτρα της μάνας μου» λέει ο σακατεμένος, παραμορφωμένος ήρωας του Άντριου Ντέιβιντσον στο βιβλίο «Τα Δαιμόνια» (εκδόσεις Τόπος). Ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα που χαρακτηρίστηκε έπος και θύμισε σε πολλούς το «Όνομα του Ρόδου». Καθόλου άσχημα για πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα.
Σάρκες καμένες καινεκρές, επίθεση από ισοτονικό υγρό «σανέρημος που επλήγη από ξαφνική πλημμύρα»,σώμα φουσκωμένο σαν φρεσκοψημένολουκάνικο που έχει υποβληθεί σε πεοεκτομή.Αυτό είναι το τοπίο που κινεί το μύθοστο ογκώδες μυθιστόρημα Τα Δαιμόνια(εκδόσεις Τόπος), το πρώτο του ΆντριουΝτέιβιντσον που είδε τους κριτικούςσχεδόν να γονατίζουν μπροστά του,συγκρίνοντας το έργο του με τα Αιχμάλωταπάθη της Μπάιτ ή το Όνομα του Ρόδου τουΈκο («New YorkTimes»). Ο ΚαναδόςΝτέιβιντσον (αποφοίτησε το 1995 από τοUniversity ofBritish Columbia)είναι προφανώς ένας άντρας με υπομονήκαι μεθοδικότητα, αφού για το παρθενικότου μυθιστόρημα αφιέρωσε έξι χρόνιαστην έρευνα και στη συγγραφή, μεταβολίζονταςμε θαυμαστό τρόπο τον αριστουργηματικόλόγο που έγινε ο βασικός καμβάς τουέργου του: την Κόλαση του Δάντη.
Στο σκοτεινό, ασθματικό,μυστικιστικό, γλαφυρό μυθιστόρημά τουεπέλεξε να ορίσει την ιστορία του απόένα σώμα-σεληνιακό τοπίο που ανήκειστον αφηγητή. Πρόκειται για έναν νέοκοκαϊνομανή, εθισμένο στο αλκοόλ καισε όλα όσα μπορεί να περικλείει ηομιχλώδης έννοια «κραιπάλη». Έναβράδυ το αυτοκίνητό του ξεφεύγει απότο δρόμο, τυλίγεται στις φλόγες και έτσιαρχίζει το ουρλιαχτό που απηχεί τη ζωήτου, το ακυρωμένο σώμα, τη φρίκη πουβλέπει στα μάτια των άλλων, το διεστραμμένοέρωτα, τον ευνουχισμό αυτού που άλλοτευπήρξε ένας άντρας ρωμαλέος, επιρρεπήςστις καταχρήσεις, που ψωμιζόταν από τησκηνοθεσία και την παραγωγή πορνογραφικώνταινιών (αν και ξεκίνησε ως ηθοποιός σεπορνοταινίες).
Τώρα ο παραγωγός τηςφτηνής πρόκλησης-ηδονής είναι μια μούμιαμε επιδέσμους που ζέχνουν και σκουλήκιαπου τρώνε τη νεκρή σάρκα, που εξαρτάταιαπόλυτα από μια μυστηριώδη καλλιτέχνιδα,σωσία της Αντζελίνα Τζολί: Είναι ηΜαριάνε, ταλαντούχα γλύπτρια δαιμονίων,με μαύρα μακριά μαλλιά, μάτια που αλλάζουνχρώμα ανάλογα με τη διάθεσή της καιτατουάζ με λατινικές φράσεις στο σώματης. Αυτοί οι δύο και το παραμορφωμένοσώμα είναι οι ήρωες των Δαιμονίων, ενόςμυθιστορήματος που όχι άδικα χαρακτηρίστηκεέπος. Αν και κέρδισε το σύνολο τωνκριτικών και έγινε ο πρωτοεμφανιζόμενοςσταρ του παγκόσμιου εκδοτικού χάρτη, οΝτέιβιντσον του γλαφυρού σπαρακτικούλόγου και του καταιγιστικών στιγμώνμυστηρίου και πόνου φέρει τα τικ τουπρωτάρη και κατορθώνει να διασκεδάζειμαζί τους (ενδεχομένως αυτοσαρκαζόμενος).Είναι χαρακτηριστικό ότι απευθύνεταιστον αναγνώστη, καθοδηγώντας καιεξηγώντας του: «Δεν ξέρω αν ήταν ό,τικαλύτερο που ξεκίνησα από το ατύχημα,πρώτη φορά γράφω βιβλίο. Για να λέμε τηναλήθεια, ξεκίνησα από την πρόσκρουση,επειδή ήθελα να σας κινήσω το ενδιαφέρονκαι να σας παρασύρω μέσα στην ιστορία.Ακόμα διαβάζετε, άρα, απ' ότι φαίνεται,είχε αποτέλεσμα».
Φροντίζει να αποφύγειτην ευθεία γραμμή της αφήγησης με τηναιφνιδιαστική αναφορά σε περιστατικάαπό το υγιές παρελθόν, τις μέρες στονοσοκομείο, τη γνωριμία και την εξάρτησηαπό τη Μαριάνε, τις μέρες πλάι της.Επιστρέφει ακόμη και στο Μεσαίωνα μέσααπό τις σχιζοφρενείς πεποιθήσεις τηςΜαριάνε, που πιστεύει πως ήταν καλόγριαμε ιερό χρέος να επαναφέρει στη ζωή τομισοπεθαμένο στρατιώτη της (τον αφηγητή).Εμφανίζεται στη ζωή του (σε αυτήν τηδιάσταση), καθώς τον βασανίζουναυτοκτονικές σκέψεις, με τη φράση«Κάηκες. Ξανά». Εξαρτάται από αυτήνκαι μετακομίζει δίπλα της για νακατορθώσει να επιβιώσει.
H σχιζοφρενήςΜαριάνε, το απόκοσμο περιβάλλον τουμεσαιωνικού πύργου στον οποίο μένει,οι συνεχείς ενέσεις μορφίνης, τααποσπάσματα από την Κόλαση του Δάντηπου του διαβάζει ακόμη και στα λατινικάτον στροβιλίζουν σε ένα επίπεδο όπου ηπαραίσθηση γίνεται πραγματικότητα. Τοτέλος του βιβλίου είναι απρόβλεπτο,σχεδόν ρομαντικό, με την υπόμνηση πωςο έρωτας τελικά βγαίνει πάντα νικητής.
Η ανάγνωση του παγκόσμιουbest-seller είναιοπωσδήποτε απολαυστική, αν και ομολογώδεν λείπουν οι στιγμές της κούρασης απότον καταιγισμό επιθέτων και εικόνωνπου επιστρατεύονται για να περιγράψουνακόμη και τα πιο απλά: «Τα μαλλιά τηςήταν σαν κλιματόβεργες του Κάτω Κόσμουπου μεγαλώνουν τη νύχτα, που αναδύονταιαπό ένα μέρος τόσο σκοτεινό όπου ο ήλιοςαποτελεί απλά και μόνο μια φήμη»... Ή« Ημουν ψηλότερος πριν το ατύχημα. Ηφωτιά με συρρίκνωσε σαν ένα κομμάτιβοδινό μετά από κατεργασία παστώματος.Κάποτε ήμουν τόσο αθλητικός καιαξιολάτρευτος σαν αρχαίος Έλληνας, μεσφριγηλά κωλομέρια, σαν τα ζουμεράπεπόνια για τα οποία Ιάπωνες επιχειρηματίεςπληρώνουν μια μικρή περιουσία... Ταζυγωματικά μου ήταν σαν να βγήκανκατευθείαν από κάποια ονείρωξη τουΒερλέν!». Παρεμπιπτόντως, το όνοματου σκύλου είναι απλά «Μπουγάτσα».