Στον Κορυδαλλό υπάρχει το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου»

Στον Κορυδαλλό υπάρχει στ' αλήθεια το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου» Facebook Twitter
Στη φωτογραφία οι ηθοποιοί της παράστασης Γιώργος Κατσής, Νάνσυ Σιδέρη, Αποστόλης Ψυχράμης και Μάριος Σαραντίδης. Φωτ.: Νίκος Κατσαρός/LIFO
0

Για το Omiros Piano Restaurant στον Κορυδαλλό, έναν υπόγειο νυχτερινό «ναό» που υπήρξε για πολλά χρόνια σημείο συνάντησης καλλιτεχνών κάθε είδους και γνωστών αθλητών, μου μίλησε ο Γιάννης Οικονομίδης. Είναι ακριβώς το μαγαζί που ονειρευόταν να ανοίξει ο Μήτσος απ’ το Σπιρτόκουτο, όταν έκανε σχέδια για να πιάσει την καλή. Παρασκευή βράδυ, βγαίνω από το μετρό στην (αγνώριστη πλέον) πλατεία Ελευθερίας και κατεβαίνω την Ξενοφώντος, τον δρόμο όπου βρίσκεται το Omiros, μια γειτονιά νοικοκυραίων, ήσυχη, με καταστήματα αθλητικών ειδών, γυναικείας ένδυσης και γυμναστήρια. Στο νούμερο 21 ο άνθρωπος που αναζητώ, ο ιδιοκτήτης του, έχει βγάλει ένα τραπεζάκι με δυο καρέκλες στο πεζοδρόμιο και κάθεται ανάμεσα στο piano restaurant και στο νέο του μαγαζί, ένα φαγάδικο με delivery που μόλις έχει κάνει εγκαίνια. Είναι καχύποπτος, στο τηλέφωνο μού έχει κάνει κανονική ανάκριση ‒«ποιος είσαι, τι θέλεις, μήπως έχεις πονηρό σκοπό(;)»‒, με ρωτάει πώς τον βρήκα, αν έχω επισκεφτεί ποτέ το μαγαζί του. Μου ζητάει πρώτα να βρεθούμε για να με δει και μετά «θα δούμε αν μπορούμε να κάνουμε εκεί τη φωτογράφιση». Προσπαθώ να του εξηγήσω ότι είκοσι χρόνια μετά η ταινία γίνεται παράσταση και θέλουμε να φωτογραφίσουμε στον «ναό» του κάποιους από τους ηθοποιούς της, αλλά τα ακούει όλα βερεσέ. «Έλα να σε δω και θα τα πούμε την Παρασκευή», μου λέει. Δεν προλαβαίνω να τον ρωτήσω ούτε καν το όνομά του.

Το Omiros είναι η αγάπη μου, είναι οι αναμνήσεις μου, θυμάμαι την Πίτσα Παπαδοπούλου, τον Κόλια, την Αλιμπέρτη –την πεθερά του Πάριου‒ να έρχονται στο μαγαζί, τον Χατζηχρήστο, τον Διονυσίου. Έχει περάσει πολύς κόσμος από τον Κορυδαλλό. 

Από κοντά ο Όμηρος Τσενόγλου δεν έχει καμία σχέση με την εικόνα που είχα σχηματίσει στο μυαλό μου γι’ αυτόν. Είναι ένας ήρεμος άνθρωπος εβδομήντα εννιά ετών και μιλάει τόσο σιγά που μόλις και μετά βίας ακούγεται η φωνή του. Μου ζητάει να καθίσω και να του εξηγήσω για άλλη μια φορά για ποιον λόγο πήγα μέχρι εκεί. Μόλις του φεύγει η ανασφάλεια και χαλαρώνει, ξεκινάει μόνος του να αφηγείται ιστορίες για τη ζωή του και για το μαγαζί. «Στην αρχή ήμουν επιφυλακτικός γιατί έχω δει να νοικιάζουν κότερα για να γυρίσουν τσόντες», μου λέει, «όταν με πήρες τηλέφωνο νόμισα ότι ήθελες το μαγαζί για να γυρίσεις κάποια πονηρή ταινία. Το Omiros Piano Restaurant το άνοιξα το 1978, μόλις γύρισα απ’ την Ελβετία. Έβγαλα εκεί μια σχολή ξενοδοχειακή, έμεινα τρία χρόνια στη Γενεύη.  

Στον Κορυδαλλό υπάρχει στ' αλήθεια το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου» Facebook Twitter
Όμηρος Τσενόγλου: «Την εποχή που το άνοιξα δεν υπήρχε άλλο τέτοιο μαγαζί με φαγητά, έφτιαχνα μαγειρευτά φλαμπέ, έβαζα φωτιά στα πιάτα μπροστά τους και τα θαυμάζανε, δεν τα είχαν ξαναδεί ‒ εγώ τα είχα μάθει στην Ελβετία». Φωτ.: Νίκος Κατσαρός/LIFO

Μέχρι τότε ήμουν μετρ στα καράβια, στα κρουαζιερόπλοια. Έχω γεννηθεί εδώ, στον Κορυδαλλό, από γονείς μικρασιατικής καταγωγής, και από δεκατεσσάρων χρονών είμαι στα καράβια. Ξεκίνησα να πλένω τουαλέτες, αλλά μετά έβγαλα τέσσερις σχολές και έφυγα για την Ελβετία. Ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα εκεί, αλλά το έβαλα πείσμα να γυρίσω με δίπλωμα και τα κατάφερα. Κάποια στιγμή, όταν γύρισα, έπιασα δουλειά στη Μεγάλη Βρετανία ως μετρ, αλλά άντεξα μόνο δεκαπέντε μέρες. Σηκώθηκα κι έφυγα γιατί μου άρεσε η θάλασσα. Έγινα καθηγητής σε πλοία εμπορικής ναυτιλίας, εκπαίδευα τους καμαρότους και για είκοσι πέντε χρόνια ήμουν στην Καραϊβική, στα μεγαλύτερα καράβια, ως μετρ. Όλη μου η ζωή είναι ένα ταξίδι.  

Τον χώρο όπου έγινε το μαγαζί τον είχα πάρει στην αρχή για αποθήκη, για τα πράγματα που έφερνα από τα ταξίδια, και στη συνέχεια ταίριαξαν μεταξύ τους και έφτιαξα ένα piano restaurant σαν αυτό που έτρωγα στο Πουέρτο Ρίκο, ένα εστιατόριο με πιάνο που μου άρεσε πολύ. Το έκανα ολόιδιο.  

Από το μαγαζί μου πέρασαν όλοι οι ηθοποιοί, οι τραγουδιστές, οι ποδοσφαιριστές της δεκαετίας του ’80. Ο Πουλόπουλος ερχόταν μέρα παρά μέρα γιατί του άρεσε να βλέπει τον χώρο, έλεγε ότι τον ξεκούραζε. Επί Παπαθεμελή μου χτύπαγαν την πόρτα για να μπουν να θαυμάσουν το μαγαζί μου. Πιανίστα είχα τον Λίνο Κόκοτο, πέρασε από δω και ο πιανίστας του Χατζιδάκι, ο Παντελής Θαλασσινός ξεκίνησε από εδώ με μια κιθάρα, πέρασαν διάφοροι τραγουδιστές.

Ερχόντουσαν όλοι για το περιβάλλον και για το φαγητό. Την εποχή που το άνοιξα δεν υπήρχε άλλο τέτοιο μαγαζί με φαγητά, έφτιαχνα μαγειρευτά φλαμπέ, έβαζα φωτιά στα πιάτα μπροστά τους και τα θαυμάζανε, δεν τα είχαν ξαναδεί ‒ εγώ τα είχα μάθει στην Ελβετία. Έκανα εξάσκηση στο καλύτερο ξενοδοχείο της Ελβετίας, το Fairmont, το 1970.

Στον Κορυδαλλό υπάρχει στ' αλήθεια το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου» Facebook Twitter
Το μαγαζί τα τελευταία δέκα χρόνια το είχα κλειστό και όπως το άφησα έτσι είναι, δεν θέλω να το χαλάσω, ούτε να το δώσω σε κανέναν. Όποιος το κληρονομήσει ας το κάνει ό,τι θέλει. Φωτ.: Νίκος Κατσαρός/LIFO

Έχω ταξιδέψει πάρα πολύ, σχεδόν όλη μου τη ζωή ήμουν σε ένα πλοίο. Ήμουν τέσσερα χρόνια στο Βασίλισσα Άννα Μαρία, μετά στο Μήδεια, τη δεκαετία του ’60 με τον Κολοκοτρώνη κουβάλαγα τους Έλληνες μετανάστες στη Γερμανία και με το Αυστραλίς τους Έλληνες που πήγαιναν στην Αυστραλία, κοπέλες που πήγαιναν να παντρευτούν είτε στην Αμερική είτε στην Αυστραλία με φωτογραφίες… Και τι δεν έχουν δει τα μάτια μου. 

Ο κόσμος το θαύμασε πολύ το μαγαζί μου και με έφτιαξε, αλλά εγώ έριξα τα μυαλά μου σε άλλη επιχείρηση. Αγόρασα κότερα να νοικιάζω στη μαρίνα Αλίμου. Τη δουλειά της εστίασης, όμως, την αγαπάω πάρα πολύ, αγαπάω τη μαγειρική, και τώρα ανοίγω ένα delivery. Και ο κόσμος με ξέρει, περνάει από δω και μου λέει «θυμάμαι που ήμουν δεκαέξι χρονών όταν ήρθα για πρώτη φορά και τώρα είμαι εξήντα». «Omiros» λένε το piano restaurant, «Όμηρος» και το ντελιβεράδικο, «Όμηρος» είναι και τα κότερά μου ‒ Όμηρος 1, Όμηρος 2 και Όμηρος 3. Θαυμάζω το όνομά μου επειδή είχα έναν μπάρμπα που τον σκότωσαν στην Κατοχή οι Γερμανοί και από αυτόν με βάφτισαν.

Έχω πολλούς φίλους στη ζωή μου, πολλούς γνωστούς, δεν έχω κάνει κακό σε κανέναν και το βράδυ κοιμάμαι με ήσυχο το κεφάλι μου. Το μόνο πρόβλημα που έχω είναι με τον εαυτό μου, γιατί δουλεύω πολύ, ποτέ δεν ησυχάζω.

Τα πλοία μου είναι καταμαράν, μεγάλα, φέτος τα πήγαμε πολύ καλά. Όταν ξεκίνησα με τα κότερα δεν ήξερα πώς δουλεύουν, για δεκαπέντε χρόνια ήμουν στον Αγούδημο αρχικαμαρότος και αργότερα διευθυντής στα πληρώματα. Κάποια στιγμή, που ήμασταν στη Ρόδο, βγήκα να κάνω τζόκινγκ και περνώντας απ’ το καρνάγιο είδα ένα μικρό σκάφος, σαν γκαρσονιέρα. Το αγόρασα και στη συνέχεια γνώρισα κόσμο που με προέτρεψε να αγοράσω κάτι μεγαλύτερο. Ε, από το μεγαλύτερο έφτασα να είμαι από το 1992 με κότερα. Έχω αλλάξει καμιά δεκαριά.

Το μαγαζί τα τελευταία δέκα χρόνια το είχα κλειστό και όπως το άφησα έτσι είναι, δεν θέλω να το χαλάσω, ούτε να το δώσω σε κανέναν. Όποιος το κληρονομήσει ας το κάνει ό,τι θέλει. Το Omiros είναι η αγάπη μου, είναι οι αναμνήσεις μου, θυμάμαι την Πίτσα Παπαδοπούλου, τον Κόλια, την Αλιμπέρτη –την πεθερά του Πάριου‒ να έρχονται στο μαγαζί, τον Χατζηχρήστο, τον Διονυσίου. Έχει περάσει πολύς κόσμος από τον Κορυδαλλό. 

Στον Κορυδαλλό υπάρχει στ' αλήθεια το piano bar που ονειρευόταν ο Δημήτρης του «Σπιρτόκουτου» Facebook Twitter
Φωτ.: Νίκος Κατσαρός/LIFO

Όταν έφτιαχνα το μαγαζί ερχόταν ο κόσμος, έβλεπε τις καμάρες και ρωτούσε «τι θα το κάνεις, μοναστήρι;», κι όταν το τελείωσα τρελάθηκαν, τους άρεσε πάρα πολύ. Ήταν σαν κι αυτές που είχα δει στο Πουέρτο Ρίκο. Με καθήλωσε κι εμένα για χρόνια το μαγαζί, έκανα και την εξάσκησή μου στη μαγειρική. Μου άρεσε πάρα πολύ να μαγειρεύω, πάντα έπαιρνα τον πιο μεγάλο βαθμό στη σχολή στη μαγειρική, αλλά τώρα δεν μαγειρεύω, γιατί μεγάλωσα. Κάποτε το έκανα, το μαγαζί είχε πολύ φαγητό και ποτό μαζί με τραγούδι και γλέντι».

Μπαίνοντας, στο υπόγειο σε υποδέχεται ένα οριεντάλ σκηνικό με μπορντό μοκέτα και φλοκάτες σε εκτυφλωτικό κόκκινο και μόλις κοιτάξεις γύρω σου ζαλίζεσαι από τα αξεσουάρ. Οι τοίχοι είναι γεμάτοι από αντικείμενα που έχει φέρει από τα ταξίδια του στον κόσμο, για τα οποία μπορεί να αφηγείται για ώρες ιστορίες. Μου δείχνει το τομάρι μιας αρκούδας που πήρε στην Αλάσκα, έναν ταριχευμένο αλιγάτορα, ένα γεράκι, πράγματα από το Μεξικό και την Αργεντινή, το Μαϊάμι και την Ευρώπη. «Έχω κάνει τρεις φορές τον γύρο της Γης ολόκληρο. Τα μεγάλα καράβια πάνε σε όλο τον κόσμο, κι εγώ έκανα κρουαζιέρες στα μεγάλα καράβια» λέει. «Και είχα πολλές επιτυχίες στη ζωή μου».

«Εννοείτε ερωτικές;».

«Ναι, σαν νέος που ήμουν με ερωτευτήκανε πολλές γυναίκες, τις ερωτεύτηκα κι εγώ, ωραίες γυναίκες. Αγόρασα τον έρωτα, τα έκανα σχεδόν όλα, ήταν μια ωραία εμπειρία, ένα γλέντι. Όταν έλεγες ότι είσαι Έλληνας δεν ήταν ανάγκη να παρακαλέσεις. Θυμάμαι, όταν είχε βγει ο Ζορμπάς, νόμιζαν ότι όλοι οι Έλληνες είμαστε ζορμπάδες. Σε καζίνο στις Μπαχάμες και στην Καραϊβική πέρναγες καλά, παρόλο που δούλευες σκληρά, είχες τη διασκέδασή σου. Πήγαινα και άκουγα τον Φρανκ Σινάτρα, τον Τομ Τζόουνς… Ήταν νέο παλικάρι τότε που πήγα και είδα τον Τομ Τζόουνς στο Copacabana, φωνάρα. Όλα αυτά τα έχω κλείσει σε αναμνήσεις σε ένα στενό μιας γειτονιάς στην Κοκκινιά…»

Το Omiros Piano Restaurant είναι ανοιχτό κάθε Παρασκευή και Σάββατο βράδυ και τα απογεύματα της Κυριακής. Ξενοφώντος 21, Κορυδαλλός, 210 4953189

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέματα
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Zero Waste Horeca: Λιγότερα απορρίμματα, περισσότερα οφέλη

Radio Lifo / Zero Waste Horeca: Λιγότερα απορρίμματα, περισσότερα οφέλη

Ο πρόεδρος της Οικολογικής Εταιρείας Ανακύκλωσης, Φίλιππος Κυρκίτσος, εξηγεί πώς το πρόγραμμα Zero Waste HORECA αλλάζει τη νοοτροπία των επιχειρήσεων, αποδεικνύοντας ότι η μείωση απορριμμάτων και η εξοικονόμηση πόρων μπορούν να γίνουν σύμμαχος της καθημερινής λειτουργίας και της ανταγωνιστικότητάς τους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Delivery

Θέματα / Οι αόρατοι ντελιβεράδες της Wolt και του efood:  Μια νέα «Μανωλάδα» έξω από την πόρτα σου

Πίσω από την ταχύτητα των παραδόσεων και την ευελιξία της gig economy ξεδιπλώνεται ένα αθέατο δίκτυο εκμετάλλευσης, μαύρης και υποδηλωμένης εργασίας: διανομείς που δουλεύουν με εξαντλητικά ωράρια, πίεση και απειλές. Τι ισχυρίζονται οι εργαζόμενοι διανομείς και τι απαντούν οι ψηφιακές πλατφόρμες.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Καθημερινή παράνοια και απαγωγές γατιών

Κάθε Πέμπτη / Καθημερινή παράνοια και απαγωγές γατιών

Μια πρόωρη ηχογράφηση γίνεται η αφορμή να ξεδιπλωθούν ιστορίες καθημερινής τρέλας: απρόσμενες συναντήσεις, κοινωνικά άβολες στιγμές και υποθέσεις… γατο-απαγωγής. «Άλλο ένα podcast 3.0», δηλαδή, με τον Θωμά Ζάμπρα.
ΘΩΜΑΣ ΖΑΜΠΡΑΣ
Γερνώντας με αναπηρία: Όλα όσα δεν συζητάμε

Ζούμε, ρε! / Γερνώντας με αναπηρία: Όλα όσα δεν συζητάμε

Γιατί δεν γνωρίζουμε αρκετά πράγματα για τις αναπηρίες σε μεγαλύτερες ηλικίες; Η Χρυσέλλα Λαγαρία και ο Θοδωρής Τσάτσος αναζητούν απαντήσεις παρέα με την ψυχολόγο και εκπαιδευόμενη συστημική θεραπεύτρια Μαρία Φώτεινα Χατζή.
ΧΡΥΣΕΛΛΑ ΛΑΓΑΡΙΑ - ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΣΑΤΣΟΣ
Έγκλημα στο Κολωνάκι: Ποιος σκότωσε την 68χρονη πωλήτρια στη Βουκουρεστίου;

Αληθινά εγκλήματα / Έγκλημα στο Κολωνάκι: Ποιος σκότωσε την 68χρονη πωλήτρια στη Βουκουρεστίου;

Ο δημοσιογράφος Νίκος Τσέφλιος ερευνά και αφηγείται τη δολοφονία μιας 68χρονης πωλήτριας που αναστάτωσε, το καλοκαίρι του 1978, τους καταστηματάρχες στο κέντρο της Αθήνας.
ΝΙΚΟΣ ΤΣΕΦΛΙΟΣ
Χώρα, Γρόττα, Μητρόπολη: Πώς ένα λιμάνι έγραψε την ιστορία της Νάξου

Ιστορία μιας πόλης / Η Νάξος ήταν πάντα εκεί, από την αρχή της Ιστορίας

Τι αποκαλύπτουν τα εργαστήρια κεραμικής, τα αρχαία λιμάνια, οι τόποι λατρείας και οι ταφές για μια κοινότητα που εξελισσόταν καθώς έβλεπε τον κόσμο να ανοίγεται γύρω της; Η αρχαιολόγος Ξένια Χαραλαμπίδου «διαβάζει» τα υλικά ίχνη που εξηγούν πώς διαμορφώθηκε η ταυτότητα της αρχαίας Νάξου μέσα από πίθους, αγγεία, χώρους συμποσίων και ταφές, ξεδιπλώνοντας την πορεία μιας κοινότητας μέσα από τη λατρεία, την καθημερινότητα και τις σχέσεις της με τον υπόλοιπο κόσμο.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Η νοηματική γλώσσα μπαίνει στην εξυπηρέτηση των πολιτών

Ζούμε, ρε! / Η νοηματική γλώσσα μπαίνει στην εξυπηρέτηση των πολιτών

Μια νέα δυνατότητα στο 1555.gov.gr επιτρέπει σε κωφούς και βαρήκοους πολίτες να εξυπηρετούνται μέσω βιντεοκλήσης στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα — κάνοντας την επικοινωνία με τις δημόσιες υπηρεσίες πιο ανθρώπινη και πιο προσβάσιμη.
ΧΡΥΣΕΛΛΑ ΛΑΓΑΡΙΑ - ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΣΑΤΣΟΣ
Θάλεια Ματίκα: «Η τηλεόραση έχει αλλάξει πολύ προς το χειρότερο σήμερα»

ΟΙ ΑΛΛΟΙ / Θάλεια Ματίκα: «Παίζω σχεδόν πάντα μια δυναμική γυναίκα που αγαπά έναν άντρα ολοκληρωτικά»

Η Θάλεια Ματίκα μιλά για τη διαδρομή της σε θέατρο και τηλεόραση, την εξέλιξη του χώρου, τις δυσκολίες, το #MeToo, τη συνεργασία με τον σύζυγό της Τάσο Ιορδανίδη και το άγχος του επόμενου βήματος.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μπορεί το ΑΙ να αναστήσει τους νεκρούς μας;

Άκου την επιστήμη / Μπορεί το ΑΙ να αναστήσει τους νεκρούς μας;

Υπάρχει, τελικά, δικαίωμα σε έναν αξιοπρεπή θάνατο; Μπορούμε να δημιουργήσουμε «ψηφιακούς κλώνους» ανθρώπων που δεν βρίσκονται πια στη ζωή; Και πόσο έτοιμη είναι η κοινωνία να διαχειριστεί τις τεράστιες τεχνολογικές και ηθικές προκλήσεις που ανοίγονται μπροστά μας; Ο καθηγητής Εφαρμοσμένης Ηθικής και Βιοηθικής στο ΕΚΠΑ, Ευάγγελος Πρωτοπαπαδάκης, δίνει τις απαντήσεις.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Περνάνε οι COP, αλλά οι πάγοι συνεχίζουν να λιώνουν

H κατάσταση των πραγμάτων / Περνάνε οι COP, αλλά οι πάγοι συνεχίζουν να λιώνουν

Η Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP30) ολοκληρώθηκε χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, αφήνοντας για άλλη μια φορά κρίσιμα ζητήματα ανοιχτά. Τι σημαίνει αυτό για την Ελλάδα και τη διεθνή στρατηγική απέναντι στην κλιματική κρίση; Η Εμμανουέλα Δούση, καθηγήτρια Διεθνών Θεσμών στο ΕΚΠΑ και κάτοχος της Έδρας UNESCO για την Κλιματική Διπλωματία, αναλύει όσα πέτυχε –και όσα δεν κατάφερε– η φετινή διάσκεψη.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Απαγωγή Κυπριωτάκη: Αδίστακτοι για 154.000 ευρώ

Αληθινά εγκλήματα / Απαγωγή Κυπριωτάκη: Αδίστακτοι για 154.000 ευρώ

Ο δημοσιογράφος Νίκος Τσέφλιος ερευνά και αφηγείται την απαγωγή του 50χρονου επιχειρηματία Γιάννη Κυπριωτάκη, που προκάλεσε οργή στην κοινωνία της Κρήτης εξαιτίας της αγριότητας των δραστών.
ΝΙΚΟΣ ΤΣΕΦΛΙΟΣ