Max Porter : Η θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά
Μια γυναίκα πεθαίνει, αφήνοντας πίσω της σύζυγο και δύο μικρούς γιους. Μερικές ημέρες μετά τον θάνατό της, ένα κοράκι χτυπά την πόρτα του σπιτιού τους και δηλώνει ότι θα μείνει μαζί τους όσον καιρό το χρειάζονται. Ο συγγραφέας αφήνει αυτά τα πρόσωπα ανώνυμα: η ζωή τους είναι ανέκφραστη θλίψη, απώλεια και στέρηση. Το κοράκι εγκαθίσταται στα λεπτά όρια ανάμεσα στο φανταστικό και στο πραγματικό, προικισμένο με λόγο, θράσος και χιούμορ, για να εκφράσει τον πόνο, να δώσει μορφή στη δυστυχία, την άρνηση και τον θυμό.
Κείμενο ποιητικό, ιδιόμορφο, σπαρακτικό, εναλλάσσει τρεις φωνές: τη φωνή του δυστυχισμένου και μελαγχολικού πατέρα, την ενιαία φωνή των παιδιών και, τέλος, τη φωνή του κορακιού, παρείσακτη, προκλητική, σοβαρή και κωμική, πότε σε αντίστιξη, πότε σχολιάζοντας. Το κοράκι θα γίνει ο έμπιστός τους, ο σύντροφός τους στο παιχνίδι και στη συγγραφή, φύλακας άγγελος και γελωτοποιός τους.
Έργο-χαμαιλέων, όπου οι παραλλαγές της μορφής -αφήγηση, λίστες, θέατρο, μύθος- βρίσκονται σε αρμονία με την απορρύθμιση της ζωής της οικογένειας, γίνονται καθρέφτης των σύνθετων διακυμάνσεων των συναισθημάτων των μελών της. Με ελαφράδα φτερού, η ιστορία της εξημέρωσης του θανάτου, της μαθητείας στη ζωή, της ελευθερίας της φαντασίας και της δύναμης των λέξεων.