Ο χρυσός Ολυμπιονίκης Μαρκ Σουλτς λαμβάνει μια πρόσκληση από τον εκατομμυριούχο Τζον Ντι Ποντ να μετακομίσει στις εγκαταστάσεις του για να προπονήσει μια ομάδα παλαιστών για τους Ολυμπιακούς της Σεούλ του 1988. Δέχεται με ενθουσιασμό, καθώς το βλέπει και ως μια ευκαιρία να ξεφύγει από τη σκιά του αδερφού του, Ντέιβ. Ο Ντι Ποντ, από την πλευρά του, θέλει τον άπιαστο σεβασμό των συνομηλίκων του και της πάντα επικριτικής μητέρας του. Κολακευμένος από την προσφορά, ο Μαρκ βλέπει τον Ντι Ποντ ως πατρική φιγούρα κι αναζητά συνεχώς την επιβεβαίωσή του. Η άστατη προσωπικότητα του Ντι Ποντ, όμως, σύντομα θα παρασύρει τον Μαρκ σε έναν νοσηρό τρόπο ζωής και απειλεί να υπονομεύσει την προετοιμασία του. Η εμμονή του με το Ντέιβ και την αποφασιστικότητα που αποπνέει θα τροφοδοτήσει την παράνοιά του και οι τρεις τους θα οδεύσουν προς μια τραγωδία που κανείς δεν θα μπορούσε να έχει προβλέψει.


Ο Μπένετ Μίλερ, δημιουργός του Καπότε και του Moneyball, επιστρέφει με μια στιβαρή ταινία, η οποία συνδυάζει δύο βασικούς θεματικούς άξονες από τις προηγούμενές του: την ψυχοπαθολογία και τον αθλητισμό. «Με το που άκουσα την ιστορία του Τζον Ντι Ποντ, ήξερα πως θα τη γύριζα ταινία» είπε ο Μίλερ για το Foxcatcher στο Φεστιβάλ Καννών, και όντως το βραδυφλεγές, δυνατό υλικό τού ταιριάζει γάντι. Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, χρησιμοποιεί τον κόσμο της ελεύθερης πάλης για να μιλήσει όχι για τη φήμη, όπως στον Καπότε, ή για το underdog στο Moneyball, αλλά για τα χρήματα. Και ποια χρήματα; Τα παλιά, αυτά που προέρχονται από την αμερικανική αριστοκρατία των αρχών του 20ού αιώνα. Από ένα τζάκι όπου η μητέρα και κυρίαρχος της δυναστείας είχε πάθος με τα άλογα, ο πατέρας ήταν εξαφανισμένος και ο γιος-κληρονόμος, δηλαδή ο «ευνουχισμένος» Τζον Ντι Ποντ, το έπαιζε φιλοτελιστής, ορνιθολόγος, ευεργέτης, παράγοντας με πατριωτικές ανησυχίες – στην ουσία ήταν ένα άεργο, προβληματικό, γερασμένο παιδί που δεν σταμάτησε να παίζει με τα όπλα, μάλιστα έφτασε στο σημείο να ακυρώσει οργισμένος μια παραγγελία για κανονικό τανκ, επειδή έλειπε το πολυβόλο!


Για να γεμίσει την ώρα του αλλά και να διοχετεύσει στρεβλά την ανάγκη του να επενδύσει συναισθηματικά σε ανθρώπους και όχι στα άλογα της γηραιάς μητέρας του, «αγόρασε» έναν Ολυμπιονίκη της πάλης και σταδιακά έφτιαξε μια ομάδα, στηρίζοντας την αμερικανική ομοσπονδία του αθλήματος, με αντάλλαγμα να αποκαλείται κόουτς και να μοστράρεται στον πάγκο των μεγάλων διοργανώσεων ως άλλος μαικήνας. Με τις δωρεές του θάμπωσε τους υπεύθυνους ενός παραμελημένου, σχεδόν ερασιτεχνικού αθλήματος και αγκάλιασε τον μοναχικό Ολυμπιονίκη Μαρκ Σουλτς, προσκαλώντας κι άλλους καλούς συναθλητές του και καταφέρνοντας να δελεάσει ακόμα και τον προσγειωμένο οικογενειάρχη κι επίσης Ολυμπιονίκη το 1984 στο Λος Άντζελες, αδελφό του Μαρκ, τον Ντέιβιντ Σουλτς, ο οποίος ήταν ο μέντορας και προστάτης του κατά έναν χρόνο μικρότερου αδελφού του. Όλοι αυτοί έμεναν στο τεράστιο κτήμα του Ντι Πόντ, ώσπου ένας φόνος αλλά και μια πολύπλοκη δυναμική σχέσεων που προηγήθηκε διέλυσαν το όνειρο του εκατομμυριούχου. Απίστευτα, αλλά αληθινά γεγονότα σε μια ταινία που ρίχνει φως σε μια διαδοχή υποκατάστατων και επικού οικογενειακού fuck-up.


Αν και η ταινία στέκει έξοχα ως δράμα χαρακτήρων, μιλάει βαθιά για μια άρρωστη πλευρά της Αμερικής, και πιο συγκεκριμένα για τη νοσηρότητα στην ελεύθερη αγορά και στην εξαγορά της συνείδησης και της ψυχής των μη προνομιούχων από μια κρυφή, ανέγγιχτη εξουσία. Με μεθοδικό, κλινικό, αλλά καθόλου αποστασιοποιημένο τρόπο, ο Μπένετ Μίλερ ξεγυμνώνει τους μεν και τους δε, κάνοντας κριτική, χωρίς όμως να κάνει κήρυγμα ούτε στιγμή. Ο εντελώς μεταμορφωμένος Στιβ Καρέλ μπορεί να εκπλήξει ως Ντι Ποντ, με πλασαρίσματα στην κούρσα των φετινών βραβείων, εκεί όπου ο Έντι Ρεντμέιν και ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς υπερασπίζονται τον βρετανικό θρόνο επίσης με βιογραφικά φιλμ. Δίπλα στον Καρέλ στέκονται άξια ο Τσάνινγκ Τέιτουμ και ο Μαρκ Ράφαλο, στους ρόλους των αδελφών Σουλτς. Ενσωματώνουν την πάλη στην ερμηνεία αόρατα και οργανικά. Με σταθερά βήματα, ο Μπένετ Μίλερ χτίζει μια ενδιαφέρουσα φιλμογραφία στο εναλλακτικό Χόλιγουντ, στην ιδιαίτερη κατηγορία των ανεξάρτητων ταινιών με προσωπικότητα, αλλά και εύρωστο προϋπολογισμό.