Τα ιδιοσυγκρασιακά έργα του Γιάννη Ευθυμίου, ενός νέου ζωγράφου που έχει ήδη προλάβει να ξεχωρίσει για το ιδιαίτερο ύφος του, παρουσιάζονται στην Γκαλερί Σκουφά, στην ατομική έκθεση με τίτλο «Η κορυφή είναι πίσω απ’ το βουνό», που θα διαρκέσει έως τις 15 Νοεμβρίου 2025.

 

«Η επιλογή του να δουλεύει με χαρτοπολτό τον τοποθετεί σε μια ξεχωριστή εικαστική περιοχή. Η τεχνική αυτή, σπάνια στην ελληνική ζωγραφική, και ειδικά στη γενιά του, ανατρέπει την παραδοσιακή σχέση χρώματος και καμβά. Ο χαρτοπολτός –αποτέλεσμα της υγρής κατεργασίας χαρτιού (παλιού ή νέου) που λιώνει σε νερό– δεν είναι επιφάνεια που δέχεται την επέμβαση του χρώματος, αλλά ο ίδιος το χρώμα και η μορφή. Το έργο γεννιέται από τη μάζα, από την ίδια την υλικότητα που ο καλλιτέχνης χειρίζεται, σχεδόν γλυπτικά», γράφει στο σημείωμά του ο επιμελητής της έκθεσης, Γιώργος Μυλωνάς.

 

"Η κορυφή είναι πίσω από το βουνό" στη Γκαλερί Σκουφά

 

Ο ζωγράφος στράφηκε στη χρήση χαρτοπολτού, όταν κάποια στιγμή αισθάνθηκε ότι ζωγραφίζοντας με λαδομπογιές το υλικό άρχισε να κυριαρχεί και να τον εγκλωβίζει: «Έτσι ήρθε το χαρτί, ένα υλικό που δεν έχει έντονες αναφορές στο παρελθόν. Το είδα σαν ένα ταξίδι στο άγνωστο, ήμουν μόνος μου και έπρεπε να το ανακαλύψω. Μου έδωσε μια ελευθερία στην αφήγηση το ότι δεν υπήρχαν παλαιότερες αναφορές στο υλικό, μπορούσα να κάνω ξαφνικά το οτιδήποτε, δεν περιοριζόμουν πια από τη σύγκριση με προγενέστερα έργα. Ο πλαστικός περιορισμός του χαρτιού με ανάγκασε να κάνω ένα βήμα πίσω και να ξεκαθαρίσω τα πράγματα: τα επίπεδα, τα σχήματα, τα χρώματα, τις γκάμες μου, το πού και πώς κορυφώνεται ένα χρώμα. Όλα αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντικά, με βοήθησαν πολύ και πιστεύω ότι θα με βοηθήσουν και όταν επιστρέψω στις λαδομπογιές ή πειραματιστώ με άλλα εκφραστικά μέσα – θα είναι μια εξ ολοκλήρου νέα δοκιμασία», εξηγεί ο Γιάννης Ευθυμίου.

 

Παρακολουθώντας τα έργα που φιλοξενούνται στην έκθεση, ο φιλότεχνος εύκολα εντοπίζει τα «προσωπικά σύμβολα» του καλλιτέχνη: το βουνό, το σπίτι, το φορτηγάκι, τη μοτοσυκλέτα και το άλογο, που είναι άμεσα συνδεδεμένα με την παιδική του ηλικία.

 

Η ομότιτλη με την έκθεση συλλεκτική έκδοση, που περιλαμβάνει ένα διήγημα του δημιουργού, ρίχνει φως στην προσωπικότητά του και στα βιώματα που τη διαμόρφωσαν: «Δεν έχω τη φιλοδοξία να καταπιαστώ με τη συγγραφή. Το κειμενάκι αυτό προέκυψε από τη συγκέντρωση διάσπαρτων σκέψεων και σημειώσεων που κρατούσα την περίοδο κατά την οποία δούλευα τα έργα της έκθεσης. Όταν ολοκληρώθηκε αυτή η ενότητα έργων, συνειδητοποίησα ότι υπήρξε –ασυνείδητα, σε μεγάλο βαθμό– συνάφεια μεταξύ τους, κάτι που με βοήθησε να αποκωδικοποιήσω πολλά από τα σύμβολα που χρησιμοποιούσα στα έργα μου».

 

"Η κορυφή είναι πίσω από το βουνό" στη Γκαλερί Σκουφά

 

Ο Ευθυμίου ζωγραφίζει προσπαθώντας να προσεγγίσει μια παιδικότητα, μια αίσθηση αφέλειας, άγνοιας κινδύνου, αλλά και εσωστρέφειας. Για αυτό και το πεδίο αναφορών του είναι ευρύ: μεταξύ άλλων, συνταιριάζει τα video games με τον Matisse, τον Frank Auerbach και τη γενιά του ’30.

 

«Τα γεγονότα που συνέβησαν στην παιδική μου ηλικία με διαμόρφωσαν, με έκαναν να ψάξω “την κορυφή πίσω απ’ το βουνό”, η οποία βρίσκεται κάπου στο επέκεινα και ουσιαστικά δεν κατακτάται ποτέ. Αυτή ακριβώς η “αποτυχία” είναι που με κινητοποιεί, με αναγκάζει να προσπαθώ συνεχώς, να ανατρέπομαι, ακόμα και να γυρίζω πίσω. Συνεχώς μετατοπίζομαι, όμως δεν φτάνω σε ένα αποτέλεσμα – προσπαθώ να μην ξέρω ποιο είναι αυτό. Το βλέπω σαν ένα παιχνίδι στην τέχνη και στη ζωή που δεν τελειώνει ποτέ. Ακούγεται μάταιο αλλά ταυτόχρονα είναι και παρακινητικό. Ο πατέρας μου ζωγράφιζε συνεχώς θρησκευτικά θέματα – αυτό με επηρέασε. Τον έβλεπα από παιδί, ήμουν ο μόνος που πήγαινα στο υπόγειο και τον παρακολουθούσα. Θυμάμαι, ας πούμε, ότι για χρόνια δούλευε μία Σταύρωση, επέμενε πολύ, την έσβηνε και μετά ξανά από την αρχή. Εγώ τον παρατηρούσα κάνοντας το ίδιο: ζωγράφιζα εσταυρωμένους στους τοίχους περιμετρικά του υπογείου· οι ζωγραφιές μου είναι ακόμα εκεί. Αυτός ήταν και είναι ο μοναδικός τρόπος επαφής μας. Η σχέση μου μαζί του με διαμόρφωσε έτσι, ώστε η ενέργειά μου στη ζωγραφική να μην εξαντλείται ποτέ, είμαι συνεχώς αντιμέτωπος με κάτι. Με τα χρόνια, ο πατέρας μου έχει πάρει μια διάσταση ιδανική στο μυαλό μου, θεωρώ ότι είναι ο πιο ταλαντούχος άνθρωπος που ξέρω…», εξομολογείται.

 

"Η κορυφή είναι πίσω από το βουνό" στη Γκαλερί Σκουφά

 

Λάτρης του Θεόφιλου και του Κόντογλου, ο «κόσμος» των οποίων τον συγκινεί, ο Ευθυμίου ζωγραφίζει με έντονα χρώματα προσπαθώντας να αποδώσει όσα έχει στο μυαλό του, χωρίς να θεωρεί ότι τα έργα του είναι απαραίτητα «χαρούμενα».

 

Τα άλογα, η κόκκινη μηχανή και το κόκκινο φορτηγάκι του πατέρα του πρωταγωνιστούν, με τον ζωγράφο να αγαπά ιδιαίτερα τους αναβάτες, ως σύμβολα δύναμης και ελευθερίας: «Υπάρχει κάτι “ηρωικό” στα έργα μου, αλλά αυτό σχετίζεται αποκλειστικά με την αποφασιστικότητα και την αίσθηση παντοδυναμίας που μπορεί να έχει ένα παιδί· στήνει τα κάστρα και τους στρατιώτες του, δημιουργεί έναν κόσμο δικό του και ξεχνά για λίγο ό,τι συμβαίνει γύρω του. Όλο αυτό στέκει σαν υπενθύμιση μιας ηλικίας που δυστυχώς δεν θα επιστρέψει ποτέ. Το να είσαι ενήλικας και να παρατηρείς τον κόσμο μέσα από ένα παιδικό πρίσμα σε βοηθάει κάπως να δεις τα πράγματα πιο ξεκάθαρα, πιο απλά. Εστιάζεις με έναν τρόπο στον άνθρωπο – αυτό με ενδιαφέρει πολύ».

 

Όπως ένας αναβάτης προσπαθεί να ισορροπήσει άλλοτε σε μία μηχανή και άλλοτε σε ένα ατίθασο άλογο, έτσι επιχειρεί και ο Ευθυμίου να μεταχειριστεί το υλικό που χρησιμοποιεί: «Η αρχική ιδέα για ένα έργο συνήθως ανατρέπεται όταν φτάνω στην πράξη, το ίδιο το υλικό μού υπαγορεύει άλλους δρόμους. Προσπαθώ να ισορροπήσω ανάμεσα σε αυτό που μου ανοίγεται –το οποίο και πρέπει να ακούω– και σε εκείνο που είχα ως πρωταρχική σκέψη. Πολλές φορές αυτό δεν λειτουργεί και πρέπει να πάρω τα πράγματα από την αρχή. Καταστρέφω πολλά έργα, αλλά αυτό είναι μέρος της διαδικασίας – κάθε έργο που καταστρέφεται γίνεται η βάση μου για το επόμενο».

 

"Η κορυφή είναι πίσω από το βουνό" στη Γκαλερί Σκουφά
Φώτο Credits: Nikos Konidaris Photography

 

Η επιλογή του χαρτοπολτού συνδέεται, ωστόσο, και με τη σύγχρονη πραγματικότητα: «Η ζωγραφική φαίνεται να μην αφορά πλέον το ευρύ κοινό. Αυτό κάπως εξηγείται: είναι μια τέχνη πολύ αργή που μεταχειρίζεται μια δύσκολη γλώσσα, επομένως χρειάζεται χρόνο, εξοικείωση και προσπάθεια. Και όλα αυτά σε μια εποχή που είναι τρομερά γρήγορη και προτάσσει την κυριαρχία της πληροφορίας – βλέπουμε τα πάντα και δεν βλέπουμε τίποτα. Έχω τη φιλοδοξία να το αλλάξω αυτό. Θέλω να προκαλέσω και πιστεύω ότι αυτό πρέπει να γίνει και υλικά: το υλικό να είναι ελκυστικό, να το δει ο άλλος και να θέλει να το πιάσει. Ίσως η επιλογή του χαρτοπολτού να έχει να κάνει και με το ότι οραματίζομαι μια ζωγραφική τωρινή, φρέσκια, που δεν αποκόπτεται από το παρελθόν της, αλλά ούτε δεσμεύεται από αυτό. Πιστεύω ότι το υλικό ή η αφήγηση δεν πρέπει να ξεπερνούν την ίδια τη ζωγραφική, αλλά να την ερμηνεύουν», τονίζει.

 

Ο Γιάννης Ευθυμίου δεν διστάζει να αποχωριστεί τα έργα του, καθώς θεωρεί ότι, σε κάθε περίπτωση, παραμένουν «δικά του». Εκφράζει μάλιστα την ανάγκη του να τα μοιράζεται, να τα βλέπει να «φεύγουν» από το εργαστήριο και να παίρνουν τον δικό τους δρόμο: «Με συγκινεί όταν λαμβάνω φωτογραφίες, ή ακόμα περισσότερο, όταν βλέπω τα έργα μου τοποθετημένα σε χώρους ανοίκειους σε μένα, είναι σαν με κάποιον τρόπο να ζωντανεύουν, να δηλώνουν παρουσία. Αλλά συμβαίνει και το άλλο: ενώ το ένα έργο μπορεί να με οδηγήσει στο επόμενο, επομένως με βοηθάει να τα βλέπω συγκεντρωμένα στον χώρο μου, έρχεται κάποια στιγμή που δημιουργείται κάτι ασφυκτικό. Σαν τα έργα να με κλείνουν, να περιορίζουν κάπως τη ματιά μου και να με οριοθετούν. Όταν τα αποχωρίζομαι, κερδίζω ξανά τη λευκή σελίδα».

 

Ο ίδιος εκφράζει και τον προβληματισμό του για το ποιον αφορά τελικά η τέχνη, αλλά και γενικά για τον τρόπο που λειτουργούν τα εικαστικά στην Ελλάδα: «Με ενοχλεί όταν τα πράγματα γίνονται “από εμάς για εμάς”, κάτι χάνεται έτσι. Θέλω να το ανατρέψω αυτό, να προσκαλέσω περισσότερους – με ενδιαφέρει η ζωγραφική μου να τον αφορά τον άλλον, να δικαιολογεί την ύπαρξή της, όχι απλώς να αρέσει σε κάποιους».

 

 

Γκαλερί Σκουφά

Σκουφά 4, Κολωνάκι

Γιάννης Ευθυμίου, «Η κορυφή είναι πίσω απ’ το βουνό»

Επιμέλεια έκθεσης: Γιώργος Μυλωνάς

 

Διάρκεια έκθεσης: 16 Οκτωβρίου – 15 Νοεμβρίου 2025

Ώρες λειτουργίας:

Δευτ & Τετ: 10:00-16:00, Τρ & Πεμ: 10:00 -21:00,

Παρ: 10:00 -20:00, Σαβ: 10:30 – 16:00.

Οδηγός Τέχνες & Πολιτισμός