Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών εγκαινιάζει την καλλιτεχνική περίοδο 2025–2026 στο Μέγαρο Μουσικής με μια μεγάλη συναυλία όπου θα ακουστούν δύο σπουδαία έργα του γερμανικού ρεπερτορίου, σε μουσική διεύθυνση του αρχιμουσικού Λουκά Καρυτινού και με σολίστ τον σπουδαίο Ρώσο πιανίστα Αλεξέι Βολόντιν.

 

Στο πρώτο μέρος της συναυλίας, ο Λουκάς Καρυτινός διευθύνει την Έβδομη Συμφωνία σε λα μείζονα, έργο 92 του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν – ένα από τα πιο λαμπερά συμφωνικά έργα του συνθέτη. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1813 και, ήδη από την πρεμιέρα της, εντυπωσίασε με την εκρηκτική ενέργεια και τη χορευτική της διάθεση, που κορυφώνεται στο περίφημο δεύτερο μέρος (Allegretto), μία από τις πιο αναγνωρίσιμες στιγμές της μπετοβενικής δημιουργίας.

 

Στο δεύτερο μέρος, το κοινό θα έχει την ευκαιρία να απολαύσει το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ. 1 σε ρε ελάσσονα, έργο 15 του Γιοχάνες Μπραμς – ένα από τα πιο απαιτητικά αλλά και συγκλονιστικά κοντσέρτα του ρομαντικού ρεπερτορίου. Γραμμένο από τον Μπραμς σε ηλικία μόλις 25 ετών, το έργο φέρει όλα τα γνωρίσματα της δημιουργικής τόλμης και του εσωτερικού πάθους του νεαρού συνθέτη, καθώς και τη βαθιά επίδραση των προκατόχων του, κυρίως του Μπετόβεν. Τη δεξιοτεχνική και συναισθηματική πρόκληση του έργου αναλαμβάνει να μεταδώσει ο Αλεξέι Βολόντιν, ένας πιανίστας που έχει διακριθεί διεθνώς για τις ερμηνείες του σε ρεπερτόριο του 19ου και 20ού αιώνα, συνδυάζοντας «ατσάλινη τεχνική» με μια μοναδική εκφραστική ευγένεια.

 

Το πρόγραμμα με μία ματιά

 

ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ (1770-1827)

Συμφωνία αρ. 7 σε λα μείζονα, έργο 92

 

ΓΙΟΧΑΝΕΣ ΜΠΡΑΜΣ (1833–1897)
Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 1 σε ρε ελάσσονα, έργο 15

 

ΣΟΛΙΣΤ:  Αλεξέι Βολόντιν | πιάνο

ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Λουκάς Καρυτινός

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ

Τιμές εισιτηρίων: 35€, 25€, 20€, 15€ και 10€ (εκπτωτικό)

Περισσότερα εδώ

Online αγορά εδώ

Για την Ιστορία

 

ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ (1770-1827)

Συμφωνία αρ.7 σε λα μείζονα, έργο 92

  1. Poco sostenuto – Vivace
  2. Allegretto
  3. Presto – Assai meno presto
  4. Allegro con brio

 

Τα πρώτα σχέδιά της Εβδόμης Συμφωνίας ανάγονται στο φθινόπωρο του 1811 κατά την παραμονή του συνθέτη στο Τέπλιτσε, κοντά στην Πράγα. Αργότερα μέσα στη χρονιά, ο Μπετόβεν επέστρεψε στη Βιέννη και συνέχισε την εργασία πάνω στο νέο έργο, που ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1812. Η πρώτη εκτέλεση της Έβδομης δόθηκε στη Βιέννη στο πλαίσιο μίας επιτυχημένης συναυλίες του Μπετόβεν, στις 8 Δεκεμβρίου 1813, που δόθηκε για την οικονομική στήριξη των τραυματιών της μάχης του Χάναου.

 

Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ συνοψίζει το μεγαλείο της Εβδόμης μέσα από ένα ρομαντικό, ποιητικό πρίσμα, πλην ουσιαστικότατο: «Όλη η ανησυχία, όλος ο πόθος και η καταιγίδα της ψυχής γίνονται εδώ μία γεμάτη δριμύτητα χαρά, η οποία μας ταξιδεύει με τη βακχική της δύναμη μέσα από έναν ευρύ χώρο φύσης, μέσα από όλα τα ρεύματα και τα κύματα της ζωής… Η Συμφωνία είναι η Αποθέωση του Χορού: είναι Χορός με την υψηλότατη έννοια, η πιο υψηλή πράξη ανθρώπινης κίνησης, ενσωματωμένη σε μία ιδεώδη ηχητική δομή». Η χορευτική διάσταση της Έβδομης ανήκει πράγματι σε ένα πνευματικό, υπαρξιακό επίπεδο, όπου ο θρίαμβος της ανθρώπινης ύπαρξης, μία μεταφυσική και οικουμενική κατάφαση της ζωής εκφράζονται και βιώνονται μέσα από τη διαρκή συσσώρευση ρυθμικής ενέργειας.

 

ΓΙΟΧΑΝΕΣ ΜΠΡΑΜΣ (1833–1897)

Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ.1 σε ρε ελάσσονα, έργο 15

  1. Maestoso
  2. Adagio
  3. Rondo: Allegro non troppo

 

Στην εποχή γνωριμίας του νεαρότατου Μπραμς με το ζεύγος των Ρόμπερτ και Κλάρα Σούμαν ανάγεται και η αρχή της δημιουργίας του πρώτου κοντσέρτου για πιάνο, που αποτελεί και το πρώτο του συμφωνικό έργο. Τα πρώτα σχέδια έγιναν το 1853, όταν ακόμα η πρόθεση του συνθέτη ήταν να γράψει μία σονάτα για δύο πιάνα. Το 1854 ολοκληρώθηκε η εκδοχή αυτή αλλά δεν ικανοποίησε τον συνθέτη, που αποφάσισε να μετουσιώσει το έργο σε συμφωνία. Ωστόσο και αυτή η ιδέα δεν τελεσφόρησε, γιατί ο ήχος του πιάνου αποδεικνυόταν απόλυτα συνυφασμένος με την υφή της έμπνευσής του. Έτσι κατέληξε στην ιδέα του κοντσέρτου για πιάνο, κατά πάσα πιθανότητα στα τέλη του 1855. Από την αρχική εκδοχή του έργου κράτησε μόνο το υλικό του πρώτου μέρους γράφοντας εκ νέου το δεύτερο και το τρίτο.

 

Το κοντσέρτο ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 1858. Ο μεγάλος βιολονίστας και φίλος του Μπραμς Γιόζεφ Γιόαχιμ οργάνωσε και διηύθυνε την πρώτη του εκτέλεση στο Ανόβερο στις 22 Ιανουαρίου 1859 με σολίστα τον συνθέτη. Φαίνεται όμως πως το έργο δεν μπόρεσε εκείνη την χρονική στιγμή να ικανοποιήσει ούτε τους προοδευτικούς ακροατές ούτε τους πιο συντηρητικούς. Οι πρώτοι ανέμεναν ένα έργο πρόδηλα δεξιοτεχνικό για τον σολίστα, κάτι που δεν συμβαίνει στο κοντσέρτο αυτό, όπου το πιάνο εμφανίζεται -παρά τις μεγάλες δεξιοτεχνικές απαιτήσεις της γραφής του- ως «πρώτος μεταξύ ίσων» και η ορχήστρα διατηρεί μείζονα ρόλο. Από την άλλη το φλέγον πάθος που διέπει το έργο ίσως ήταν πιο πολύ από αυτό που θα μπορούσε να αποδεχτεί ένα συντηρητικό αυτί της εποχής. Φυσικά, το πέρασμα του χρόνου ανέδειξε δικαιολογημένα το κοντσέρτο ως μία από τις μεγάλες κορυφές του Ρομαντισμού.

Κείμενα «για την Ιστορία»: Τίτος Γουβέλης

Οδηγός Μουσικής