Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υποδέχεται στο Μέγαρο Μουσικής δύο από τους σπουδαιότερους σολίστες διεθνώς, τον βιολονίστα Μαξίμ Βενγκέροφ και τον βιολοντσελίστα Στήβεν Ίσσερλις, σε μια σπάνια σύμπραξη που αποτελεί κορυφαίο καλλιτεχνικό γεγονός της χρονιάς.

 

Στο πλευρό τους η πιανίστα Θεοδοσία Ντόκου, μία από τις πιο δυναμικές παρουσίες στην ελληνική μουσική ζωή, ολοκληρώνει την τριάδα που θα ερμηνεύσει το μεγαλοπρεπές Τριπλό Κοντσέρτο του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, ένα έργο που ενώνει τις δεξιοτεχνικές απαιτήσεις της μουσικής δωματίου με τη συμφωνική έκταση της κλασικής φόρμας. Στο πόντιουμ, ο Φίνεγκαν Ντάουνι Ντήαρ, ένας από τους πιο ταλαντούχους Βρετανούς μαέστρους της νέας γενιάς.

 

ΤΡΙΠΛΟ ΜΠΕΤΟΒΕΝ: ΒΕΝΓΚΕΡΟΦ, ΙΣΣΕΡΛΙΣ, ΝΤΟΚΟΥ
Finnegan Downie Dear
ΤΡΙΠΛΟ ΜΠΕΤΟΒΕΝ: ΒΕΝΓΚΕΡΟΦ, ΙΣΣΕΡΛΙΣ, ΝΤΟΚΟΥ
Maxim Vengerov
 

 

Το πρόγραμμα συμπληρώνεται με δύο πολύ διαφορετικά έργα του 20ού αιώνα. Ο Ταράς Μπούλμπα του Λέος Γιανάτσεκ είναι μια συμφωνική ραψωδία με θεατρικό και εθνογραφικό χαρακτήρα, βασισμένη στη νουβέλα του Νικολάι Γκόγκολ. Πρόκειται για μια μουσική γεμάτη εκρήξεις πάθους, πολεμικές εικόνες και μεγάλη δραματικότητα. Αντίθεση σε αυτήν την τραχιά ένταση αποτελεί Το Βαλς του Μωρίς Ραβέλ, το οποίο αρχίζει ως χορός που ακούγεται από μακριά, εξελίσσεται σε θύελλα και καταλήγει σε έναν αποχαιρετισμό του παλαιού κόσμου, μεταφορικά και κυριολεκτικά, ένα μουσικό σχόλιο για το τέλος της αυτοκρατορικής Ευρώπης μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με Το Βαλς, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών τιμά τα 150 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου συνθέτη.

 

ΤΡΙΠΛΟ ΜΠΕΤΟΒΕΝ: ΒΕΝΓΚΕΡΟΦ, ΙΣΣΕΡΛΙΣ, ΝΤΟΚΟΥ
Steven Isserlis
ΤΡΙΠΛΟ ΜΠΕΤΟΒΕΝ: ΒΕΝΓΚΕΡΟΦ, ΙΣΣΕΡΛΙΣ, ΝΤΟΚΟΥ
Θεοδοσία Ντόκου
 

 

Το πρόγραμμα με μία ματιά

 

ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ (1770 – 1827)

«Τριπλό» Κοντσέρτο για βιολί, βιολοντσέλο και πιάνο σε ντο μείζονα, έργο 56

ΛΕΟΣ ΓΙΑΝΑΤΣΕΚ (1854 – 1928)

Ταράς Μπούλμπα, ραψωδία για ορχήστρα

ΜΩΡΙΣ ΡΑΒΕΛ (1875 – 1937)

Το Βαλς, χορογραφικό ποίημα για ορχήστρα

 

ΣΟΛΙΣΤ: 

Μαξίμ Βενγκέροφ | βιολί

Στήβεν Ίσσερλις | βιολοντσέλο

Θεοδοσία Ντόκου | πιάνο

ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Φίνεγκαν Ντάουνι Ντήαρ

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ

Τιμές εισιτηρίων: 90€, 70€, 50€, 40€ και 20€ (εκπτωτικό)

Περισσότερα εδώ

Online αγορά εδώ

Για την Ιστορία

 

ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ (1770 – 1827)

Κοντσέρτο για βιολί, βιολοντσέλο, πιάνο και ορχήστρα σε ντο μείζονα, έργο 56 «Τριπλό»

  1. Allegro
  2. Largo
  3. Finale: Rondo alla Pollaca

 

Το Κοντσέρτο για βιολί, βιολοντσέλο και πιάνο, ή αλλιώς «Τριπλό», όπως είθισται να αναφέρεται, έχει υπάρξει ανέκαθεν στόχος αυστηρής κριτικής. Σχόλια όπως «εγείρει αξιώσεις μίας μεγάλης μουσικής που ποτέ δεν ικανοποιεί», «ένα από τα ελάχιστα παραδείγματα στο οποίο είναι εμφανές ότι η τεχνική προσπάθεια υπερτερεί της έμπνευσης» ή η ειρωνική παράφραση του γνωστού ανωτέρω στίχου του Blake «Αυτός που έγραψε την Ενάτη έγραψε και σένα;» είναι λίγα, ενδεικτικά σχόλια της κριτικής στάσης απέναντι στο ιδιαίτερο αυτό κοντσέρτο. Ωστόσο, η αγάπη του κοινού και των μουσικών παγκοσμίως για το Τριπλό και η σταθερή θέση του στο συναυλιακό ρεπερτόριο έρχονται να αντικρούσουν έμπρακτα τέτοιες θέσεις.

 

Το Κοντσέρτο γράφτηκε κατά την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1804 εν μέσω μίας εξαιρετικά δημιουργικής φάσης για τον Μπετόβεν. Το γεγονός ύπαρξης τριών σολίστ αντί ενός αυτονόητα συνεπάγεται ορισμένες ιδιαιτερότητες του Τριπλού ιδίως όσον αφορά στη δομή και στη γενικότερη ισορροπία της γραφής για τρεις σολίστες. Κατ’ αρχάς ο συνδυασμός των τριών οργάνων παραπέμπει ευθέως στον χώρο της μουσικής δωματίου και συγκεκριμένα στο τρίο με πιάνο, συνδυασμό ιδιαίτερα αγαπητό στον συνθέτη. Ο Μπετόβεν πράγματι επιχείρησε μία ιδιότυπη και πρωτόγνωρη για την εποχή του σύζευξη της αμεσότητας της μουσικής δωματίου με τη μεγαλοπρέπεια του συμφωνικού ιδιώματος. Έτσι, τα μέρη των τριών σολιστικών οργάνων αντιμετωπίζονται -όπως σε ένα τρίο με πιάνο- συμπληρωματικά αποτελώντας ισάριθμες συνιστώσες μίας απόλυτα ομοιογενούς σολιστικής ενότητας. Από την άλλη, δεδομένων των ιδιαίτερων αναγκών της σολιστικής γραφής, ο Μπετόβεν αναθέτει καταφανώς στο βιολοντσέλο έναν πρωταγωνιστικό ρόλο, με αποτέλεσμα αυτό να προβάλλεται ως primus inter pares, ενώ ταυτόχρονα το μέρος του πιάνου είναι συγκριτικά πιο λιτό και συχνά συνοδευτικό. Αυτή η επιλογή έχει αποδοθεί στο ότι ο Μπετόβεν έγραψε πιθανώς το μέρος του πιάνου έχοντας υπόψη του τις περιορισμένες δεξιότητες του μαθητή του Αρχιδούκα Ροδόλφου, ενώ αντίθετα το μέρος του βιολοντσέλου προοριζόταν για τον διακεκριμένο Τσέχο δεξιοτέχνη Αντονίν Κραφτ, για τον οποίο μάλιστα γράφτηκε και το διάσημο κοντσέρτο σε ρε μείζονα του Χάυντν.

 

ΛΕΟΣ ΓΙΑΝΑΤΣΕΚ (1854 – 1928)

Ταράς Μπούλμπα, συμφωνική ραψωδία

  1. Ο θάνατος του Αντρέι
  2. Ο θάνατος του Όσταπ
  3. Η προφητεία και ο θάνατος του Ταράς Μπούλμπα

 

Είναι γνωστό, πως ο Λέος Γιάνατσεκ έτρεφε μεγάλη, ειλικρινή αγάπη για τη ρωσική λογοτεχνία και κουλτούρα εν γένει. Ένας από τους καρπούς αυτής της αγάπης ήταν και η συμφωνική ραψωδία Ταράς Μπούλμπα, που βασίστηκε στο διάσημο ομώνυμο διήγημα (και αργότερα μυθιστόρημα) του μεγάλου συγγραφέα Νικολάι Γκόγκολ. Οι πρώτες σκέψεις σύνθεσης του έργου ανάγονται στο 1905 αλλά έπρεπε να περάσει μία δεκαετία προτού ο συνθέτης καταπιαστεί συστηματικά με ένα τέτοιο εγχείρημα, που ολοκληρώθηκε το 1918. Ο Ρώσος συγγραφέας υμνεί μέσα από το έργο του το ρωσικό έθνος και φαίνεται πως αυτή η διάσταση του Ταράς Μπούλμπα είχε ιδιαίτερη απήχηση στον Τσέχο συνθέτη, ο οποίος ομοίως εμφορείτο από αγνό πατριωτισμό, σε μία περίοδο μάλιστα (Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος), που οδήγησε στη διάλυση της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας και την πολυπόθητη ανεξαρτησία των Τσέχων. Η πρεμιέρα του Ταράς Μπούλμπα δόθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1921.

 

ΜΩΡΙΣ ΡΑΒΕΛ (1875 – 1937)

Το Βαλς, χορογραφικό ποίημα για ορχήστρα

Το 1906 ο Ραβέλ ξεκίνησε να σχεδιάζει ένα έργο με τίτλο «Βιέννη» ως φόρο τιμής στον Γιόχαν Στράους (υιό). Ο ίδιος το οραματιζόταν ως «ένα είδος αποθέωσης του βιεννέζικου βαλς, που στο μυαλό μου συνδέεται με τον φανταστικό τροχό της μοίρας». Η ιδέα εγκαταλείφθηκε για χρόνια και μόλις το 1919 ο συνθέτης επέστρεψε σε αυτή γράφοντας ως τον Απρίλιο του 1920 το χορογραφικό ποίημα «Το Βαλς». Ωστόσο, ο Σεργκέι Ντιάγκιλεφ, ιμπρεσάριος των Ρωσικών Μπαλέτων, για τα οποία και προοριζόταν το έργο, δεν το θεώρησε μπαλέτο αλλά ως «το πορτρέτο ενός μπαλέτου». Έτσι η πρώτη χορογραφημένη παρουσίασή του έγινε το 1926, ενώ είχε προηγηθεί η πρεμιέρα του ως συμφωνικού έργου στις 12 Δεκεμβρίου 1920 στο Παρίσι υπό την διεύθυνση του Καμίγ Σεβιγιάρ.

 

Το Βαλς διαθέτει τυπικές αρετές της γραφής του Ραβέλ: ευφάνταστη και πληθωρική ενορχήστρωση, ερεθιστικές αρμονίες, αμείωτη ρυθμική ενέργεια (που διοχετεύεται ενίοτε με αρκετά περίπλοκο τρόπο) και σφικτή δομή ανάμεσα στα εναλλασσόμενα επεισόδια. Ο συνθέτης περιέγραψε το περιεχόμενο της αισθησιακής αυτής μουσικής ως εξής: «Σύννεφα πλανώνται και δημιουργούν σχισμές, μέσα από τις οποίες κανείς βλέπει φευγαλέα ζευγάρια να χορεύουν βαλς. Τα σύννεφα διαλύονται σταδιακά· διαφαίνεται μία μεγάλη αίθουσα με ένα πλήθος που στροβιλίζεται. Καθώς ο ρυθμός ξεκαθαρίζει η εικόνα φωτίζεται όλο και περισσότερο από τους πολυελαίους. Μία αυτοκρατορική Αυλή, περίπου στα 1855…»

Κείμενα «για την Ιστορία»: Τίτος Γουβέλης

Οδηγός Μουσικής