Οι Chap είχαν καιρό να παίξουν στην Ελλάδα. Η τελευταία φορά ήταν πριν από 6-7 χρόνια, μπορεί και παραπάνω, δεν είμαι σίγουρη. Δεν τους βλέπουμε συχνά, παρά το γεγονός ότι ένας από αυτούς, ο Πάνος Γκίκας, γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν από τα ιδρυτικά μέλη των Raining Pleasure. Στους Pleasure έμεινε από το 1991 μέχρι το 1996, οπότε αποφάσισε να μεταναστεύσει στην Αγγλία λόγω σπουδών. Από τότε παραμένει εκεί, διδάσκοντας σύνθεση στο Πανεπιστήμιο Goldsmiths. Φέτος έρχονται στο six d.o.g.s, στην Αθήνα, αλλά θα κάνουν και μια στάση στην Πάτρα. Βέβαια, θα βγουν μέσα στο κατακαλόκαιρο και με τον καύσωνα να καραδοκεί. Ευτυχώς, σύμφωνα με τις καιρικές προβλέψεις, η θερμοκρασία θα έχει πέσει αισθητά μέχρι τότε.

 

Δημιουργήθηκαν το 2000 στο Λονδίνο και, εκτός από τον Πάνο, τα άλλα μέλη του γκρουπ είναι οι Keith Duncan, Claire Hope, Berit Immig και Johannes von Weizsäcker. Έχουν κυκλοφορήσει 6 άλμπουμ, με τελευταίο το «The show must go», που είναι το πιο «πολιτικό ροκ» άλμπουμ τους, όπως μου λέει ο Πάνος. Σε αυτό προσπάθησαν να αποδομήσουν τη ροκ μουσική, όπως την ξέρουμε, με τον δικό τους, μοναδικό τρόπο. Θα το παρουσιάσουν όλο στην Αθήνα, με πληροφορεί, αλλά «επειδή είναι πολύς καιρός που δεν έχουμε παίξει στην Ελλάδα, θα παίξουμε και τα παλιά κλασικά hits σε ένα καλοζυγισμένο και δοκιμασμένο set. Σκοπός είναι στο τέλος ο κόσμος να ουρλιάζει, από ευχαρίστηση ή αγανάκτηση» προσθέτει.

 

Στη Βρετανία θεωρούνται από τα πιο ενδιαφέροντα και πρωτοποριακά συγκροτήματα που έχουν βγει στη χώρα τα τελευταία χρόνια και από την αρχή δεν είχαν καμία σχέση με την indie ή brit pop σκηνή.

 

Αυτό το διάστημα ετοιμάζουν το 7ο άλμπουμ τους και το αποτέλεσμα, όπως μου το περιγράφει, ακούγεται να έχει πλάκα. «Η αρχική μας πρόθεση ήταν να πειραματιστούμε με ιδέες που συνδυάζουν τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό με την techno, αλλά τα αποτελέσματα μας έχουν μπερδέψει και αυτό είναι καλό. Και, ως συνήθως, έχουμε καλούς τίτλους, π.χ. "Bring your dolphin". Επίσης, σκοπεύουμε να έχουμε αρκετούς guest vocalists, από τον Gotye μέχρι τον πεθερό μου», λέει.

 

 

 

Έχουν μια ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ οι Chap, που δεν συναντάς συχνά σε βρετανικά γκρουπ. Ίσως έχει να κάνει με το γεγονός ότι είναι σαν την Ευρωπαϊκή Ένωση μαζεμένη σε ένα συγκρότημα, μια και όσοι συμμετέχουν στο σχήμα προέρχονται από ξεχωριστές κουλτούρες (Γαλλία, Βρετανία, Γερμανία, Ελλάδα - Συμμαχία). Στη Βρετανία, πάντως, θεωρούνται από τα πιο ενδιαφέροντα και πρωτοποριακά συγκροτήματα που έχουν βγει στη χώρα τα τελευταία χρόνια και από την αρχή δεν είχαν καμία σχέση με την indie ή brit pop σκηνή. Παίζουν σουρεαλιστική μετα-ποπ, όπως αποκαλούν τη μουσική τους στην επίσημη σελίδα τους στο Διαδίκτυο, ή ποιοτική indietronica, όπως θα τους χαρακτήριζα προσωπικά. Ρωτάω τον Πάνο, που έχει ζήσει από κοντά τόσα χρόνια τη βρετανική μουσική βιομηχανία αν έχει αλλάξει κάτι όλα αυτό το διάστημα.


«Η μουσική στη Βρετανία έχει πολλά πρόσωπα», αναφέρει. «Η mainstream έκφανσή της είναι για κλάματα εδώ και πολλά χρόνια. Αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της μουσικής (και μη) βιομηχανίας, που ως σοβαρή επιχείρηση στη μετα-ψηφιακή εποχή αντιμετωπίζει μουσικούς και κοινό ως big data για αλγόριθμους επιτυχίας. Μια ματιά στους headliners του πανάκριβου Glastonbury αρκεί. Το μουσικό αποτέλεσμα είναι ισοπεδωτικό και χειροτερεύει συνέχεια, αλλά έχει τόση επιτυχία ως εξαγώγιμο προϊόν, που είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πως θα αντιστραφεί η κατάσταση. Για τους Chap, η μουσική που έχει την ασφάλεια του ελάχιστου κοινού παρονομαστή ήταν πάντα τέλειο υλικό για αποδόμηση, αλλά πλέον το βαρεθήκαμε, και αυτό και την ειρωνεία του πάτου, και δεν ακούμε τίποτα πια. Από την άλλη, υπάρχουν πάντα πολλές μικρές και μικρότερες σκηνές, ιδίως στις μεγάλες πόλεις. Στο Λονδίνο, σε πείσμα του συνεχώς αυξανόμενου κόστους επιβίωσης, οι diy χώροι, οργανώσεις και μικρές δισκογραφικές ανθούν. Αυτό είναι ενθαρρυντικό, αν και δεν συνεπάγεται πάντα ποιότητα. Η πρωτοπορία πάσχει παγκοσμίως αυτά τα χρόνια και αυτό φαίνεται κυρίως στις μικρές αυτές σκηνές. Μια σκηνή του Λονδίνου που αποκτά ξανά ενδιαφέρον τον τελευταίο καιρό είναι ο ελεύθερος αυτοσχεδιασμός. Μετά από μακρά περίοδο στασιμότητας, ο ήχος του έχει απήχηση σε όλο και πιο ευρύ φάσμα μουσικών, από κλασικούς μοντέρνους και χορευτικά ηλεκτρονικούς, μέχρι τους θιασώτες του θορύβου. Το "ελεύθερο" του αυτοσχεδιασμού έχει πολλές προεκτάσεις τη συγκεκριμένη περίοδο. Αυτό, βέβαια, έγινε και τέλη του '70, αλλά τα αποτελέσματα δεν είναι συγκρίσιμα προς το παρόν».

 

Περιμένοντας τους Chap, πιάσαμε κουβέντα μαζί τους
Τρεις από 'μας ζουν στο Βερολίνο και δύο στο Λονδίνο, το οποίο δεν είναι Αγγλία, αλλά μια άλλη χώρα από μόνο του. Και άσχετα με το τι θα γίνει με το ηλίθιο Brexit, το Λονδίνο θα έχει πάντα ενδιαφέρον ως πόλη για μουσικούς και μη,

 

Όλα αυτά τα χρόνια έχουν κερδίσει τον σεβασμό, αλλά τι γίνεται από επιτυχία; Μπορείς πλέον να πετύχεις στο Λονδίνο και να βγάλεις τα προς το ζην; «Λόγω του πληθυσμιακού μεγέθους, ακόμα και μια μικρή σκηνή στο Λονδίνο έχει πάντα αρκετό κοινό, μια "φυλή" που θα υποστηρίξει μουσικούς ακόμα και με πολύ εξειδικευμένο ήχο. Για τη μεγάλη πλειονότητα των μουσικών, το να έχεις βρει έναν χώρο που σε δέχεται ως δημιουργό είναι επιτυχία. Αν μιλάμε για οικονομική επιτυχία, είναι πάρα πολύ δύσκολο. Πρέπει να επιδιώξεις τον ήχο τού τώρα, όσο χάλια και να είναι, και παντού πλέον περιμένουν να έχεις κάνει τα πάντα μόνος σου: άλμπουμ, tour, βίντεο, social media κ.λπ. Και όλα αυτά χωρίς καμία εγγύηση ανταμοιβής. Αν έχεις διασυνδέσεις, βέβαια, δεν είναι ακατόρθωτο και, αν μη τι άλλο, το Λονδίνο προσφέρει ευκαιρίες».

 

Πώς είναι να ζει στη Βρετανία του Brexit ένας μουσικός ή γενικά να ζεις εκεί; «Προς το παρόν, δεν έχει αλλάξει τίποτα. Τρεις από 'μας ζουν στο Βερολίνο και δύο στο Λονδίνο, το οποίο δεν είναι Αγγλία, αλλά μια άλλη χώρα από μόνο του. Και άσχετα με το τι θα γίνει με το ηλίθιο Brexit, το Λονδίνο θα έχει πάντα ενδιαφέρον ως πόλη για μουσικούς και μη».

 

Info:

Οι Chap θα εμφανιστούν την Πέμπτη 6 Ιουλίου στο six d.o.g.s (Αβραμιώτου 6-8), με είσοδο 8-12 ευρώ.

 

Οδηγός Μουσικής