Ο Διχασμένος συναντά τον Άφθαρτο σε ένα ιδιότυπο, διπλό, αλλά και διττό sequel: με το Glass ο σκηνοθέτης της Έκτης Αίσθησης, Μ. Νάιτ Σιάμαλαν, δεν επιχειρεί απλώς να παντρέψει χαρακτήρες από δύο δικές του ταινίες αλλά σχολιάζει έντεχνα και δηλωτικά το κυρίαρχο σύμπαν των υπερηρώων στο σινεμά, με τη διαφορετική εκδοχή (αντι)ηρώων με ιδιότητες εξαιρετικές και αμφισβητούμενες ‒στην προκειμένη περίπτωση από μια ψυχίατρο‒, χθόνια και απτή, χειροποίητη και ψυχολογικά πιο σύνθετη από τον μανιχαϊσμό των superhero blockbusters.

 

Μάλιστα, χρησιμοποιεί ως κοινό παρονομαστή, νομίζω διόλου τυχαία, τον Σάμιουελ Τζάκσον, αυτόματα αναγνωρίσιμο ως Νικ Φιούρι στη Marvel, ξανά στον ρόλο του Ιλάιτζα Πράις, του εύθραυστου ενορχηστρωτή της δράσης και ακάματου ερευνητή εκείνων που θα υλοποιήσουν το δόλιο όραμά του για ανατροπή της τάξης.

 

Στο ίδιο ίδρυμα, λοιπόν, καταλήγουν ο Ντέιβιντ Νταν ο Άφθαρτος, απρόθυμα κρυμμένος για πολύ καιρό και περιζήτητος από τις Αρχές για τα ανίκητα προσόντα του, ο Κραμπ ο Διχασμένος με τις 24 προσωπικότητες και ο θρυμματισμένος Glass των 94 καταγμάτων, με τον φόβο μη ραγίσει ακόμα περισσότερο, σε καταστολή, αλλά με την άκρη του ματιού του να παρακολουθεί πώς το ένα από τα πολλά πρόσωπα του Κραμπ, ο Beast, θα αναδυθεί θριαμβευτικά, έτσι ώστε πολύ δύσκολα θα αναχαιτιστεί.

 

Ο τρόπος με τον οποίο ο Σιάμαλαν κλιμακώνει την κρίσιμη συνάντηση είναι βγαλμένος από το καλό του ρεπερτόριο, με το σασπένς και τη συμπληρωματική αφήγηση που τέμνεται για να εμπλουτίσει τη δραματικότητα. Συνδυάζοντας τους τρεις χαρακτήρες χωρίς να τους φέρνει συχνά σε επαφή, με καταλύτη τη μονότονη, μηχανική ρητορική της γιατρού Ελ Στέιπλ (Σάρα Πόλσον), η οποία ειδικεύεται σε περιπτώσεις ασθενών που πάσχουν από ψευδαισθήσεις μεγαλείου, προετοιμάζει τον θεατή για μια τριπλή μονομαχία. Η ανατροπή έρχεται σε μορφή μονολόγου και η τρίτη πράξη αποδεικνύεται σκηνοθετικά άσφαιρη.

 

Προσαρμοσμένος σε έναν μετριοπαθή προϋπολογισμό και μια πιο συμμαζεμένη παραγωγή, ο Σιάμαλαν δουλεύει καλύτερα το θεωρητικό υπόστρωμα του Glass αντί να πυροδοτήσει τη μεγάλη περιπέτεια που συνεχώς υπονοεί. (Ναι, υπάρχει υποψία sequel, που ξεφεύγει από τους τρεις πρωταγωνιστές).