ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΟΔΩΡΗ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟ


Προστατευμένος (;) με δυνατό αντηλιακό στο καυτό φως της Αντιπάρου, σκέτο ζόμπι, η χλωμάδα και η αμήχανη φιγούρα του οποίου δεν κολλάει με τίποτε με τους ανέμελους και φιλήδονους παραθεριστές του νησιού, ο Μάκης Παπαδημητρίου είναι ο Κωστής, ο λακωνικός και σοβαρός γιατρός που πέρασε έναν σκληρό χειμώνα με τους ντόπιους και τώρα καλείται να το ρίξει και λίγο έξω. Σειρήνα είναι η Άννα, μια όμορφη, σέξι Ελληνίδα που κάνει τις διακοπές της με τη μούλτι-κούλτι γυμνή παρέα της στο κάμπινγκ. Οι παραινέσεις των συμπολιτών του για ένα περιπετειώδες τρίμηνο, καυτό και ξένοιαστο, μετατρέπεται σε μια ξινή αντίστιξη στο σύμπαν ενός ανθρώπου που έχει ξεχάσει προ πολλού πως είναι και άνδρας με ανάγκες, κυρίως συναισθηματικές, και, όπως εξομολογείται σχεδόν ψιθυριστά, η ζωή του είναι μια κόλαση, στρωμένη με πολλά εμπόδια και ακόμη περισσότερες αναβολές. Στην καλύτερή του ταινία ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος φτιάχνει ένα διπλό θρίλερ: από τη μια, σπέρνει την υποψία πως ο Κωστής μετά βίας αντέχει τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στο άχαρο λειτούργημά του και την ελαφράδα της εποχής. Από την άλλη, μερικές καρδιές δεν αντέχουν την επίγευση του αποκαλόκαιρου –δεν είναι όλοι φτιαγμένοι για το αναίσθητο μεθύσι ενός χοντρόπετσου summer lover– και ενδέχεται να αντιδράσουν βίαια ή τραγικά, ή και τα δύο μαζί. Εκτός από τη φυσική άνεση της Έλλης Τρίγγου στον ρόλο της ανάφτρας Άννας, σε ένα ντεμπούτο που βάζει γερές βάσεις για τη συνέχεια της καριέρας της, ο θρίαμβος του Μάκη Παπαδημητρίου ανεβάζει αισθητά μια ταινία που ούτως ή άλλως ξεπερνάει τον σκόπελο μιας τυπικής τουριστικής ιστορίας, χωρίς να προδίδει τα οικεία υλικά που συνθέτουν τις καλοκαιρινές μας αναμνήσεις. Αν και έχει συμμετάσχει σε αρκετές παραγωγές, πουθενά δεν είχε κατ' ουσίαν ξεκολλήσει από την ντροπαλή περσόνα του ανένταχτου ή ονειροπόλου προβληματικού. Στο Suntan φαίνεται επιτέλους η υπόσχεση που είχε δώσει από τη θεατρική του παρουσία, όχι μόνο με τις δραματικές εκρήξεις και το ταλέντο του να προκαλεί εκπλήξεις με την κίνησή του, αλλά με τις σιωπές που αποτυπώνουν τις δεύτερες σκέψεις και την απόγνωση – αναδίδει και σωματοποιεί το κενό, το off που νιώθει ένας εξόριστος. Το Suntan, ευτυχώς, δεν λειτουργεί σαν στατική, παλιομοδίτικη διαφήμιση του κυκλαδίτικου κάλλους, αλλά ως πρότυπο δραματικής ανατροπής των κλισέ για την ηλιόλουστη ραστώνη και τα εξυπνακίστικα Greek καμάκια, με ένα γερό σενάριο των Παπαδημητρόπουλου και Σύλλα Τζουμέρκα, με φόντο το ελληνικό καλοκαίρι και την ψευδαίσθηση της νιότης, πλαίσιο την κρίση μέσης ηλικίας ενός τσαλακωμένου loner καλών προθέσεων και δυναμικούς μοχλούς τις τέλειες συνθήκες για τις πιο λάθος κινήσεις.