Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Το νέο όπλο της ζυθοποιίας είναι αυτού του είδους οι μπύρες – και υπάρχει λόγος

Τι άλλαξε στον τρόπο που καταναλώνει μπύρα ο πλανήτης και γιατί αυτή η στροφή φαίνεται να ξεκινάει από την Αυστραλία

Το νέο όπλο της ζυθοποιίας είναι αυτού του είδους οι μπύρες – και υπάρχει λόγος

Στην Αυστραλία, εκεί που το να καταναλώσουν οι νεαρότερες ηλικίες -και κυρίως οι ανήλικοι- μεγάλες ποσότητες μπύρας δεν είναι ακριβώς εφικτό, κολοσσοί της ζυθοποιίας, όπως οι Anheuser-Busch InBev NV και η Kirin Holdings Co αποφάσισαν να προχωρήσουν στην παρασκευή διάφορων «ελαφρύτερων» εκδόσεων γνωστής μπύρας, στην οποία θα έχουν πρόσβαση οι ανήλικοι.

Όλη αυτή η επιχειρηματική κινητικότητα στο σύμπαν της μπύρας, μοιάζει λίγο οξύμωρη για μία χώρα που έχει ονομάσει μία από τις γνωστότερες λάγκερ της με το όνομα ενός πρώην πρωθυπουργού της και δεινού πότη μπύρας, του Bob Hawke, για μια χώρα που έτσι κι αλλιώς του δίνει και καταλαβαίνει σε μπάρμπεκιου στην πίσω αυλή. Ωστόσο, δεν είναι... 

Εδώ και καιρό έχει ξεκινήσει μια νέα εποχή ευσυνείδητων καταναλωτών αλκοολούχων ποτών που πρακτικά αναγκάζει τους ζυθοποιούς να λανσάρουν ελαφρύτερες εκδοχές διάσημων brands μπύρας, ξεκινώντας από τη Stella Artois και καταλήγοντας σε μικρότερες τοπικές μάρκες όπως η James Boag και Hahn.

Εδώ και καιρό έχει ξεκινήσει μια νέα εποχή ευσυνείδητων καταναλωτών αλκοολούχων ποτών που πρακτικά αναγκάζει τους ζυθοποιούς να λανσάρουν ελαφρύτερες εκδοχές διάσημων brands μπύρας, ξεκινώντας από τη Stella Artois και καταλήγοντας σε μικρότερες τοπικές μάρκες όπως η James Boag και Hahn.

Μία από τις μεγαλύτερες ζυθοποιίες στον κόσμο, η ΑB InBev, μόλις τον περασμένο Απρίλιο ξεκίνησε να προωθεί μία ελαφρύτερη εκδοχή της  Corona, της πιο δημοφιλούς εισαγόμενης μπύρας στην Αυστραλία. «Η φιλοσοφία πλέον είναι ότι δεν πίνουμε για να μεθύσουμε, αλλά για να απολαύσουμε», εξηγεί ο Jonny Forsyth, κορυφαίος αναλυτής στην Mintel Group Ltd.

Το επίπεδο περιεκτικότητας αλκοόλ στις λεγόμενες δυνατές μπύρες αγγίζει το 6%. Στις μεσαίας περιεκτικότητας μιλάμε για 3% με 4%. Η Corona Ligera περιέχει 3,2%, πρόκειται, δηλαδή για μία μπύρα με περίπου 1/3 λιγότερο αλκοόλ, από αυτές που μέχρι σήμερα κυκλοφορούσαν στο εμπόριο. 

Τι άλλο, όμως, ευθύνεται γι' αυτή τη στροφή της ζυθοποιίας σε ελαφρύτερες μπύρες; Αναμφίβολα η επιρροή των social media στους νέους και την καθημερινότητά τους. Εδώ και καιρό, έχει παρατηρηθεί ότι ο νεαρόκοσμος αποφεύγει να ανεβάζει στο Instagram, στο Facebook και σε άλλα επιδραστικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, φωτογραφίες οι οποίες μαρτυρούν μεθύσι ή ελαφρά ζάλη. Φροντίζουν, δηλαδή, για την εικόνα τους και σε ό,τι αφορά την κατανάλωση αλκοόλ και αυτό είναι ένα βήμα προόδου.

Εδώ και καιρό, έχει παρατηρηθεί ότι ο νεαρόκοσμος αποφεύγει να ανεβάζει στο Instagram, στο Facebook και σε άλλα επιδραστικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, φωτογραφίες οι οποίες μαρτυρούν μεθύσι ή ελαφρά ζάλη. Γι' αυτό τον λόγο μεγάλες ζυθοποιίες άρχισαν να προωθούν «ελαφρύτερες» εκδόσεις διάσημων brands μπύρας όπως ακριβώς έκανε και η ΑB InBev με την Corona Ligera.

«Πρακτικά συνδέουν την κατανάλωση φαγητού και ποτού με την εικόνα τους και φυσικά δεν μπορείς να υποτιμήσεις τη δύναμη της τεχνολογικής προόδου σε όλο αυτό», λέει ο Forsyth.

Όλο αυτό σημαίνει πολλά περισσότερα, αν σκεφτεί κανείς ότι πριν από 40 χρόνια οι Αυστραλοί κατανάλωναν περίπου 13 λίτρα (3,4 γαλόνια) καθαρής αλκοόλης σε ετήσια βάση, εκ των οποίων πάνω από τα δύο τρίτα ήταν μπύρα, σύμφωνα και με την κρατική στατιστική υπηρεσία της Αυστραλίας.  Πλέον, η κατανάλωση αλκόολ -και ειδικά μπύρας- στην Αυστραλία έχει μειωθεί σημαντικά, κάτι περισσότερο από 50%, αγγίζοντας τα 89 λίτρα ανά άτομο ετησίως... 

Φυσικά, «ελαφρύτερες» σε περιεκτικότητα αλκοόλ μπύρες, δεν συνιστούν αυτόματα και μια υγιεινή επιλογή. σίγουρα, όμως, κοστίζουν φθηνότερα. Ένα πακέτο 24 τεμαχίων της Corona Ligera -και μιλάμε για τις συσκευασίες των 355ml- κοστίζει 47,95 δολάρια, ενώ η δυνατή εκδοχή της ίδιας μάρκας κοστίζει 2 δολάρια παραπάνω. Ωστόσο, η Αυστραλία δεν είναι το μόνο παράδειγμα στροφής στη μπύρα. Και στην Κίνα, αυτού του είδους οι ελαφρύτερες σε αλκοόλ βερσιόν έχουν πάει εξαιρετικά καλά, κυρίως λόγω της χαμηλότερης τιμής τους. 

Διαγραμματική απεικόνιση της κατανάλωσης αλκοόλ ανά άτομο στην Αυστραλια από το 1974 εώς και το 2016.

Τη στιγμή μάλιστα που ανά τον κόσμο η κατανάλωση οινοπνευματωδών περνά κρίση, η στροφή αυτή δεν φαίνεται και τόσο κακή ιδέα. Στη Δυτική Ευρώπη, τη μεγαλύτερη αγορά για ζυθοποιίες όπως η Heineken NV και η Carlsberg A/S, η απαίτηση για μπύρες με όχι περισσότερο από 0,5% αλκοόλ είναι δεδομένη και ολοταχώς αυξανόμενη. Αυτός είναι και ο λόγος που η AB InBev, μέχρι το 2025, σκοπεύει όχι απλώς την κυκλοφορία μίας Budweiser χωρίς καθόλου αλκοόλ, αλλά γενικώς την παραγωγή μη αλκοολούχων προϊόντων. 

«Βλέπουμε όλο και περισσότερους καταναλωτές να πραγματοποιούν αυτή τη στροφή», λέει ο Brian Phan, διευθυντής της Carlton & United, εξηγώντας το ότι ο κόσμος σκέφτεται ότι αν είναι να μείνει έξω με φίλους για ώρες και αν η επικοινωνία με τους φίλους είναι το ζητούμενο, τότε ναι, όλη αυτή η στροφή έχει νόημα. 

Και πάλι αυτή η έκρηξη των ελαφριών αλκοολούχων δεν φαίνεται ικανή να αναστήσει την αγορά, ενώ ειδικά στην Αυστραλία αυτό θα -με τις αλλαγές στη βιομηχανία του ζύθου- δεν αναμένεται να σημειωθεί πριν περάσει τουλάχιστον μία 5ετία, 

Ωστόσο, ο Forsyth επιμένει ότι πρόκειται για μονόδρομο και για οριστική αλλαγή σε συνήθειες ετών. «Πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν να βγάλουν το αλκοόλ από τη ζωή τους, αλλά θέλουν πιο ισορροπημένες νυχτερινές εξόδους και μεγαλύτερη ευσυνειδησία σε ζητήματα που αφορούν την κατανάλωση αλκοόλ, ακόμη κι αν πρόκειται για μπύρα. Εκεί κατευθύνεται πλέον η αγορά, εκεί πάμε κι εμείς». 

Με στοιχεία από bloomberg.com