Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Στον «πυρετό» των social media

Δύο ειδήσεις που συζητιούνται στα κοινωνικά δίκτυα αποκαλύπτουν την πολυδύναμη (άλλοτε νεωτερική και ριζοσπαστική, άλλοτε αυταρχική και σκοταδιστική) φύση των νέων μέσων .

Στον «πυρετό» των social media

Η πρώτη είδηση που έκανε τον τόπο να «βουϊξει» αφορούσε τη δίωξη του δημοσιογράφου και ειδικού γραμματέα της ΕΣΗΕΑ Γιώργου Φιλιππάκη και εννέα ακόμα προσώπων ύστερα από έγκληση του Απόλυτου Τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα. Ο πρώτος ήταν που ξεκίνησε και τον «χορό» αναρτώντας λίγο μετά τη βομβιστική ενέργεια κατά του Λουκά Παπαδήμου ανάρτηση στον προσωπικό του fb λογαριασμό όπου αφού «έλουζε» Παπαδήμο, Σαμαρά και Στουρνάρα, κατέληγε ότι «δεν θα τον ενοχλούσε καθόλου» αν έσκαγε μια ακόμη βόμβα στα πόδια του τελευταίου. Ελέγχεται δε όχι με βάση τον αντιρατσιστικό νόμο, ούτε με την κατηγορία περί ρητορικής μίσους όπως αρχικά είχε διαδοθεί αλλά επειδή «δημόσια προκάλεσε ή διέγειρε σε διάπραξη κακουργήματος ή πλημμελήματος και εγκωμίασε δημόσια έγκλημα που διαπράχθηκε, εκθέτοντας έτσι σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη», για απολογία εγκλήματος δηλαδή. Είχε προηγηθεί μια ψευδής, όπως κατήγγειλε, ανάρτηση του ίδιου ότι είχε συλληφθεί, την οποία απέδωσε σε χάκερ. Στο μεταξύ, «φίλοι» και «εχθροί» του πρώην αστυνομικού συντάκτη βγάλανε στη φόρα όλα τα «άπλυτα» και τα... «πλυμένα» του, είτε αυτά αφορούσαν την απόλυσή του παλιότερα (δεκαετία '90) από την Ελευθεροτυπίαλόγω συκοφαντικής δυσφήμησης προσώπων που συνέδεε με τρομοκρατικές οργανώσεις είτε το πιο πρόσφατο «αγωνιστικό» του παρελθόν, όταν (πράγματι) είχε ορθώσει ανάστημα στους Χρυσαυγίτες εισβολείς σε εκδήλωση για τις μειονότητες τον Δεκέμβριο στην ΕΣΗΕΑ.

Γεγονός είναι ότι λαϊκίστικες αναρτήσεις στα όρια της χυδαιότηταςευτελίζουν κάθε έννοια ουσιαστικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Όχι γιατί οι «φυτευτοί» πρωθυπουργοί ή οι διαπλεκόμενοι «ύπατοι αρμοστές» των δανειστών που αγιογραφούνται ως «σωτήρες» είναι υπεράνω κριτικής αλλά επειδή χαλιέμαι αισθητικά καταρχήν να βλέπω ανθρώπους με λίγο-πολύ τακτοποιημένες δουλειές και ζωές να εκφράζονται πιο αγοραία κι από λούμπεν προλετάριους των Εξαρχείων.


Δεν σκοπεύω εδώ να κρίνω το επαγγελματικό ή όποιο άλλο «ποιόν» του κ. Φιλιππάκη. Γεγονός είναι όμως ότι λαϊκίστικες αναρτήσεις στα όρια της χυδαιότητας σαν τη δική του (που διάνθιζε με χαρακτηρισμούς τύπου «πουλημένα τομάρια», «καθάρματα» κ.ά.) ή του άλλου έγκριτου «λαϊκού αγωνιστή» Παύλου Χαϊκάλη («Πούστη προδότη Παπαδήμο», «Μόνο η βία θα μας σώσει» κ.λπ. έγραφε στο twitter) ευτελίζουν κάθε έννοια ουσιαστικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Όχι γιατί οι «φυτευτοί» πρωθυπουργοί ή οι διαπλεκόμενοι «ύπατοι αρμοστές» των δανειστών που αγιογραφούνται ως «σωτήρες» από τα προσκείμενα σε αυτούς ΜΜΕ είναι υπεράνω κριτικής αλλά επειδή χαλιέμαι αισθητικά καταρχήν να βλέπω ανθρώπους μιας κάποιας ηλικίας και υποτιθέμενης σοβαρότητας με λίγο-πολύ τακτοποιημένες δουλειές και ζωές να εκφράζονται πιο αγοραία κι από λούμπεν προλετάριους των Εξαρχείων, οι οποίοι τουλάχιστον από τη δική τους θέση και σκοπιά θα είχαν κάθε «ποιητική άδεια» να εκφράζονται έτσι. Διότι ναι, έχει μεγάλη σημασία ποιος λέει τι, πώς το λέει και γιατί, πόσο απευθύνεται στη λογική, το ένστικτο ή το φτηνό συναίσθημα, από πού είναι ορμώμενος. Και όχι, δεν μπορώ να φανταστώ καθόλου τον κ. Χαϊκάλη π.χ. αντάρτη στο βουνό, «κουκουλοφόρο αναρχικό» ή καμικάζι αυτοκτονίας. Από κει και πέρα, φυσικά και οι δικαστικές αρχές που αλληθωρίζουν σε πλείστες άλλες περιπτώσεις άθλιου, χυδαίου και απροκάλυπτα στοχοποιητικού-ρατσιστικού λόγου ακροδεξιάς ή ακροκεντρώας προέλευσης (Χρυσαύγουλα, φονταμενταλιστές ιεράρχες, οι κ. «Παραιτηθείτε» (Στάθης Στάικος/Ισκάρ Αζίφ), Xίος, Κουρής, Σκαλούμπακας κ.λπ.) θα έδειχναν περισσή ευαισθησία απέναντι στα «καλά παιδιά» του συστήματος. Στο μεταξύ, βέβαια, η δίκη Φιλιππάκη και των «συν αυτώ» διεξήχθη ήδη στα κοινωνικά δίκτυα με τους μεν να τον ηρωοποιούν, τους δε να τον στέλνουν στην γκιλοτίνα, αμφότεροι στηριζόμενοι αρχικά σε εν πολλοίς σ λάθος στοιχεία που εξέθεσαν ακόμα και σοβαρούς αναλυτές και τον ίδιο προφανώς να μην συνειδητοποιεί, όντας και άλλης γενιάς, πόσο κυριολεκτικό είναι το "scripta manent" στην ψηφιακή εποχή.

Η άλλη περίπτωση αφορούσε τη χορηγία της Eldorado Gold (βλέπε Σκουριές, Χαλκιδική) στο Athens Pride 2017 που σαν γνωστοποιήθηκε ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών από το πιο «ενεργό» κομμάτι της lgbt κοινότητας στα σόσιαλ μίντια. Αποτέλεσμα η Οργανωτική Επιτροπή να υποχρεωθεί μέσα σε λιγότερο από δύο ώρες να ανακαλέσει με δημόσια ανακοίνωση επιστρέφοντας και τα χρήματα. Είδηση που πυροδότησε πλήθος αντιπαραθέσεις εντός κι εκτός κοινότητας, από το τι δουλειά έχουν στο Pride τέτοιοι χορηγοί, αν έχουν «δουλειά» γενικώς οι χορηγοί, αν η Επιτροπή κάνει τη δουλειά της σωστά ή αυτοϊοκανοποιείται, αν το Pride οφείλει να αποκτήσει έναν πιο αυτοοργανωμένο, πιο κινηματικό, πιο «ταξικό» χαρακτήρα ή αντίθετα έναν πιο εμπορικό, πιο μέινστριμ, πιο (νέο)φιλελεύθερο εντέλει όπερ σημαίνει δικαιώματα μεν, μόνο όμως στα πλαίσια που αυστηρά ορίζει το κυρίαρχο πολιτικοοικονομικό σύστημα δε κ.λπ. Όσο αφορά την «ταμπακέρα» καθαυτή, προσωπικά να δεχτώ καταρχήν και «κατ' οικονομίαν» ότι ναι, αν στόχος είναι ένα Pride μεγάλο και τρανό που να απευθύνεται σε όσο το δυνατό περισσότερο κόσμο, οι χορηγοί είναι «αναγκαίο κακό» όχι μόνο ως χρηματοδότες αλλά και ως συμβάλλοντες με το brand name τους στην «κανονικοποίηση» και την ευρύτερη κοινωνική αποδοχή τέτοιων εκδηλώσεων και των σημαινόντων τους. Αυτό ωστόσο δεν συνεπάγεται «τυφλή» αποδοχή οποιασδήποτε χορηγίας. Οι καταγγελλόμενες σοβαρές περιβαλλοντικές αυθαιρεσίες της Eldorado Gold στη Χαλκιδική, η καταστροφή του δάσους, ο μαζικός ξεσηκωμός των ντόπιων καταρχήν εναντίον των εξορυκτικών της δραστηριοτήτων, η λυσσαλέα, γκεσταπίτικη καταστολή των ΜΑΤ που υπήρξε παροιμιώδης, η εμπλοκή της EG αφενός με τους τότε κυβερνώντες, αφετέρου με τις κατασκευαστικές και τα κανάλια του Μπόμπολα, η εξ αυτών εργολαβική στήριξη των δικαίων της εταιρίας μεταμφιεσμένη σε αλληλεγγύη στους εργαζομένους στα ορυχεία τόσο ένθερμη που θα σόκαρε και τον ... Μαρξ σε συνδυασμό με την αθρόα κατασυκοφάντηση των αντιφρονούντων άφησαν εποχή κι αποτυπώθηκαν σε πλήθος ρεπορτάζ, βίντεο και φωτογραφίες που όχι, καμια απολύτως δουλειά δεν έχουν πλάι σε κάποιο Pride.

Ο αντίλογος εδώ έλεγε ότι εντέλει το ΣτΕ δικαίωσε την EG και άρα πού το πρόβλημα, ότι για την επίσης χορηγό Vodafone π.χ. δεν ακούστηκαν διαμαρτυρίες παρά το τεράστιο σκάνδαλο τηλεφωνικών υποκλοπών που αποκαλύφθηκε μεταξύ 2004-5 χωρίς ποτέ να φωτιστεί σε βάθος, ότι είναι αδύνατο να ελέγχει κανείς εξονυχιστικά πόσο «ηθικός» είναι ο κάθε σπόνσορας, ότι σημασία έχουν μόνο τα λεφτά που αφήνουν: ξέρουμε δα πόσο «αθώες» είναι άραγε οι αιγίδες ξένων πρεσβειών στο Athens Pride – των ΗΠΑ και του Καναδά ανάμεσά τους όπου εδρεύει η EG -, χρήσιμες ίσως κάποτε αλλά παραπέμπουσες πλέον σε τριτοκοσμική χώρα; Δεν πλατιάζω άλλο και, αυτοχριζόμενος δικηγόρος του Εξαποδώ, άντε να δεχτώ ότι η πολεμική απέναντι στην EG ήταν εν πολλοίς άδικη, σκόπιμη κ.λπ. Έστω όμως κι έτσι, εκείνο που νομίζω μετράει είναι το λεγόμενο λαϊκό αίσθημα το οποίο δικαιολογημένα προκλήθηκε δεδομένου ότι η ιστορία με τις αμφιλεγόμενες εξορύξεις της EG στη Χαλκιδική και πολύ πρόσφατη είναι και τεράστια δημοσιότητα είχε πάρει, με την Επιτροπή να δηλώνει επιπλέον ότι αγνοούσε(!) όλες αυτές τις ενστάσεις όταν αποδέχτηκε τη χορηγία. Είτε «καλή» οπότε είτε «κακή», εφόσον συνάντησε τόσες αντιδράσεις όφειλε να αποσυρθεί, όπως και συνέβη. «Θέμα παιδείας», όπως λέει και το φετινό σλόγκαν! Και ήταν ακριβώς τα σόσιαλ μίντια το όχημα μέσω του οποίου το προαναφερόμενο «λαϊκό αίσθημα» ξεσηκώθηκε και εντέλει κέρδισε. Σημειώνω κιόλας εδώ προκαταβολικά ότι ψευδοενστάσεις τύπου «αν αύριο το λαϊκό αίσθημα απαιτήσει κάτι με το οποίο διαφωνείς, τι θα πεις» έχουν την ίδια αξία με το αν θέλουμε να έχουμε κοινοβουλευτική δημοκρατία με εκλογές, ελευθερία έκφρασης κ.λπ. ή μια κληρονομική ολιγαρχία πεφωτισμένων «αρίστων».


Συμπέρασμα: Με δεδομένο ότιτα κοινωνικά δίκτυα, το σύγχρονο αυτό "Forum" όχι μόνο διαδίδουν και διατρανώνουν ειδήσεις κι αντιδράσεις με ταχύτητες πολύ γρηγορότερες των παραδοσιακών ή ακόμα και των ψηφιακών μέσων αλλά φιλοδοξούν επιπλέον να ασκούν ταυτόχρονα σε χρόνο dt αρμοδιότητες νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας μαζί υποκαθιστώντας εναλλακτικά αυτό που παλιότερα ονομάζαμε λαϊκό κίνημα ή απλά κοινή γνώμη, χρειάζεται πελώρια προσοχή στο τι, πώς και γιατί αναρτάται εκεί. Πόσο μάλλον όταν τα μέσα αυτά μπορούν εύκολα να δημιουργήσουν ψευδείς ειδήσεις κι εντυπώσεις, να παραπληροφορήσουν, να «χακευτούν». Υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις που η αυθόρμητη, πηγαία τους φύση είναι ικανή να οδηγήσει στο σχηματισμό και τη συσπείρωση μιας κρίσιμης μάζας που μέσα από αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες μπορεί να ανατρέψει από μια λάθος απόφαση μέχρι και μια λάθος κυβέρνηση. Η παιδεία, οι προθέσεις και η συνείδηση του μέσου χρήστη είναι κι εδώ το κρίσιμο ζητούμενο.