Έλα πάρε μου / τι λείπει
Οκτ16
 

Έλα πάρε μου / τι λείπει

Τι τραγουδάει η ψυχή σου; Ο Πάνος Μιχαήλ παρακολούθησε σερί τις Κόρες και τ' Αμάραντα της Γλυκερίας Μπασδέκη και γράφει τις εντυπώσεις του

Τι τραγουδάει η ψυχή σου; Παρακολουθώντας σερί τις Κόρες και τ' Αμάραντα αυτό το σαββατοκύριακο μιας και είχαν γίνει αλλαγές και στα 2  από την περασμένη σεζόν, κατευθείαν αυτό μου καρφώθηκε στο μυαλό ύστερα από τη θέαση και των 2 παραστάσεων.

 

Στ'  Αμάραντα με μια υψίσυχνης ακριβείας Μαρία Σκουλά στη φετινή διανομή, στη θέση της Μαρίας Πανουργιά και πανταχού παρούσα την ελληνική μεταφυσική του έρωτα του ανίερου gay ζεύγους "τέκνών", της μάνας-μητέρα- μαμάς Ελλάδας Αντώνας -Μπέτυ Βακαλίδου οι 2 άνδρες πρωταγωνιστές , ο Αλέκος Συσσοβίτης και ο νεκροζώντανος συμπυκνωτής που ερμηνεύει βουβά αλλά διανύοντας μια σειρα ημιτονίων και αποχρώσεων με επιτυχία μέχρι τον τελικό σπαρακτικό μονόλογο του τέλους, Αλέξανδρος Παπαιωάννου, με  έκανε σκεπτόμενος τον πυρήνα και των 2 παραστάσεων ν' αναρωτήθω: τι στα αλήθεια τραγουδάνε οι ψυχές των ηρώων στα 2 αυτά τόσο διαφορετικά άλλα με ένα ατσάλινο βασικό κοινό άξονα έργα  που τα ενώνει βαθιά, σερί μέσα στην ελληνική χωματερή; 

 

 

 

Χωμαcheri αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς,  την οποία περιγράφει με χειρουργική ουσκαρουαιλδικότητα meets Ηλία Πετρόπουλο η Μπασδέκη και σκηνοθετεί  εξίσου χειρουργικά ο Σκουρλέτης ενώνοντας το άνισο και την άβυσσο με τη συγκολητική ουσία που μας έχει συνηθίσει. Την ελληνικότητα αλλά αυτή τη φορά ξεσκισμένη από τα πιο ανελέητα σαγόνια: της Ιστορίας.

 

Οι Κόρες, λαμπερές, νεκρές και ηττημένες μας παίρνουν αγκαζέ και μας βολτάρουν στον ψυχικό ερειπιώνα της Αθήνας και των λευκών της περιστεριών, τους ποιητές της, που ανέφελα ψυχικά η λίγο πιο paint it black άλλες φορές της δίνουν ώθηση για νέα πετάγματα -κατάγματα με ανταλλαγή λίγη υστεροφημία και κανά βραβειάκι. Ασήμαντα πράγματα για την μαμά Αθήνα που τα δίνει στον πρώτο τυχόντα αρκεί να τη ξελογιάσει. Έκπαγλα. Γιατί αυτό είναι η Αθήνα από αρχαιοτάτων. Ο πιο έκπλαγλος (και χυδαίος) αναβατήρας και η αφορμή για τα πιο σπουδαία κατάγματα. Κάθε περί-πτωσης.

 

Η αιθέρια δαιμονική Άλκηστις Πουλοπούλου και η πάντα πολυφασματικά συγκινητική Δροσάκη (ξεσκίζει καρδιές η Λένα πιο επικίνδυνα γλυκά κι από τον ίδιο τον σαρκοφάγο Έρωτα εδώ,-) τραγουδάνε χαρωπά ένα  θρήνο για την μαμά Αθήνα. Στα Αμάραντα απ την άλλη παίζουνε ένα θρήνο για την μητέρα Ελλάδα. Οι Κόρες βέβαια στο τέλος φεύγουν- ξεφεύγουν. Το χουν αυτό τα έξυπνα κορίτσια, κάθε ηλικίας και κάθε ιστορικής περιόδου,-) Εύκολα.

 

 

Γιατί από την Αθήνα φεύγεις πάντα εύκολα. Η Αθήνα δεν είναι ο ψυχικός εαυτός μας. Το γνωρίζουμε όλοι κι ας μη το παραδεχόμαστε. Για αυτό τη βιάζουμε, τη λεκιάζουμε  την ανυψώνουμε και τη καταχωνιάζουμε την ίδια στιγμη λουπαριστά και στη πρώτη ευκαιρία την έγκατα-λείπουμε.

 

Στα Αμάραντα, οι τραγικωμικοί ήρωες διασχίζουν όλες τις Ελλάδες και όλες τις στάσεις του ελληνικού σαρκίου( και του δικού τους ) καθώς προσπαθούν -μάταια- να φύγουν, να ξεφύγουν πρώτα από τον ίδιο τους τον εαυτό και μετά από Αυτήν, την Μητέρα Ελλάδα πριν τους κάνει μια χαψιά.

 

 

Γιατί η Ελλάδα δε χορταίνει ποτέ χρυσό μου κι αλλίμονο αμά πέσεις βαθιά μέσα στο στόμα της. Τότε τι στα κομμάτια θα τραγουδήσει η ψυχή σου;

 
 
 
 
I WAS THERE